Η παράλογη απαγόρευση παρουσιάζεται ως “προστασία”,
λες και η Δημοκρατία χρειάζεται συνοδεία ασφαλείας για να αντέξει μια πορεία
2.000 ανθρώπων που θυμούνται την ίδια της τη γέννηση. Επίσημα, όλα “γίνονται
για την ασφάλεια”.
του Αντώνη Μπατζιά
Σε μια χώρα που γιορτάζει την εξέγερση
του ’73, η Δημοκρατία αποφασίζει να τιμήσει την
επέτειο απαγορεύοντας… τη συγκέντρωση. Μια νίκη τόσο μεγάλη, ώστε 60 χρόνια
μετά κατέληξε να φοβάται ακόμη τη σκιά της.
Η
Πολιτεία εξηγεί ότι όλα γίνονται «για
την ασφάλεια», λες και η Ελευθερία είναι εύφλεκτο υλικό
που χρειάζεται ειδικό χειρισμό, συνοδευτικό σημείωμα και πυροσβεστήρα. Κι ο Άγνωστος
Στρατιώτης, σύμβολο αγώνα για τα ιδανικά, μετατρέπεται σε μουσειακό αντικείμενο
όπου απαγορεύεται η διαμαρτυρία αλλά επιτρέπεται απλόχερα το πέρασμα. Η
ειρωνεία; Ζούμε τη Δημοκρατία που τόσο πολύ φοβάται τη Δημοκρατία.
Η
Ελλάδα ζει το μεγαλύτερο πολιτικό της ανέκδοτο, αφού σύντομα θα γιορτάζει την
ελευθερία, απαγορεύοντάς την. Την εξέγερση με αστυνομικά μέτρα. Τιμά την
Ιστορία εμποδίζοντας την επανάληψή της, όχι γιατί φοβάται την καταστολή, αλλά
γιατί φοβάται τη φωνή.
Ο χώρος που απελευθέρωσε και τώρα απαγορεύει
Η
Ελλάδα έχει αυτή την παράξενη ικανότητα να θεραπεύει το παρελθόν της αφαιρώντας
του την ουσία. Η χώρα που έριξε τη χούντα 60 χρόνια μετά φοβάται μια ουρά
πορείας· όχι μια εξέγερση, όχι χιλιάδες ανθρώπους, απλώς μια ουρά. Ο χώρος του
Άγνωστου Στρατιώτη, αυτό το μνημείο που κάποτε στάθηκε σύμβολο θυσίας και
ελευθερίας, μετατρέπεται σε “αποστειρωμένη ζώνη”. Στην πράξη
σημαίνει ότι επιτρέπεται να τον φωτογραφίζεις, αρκεί να μη σκέφτεσαι.
Επιτρέπεται να στέκεσαι μπροστά του με τσάντες από το Μοναστηράκι, όχι όμως με
ένα λουλούδι. Μια Νίκη που έφερε τη Νεκροφάνεια
Γιατί,
στη σύγχρονη Ελλάδα, η μνήμη είναι επικίνδυνη μόνο όταν κινείται. Στατική, στα
πλαίσια ενός Instagram feed, είναι τέλεια. Γραφική, αθώα, τουριστική. Αλλά
μόλις αποκτήσει πόδια, φωνή ή στόμα, μετατρέπεται αυτομάτως σε απειλή για
τη “δημόσια τάξη”. Στον χώρο που χτίστηκε για να θυμίζει τη θυσία για
την Ελευθερία, σήμερα η πιο ελεύθερη κίνηση που επιτρέπεται είναι οι
τουριστικές σέλφι. Το κράτος εμπιστεύεται τον τουρίστα να βγάλει φωτογραφία
αλλά όχι τον πολίτη να μιλήσει. Κι όταν το κράτος σε εμπιστεύεται μόνο χωρίς
φωνή, ξέρεις πολύ καλά τι φοβάται. Μήπως την αποκτήσεις.
Η
παράλογη απαγόρευση παρουσιάζεται ως “προστασία”, λες και η
Δημοκρατία χρειάζεται συνοδεία ασφαλείας για να αντέξει μια πορεία 2.000
ανθρώπων που θυμούνται την ίδια της τη γέννηση. Επίσημα, όλα “γίνονται για την ασφάλεια”. Ανεπίσημα, όλα γίνονται για την εικόνα. Για να μη
φανεί πως υπάρχει ακόμη κόσμος που πιστεύει σε κάτι περισσότερο από την ηρεμία
του Σαββατόβραδου στο Σύνταγμα. Η Δημοκρατία φυλάει τον εαυτό της από… τους
δημοκρατικούς, με τον ίδιο τρόπο που οι εταιρείες φυλάνε την “εταιρική
τους εικόνα” απ’ όσους δουλεύουν πραγματικά μέσα σε αυτές.
Φυσικά,
τα μέσα ενημέρωσης παίζουν την παρτιτούρα τους με ακρίβεια. Το μήνυμα είναι
σαφές και επαναλαμβανόμενο: «Μην
ανησυχείτε, δεν υπάρχει πρόβλημα. Απλά οι πολίτες δεν πρέπει να πλησιάσουν πολύ
τη Δημοκρατία γιατί μπορεί να εκνευριστεί». Τα δελτία ειδήσεων υπενθυμίζουν διαρκώς πόσο “επισφαλείς” είναι
οι συγκεντρώσεις, πόσο “εύκολα ξεφεύγουν”, πόσο “υπονομεύουν
την ομαλότητα”. Δεν είναι προπαγάνδα, είναι καθημερινή συνήθεια. Εκεί
όπου κάποτε τα media ήταν παράγοντες ενημέρωσης, σήμερα λειτουργούν σαν
ακριβοπληρωμένοι διερμηνείς των εντολών της εξουσίας: μεταφράζουν την καταστολή
σε “ευθύνη”, την απαγόρευση σε “πρόληψη” και την
υποχρεωτική υπακοή σε “κοινωνική ωριμότητα”.
Η Εκπαίδευση στην υπακοή
Κι
έτσι, ο χώρος που κάποτε απελευθέρωσε, σήμερα απαγορεύει. Μια Δημοκρατία που
μοιάζει πιο πολύ με νεκροφάνεια παρά με ζωντανό πολίτευμα. Όλα όμορφα, καθαρά,
κλειδωμένα. Σαν μουσείο που ανοίγει μόνο για ξεναγήσεις και κλείνει μόλις πας
να ρωτήσεις “γιατί”. Υπάρχει μια νέα τάξη πραγμάτων στην Ελλάδα
όπου το κράτος δεν απαγορεύει. Εκπαιδεύει. Η απαγόρευση είναι παλιά, χοντροκομμένη
λέξη. Η “εκπαίδευση” όμως; Δουλεύει καλύτερα. Είναι πιο κομψή,
πιο πολιτισμένη. Θυμίζει λιγότερο χούντα και περισσότερο γονεϊκό manual. Μη
φωνάζεις, μη τρέχεις, μη στέκεσαι. Έτσι εκπαιδεύεις ένα παιδί. Ή έναν πολίτη.
Στη
νέα αυτή γλωσσική ανανέωση, η διαμαρτυρία γίνεται “πρόβλημα κυκλοφορίας”.
Η πορεία “τροχοπέδη της πόλης”. Η μνήμη “πηγή έντασης” κι
ο πολίτης γίνεται “εν δυνάμει απειλή”. Δεν είναι ότι δε μπορείς να
εκφραστείς, απλώς δεν πρέπει να ενοχλείς. Όσο η Δημοκρατία παραμένει
διακοσμητική, όλα πάνε καλά.
Το
κράτος έχει μάθει να σε προστατεύει από την ίδια σου τη φωνή. Κάποτε σου
έλεγαν «σκάσε». Τώρα σου λένε «περπάτα συνεχώς».
Από
το ραδιόφωνο του Πολυτεχνείου, στα μεγάφωνα της ΕΛ.ΑΣ.:
«Περπατάτε
συνεχώς, μην στέκεστε.»
Αν
δεν υπήρχε το αστυνομικό κορδόνι, θα μπορούσε να είναι σλόγκαν από γραφείο
marketing, κάτι ανάμεσα σε lifestyle συμβουλή και οδηγία πολιτικής προστασίας.
Έτσι,
η ιστορία γίνεται “οπτικό ντεκόρ” που επιτρέπεται να τη
φωτογραφίζεις και να την έχεις φόντο στο AirBnB, αρκεί να μη συμμετέχεις σε
αυτήν. Είναι ασφαλές να μιλάς για το Πολυτεχνείο, όχι να μιμείσαι το
Πολυτεχνείο. Είναι αποδεκτό να τιμάς τους νεκρούς, όχι να κάνεις το λάθος να
ζητήσεις κάτι που να θυμίζει τα ιδανικά τους.
Στην
Ελλάδα του σήμερα, η μνήμη επιτρέπεται μόνο όταν είναι ακίνδυνη. Εξ ου και τα
media επαναλαμβάνουν καθημερινά πως “η κοινωνία ωρίμασε”, λες κι η
ωριμότητα σημαίνει να μην απαιτείς ποτέ τίποτα. Ή, ακόμα χειρότερα, λες κι η
ωριμότητα είναι να μην θυμάσαι.
Η γενιά που σώθηκε, μα δεν μπορεί να
σταθεί
Το
πιο σπαρακτικό στοιχείο αυτής της ιστορίας δεν βρίσκεται ούτε στις κορδέλες
ούτε στα ΜΑΤ. Βρίσκεται στα πρόσωπα των ανθρώπων που έζησαν το Πολυτεχνείο, που
κινδύνευσαν πραγματικά, που βγήκαν στον δρόμο όταν όντως είχε κόστος, και σήμερα
βλέπουν μια κορδέλα να τους απαγορεύει να πλησιάσουν τον χώρο που κάποτε τους
δικαίωσε. Τότε έριχναν καθεστώτα, τώρα τους σταματάει ένα μέτρο κορδέλα. Είναι
σαν να σου λέει η ίδια σου η χώρα: “Σε ευχαριστώ για ό,τι έκανες, αλλά τώρα κάν’ το λίγο πιο
ήσυχα”.
Μνημεία
που κάποτε φώναζαν, τώρα ψιθυρίζουν “απαγορεύεται”. Η γενιά που πάλεψε για δρόμους ελεύθερους βλέπει
σήμερα τους δρόμους να ανοίγουν μόνο για τουριστικά γκρουπ και influencers. Η
ίδια χώρα που κάποτε έβραζε από ζωή, σήμερα προτιμά την ησυχία. Την ησυχία των
ΜΑΤ, την ησυχία των media, την ησυχία των “εορτασμών χωρίς επεισόδια”.
Σαν να είναι το δικαίωμα στη φωνή ένα είδος κοινωνικής ρύπανσης.
Ποια
Δημοκρατία κινδυνεύει από μια πορεία; Αυτή που έχει ξεχάσει τη σημασία της.
Η
Ελλάδα έχει γίνει ειδική στη μετατροπή των συμβόλων της σε καρτ-ποστάλ. Το
Πολυτεχνείο δεν είναι πια εξέγερση, είναι επέτειος. Ο Άγνωστος Στρατιώτης δεν
είναι χώρος μνήμης, είναι φόντο για stories. Όσο άσχετα κι αν μοιάζουν μεταξύ
τους, δείχνουν ξεκάθαρα πως η ιστορία δεν είναι πλέον οδηγός, είναι ντεκόρ.
Κι
έτσι, 60 χρόνια μετά, η Νίκη επιβιώνει, αλλά η Ελευθερία όχι πάντα.
Κουτί Πανδώρας

Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου