Δευτέρα 13 Μαΐου 2019

Το τέλος μιας συμμαχίας;


του Γιώργου Στάμκου*
Μια ιστορική συμμαχία, η οποία άφησε έντονα τα αποτυπώματά της στα μετα-ψυχροπολεμικά Βαλκάνια, και επηρέαζε αρνητικά την γεωπολιτική προώθηση της Ελλάδας στην περιοχή, φαίνεται πως οδεύει προς το τέλος της. Αναφερόμαστε στη στενή σχέση, συνεργασία και συμμαχία μεταξύ Άγκυρας και Σκοπίων, που χρονολογείται από το 1991. Αυτή η συμμαχία είχε ως άμεσο στόχο της την προώθηση των αμοιβαίων συμφερόντων των δύο χωρών, και ειδικά της Τουρκίας, στα Βαλκάνια. Ωστόσο, εμμέσως πλην σαφώς, στρεφόταν κατά της Ελλάδας, η οποία και έβλεπε με αμηχανία τον “τουρκικό δάκτυλο” να επεκτείνεται στα βόρεια σύνορά της και να την πλαγιοκοπεί, χρησιμοποιώντας έναν μικρό γείτονά της με τον οποίο η ίδια βρισκόταν στο τέλμα μιας μακροχρόνιας διένεξης σχετικά με την επίσημη ονομασία του.
Η φιλία και συμμαχία με την Τουρκία
Η Τουρκία, ως γνωστόν, υπήρξε η δεύτερη χώρα στον κόσμο (πρώτη ήταν η γειτονική Βουλγαρία), η οποία αναγνώρισε από το 1991 την ανεξαρτησία του βόρειου γείτονά μας και μάλιστα με το τότε συνταγματικό του όνομα “Δημοκρατία της Μακεδονίας”, χωρίς αστερίσκους, υποσημειώσεις, κι επιφυλάξεις σχετικά με τη γλώσσα και ταυτότητά της.
Από τότε οι σχέσεις των δύο χωρών ακολουθούσαν πάντα αντίστροφη πορεία συγκριτικά με τις σχέσεις Αθηνών – Σκοπίων. Όσο τα Σκόπια απομακρύνονταν και συγκρούονταν με την Αθήνα, άλλο τόσο προσέγγιζαν και σύσφιγγαν τις σχέσεις τους με την Άγκυρα. Το έκαναν για να εκνευρίσουν την Αθήνα, αλλά και για να ενισχύσουν τη διαπραγματευτική τους θέση απέναντι της. Έτσι, ό,τι ήταν ζημία για την Ελλάδα, το καρπωνόταν σχεδόν αυτομάτως η Τουρκία, τόσο στο γεωπολιτικό, όσο και στο οικονομικό επίπεδο. Κι αυτό ήταν και το βασικότερο εμπόδιο στην προσπάθεια της χώρας μας να διαδραματίσει πρωταγωνιστικό ρόλο στα Βαλκάνια.
Από το 1991 και μετά η Τουρκία υπέγραψε με τη Βόρεια Μακεδονία πολυάριθμες διμερείς συμφωνίες για την προώθηση της συνεργασίας στον τομέα της διπλωματίας, της οικονομίας, του εμπορίου, του πολιτισμού, της άμυνας και της ασφάλειας. Σημαντικό ρόλο στις διμερείς σχέσεις διαδραμάτιζε και η παρουσία της τουρκικής μειονότητας στη Βόρεια Μακεδονία, που αριθμεί 75.000 μέλη ή το 4% του συνολικού πληθυσμού, αλλά και η στήριξη της Τουρκίας στο πολυάριθμο μουσουλμανικό αλβανικό στοιχείο, καθώς η Άγκυρα αυτοπροβάλλεται ως ο κατεξοχήν προστάτης των μουσουλμανικών πληθυσμών στα Βαλκάνια, τα οποία και συχνά αντιμετωπίζει ως “ορφανά της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας”.
Εκτός από την εργαλειακή χρήση των μειονοτήτων από την Άγκυρα, πολλοί Τούρκοι επιχειρηματίες επένδυσαν όλα αυτά τα χρόνια στη Βόρεια Μακεδονία από τον τομέα των κατασκευών μέχρι και τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης, επηρεάζοντας την κοινή γνώμη. Παρατηρήθηκε μάλιστα το φαινόμενο πως όσο, κατά την περίοδο της οικονομικής κρίσης στην Ελλάδα, παρατηρούταν αποεπένδυση των ελληνικών επιχειρήσεων, τραπεζών κ.ά. στη Βόρεια Μακεδονία, τόσο αυξανόταν αντίστοιχα το μερίδιο των τουρκικών επιχειρήσεων και εξαγωγών στην τοπική αγορά, καλύπτοντας το κενό της ελληνικής υποχώρησης.
Ως συνέπεια η Τουρκία υπήρξε όλα τα προηγούμενα χρόνια ένας από τους ισχυρότερους υποστηρικτές της ένταξης της Βόρειας Μακεδονίας στο ΝΑΤΟ.Εννοείται με το προηγούμενο όνομα της, δηλαδή σκέτο “Μακεδονία”. Ήταν το μοναδικό μέλος της Βορειατλαντικής συμμαχίας που ζητούσε μάλιστα επιτακτικά τη χρήση του παλαιού συνταγματικού ονόματος της χώρας, δηλαδή “Δημοκρατία της Μακεδονίας” στα επίσημα έγγραφα του ΝΑΤΟ -αν μη τι άλλο για να εκνευριστεί η Ελλάδα. Ακόμη και μετά τη Συμφωνία των Πρεσπών η Άγκυρα συνεχίζει επίτηδες να αποκαλεί τη γειτονική μας χώρα με το όνομα “Μακεδονία”.
Πέρα από αυτά η Άγκυρα υπήρξε κι ένας από τους βασικούς εταίρους των Σκοπίων σε θέματα αμυντικής και στρατιωτικής συνεργασίας. Ως αποκορύφωμα αυτής της στενής σχέσης υπήρξε η διμερής συμφωνία που υπέγραψαν οι δύο χώρες τον Δεκέμβριο του 2010, εννέα μήνες μετά την είσοδο της Ελλάδας στην περιπέτεια των Μνημονίων, για μια στρατηγική αμυντική και οικονομική συνεργασία. Αυτός ο “μήνας του μέλιτος” συνέπεσε με την περίοδο που στα Σκόπια μεσουρανούσε το άστρο του υπερεθνικιστή Γκρουέφσκι. Επόμενο ήταν λοιπόν να αρχίσει να τελειώνει, όταν άρχισε να δύει και το πολιτικό άστρο του Γκρουέφσκι.
Τα σύννεφα στις σχέσεις Άγκυρας-Σκοπίων και ο παράγοντας FETO
Τα σύννεφα στις σχέσεις Άγκυρας-Σκοπίων άρχισαν αμέσως μετά το πραξικόπημα κατά του Ερντογάν τον Ιούλιο του 2016, το οποίο συνέπεσε με την αρχή της πτώσης του καθεστώτος Γκρουέφσκι στα Σκόπια. Ήδη επί Γκρούεφσκι ακόμη η Βόρεια Μακεδονία αρνήθηκε να κλείσει τα σχολεία και ιδρύματα του Φετουλάχ Γκιουλέν στη χώρα και να απελάσει στην Τουρκία Τούρκους πολίτες που οι άνθρωποι του Ερντογάν κατηγορούσαν ως “Γκιουλενιστές”, “τρομοκράτες” και “πραξικοπηματίες”. Αντιδρώντας η Άγκυρα ακύρωσε το 2017 τη συμφωνία που είχαν συνάψει οι δύο χώρες για αμοιβαία αναγνώριση των πανεπιστημιακών τους τίτλων.
Το Ισλαμικό κοινωνικό-θρησκευτικό κίνημα του Φ. Γκιουλέν, γνωστό και ως “FETO” από τους οπαδούς του Ερντογάν, δραστηριοποιείται στα Βαλκάνια μέσω ενός δικτύου οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών αλλά και θρησκευτικών και εκπαιδευτικών ιδρυμάτων, που απευθύνονται κυρίως στους μουσουλμάνους των Βαλκανίων. Η Τουρκία όμως θεωρεί τον Φ. Γκιουλέν, ο οποίος ζει αυτοεξόριστος στις ΗΠΑ, και τους υποστηρικτές του ως τρομοκράτες καθώς και πρωταρχικούς ηθικούς αυτουργούς του αποτυχημένου πραξικοπήματος του 2016.
Από το 2016 και μετά η Τουρκία πιέζει συνεχώς τη Βόρεια Μακεδονία να απελάσει από το έδαφός της όλους τους Γκιουλενιστές, αλλά όμως η δεύτερη αρνείται,υπακούοντας περισσότερο στις οδηγίες πάνω στο θέμα της Ουάσιγκτον, η οποία αρνείται κατηγορηματικά να εκδώσει τον Γκιουλέν. Ειδικά από τότε που εκλέχθηκε πρωθυπουργός ο Ζόραν Ζάεφ η Βόρεια Μακεδονία παραμένει εντελώς απρόθυμη να ανταποκριθεί στα αιτήματα της Άγκυρας για την καταπολέμηση του λεγόμενου κινήματος FETO, παρόλο που αυτή η στάση αποτελεί ρήξη στις στρατηγικές σχέσεις των δύο χωρών και θέτει υπό αμφισβήτηση την “άνευ όρων στήριξη” της Τουρκίας για την ένταξη του ΝΑΤΟ στη Βόρεια Μακεδονία. Από την πλευρά της η Άγκυρα καθυστερεί να επικυρώσει το πρωτόκολλο προσχώρησης των Σκοπίων στο ΝΑΤΟ, που θα πρέπει να ολοκληρωθεί εντός του 2019.
Μετά τη “Συμφωνία των Πρεσπών” η Ελλάδα παραγκωνίζει την Τουρκία
Υπάρχει φυσικά κι ένας ακόμη λόγος της επιδείνωσης των σχέσεων Τουρκίας-Βόρειας Μακεδονίας, που ακούει στο όνομα ΕλλάδαΗ επίτευξη
της Συμφωνίας των Πρεσπών και η εξομάλυνση των σχέσεων με την Ελλάδα, αλλάζουν τα δεδομένα στη Βόρεια Μακεδονία και στα Βαλκάνια γενικότερα.
 Η Βόρεια Μακεδονία παύει πλέον να είναι μια περίκλειστη και “υπό πολιορκία” χώρα και επιστρέφει στην κανονικότητα της Ευρωατλαντικής προοπτικής και ενσωμάτωσης, έχοντας αυτή τη φορά ως οδηγό και στενό της σύμμαχο την Ελλάδα. Οι στενές και στρατηγικές σχέσεις μεταξύ Ελλάδας και Βόρειας Μακεδονίας, που επισημοποιήθηκαν και με την ιστορική επίσκεψη στις 2 Απριλίου 2019 του Αλέξη Τσίπρα στα Σκόπια, την πρώτη επίσημη επίσκεψη ενός Έλληνα πρωθυπουργού στη Βόρεια Μακεδονία, ανοίγουν ένα νέο κεφάλαιο στα Βαλκάνια.

Κατά την ιστορική του επίσκεψη στα Σκόπια, ο Αλέξης Τσίπρας ανακοίνωσε ότι οι ένοπλες δυνάμεις της Ελλάδας και συγκεκριμένα η ελληνική πολεμική αεροπορία θα προστατεύουν από εδώ και στο εξής τον εναέριο χώρο της Βόρειας Μακεδονίας και θα εκπαιδεύουν τους ομολόγους τους στη χώρα μόλις αυτή θα ενταχθεί στο ΝΑΤΟ -κάτι που επιθυμούσε διακαώς να αναλάβει η Άγκυρα. Η Τουρκία που όλα τα προηγούμενα χρόνια είχε εδραιώσει στενούς στρατιωτικούς δεσμούς με τη Βόρεια Μακεδονία, βλέπει ξαφνικά το ρόλο της να παραγκωνίζεται, να “τρώει τη σκόνη” της Αθήνας, που ξαφνικά επιταχύνει για να καλύψει το κενό των προηγούμενων 27 ετών.
Αυτό φάνηκε στις 3 Απριλίου, μόλις μία ημέρα μετά την επίσκεψη του Αλέξη Τσίπρα στα Σκόπια, όταν κατέφθασε στην πρωτεύουσα της Βόρειας Μακεδονίας ο Τούρκος υπουργός Άμυνας Χούλουσι Ακάρ. Ο Ακάρ, βλέποντας την όλη γεωπολιτική προώθηση της Ελλάδας, επιχείρησε να επιβεβαιώσει τους στενούς δεσμούς μεταξύ των δύο χωρών και την υποστήριξη της Τουρκίας για ένταξη στο ΝΑΤΟ της Βόρειας Μακεδονίας. Πρότεινε ακόμη και να βοηθήσει η Τουρκία στον εξοπλισμό και στην εκπαίδευση του, Νατοϊκού πλέον, στρατού της Βόρειας Μακεδονίας, όμως η κυβέρνηση Ζάεφ απέρριψε ευγενικά την προσφορά του. Ωστόσο ο Τούρκος στρατηγός δεν έχασε την ευκαιρία να καλέσει τις αρχές της Βόρειας Μακεδονίας να συνεργαστούν περισσότερο για την καταπολέμηση του κινήματος FETO. “Η Τουρκία και η Βόρεια Μακεδονία πρέπει να συνεργαστούν ενάντια στη FETO για χάρη των διμερών σχέσεων μεταξύ των δύο χωρών”, είπε ο Χ. Ακάρ, για να εισπράξει και πάλι αόριστες υποσχέσεις από τα Σκόπια.
Τα Σκόπια θα αναγνωρίσουν την Κυπριακή Δημοκρατία πικραίνοντας κι άλλο την Τουρκία
Η παλιά φιλία και οι στενές σχέσεις Άγκυρας-Σκοπίων αναμένεται να δοκιμαστούν ακόμη περισσότερο και από την πρόκληση του Κυπριακού. Η Τουρκία, που έχει εισβάλει και κατέχει παράνομα από το 1974 το 1/3 της Κύπρου, δεν αναγνωρίζει την Κυπριακή Δημοκρατία, παρά μόνον μια “Ελληνοκυπριακή/Ρωμαίικη Διοίκηση” στο νότιο τμήμα της μεγαλονήσου. Ωστόσο η Κυπριακή Δημοκρατία είναι η μόνη αναγνωρισμένη διεθνώς κρατική οντότητα, σε αντίθεση με τα Κατεχόμενα εδάφη, που ως “Τουρκική Δημοκρατία της Βόρειας Κύπρου” είναι αναγνωρισμένη μόνον από την Τουρκία κι από κανέναν άλλο. Η Κυπριακή Δημοκρατία, εκτός από μέλος του ΟΗΕ είναι από το 2004 και πλήρες μέλος της Ε.Ε. και πιθανώς θα ήταν μέλος και του ΝΑΤΟ, αν η Άγκυρα δεν αρνείτο πεισματικά να την αναγνωρίσει.
Σε αυτό το θέμα η Βόρεια Μακεδονία έχει πέσει για μια ακόμη φορά θύμα εκβιασμού. Το 2000 τα Σκόπια ήθελαν να αναγνωρίσουν την Κυπριακή Δημοκρατία και να εγκαταστήσουν πλήρεις διπλωματικές σχέσεις μαζί της. Όμως, έπειτα από πιέσεις και απειλές της Τουρκίας, σταμάτησαν την όλη διαδικασία. Ωστόσο, στα πλαίσια της ένταξής της στην Ευρωπαϊκή Ένωση, η Βόρεια Μακεδονία θα πρέπει υποχρεωτικά να αναγνωρίσει την Κυπριακή Δημοκρατία ως ένα από τα κράτη μέλη της Ε.Ε. και ως ένα από τα κράτη με τα οποία θα πρέπει να διαπραγματευτεί και να πάρει και την έγκρισή του. Αυτό φυσικά θα δυσαρεστήσει επιπλέον την Άγκυρα και φυσικά θα επισύρει την απειλή του τουρκικού βέτο για την είσοδο της Βόρειας Μακεδονίας στο ΝΑΤΟ.
Γι' αυτό τα Σκόπια δε βιάζονται. Η αναγνώριση της Δημοκρατίας της Κύπρου από τη Βόρεια Μακεδονία θα γίνει έπειτα από την πλήρη ένταξή της στο ΝΑΤΟ, προκειμένου να διασφαλιστεί ότι η Τουρκία δεν θα αποσύρει τη στήριξή της για την ένταξη των Σκοπίων στην Ατλαντική συμμαχία. Αλλά θα γίνει, και η Βόρεια Μακεδονία θα εγκαταστήσει πλήρεις διπλωματικές σχέσεις με την Κυπριακή Δημοκρατία. Κι αυτό διότι, όχι μόνον επειδή είναι σωστό, αλλά και γιατί τα Σκόπια έχουν επιλέξει ως στρατηγικό τους στόχο, μετά από την ένταξη στο ΝΑΤΟ, την ένταξη στην Ε.Ε. και γι' αυτό χρειάζονται την συνδρομή και υποστήριξη της Ελλάδας, αλλά και την έγκριση της Κύπρου. Έτσι η Τουρκία θα αναγκαστεί να πιει και αυτό το πικρό ποτήρι, εκτός αν ως τότε επιλυθεί το Κυπριακό και η Άγκυρα αναγνωρίσει μια “Ενιαία Ομόσπονδη Κύπρο”.
Οι τουρκικές επιχειρήσεις αρχίζουν να αποσύρονται από τα Σκόπια
Τέλος υπάρχει κι ένας ακόμη παράγοντας που η Βόρεια Μακεδονία γυρίζει την πλάτη της στην Τουρκία. Είναι η κατάσταση της τουρκικής οικονομίας, που επιδεινώνεται μέρα με την ημέρα. Μοιάζει μ' ένα μεγάλο καράβι που βυθίζεται σιγά σιγά και όλοι το εγκαταλείπουν. Η Βόρεια Μακεδονία όχι μόνον δεν μπορεί να ελπίζει πλέον σε νέες τουρκικές επενδύσεις, όπως γινόταν κατά την περίοδο της άνθησης της τουρκικής οικονομίας, αλλά παρατηρείται ήδη το φαινόμενο της αποεπένδυσης. Πολλές τουρκικές επιχειρήσεις που επένδυσαν στα Σκόπια είναι υπερχρεωμένες, και μάλιστα σε ξένο νόμισμα, και αδυνατούν πλέον να αποπληρώσουν τα τεράστια χρέη τους, φλερτάροντας επικίνδυνα με τη χρεοκοπία. Οι επιχειρήσεις αυτές θα αναγκαστούν να αποσυρθούν από τα Σκόπια ή να πουλήσουν τις εκεί επενδύσεις τους, προκειμένου να διασώσουν το “μητρικό σκάφος” τους.
Αντίθετα την ίδια περίοδο πολλές ελληνικές επιχειρήσεις, καθώς η οικονομία στην Ελλάδα αναπτύσσεται πλέον με ρυθμούς 2,3% ετησίως, αναμένεται να επεκτείνουν την οικονομική τους δραστηριότητα στη Βόρεια Μακεδονία, να πραγματοποιήσουν νέες επενδύσεις και να κερδίσουν μεγαλύτερα μερίδια αγοράς και εξαγωγών. Χωρίς το όχημα της ισχυρής οικονομικής ανάπτυξης η Τουρκία ασκεί όλο και λιγότερη γοητεία στη Βόρεια Μακεδονία, που τη βλέπει περισσότερο ως ένα παράδειγμα προς αποφυγήν.
Το “μοντέλο Τουρκία” δεν πουλάει πλέον στα Βαλκάνια
Αλλά και η διακυβέρνηση της Τουρκίας από τον Ερντογάν, που λαμβάνει όλο και περισσότερο τα χαρακτηριστικά μιας “βελούδινης δικτατορίας”, φαντάζει όλο και πιο απωθητική στους πολίτες της Βόρειας Μακεδονίας, καθώς και της Αλβανίας και της Βοσνίας, που παραδοσιακά έβλεπαν την Τουρκία ως πρότυπό τους. Τους απωθεί επίσης και η ισλαμιστική ατζέντα του Ερντογάν που κοιτάει όλο και περισσότερο προς την Ανατολή και τη Μέκκα και λιγότερο προς τη Δύση και τις Βρυξέλλες. Τους φοβίζει και το γεγονός πως ο Ερντογάν ρισκάρει ακόμη και τη ρήξη με τις ΗΠΑ και τη Δύση γενικότερα, είναι αλλοπρόσαλλος και προσεγγίζει τη Ρωσία του Πούτιν.
Το “μοντέλο Τουρκία” δεν πουλάει πλέον στα Σκόπια, ούτε και αλλού στα Βαλκάνια. Η Βόρεια Μακεδονία φαίνεται πως έχει κάνει τη στρατηγική επιλογή να γυρίσει την πλάτη της στην Τουρκία και να στραφεί προς την Ελλάδα, την Ευρωπαϊκή Ένωση και τη Δύση, διότι οραματίζεται ένα μέλλον Ευρωπαϊκό και όχι Ανατολίτικο. Τα αποτελέσματα αυτής της στρατηγικής επιλογής θα φανούν σύντομα.
* Ο Γιώργος Στάμκος είναι συγγραφέας και δημοσιογράφος.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου