Πέμπτη 4 Οκτωβρίου 2018

Ο «τυχαίος» θάνατος ενός παρία



Η προστασία της ίδιας της ανθρώπινης ζωής, πρωτίστως σε περιπτώσεις νόμιμης άμυνας, είναι η μοναδική παράμετρος που μπορεί να άρει τον άδικο χαρακτήρα της πράξης, όταν έχουμε να κάνουμε με την αφαίρεση μιας ζωής. Και είναι προφανές ότι εν προκειμένω δεν υπήρχε απειλή κατά της ζωής.
του Γιάννη Γούναρη*
Τη στιγμή που γράφονται αυτές οι γραμμές τα ερωτήματα για τις συνθήκες θανάτου του Ζακ Κωστόπουλου είναι περισσότερα από τις απαντήσεις. Δεν έχει προσδιοριστεί ακόμα η ακριβής αιτία θανάτου, γεγονός που είναι καταλυτικής σημασίας για τον τελικό ποινικό χαρακτηρισμό των πράξεων των δύο κατηγορουμένων: προς το παρόν, δεν γνωρίζουμε εάν ο θάνατος επήλθε ως συνέπεια των χτυπημάτων που δέχτηκε το θύμα. Δεν γνωρίζουμε τις περιστάσεις υπό τις οποίες συνέβη το γεγονός, ούτε τι είχε προηγηθεί. Δεν γνωρίζουμε εάν το θύμα όντως είχε την πρόθεση να διαπράξει ληστεία ή κλοπή (φαίνεται πως όχι) ή εάν συνέβη κάτι άλλο, τελείως διαφορετικό. Δεν γνωρίζουμε εάν κατέφυγε στο κοσμηματοπωλείο όπου έμελλε να βρει τραγικό θάνατο, προκειμένου να διαφύγει από μια επικίνδυνη για τον ίδιο κατάσταση. Το γεγονός ότι η δικογραφία είναι μέχρι στιγμής ελλιπέστατη δεν βοηθάει στο να δοθούν απαντήσεις, οι οποίες όμως οφείλονται, στο όνομα της αλήθειας και της δικαιοσύνης.
Τα παραπάνω είναι κάποια -εκ πρώτης όψεως ίσως ψυχρά- ερωτήματα που τίθενται σε νομικό επίπεδο. Αυτά θα καθορίσουν την έκβαση της δίκης των αυτουργών της άγριας επίθεσης που δέχτηκε ο Ζακ Κωστόπουλος. Υπάρχουν, όμως, και μερικά βαθύτερα και πιο ενοχλητικά ερωτήματα που προκύπτουν από την τραγική αυτή υπόθεση: για παράδειγμα, τι θα γινόταν εάν δεν υπήρχε το οπτικοακουστικό υλικό, αλλά όσα γνωρίζαμε βασίζονταν αποκλειστικά στις μαρτυρίες των εμπλεκομένων ή στην αναφορά της αστυνομίας - ιδίως από τη στιγμή που έχει αποκαλυφθεί ότι υπήρξε κατάχρηση αστυνομικής βίας εναντίον του ήδη ημιθανούς Ζακ κατά τη «σύλληψη» του; Εξάλλου, ο Ζακ Κωστόπουλος συγκέντρωνε πολλά από τα χαρακτηριστικά που ενεργοποιούν τα αρνητικά στερεότυπα που συντηρεί -με την αμέριστη βοήθεια των ΜΜΕ- μεγάλο μέρος της κοινωνίας μας. Εάν ήταν αλλόθρησκος ή αλλοδαπός μετανάστης και (πάνω απ’ όλα) φτωχός, θα ολοκλήρωνε την παλέτα των συστατικών του «ανεπιθύμητου». Μήπως, λοιπόν, το γεγονός αυτό καθιστά για κάποιους τη ζωή του μικρότερης αξίας και τον θάνατο του λιγότερο τραγικό; Και ποια θα ήταν, άραγε, η εξέλιξη της υπόθεσης, εάν το θύμα δεν ήταν ένας ενεργός ακτιβιστής του ΛΟΑΤΚΙ κινήματος, ένας άνθρωπος με δημόσια παρουσία και ευρύ φιλικό κύκλο, αλλά, ας πούμε, ένας «ανώνυμος» τοξικοεξαρτημένος;
Η ιερότητα της ανθρώπινης ζωής, κάθε ανθρώπινης ζωής χωρίς καμία απολύτως διάκριση, δεν είναι μόνο μια φιλοσοφική ή θρησκευτική αξία. Συνιστά, επίσης, ένα από τα θεμέλια του νομικού μας πολιτισμού. Η ανθρώπινη ζωή είναι το υπέρτατο έννομο αγαθό, δεν μπαίνει στη ζυγαριά με οποιοδήποτε άλλο, όπως για παράδειγμα η περιουσία. Η προστασία της ίδιας της ανθρώπινης ζωής, πρωτίστως σε περιπτώσεις νόμιμης άμυνας, είναι η μοναδική παράμετρος που μπορεί να άρει τον άδικο χαρακτήρα της πράξης, όταν έχουμε να κάνουμε με την αφαίρεση μιας ζωής. Και είναι προφανές ότι εν προκειμένω δεν υπήρχε απειλή κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιτότητας του ιδιοκτήτη του κοσμηματοπωλείου ή του έτερου φερόμενου ως δράστη της επίθεσης κατά του Ζακ Κωστόπουλου, ούτε θα μπορούσε να στοιχειοθετηθεί πλάνη των ατόμων αυτών περί της ύπαρξης παρόμοιας απειλής.
Πράγματι, στα βίντεο που είδαν το φως της δημοσιότητας βλέπουμε έναν άνθρωπο εξαιρετικά αδύναμο, εγκλωβισμένο σε ένα κλειδωμένο κατάστημα που δεν έχει καν τη δύναμη να σηκώσει τον πυροσβεστήρα με τον οποίο επιχείρησε να σπάσει την πόρτα και να διαφύγει. Τα άτομα που του επιτέθηκαν βρίσκονται εκτός του χώρου του καταστήματος. Η άγρια επίθεση ξεκινά όταν το θύμα, στην απόγνωση του, επιχειρεί να διαφύγει μέσα από το κάτω μέρος της βιτρίνας του κοσμηματοπωλείου. Η δε αγριότητα της επίθεσης εναντίον του είναι συγκλονιστική, δείχνει ανθρώπους εξοικειωμένους με τη βία και κάθε άλλο παρά «φιλήσυχους πολίτες». Το μένος των επιτιθέμενων δεν μπορεί να δικαιολογηθεί ούτε με την επίκληση της απόπειρας περιορισμού του φερόμενου ως δράστη κλοπής (εάν υπήρξε καν κλοπή, πράγμα αμφισβητούμενο) και αποτροπής της διαφυγής του, μέχρι να έρθει η αστυνομία και να τον συλλάβει. Η κλίμακα της βίας που άσκησαν οι δύο κατηγορούμενοι εναντίον του θύματος είναι όλως δυσανάλογη με μια τέτοια γραμμή υπεράσπισης. Προσομοιάζει στην αγελαία και εξαιρετικά βίαιη συμπεριφορά που επιδεικνύουν μέλη ακροδεξιών, φασιστικών οργανώσεων, όταν επιτίθενται στα κατά κανόνα ανυπεράσπιστα θύματά τους. Το γεγονός ότι ο δεύτερος των φερομένων ως δραστών φαίνεται να έχει εκφράσει στο παρελθόν ανοιχτά φασιστικές και ρατσιστικές θέσεις, όντας μάλιστα μέλος ακροδεξιάς εθνικιστικής οργάνωσης ίσως να είναι σύμπτωση, αλλά μάλλον δεν είναι. Ούτε είναι σύμπτωση το γεγονός ότι πριν καν στεγνώσει το αίμα του Ζακ από το πεζοδρόμιο έκαναν την εμφάνισή τους άλλα άτομα με συνθηματολογία και σύμβολα που παραπέμπουν κατευθείαν στον οργανωμένο φασισμό της άκρας δεξιάς. Επομένως, η μανία που φαίνεται στο βίντεο της επίθεσης μάλλον είχε ως πηγή της το μίσος απέναντι σε αυτό που ήταν ο Ζακ Κωστόπουλος, παρά τον οποιοδήποτε φόβο λόγω κάποιας δήθεν απειλής.
Εν τούτοις, στο σημείο αυτό πρέπει να υπογραμμίσουμε και κάτι ακόμα: ένας άλλος πυλώνας του νομικού μας πολιτισμού είναι το τεκμήριο της αθωότητας, το οποίο ισχύει απολύτως, ανεξάρτητα από το πόσο απεχθής μπορεί να μας είναι ο φερόμενος ως δράστης μιας εγκληματικής ενέργειας. Το δικαίωμα της υπεράσπισης κάθε κατηγορουμένου είναι ιερό. Οι πράξεις των κατηγορουμένων είναι καταγεγραμμένες, όμως δεν αρκεί αυτό για να καταδικαστούν a priori. Ο καθένας δικαιούται να έχει και να εκφράσει άποψη, ωστόσο μόνο μέσα από τη διαδικασία της ποινικής δίκης θα προκύψει εάν οι κατηγορούμενοι είναι ένοχοι και για ποιο έγκλημα.
Το μόνο σίγουρο είναι ότι ο θάνατος του Ζακ Κωστόπουλου ήταν μαρτυρικός. Ας προσπαθήσουμε να φανταστούμε τις σκέψεις του τα τελευταία λεπτά της ζωής του. Μόνος, τραυματισμένος, αδύναμος και τρομοκρατημένος. Κάνοντας μια ύστατη και μάταιη, όπως αποδείχτηκε, ενστικτώδη προσπάθεια να ξεφύγει, να γλιτώσει, να επιβιώσει. Εάν μπορέσουμε να φέρουμε τον εαυτό μας στη θέση του εκείνες τις τελευταίες στιγμές, σίγουρα θα δούμε τα πράγματα πολύ διαφορετικά. Εάν, όμως, έχουμε φτάσει στο σημείο, ως κοινωνία, να θεωρούμε ότι η ζωή του Ζακ Κωστόπουλου -τελικά, η ζωή οποιουδήποτε ανθρώπου, του ομοφυλόφιλου, του τοξικοεξαρτημένου, του μετανάστη, ακόμα και του κλέφτη- είναι αμελητέα ή τέλος πάντων λιγότερο σημαντική από μερικά τιμαλφή, τότε πρέπει να αναρωτηθούμε πολύ σοβαρά τι δεν έχει πάει καλά και αν μπορεί να διορθωθεί (και πώς). Ευτυχώς, υπάρχουν πολλά ευοίωνα σημάδια ότι η ελληνική κοινωνία, στο σύνολό της, δεν συμμερίζεται τέτοιες νοοτροπίες, οι οποίες παραμένουν μειοψηφικές και χαρακτηρίζουν μόνο αυτούς που τις ενστερνίζονται.
*Ο Γιάννης Γούναρης είναι δικηγόρος
avgi

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου