Παρασκευή 16 Οκτωβρίου 2015

Πρόσφυγες, κοινωνικός δαρβινισμός και προστασία



Ενώ στα όργανα της Ε.Ε. και στα εθνικά Κοινοβούλια συνεχίζονται οι αντιπαραθέσεις σχετικά με το μερίδιο του «βάρους των προσφύγων» που καλείται ή διατίθεται να «επωμιστεί» η κάθε χώρα, στα νότια ευρωπαϊκά σύνορα συμβαίνει de facto η διαχείριση των προσφυγικών ροών που κατευθύνονται προς την κεντρική Ευρώπη, και μάλιστα με έναν τρόπο που θυμίζει κοινωνικό δαρβινισμό.

της Σεβαστής Τρουμπέτα *
Εφόσον η παροχή προσφυγικής προστασίας δεν προβλέπει ασφαλείς διόδους φυγής, η διάσωση των προσφύγων επαφίεται στη φυσική τους αντοχή, στους χειρισμούς των διακινητών, στην έκταση της βίας που αντιμετωπίζουν στα εκάστοτε κρατικά σύνορα, στην εύνοια των στοιχείων της φύσης, στις τοπικές κοινωνίες και στις δράσεις τους – ρατσιστικές, κερδοσκοπικές ή αλληλέγγυες.
Για ποιους από τα 60 εκατομμύρια ανθρώπων που (σύμφωνα με την Υπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ) είναι πρόσφυγες και εκτoπισμένοι από τις εστίες τους διαπληκτίζονται τα μέλη της Ε.Ε.; Παρακολουθώντας τις διαδρομές των προσφύγων, διαπιστώνει κανείς ότι προς την κεντρική και βόρεια Ευρώπη κατευθύνονται κατ’ αρχάς όσοι έχουν την οικονομική δυνατότητα να πληρώσουν το χρηματικό αντίτιμο της φυγής τους (ακόμα και αν αυτό κοστίζει ολόκληρη την περιουσία τους).
Από αυτούς, πάλι, θα φτάσουν στον τελικό τους προορισμό όσοι καταφέρουν να επιβιώσουν περνώντας μέσα από πολλαπλές συμπληγάδες, όσοι διαθέτουν τις φυσικές αντοχές και την τύχη να φέρουν το ταξίδι σε πέρας.
Ανθρωποι με ειδικές ανάγκες ή χρόνια προβλήματα υγείας δύσκολα θα τα καταφέρουν, αλλά ακόμα και τότε, η φυγή τους χρειάζεται να οργανωθεί με περισσότερη προσπάθεια, ενδεχομένως και με μεγαλύτερο κόστος (Οι μαρτυρίες από το νησί της Λέσβου είναι ενδεικτικές, π.χ. η θαλάσσια επιχείρηση διάσωσης μιας παραπληγικής κοπέλας και της αναπηρικής της καρέκλας, οι περιπτώσεις ανθρώπων που εξέπνευσαν στη Μυτιλήνη μη αντέχοντας τις ταλαιπωρίες της διέλευσης της θάλασσας, της πεζοπορίας, της κράτησης και της εξαντλητικής αναμονής στο νησί.)
Μέσα από τέτοιου είδους συνοριακά φίλτρα έχουν περάσει και οι πρόσφυγες που φτάνουν στη Γερμανία. Ο σταθμός του Μονάχου, στολισμένος γιορταστικά από τους πολίτες, υποδέχθηκε το προηγούμενο καλοκαίρι τους νεοαφιχθέντες με το σύνθημα «Καλώς ήρθατε, πρόσφυγες». Στις γερμανικές πόλεις, το κλίμα αλληλεγγύης είναι διάχυτο τους τελευταίους μήνες, παρά τις ρατσιστικές επιθέσεις σε κέντρα φιλοξενίας και τις έντονες αντιπαραθέσεις στον πολιτικό κόσμο.
Στο Βερολίνο είναι καθημερινές οι εικόνες απλών ανθρώπων, ενίοτε οικογενειών, που περνούν από τους χώρους φιλοξενίας δηλώνοντας διαθεσιμότητα για εθελοντική εργασία. Το κίνητρό τους μπορεί να είναι η φιλανθρωπία, ο οίκτος, η αλληλεγγύη, όπως συμβαίνει συνήθως, όπως το γνωρίζουμε και σε άλλες χώρες, στον (ευρωπαϊκό) Νότο, στην Ελλάδα.
Τα δίκτυα αλληλεγγύης προς τους μετανάστες και πρόσφυγες κάθε άλλο παρά πρωτόγνωρα είναι στη Γερμανία (οι πρωτοβουλίες του noborder, του welcome2europe και η δράση του pro asyl, είναι μόνο κάποια παραδείγματα). Ομως κάτι καινούργιο διαφαίνεται στον ορίζοντα και δεν σχετίζεται μόνο με την κινητοποίηση αλληλέγγυων ανθρώπων που δεν είναι ή ήταν στο παρελθόν πολιτικά στρατευμένοι, αλλά και με την υπό συζήτηση προοπτική της μόνιμης εγκατάστασης (Σύρων) προσφύγων στη χώρα.
Το ερώτημα «Αντέχει η χώρα πρόσφυγες και πόσους;» συζητείται εν θερμώ στον πολιτικό κόσμο και μεταφέρεται στη δημόσια σφαίρα. Τα τηλεοπτικά παράθυρα στο μετρό του Βερολίνου προβάλλουν δημοσκοπήσεις σύμφωνα με τις οποίες το 55% του γερμανικού πληθυσμού θεωρεί ότι η γερμανική κοινωνία «αντέχει» την υποδοχή και παραμονή των προσφύγων.
Με την ιδέα μιας επικείμενης μόνιμης εγκατάστασης φαίνεται να συμπλέει και η πρωτοβουλία γερμανικών πανεπιστημίων που εισήγαγαν προγράμματα υποδοχής προσφύγων, με προοπτική τη δυνατή αξιοποίησή τους ως επιστημονικό δυναμικό.
Προφανώς μια νέα πτυχή στη γερμανική μεταναστευτική πολιτική διαφαίνεται στο διάγγελμα που απηύθυνε στις 31 Αυγούστου ο πρόεδρος του ομοσπονδιακού κράτους, Joachim Gauck, προς τον γερμανικό λαό καλώντας τον (με έκδηλους τους τόνους του «συνταγματικού πατριωτισμού») να επαναπροσδιορίσει την έννοια του έθνους πλέον ως μιας κοινότητας «διαφορετικών» οι οποίοι όμως μοιράζονται βασικές αξίες.
Η υποδοχή των προσφύγων έχει αναδειχθεί από τα καθιερωμένα γερμανικά ΜΜΕ σε στοιχείο που προσδιορίζει το προφίλ των γερμανικών πόλεων, θα έλεγε κανείς ανταγωνιστικά μεταξύ τους: Σε ένα εκτενές ρεπορτάζ, το περιοδικό «Spiegel» παρουσιάζει το Μόναχο ως πόλη «παγκοσμίου επιπέδου (Weltklasse) που διαθέτει καρδιά» και δεν παραλείπει να τονίσει τις ιδιαιτερότητες που το κάνουν να υπερισχύει άλλων πόλεων, όπως, π.χ. το Βερολίνο («Der Spiegel», Νο 40/26.09.2015).
Ενώ τα ΜΜΕ σμιλεύουν την εικόνα μιας ανοιχτής και αλληλέγγυας εγχώριας κοινωνίας και επίσης διαμεσολαβούν μια θετική εικόνα για τις βόρειες χώρες (π.χ. τη Σουηδία), ελάχιστες είναι (εάν δεν απουσιάζουν παντελώς) οι αναφορές στις δράσεις αλληλεγγύης των πολιτών στις χώρες του Νότου.
Οι καταστάσεις χάους και η τραγικότητα των προσφύγων (σαν να πρόκειται για μια φυσική καταστροφή) κερδίζουν την αποκλειστικότητα στη σύνθεση της εικόνας των νότιων συνόρων: η διαλογή γίνεται εκεί, εδώ προσφέρεται προστασία. Εν τέλει, αυτό το παζλ διαφορετικών τόπων, με διαφορετικούς χειρισμούς του προσφυγικού ζητήματος, σκιαγραφεί το τοπίο μιας ηπείρου χωρισμένης σε ζώνες πολιτισμού (χώρες με οργανωμένη υποδοχή προσφύγων και παροχή προστασίας) και σε ζώνες βαρβαρότητας (χάος, ανομία, θάνατος στα νότια και νοτιοανατολικά σύνορα).
Ισως να είναι διαφορετική η εικόνα της Ευρώπης από την προοπτική των προσφύγων. Εάν ανασυνθέσουν τις διαδρομές τους αντίστροφα (όμοια με το ταξίδι για την τρίτη ταφή του Μελκιάδες Εστράδα), ενώνοντας τους γιορταστικούς σταθμούς στην κεντρική Ευρώπη, με τα σύνορα της Ουγγαρίας, το Αιγαίο, την Τουρκία, τη Μεσόγειο, διανύοντας την ίδια ήπειρο, την ίδια ένωση κρατών, στοιβαγμένοι σε βάρκες, φορτηγά ή πεζοπορώντας.

* κοινωνιολόγος, επισκέπτριας καθηγήτριας στο Freie Universität του Βερολίνου

efsyn

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου