Πέμπτη 29 Σεπτεμβρίου 2016

Ο Παζολίνι σε στάση του ΟΑΣΘ



του Απόστολου Λυκεσά
Θα σας διηγηθώ μια ιστορία, φανταστική ευτυχώς, μια ιστορία δήθεν του παρόντος, επιστημονικής φαντασίας δηλαδή, διότι αν και καμώνεται ότι εξελίσσεται σε ένα παρόν χωρίς χθες, το οποίο, άκουσον άκουσον, ελπίζει και προσπαθεί να μην υπάρξει αύριο, πάρεξ κι αυτό το αύριο μοιάζει, χωρίς καμιά απόκλιση, με το τρέχον εικοσιτετράωρο. Η ιστορία αυτή, όπως και κάθε ιστορία που γεννιέται στο μυαλό οποιουδήποτε γραφιά, φέρει το μικρόβιο της ματαιοδοξίας, να αποτελεί μια ιστορία χωρίς προηγούμενο και χωρίς επόμενο στα χρονικά του ντουνιά.
Η ιστορία λέει πάνω κάτω τα εξής:
 
«Οι δήμαρχοι ενός πολεοδομικού συγκροτήματος, ο περιφερειάρχης, τα επιμελητήρια, φορείς κάθε είδους, εφημερίδες και ιστοσελίδες συνασπίστηκαν για να υποχρεώσουν την κεντρική κυβέρνηση να συμβιβαστεί, να υποταχθεί δηλαδή, με μια ιδιωτική εταιρεία, η οποία κατ’ ευφημισμό καλείται «Οργανισμός», και η οποία -μαζί με τους συμμετέχοντες στην προηγούμενη συμμαχία- όπως όλοι παραδέχονται, έχει καταφέρει να υπογράφει μία σύμβαση με το δημόσιο η οποία χαρακτηρίζεται, επιεικώς, λεόντεια. 
 
Αλλά και τα λιοντάρια θα την ζήλευαν τούτη την σύμβαση, αφού ακόμη και τα σαρκοβόρα πρέπει να κυνηγήσουν για να φάνε, αλλιώς θα τα φάει η ασιτία, ενώ ο «Οργανισμός» της ιστορίας μας μπορεί να στρογγυλοκάθεται στο σβέρκο της κοινωνίας μιας πόλης, και να μασουλάει αμέριμνος, και να βάζει περίσσευμα κερδών στην τράπεζα, και να του τα σερβίρουν όλα καλομαγειρεμένα, και μια στρατιά από πολιτικούς μπάτλερ κάθε φορά που κύπτουν προσφέροντας κοψίδια ή κρουασανάκια του λένε «ευχαριστώ».
 
Εξήντα χρόνια κρατάει τούτη η παρά φύση κατάσταση και παρότι οι πολίτες εκφράζουν συχνά πυκνά την δυσφορία ή την αγανάκτησή τους για το εις βάρος τους γλεντοκόπι, οι φορείς της πόλης τους, τα μεγάλα κεφάλια, αυτοί που αυτοπροσδιορίζονται και κορδώνονται τάχα μου ως Ταγοί, πάσχοντες βαρύτατα από το σύνδρομο της Στοκχόλμης, όταν βρέθηκε μια κυβέρνηση να πει μέχρι εδώ η κατάσταση, εμφανίζονται συνασπισμένοι να πουν ότι η ομηρεία τους είναι κάτι το Ωραίον, έχουν μάθει πια, δεν θέλουν και δεν επιθυμούν να αλλάξουν τα πράγματα, είναι καλή η θέση του μπάτλερ και να μην διαμαρτύρονται οι νεόκοποι κυβερνητικοί και ταράσσουν την ηρεμία προκαλώντας επιπλέον ψυχολογικά προβλήματα στους υπηρέτες.  Τίποτα το περίεργο δεν υπάρχει σε αυτή την συμπεριφορά διότι οι άνθρωποι όπως η επιστήμη έχει προ πολλού εξηγήσει υποκείμενοι στο σαδισμό τόσα χρόνια κατάντησαν μαζοχιστές, τους αρέσει και το απολαμβάνουν το λεόντειο δάγκωμα. Μοιάζουν με απαχθέντα νεαρά κορίτσια που πείσθηκαν ότι είναι για το καλό τους όσα υφίστανται σε τούτη την ιδιότυπη Δημοκρατία του «Σαλό, 120 μέρες στα Σόδομα». Κι όσο να πεις, πράγματι, ούτε ο Πιερ Παόλο Παζολίνι το έφτασε μέχρι εκεί όταν γύριζε την περιώνυμη σκανδαλιστική όσο και αντιφασιστική του ταινία. Αλλά αυτά είναι κινδυνώδη πράγματα και σενάρια κι όσο να’ναι δεν κόβουν εισιτήρια, όπως άλλωστε και η προαναφερθείσα ταινία.
Το λοιπόν, οι συνασπισμένοι επιμένουν και απειλούν κιόλας με προσφυγές στην δικαιοσύνη, διότι όπως υποστηρίζουν, προκειμένου η καθημερινότητα να μην διαταραχθεί, μπορεί η λεόντειος συμφωνία να συνεχιστεί και ύστερα, δημοκρατικότατα πάντα, να αποφασίσουν αν και πώς η κατάσταση μπορεί να μετεξελιχθεί σε κάτι απολαυστικότερο. Παραλλήλως ομοιώματα του Παζολίνι τοποθετούνται στις στάσεις των λεωφορείων σε μια καθαρή σημειολογική αναπαράσταση των σισύφειων παθών στα οποία θα υποβληθεί όποιος κάνει ανόσιες σκέψεις σχετικά με την κατάσταση.
 
Κανείς φυσικά δεν εξανίσταται, για να μην πω δεν επαναστατεί και κατακεραυνωθώ από κανένα παρατυχόντα Άδωνη, κανείς δεν απορεί έστω, γιατί τα προηγούμενα εξήντα χρόνια δεν εγέρθηκαν φωνές διαμαρτυρίες από τους συνασπισμένους φορείς που τώρα διαρρηγνύουν ιμάτια και χιτώνες  για το δικαίωμα του «Οργανισμού» να ζει ως λέοντας εν μέσω του κοπαδιού των αμνών.
Επικαλούνται μάλιστα στο δικαίωμα των εργαζομένων για τον «Οργανισμό» να αμείβονται για τις υπηρεσίες τους παρότι είναι εμφανώς και ενυπογράφως συνδεδεμένες με την καλοπέραση των συντελεστών του «Οργανισμού». Κι αυτό ακόμη το Εργατικό Κέντρο αυτής της πόλης πήρε το μέρος του δικαιώματος των εργαζομένων αυτών, ωσάν να διεκδικεί το δικαίωμα των δούλων να εξυπηρετούν τις ανάγκες του αφέντη τους αφού τους βάζει ένα πιάτο χυλό κάθε μέρα στο τραπέζι, αν και δεν είναι λίγοι αυτοί που υποστηρίζουν ότι το παράδειγμα των δούλων, δεν είναι και τόσο επιτυχημένο καθώς δικαιότερη ως προς την αναπαράσταση θα ήταν η παρομοίωση με μετόχους εταιρείας οι οποίοι πολεμούν για το δικαίωμά τους να σιτίζονται και από το δημόσιο τραπέζι αφού πρώτα έχουν χορτάσει στο δικό τους.
 
Όλοι οι συνασπισμένοι φορείς ποτέ μέσα στα εξήντα χρόνια δεν οργάνωσαν μια προσπάθεια των εκατοντάδων χιλιάδων πολιτών να αμυνθούν εναντίον όσων απολαμβάνουν τη θαλπωρή που προσφέρει η λεοντή στη ράχη τους. Δεν πρότειναν κάτι διαφορετικό, ζουν πάντα για το σήμερα, το αύριο δεν υπάρχει στο ημερολόγιο τους, κι αλίμονο αν κάποιος τυπώσει ημερολόγιο με το αύριο για να μην πω τι μπορεί να πάθει κανένας απείθαρχος και καταγράψει τα πάθια του χθες. Η ιστορία μας σε μια καλλιτεχνική διάθεση εξευμενισμού του ανωτέρω περιγραφέντος απευκταίου κακού, τελειώνει με ορχήστρες που παίζουν το σήμα του σίριαλ «Το Μικρό Σπίτι στο Λιβάδι».
 
*Κι όπως θα έλεγε κάθε σώφρον σεναριογράφος όχι σαν τον άμυαλο Παζολίνι η ιστορία μας δεν έχει καμιά απολύτως σχέση με την πραγματικότητα, αποτελεί προϊόν καθαρής φαντασίας, ουδόλως είχε την πρόθεση να συσχετίσει επ’ ουδενί και, άρα, διόλου δεν σχετίζεται με τη Θεσσαλονίκη και τους ταγούς της ως άνω πόλεως. Τέλος, αν και όταν η ιστορία αυτή γίνει ταινία δεν πρόκειται να κόψει κανένα εισιτήριο, αλίμονο, αυτό είναι προνόμιο μόνο του ΟΑΣΘ.
stokokkino

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου