Τετάρτη 6 Μαΐου 2020

Και ξαφνικά ήρθαν τα πάνω κάτω



της Δήμητρας Σιατίτσα*
Μόλις πριν λίγους μήνες διαβάζαμε και συζητάγαμε για την εκτίναξη του τουρισμού, την προσοδοφόρα επέκταση των βραχυχρόνιων μισθώσεων και τις νέες επενδυτικές ευκαιρίες σε ακίνητα στην Ελλάδα (ως «eldorado» της αγοράς δεύτερης κατοικίας στην Ευρώπη). Και ξαφνικά ήρθαν τα πάνω κάτω. Η ανατροπή που προκάλεσε η παγκόσμια πανδημία του covid ήταν εκτός του ορίζοντά μας, παρά την πρόσφατη εμπειρία της οικονομικής κρίσης που ανέδειξε τις αλληλεξαρτήσεις και τις ευαλωτότητες της παγκοσμιοποιημένης οικονομίας την εποχή της ηγεμονίας του νεοφιλελευθερισμού.
Παρόλο που ήδη έχουν γραφτεί πολλά, είναι δύσκολο να εκτιμήσει κανείς μια πρωτόγνωρη κατάσταση σε εξέλιξη. Μπορούν ίσως να γίνουν διαπιστώσεις για τις άμεσες και βραχυπρόθεσμες συνέπειες, αλλά δεν είναι εύκολο να διαβλέψουμε σε ποια κανονικότητα θα επανέλθουμε και με τι όρους. Το σίγουρο είναι ότι μπαίνουμε σε μια περίοδο αβεβαιότητας.
Ειδικότερα, στον τομέα των ακινήτων τα ερωτήματα για την επόμενη μέρα είναι πολλά: θα επανέλθει η τουριστική κίνηση στα προηγούμενα επίπεδα και πότε; Θα συνεχίσει το ενδιαφέρον για επενδύσεις σε τουριστικά καταλύματα και βραχυχρόνιες μισθώσεις; Τι θα κάνουν οι μικροϊδιοκτήτες που δεν έχουν δυνατότητα να αφήσουν για πολύ καιρό το διαμέρισμά τους κενό; Τι θα κάνουν οι επενδυτές που είχαν δραστηριοποιηθεί στην αγορά ακινήτων; Θα υπάρξει στροφή στη μακροχρόνια μίσθωση; Με τι τιμές; Θα πέσουν συνολικότερα οι τιμές ακινήτων, ενοικίασης και αγοράς; Ερωτήματα που σχετίζονται άμεσα με την ανάκαμψη της οικονομικής δραστηριότητας σε παγκόσμιο επίπεδο, αλλά και με τις πολιτικές διαχείρισης της νέας -σκληρότερης όπως προβλέπουν κάποιοι- οικονομικής κρίσης που ακολουθεί, με μια εκ νέου εκτίναξη της ανεργίας, περαιτέρω αποσταθεροποίηση της εργασίας, μείωση των εισοδημάτων, κλείσιμο επιχειρήσεων.
Δεν μπορούμε παρά να κάνουμε υποθέσεις, αλλά και να συζητήσουμε συλλογικά για τις προοπτικές που μας ανοίγει η συγκυρία, προοπτικές που μπορεί να είναι δυσοίωνες ή ελπιδοφόρες, και αυτό θα είναι το διακύβευμα της επόμενης μέρας, σε ό,τι αφορά την κατοικία και την αγορά ακινήτων, όπως και σε όλα τα πεδία πολιτικής.
Το τοπίο στα ακίνητα μετά τον κορονοϊό
Πριν από την πανδημία και το lockdown, οι εκτιμήσεις μιλούσαν για μια συνεχιζόμενη άνοδο του κλάδου των ακινήτων και για μεγάλες αποδόσεις λόγω του τουρισμού, ιδιαίτερα στις περιοχές με μεγαλύτερο ενδιαφέρον. Οι τάσεις αυτές εξακολουθούσαν να είναι σε μεγάλο βαθμό εξαρτημένες από την εξωτερική ζήτηση, αλλά παράλληλα διατυπώνονταν εκτιμήσεις για τη σταδιακή ανάκαμψη της εγχώριας ζήτησης λόγω της αίσθησης σταθεροποίησης και ανόδου της οικονομίας, της ελαφριάς ανόδου των εισοδημάτων και των ποσοστών εργασίας, και των σεναρίων για σταδιακή επανενεργοποίηση του τραπεζικού δανεισμού.
Οι επιπτώσεις στις τιμές κατοικίας ήταν σημαντικές, καθώς τα δύο τελευταία χρόνια οι αυξήσεις ήταν μεγάλες, αγγίζοντας σε αρκετές περιπτώσεις τα προ κρίσης επίπεδα, ιδιαίτερα στα μητροπολιτικά κέντρα και τις τουριστικές περιοχές, παρόλο που από το τέλος του 2019 είχε καταγραφεί μια σχετική κάμψη στον ρυθμό αύξησης των τιμών. Κι αν η επανενεργοποίηση ενός κλάδου που είχε καταρρεύσει τα προηγούμενα χρόνια θεωρήθηκε πολύ θετική εξέλιξη, οι παράπλευρες αρνητικές επιπτώσεις στη δυνατότητα πρόσβασης σε οικονομικά προσιτή κατοικία για μεγάλο μέρος του πληθυσμού έγιναν όλο και πιο αισθητές.
Πριν από την πανδημία, η αύξηση του κόστους στέγασης δυσανάλογα προς τα εισοδήματα, η επισφάλεια των ενοικιαστών, ο περιορισμός της διαθεσιμότητας μακροχρόνιων μισθώσεων λόγω της επέκτασης του airbnb, η επιβάρυνση των γειτονιών βρέθηκαν στο επίκεντρο του δημοσίου διαλόγου, ενώ διατυπώθηκαν αιτήματα και προτάσεις για τις αναγκαίες πολιτικές ρύθμισης των βραχυχρόνιων μισθώσεων, περιορισμού της κερδοσκοπίας και προστασίας της κατοικίας.
Σήμερα, δημοσιεύματα και μελέτες καταγράφουν ήδη την πτώση των τιμών ενοικίων που προβλέπεται να κορυφωθεί από το φθινόπωρο, την αβεβαιότητα των επενδύσεων, τη στροφή των «hosts» προς συμβατικές μισθώσεις, προβλέποντας ότι το τοπίο δεν θα είναι το ίδιο στο άμεσο μέλλον. Από την άλλη, οι διαφορετικοί δρώντες προσαρμόζονται στη συγκυρία: η airbnb ανακοινώνει νέα πρωτόκολλα φιλοξενίας, οι επιχειρήσεις του τουριστικού κλάδου εκτιμούν εκ νέου τις προοπτικές κερδοφορίας τους, γίνονται νέα οικονομικά πλάνα επενδύσεων με βάση τα δεδομένα της πανδημίας, που αναμένεται κάποια στιγμή να εξομαλυνθεί, με την υγειονομική αντιμετώπιση του συγκεκριμένου ιού, αν και τίποτα δεν προεξοφλεί ότι δεν θα υπάρξουν αντίστοιχες κρίσεις στο μέλλον.
Σε τι σπίτι μένουμε;
Ταυτόχρονα, η πανδημία έβαλε με διαφορετικό τρόπο στο μεγεθυντικό φακό την ευαλωτότητα, την αλληλεξάρτηση και τις ανάγκες διαφορετικών κοινωνικών ομάδων. Το σύνθημα «μένουμε σπίτι» ανέδειξε το παράδοξο μιας επιταγής που δεν έχει νόημα για όσους δεν έχουν σπίτι, αλλά και τα όρια και τις δυσκολίες για όσους έχουν σπίτι που δεν καλύπτει τις ανάγκες τους, για νοικοκυριά που συγκατοικούν σε ελάχιστα τετραγωνικά, για (όχι πια τόσο) νέους που μένουν με τους γονείς τους, γιατί δεν έχουν δυνατότητα να καλύψουν τα έξοδα της δικής τους κατοικίας, για μετανάστες που στοιβάζονται κατά δεκάδες σε ένα διαμέρισμα ή κατοικούν σε ημιυπόγεια με υγρασία χωρίς ήλιο, και, ακόμη περισσότερο, για ευάλωτες και αποκλεισμένες ομάδες που διαβιούν σε απάνθρωπες συνθήκες σε καταυλισμούς και camps.
Αναδείχθηκε, επίσης, η επισφάλεια ενός μεγάλου ποσοστού εργαζομένων που εξαρτώνται για την επιβίωσή τους από το καθημερινό μεροκάματο, που ζουν χωρίς δίχτυ ασφαλείας, χωρίς αποταμιεύσεις, που δεν μπορούν να μείνουν σπίτι, γιατί αν δεν δουλέψουν δεν μπορούν να επιβιώσουν. Παγκόσμιοι οργανισμοί και οργανώσεις προειδοποιούν για το κύμα της φτώχειας και την κρίση στην εργασία που έρχονται, και την ανάγκη για άμεση προστασία των πιο ευάλωτων. Σε αυτές τις συνθήκες είναι σχεδόν αδύνατο να εξυπηρετηθούν οι δαπάνες στέγασης, η μηνιαία πληρωμή του ενοικίου, των λογαριασμών, ενώ μοιάζει αναπόφευκτο ένα νέο κύμα υπερχρέωσης και επισφαλειοποίησης.
Απέναντι στο φόβο της απόλυτης οικονομικής και κοινωνικής κατάρρευσης, οι κυβερνήσεις σε όλο τον κόσμο αναγκάστηκαν να πάρουν (προσωρινά) έκτακτα μέτρα για την προστασία των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων, που λίγο πριν έμοιαζαν αδιανόητα (ή έτσι ισχυριζόταν το κυρίαρχο πολιτικό σύστημα). Για την προστασία της κατοικίας επιβλήθηκαν μέτρα, όπως η απαγόρευση των εξώσεων, η οριζόντια μείωση των ενοικίων (όπως έγινε στην Ελλάδα), η αναστολή πληρωμών δανείων, η απευθείας κάλυψη των δαπανών με έκτακτες επιδοτήσεις, η επίταξη ιδιωτικών κτιρίων, η άμεση ενοικίαση ξενοδοχείων και ξενώνων για τη στέγαση των αστέγων, η επιτάχυνση γραφειοκρατικών διαδικασιών και τόσα άλλα.
Επιστρέφοντας στην κανονικότητα
Τα μέτρα αυτά σταδιακά ακυρώνονται, καθώς φαίνεται να σχεδιάζεται η σταδιακή επιστροφή μας στην κανονικότητα (την προηγούμενη;) καθιστώντας ηχηρή την ανάγκη να διερευνήσουμε τις δυνατότητες και τις προοπτικές που ανοίχτηκαν, για λίγο, με τη ρωγμή που προκάλεσε η επιδημία. Μπορεί η συνθήκη που ζούμε να οδηγήσει σε ριζικές αλλαγές στον τρόπο που σκεφτόμαστε, σε αυτά που θεωρούμε βέβαια και ακλόνητα, σε αυτά που θεωρούμε αδύνατα;
Και για να επανέλθουμε στους συλλογισμούς που αναπτύχθηκαν στο παρόν άρθρο: μπορεί η προστασία του δικαιώματος στην κατοικία να υπερισχύσει έναντι του δικαιώματος στην κερδοσκοπία; Μπορεί να τεθεί ως προτεραιότητα η αξιοποίηση των δημοσίων πόρων και ακινήτων για τη στέγαση των πλέον ευάλωτων και την κάλυψη κοινωνικών αναγκών; Μπορούμε να εκμεταλλευτούμε τη συγκυρία για την εγκαθίδρυση ενός σταθερού πλαισίου προστασίας της ιδιόκτητης και ενοικιαζόμενης κατοικίας, για τη δημιουργία μόνιμων δομών φροντίδας και επανένταξης των αστέγων και των προσφύγων, για την εφαρμογή πολιτικών οικονομικά προσιτής κατοικίας, για την προώθηση διαφορετικών μορφών συνεταιριστικής κατοικίας, για την ανανοηματοδότηση της κατοικίας ως κοινό αγαθό; Όπως αποδείχθηκε, είναι ζήτημα πολιτικής βούλησης και ιεράρχησης προτεραιοτήτων, και αυτό θα είναι το διακύβευμα της επόμενης μέρας.
* Διδάκτορας ΕΜΠ, ερευνήτρια σε θέματα κατοικίας
αυγη

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου