Δευτέρα 11 Ιουνίου 2018

Θεσμικά αντίβαρα και πραξικοπήματα


Κάλπη

του Τάσου Παππά
Οι λαοί έχουν πάντα δίκιο; Οχι βεβαίως. Μπορεί να παρασυρθούν από χαρισματικούς δημαγωγούς και να πάρουν αποφάσεις που στην πορεία να αποδειχθούν μοιραίες. Ο ελληνικός λαός καταψήφισε το 1920 τον Ελευθέριο Βενιζέλο. Λίγους μήνες νωρίτερα η Βουλή τον είχε ανακηρύξει «άξιον της Ελλάδος ευεργέτην και σωτήρα της πατρίδος».
Δεν εκλέχθηκε ούτε βουλευτής! Δύο χρόνια αργότερα είχαμε τη Μικρασιατική Καταστροφή. Θα μπορούσε να είχε αποτραπεί αν ήταν στα πράγματα ο Βενιζέλος; Ποιος ξέρει; Με τα «αν» γράφεις μυθιστορήματα, δεν μπορείς να ξαναγράψεις την Ιστορία, διορθώνοντας τις οδυνηρές για σένα πλευρές της.
Ο γερμανικός λαός (ο πιο προικισμένος λαός κατά τον Φ. Ενγκελς) ψήφισε μαζικά τους ναζί, τους στήριξε με φανατισμό, δεν αντέδρασε όταν ο Χίτλερ κατάργησε εκλογές, κοινοβούλιο, κόμματα, έκανε πως δεν έβλεπε τα στρατόπεδα συγκέντρωσης στα περίχωρα των πόλεων, σιώπησε (πλην ελαχίστων τιμητικών εξαιρέσεων) όταν σε κοινή θέα εξολοθρεύονταν οι Εβραίοι, οι κομμουνιστές, οι ομοφυλόφιλοι και όσοι θεωρούνταν διαφορετικοί, και χαιρέτισε με πατριωτικό ενθουσιασμό την υποδούλωση γειτονικών χωρών. Ο Β' Παγκόσμιος Πόλεμος με τα 50 εκατομμύρια νεκρούς ήταν η συνέπεια αυτής της φονικής ουτοπίας. Ακραία όντως και τα δύο παραδείγματα.
Στις σημερινές ομαλές συνθήκες έχει δικαίωμα ένας λαός να ψηφίζει ό,τι θέλει; Θεωρητικά ναι. Εκλογές βίας και νοθείας δεν γίνονται και όλα τα κόμματα έχουν δικαίωμα συμμετοχής, ακόμη και κείνα που πολεμούν το σύστημα και επιδιώκουν την ανατροπή του. Στην πράξη, όμως, μπορεί να ακυρωθεί η ετυμηγορία των πολιτών. Για παράδειγμα, στην Ιταλία το 2011 ο νικητής των εκλογών Μπερλουσκόνι υποχρεώθηκε (ίσως γιατί από κάπου τον κρατούσαν) να παραιτηθεί.
Ο τότε πρόεδρος Ναπολιτάνο ανέλαβε προσωπικά την ευθύνη και έδωσε στον τεχνοκράτη και πρώην σύμβουλο της Goldman Sachs Μάριο Μόντι εντολή σχηματισμού κυβέρνησης για να εφαρμόσει διαρθρωτικές (πόσο άκακη λέξη!) μεταρρυθμίσεις και πολιτικές λιτότητας.
Η κυβέρνησή του αποτελούνταν αποκλειστικά από τεχνοκράτες, αποθεώθηκε από την ευρωπαϊκή γραφειοκρατία, αλλά δεν άφησε πίσω της κάτι θετικό για τους εργαζόμενους. Η σημερινή κατάσταση της χώρας με το θηριώδες χρέος (τρίτο στον κόσμο) και τις τράπεζές της στο κόκκινο εξαιτίας των «κόκκινων» δανείων είναι ο αψευδής μάρτυρας. Επρόκειτο για ένα βελούδινο πραξικόπημα. Κάτι ανάλογο έγινε και στην Ελλάδα την ίδια περίοδο.
Ο εκλεγμένος με μεγάλο ποσοστό πρωθυπουργός Γιώργος Παπανδρέου πρότεινε να γίνει δημοψήφισμα στην Ελλάδα για τη νέα δανειακή σύμβαση. Η Μέρκελ και ο Σαρκοζί αντέδρασαν υποστηρίζοντας ότι αν γίνει δημοψήφισμα το ερώτημα θα είναι «ναι ή όχι στο ευρώ;». Βουλευτές του ΠΑΣΟΚ είπαν ότι αν επιμείνει ο αρχηγός τους θα αποσύρουν την εμπιστοσύνη τους, ενώ ο Ευάγγελος Βενιζέλος δήλωσε ότι «το ευρώ είναι ιστορικό κεκτημένο του ελληνικού λαού και δεν μπορεί να τεθεί σε δημοψήφισμα».
Δεν είχε αυτήν την πρόθεση ο Γ. Παπανδρέου, ενώ για να μην ξεχνιόμαστε δεν ρωτήθηκε ο ελληνικός λαός με δημοψήφισμα αν θέλει το ευρώ. Αυτά όμως για τους σχεδιαστές της εκτροπής ήταν ασήμαντες λεπτομέρειες. Και εδώ βελούδινο (λιγότερο τούτο) πραξικόπημα με τη σύμφωνη γνώμη της Δεξιάς και υπό την καθοδήγηση του επικεφαλής της Κομισιόν Εμανουέλ Μπαρόζο (σήμερα είναι στην υπηρεσία πολυεθνικής εταιρείας με παχυλό μισθό).
Ο Παπανδρέου αποφάσισε να μη δώσει τη μάχη (άγνωστο γιατί) και παραιτήθηκε. Τη χώρα ανέλαβε να σώσει ο πρώην τραπεζίτης Λουκάς Παπαδήμος. Ούτε η δική του κυβέρνηση κατάφερε σπουδαία πράγματα. Η χώρα συνέχισε να ταλαιπωρείται από την κρίση και οι κάτοικοί της να βυθίζονται στην ανέχεια και την απελπισία.
Το κακό πήγε να τριτώσει, ξανά στην Ιταλία, όταν ο πρόεδρος Ματαρέλα έθεσε βέτο για την υπουργοποίηση οικονομολόγου που ήταν κατά του ευρώ. Στο τέλος και αφού ο πρόεδρος φλέρταρε με τη θεσμική εκτροπή, κρατήθηκαν τα προσχήματα με αμοιβαίες υποχωρήσεις. Το σκεπτικό όσων οργάνωσαν τις συγκεκριμένες επιχειρήσεις και στην Ιταλία και εδώ ήταν ότι το έκαναν για να τις σώσουν από τις επικίνδυνες πρακτικές των κυβερνήσεων.
Το γεγονός ότι αυτές οι κυβερνήσεις ήταν εκλεγμένες και εκείνες που τις διαδέχθηκαν διορισμένες, είναι προφανώς δευτερεύουσας σημασίας. Με αφορμή τα συγκεκριμένα περιστατικά έχει ξεκινήσει ένας διάλογος σχετικά με τα όρια που έχουν οι εκλεγμένοι και με την ανάγκη να δημιουργηθούν αντίβαρα που θα τους εμποδίζουν να εφαρμόζουν κακές πολιτικές.
Ο καθηγητής του Συνταγματικού Δικαίου Νίκος Αλιβιζάτος με άρθρο του στην «Καθημερινή» αναρωτιέται: «Την κομματική παντοδυναμία των κυβερνώντων, όταν αυτή ξεπερνά κάθε εύλογο μέτρο, δεν θα πρέπει να ανακόπτουν θεσμικά αντίβαρα; Η απάντηση είναι ναι.
Στις ώριμες δημοκρατίες, τα αντίβαρα δεν είναι στολίδια, αλλά εξισορροπητικοί πυλώνες. Από αυτή την άποψη το μοντέλο Ματαρέλα είναι εξαγώγιμο. Αρκεί οι φορείς του προεδρικού αξιώματος, στην Ελλάδα και αλλού, να το αντιληφθούν».
*Γεννιούνται ορισμένα ερωτήματα: Ποιο είναι το εύλογο μέτρο που δεν επιτρέπεται να ξεπεράσουν οι κυβερνώντες; Ποιοι το καθορίζουν και με ποιες διαδικασίες θα κρίνουν αν αυτό έχει παραβιαστεί; Οταν δεν υπάρχουν θεσμικά αντίβαρα, γιατί δεν προβλέπονται από το Σύνταγμα, τι γίνεται; Οι πολίτες πρέπει να έχουν λόγο για το εύρος και τις αρμοδιότητες των εξισορροπητικών πυλώνων;
efsyn

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου