Τρίτη 3 Ιουλίου 2018

Εσείς οι κανονικοί κομμουνιστές…



του Κωστή Γιούργου
Ο ρόλος της αντιπολίτευσης ασφαλώς δεν είναι να θωπεύει την κυβέρνηση, όμως αυτό που συμβαίνει με την αντιπολίτευση στην κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ δεν έχει το όμοιό του στα χρονικά: να ασκούν όλα τα κόμματα της αντιπολίτευσης, όλο το ιδεολογικό και πολιτικό φάσμα, τόσο εμπαθή και τυφλή αντιπολίτευση, συχνά με τα ίδια επιχειρήματα, πολλές φορές και με τα ίδια λόγια.
Την περασμένη Κυριακή, σε συνέντευξή του στα «Παραπολιτικά», ο γ.γ. του ΚΚΕ δήλωσε ανήσυχος για «την υιοθέτηση από την κυβέρνηση των θέσεων περί “μακεδονικής ιθαγένειας” και “μακεδονικής γλώσσας”, που αποτελούν», όπως είπε, «τα σπέρματα του αλυτρωτισμού».
Δεν ήταν γλωσσικό ολίσθημα. Ήταν σαφώς στις προθέσεις του κ. Κουτσούμπα να προεξοφλήσει ευθύνες της κυβέρνησης, και ειδικά του πρωθυπουργού, για την αναζωπύρωση του αλυτρωτισμού, την οποία, όπως φαίνεται, ο γ.γ. θεωρεί βέβαιο επακόλουθο της συμφωνίας των Πρεσπών. Το ότι η επιχειρηματολογία του είναι στην ουσία της, αλλά και λεκτικά (με ασήμαντες διαφοροποιήσεις: «ιθαγένεια» αντί «εθνότητα»), ταυτόσημη με την επιχειρηματολογία του κ. Μητσοτάκη, φαίνεται να είναι το τελευταίο που τον απασχολεί. Το αντίθετο, θα λέγαμε.
Σύρεται το ΚΚΕ πίσω από τη Ν.Δ.; Προφανώς όχι. Αλλά το ερώτημα δεν είναι αυτό, είναι άλλο. Γιατί ο γ.γ. του ΚΚΕ παρέβλεψε ηθελημένα ότι πουθενά στη συμφωνία δεν αναφέρεται «μακεδονικό έθνος» και ότι, αναφορικά με τη μακεδονική γλώσσα, ο ΟΗΕ από το 1977 την έχει συμπεριλάβει, με τη σύμφωνη γνώμη και της Ελλάδας, στις αναγνωρισμένες γλώσσες, και παρέδωσε την αντίθεσή του στην κυβέρνηση –ουσιαστικά την αντίθεση του ΚΚ στην Ανανεωτική και Ριζοσπαστική Αριστερά- λεία στις διαθέσεις μιας αντι-αριστερής εφημερίδας.
Η απάντηση ότι ο γ.γ. εκμεταλλεύτηκε το βήμα για να απευθυνθεί «σε όσους νιώθουν εξαπατημένοι από τον ΣΥΡΙΖΑ» και να τους καλέσει «να συμπορευτούν με το ΚΚΕ, ακόμα και αν δεν συμφωνούν σε όλα μαζί μας» δύσκολα πείθει. Οι αναγνώστες του συγκεκριμένου φύλλου δεν διαθέτουν τους απαραίτητους ιδεολογικούς υποδοχείς για να καταλάβουν ότι «όσο πιο ψηλά ανέβει το ΚΚΕ τόσο πιο ισχυρός θα γίνει ο ίδιος ο ελληνικός λαός» και να σπεύσουν, ακολούθως, να το επιδιώξουν στις κάλπες. Άλλωστε υπάρχει κάτι που είναι μάλλον απίθανο να το αγνοεί ο γ.γ. του ΚΚΕ. Το συγκεκριμένο ακροατήριο από παράδοση είναι ευάλωτο στην επιχειρηματολογία η οποία αναθερμάνθηκε ξανά ελέω Μακεδονικού και η οποία καταλογίζει στο ΚΚΕ ότι στον εμφύλιο είχε δεχθεί, προκειμένου να εξυπηρετηθεί η εξωτερική πολιτική της Σοβιετικής Ένωσης, τη δημιουργία Μακεδονικού κράτους που θα συμπεριελάμβανε και την ελληνική Μακεδονία.
Από την άλλη, η μαύρη αλήθεια είναι ότι το ΚΚΕ δεν κέρδισε, όπως άλλοι, σε απήχηση και ψήφους από την κρίση, αποτέλεσμα, εν μέρει, και της απόστασης που η ηγεσία του επέλεξε να κρατήσει από άλλες δυνάμεις, στους δρόμους και στη Βουλή, φοβούμενη διαρροές. Στις εκλογές του 2009, το 8,15% των εκλογών του 2007 υποχώρησε σε 7,54%. Ακολούθησε μια ανάσα στις εκλογές του Μαΐου 2012, όπου το ΚΚΕ επανέκαμψε με 8,48% και 536.000 ψήφους. Αλλά μόνο για να χάσει, ένα μήνα μετά, στις επαναληπτικές εκλογές του Ιουνίου, το 48% της δύναμης του Μαΐου, με ποσοστό 4,50% και 277.000 ψήφους . Μέσα σε ένα μήνα, 259.000 ψηφοφόροι του επέλεξαν ΣΥΡΙΖΑ.
Αυτούς προσπαθεί έκτοτε να επαναπατρίσει το ΚΚΕ, στοιχηματίζοντας σε έναν ακραίο αντικυβερνητισμό, που συνοψίζεται στην αγόρευση της κ. Αλέκας Παπαρήγα στη Βουλή στις 20 Ιουλίου 2016, όπου η πρώην γ.γ. του ΚΚΕ εξέθεσε δημόσια τους πυλώνες της γραμμής την οποία τηρεί έκτοτε το κόμμα της: «Όσο πιο σταθερή η κυβέρνηση, τόσο πιο δύσκολη η αποτελεσματικότητα της πάλης του λαού». Ο λαός «δεν πρέπει να φοβάται τα ρήγματα στο πολιτικό σύστημα, ούτε τη μη σταθερή κυβέρνηση». Μόνο τότε « έχει την ελπίδα να πετύχει κάτι και να συνεχίσει τον αγώνα του για ριζική ανατροπή».
Μετά απ’ αυτό, είναι προφανές ότι προέχει η ανατροπή της κυβέρνησης (για να πετύχει κάτι ο λαός και να συνεχίσει τον αγώνα του για ριζική ανατροπή…), οπότε μπορούν άνετα να υπάρξουν παρεκκλίσεις ακόμη και από θεμελιώδεις αρχές, όπως η αρχή της διεθνιστικής αλληλεγγύης των λαών, στο όνομα της οποίας το ΚΚΕ αναγνώριζε στο παρελθόν δικαίωμα μακεδονικής εθνογένεσης, «επικαλούμενο και την επανάσταση του Ίλιντεν κατά του οθωμανικού ζυγού»* το καλοκαίρι του 1903. Μπορεί να εγκαταλειφθεί χωρίς αναστολές η αντιεθνικιστική και φιλειρηνική στάση του ΚΚΕ το 1992, η θέση του για αναγκαίο και αμοιβαία επωφελή συμβιβασμό, και να υιοθετηθούν ρητορείες περί αλυτρωτισμού που παραπέμπουν στο «πιο ακραίο αντικομμουνιστικό επιχείρημα του μετεμφυλιακού καθεστώτος», όπως γράφτηκε αλλού με λακωνική ευκρίνεια.
Στις 24 Οκτωβρίου 2016, σε κομματική συγκέντρωση στη Χίο, ο αντιπρόεδρος της Ν.Δ., κ. Γεωργιάδης, σε κατάσταση ακροδεξιού παραληρήματος, εξέθεσε τα δικά του μύχια αισθήματά του για τη δημοκρατία και τις δημοκρατικά εκλεγμένες κυβερνήσεις: «Σε οποιοδήποτε μέρος του κόσμου κι αν πας, όταν πεις ότι είσαι κομμουνιστής σε βάζουν φυλακή, όμως στην Ελλάδα γίνεται το αντίθετο … Πάντα έλεγα ότι οι αριστεροί δεν είναι δημοκράτες … Ο Τσίπρας δεν διστάζει να κάνει τα πάντα για να μείνει στην εξουσία».
Η αντίδραση του ΚΚΕ ήταν αναμενόμενη –αν και εκφρασμένη με ιδιάζοντα τρόπο: «Το παραλήρημα αυτό βαρύνει την ηγεσία της Ν.Δ., καθώς έχει —μεταξύ άλλων— και στόχο να προσδώσει στον ΣΥΡΙΖΑ κομμουνιστικά χαρακτηριστικά, τα οποία όλοι γνωρίζουν ότι δεν έχει…».
Ο κ. Γεωργιάδης έλαβε το μήνυμα. Και απάντησε στην ίδια κωδική γλώσσα. Η δήλωσή του παρερμηνεύτηκε, είπε, διότι «αυτοί δεν είναι κομμουνιστές, όπως εσείς που είστε καθαροί και συνεπείς κομμουνιστές, είναι οπορτουνιστές», τυχοδιώκτες που, «για να πάρουν την εξουσία και να την κρατήσουν δεν έχουν κανένα φραγμό. Εσείς είστε κανονικοί κομμουνιστές και υπό αυτή την έννοια είστε πολιτικοί και ιδεολογικοί μου αντίπαλοι»…
Οπωσδήποτε, πάντως, όχι αντίπαλοί του στο Μακεδονικό —αν σωστά καταλαβαίνουμε οι υπόλοιποι.

εποχή

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου