Παρασκευή 15 Νοεμβρίου 2013

Όταν γέλασε ο Αντώνης


sami

Από το πρωί είχε ένα άγχος. Ένα κακό προαίσθημα τον περιτριγύριζε που τον έκανε να νιώθει ένα βάρος στο στομάχι. Όσο περνούσε η ώρα αυτό το αδιόρατο αίσθημα ανασφάλειας γινόταν όλο και πιο έντονο. Όταν έπεσε το σούρουπο και κοίταξε το ρολόι του άρχισε να τον λούζει κρύος ιδρώτας. Η ώρα πλησίαζε, έπρεπε να κάνει ένα ντούς, να ξυριστεί, να πλύνει τα δόντια του, να χτενιστεί και να ντυθεί.
Ο Αντώνης δεν ήταν ένας τυχαίος άνθρωπος. Κάθε μέρα ξυπνούσε από τα χαράματα και παίρνοντας ένα ελαφρύ πρωινό ξεκινούσε για το γραφείο του. Εκεί έπαιρνε ένα δυνατό καφέ και έπεφτε με τα μούτρα στη δουλειά. Είχε αναλάβει μια πολύ σοβαρή αποστολή την οποία έπρεπε να φέρει σε πέρας με επιτυχία. Εδώ και ενάμισι χρόνο είχε ξεχάσει τι θα πει Κυριακή, γιορτή και σχόλη. Δουλειά μόνο δουλειά, αλλά όχι χωρίς αιτία, αλλά για σκοπό ιερό.
Με το που έφτανε λοιπόν στο γραφείο του, ο Αντώνης, πρώτη του δουλειά ήταν να συναντηθεί με τους στενούς του συνεργάτες, το Φαήλο και το Χρύσανθο. Δικοί του, πολύ δικοί του άνθρωποι, τον αγαπούσαν και τον νοιαζόταν. Και τον συμβούλευαν. Ύστερα τηλεφωνούσε στο συνέταιρό του, το Βαγγέλη, που τελευταία είχαν υπογράψει συμβόλαιο συνεργασίας, ενώ πριν ήταν ανταγωνιστές. Όμως αναγκάστηκαν να συνεταιριστούν επειδή οι καιροί είχαν αλλάξει και κανένας μόνος του δε θα μπορούσε να στηρίξει την επιχείρησή του.
Η μέρα συνεχιζόταν με διάφορα τηλέφωνα στο εξωτερικό, συναντήσεις με έλληνες και ξένους οι οποίοι άλλοτε τον συμβούλευαν αλλά συνήθως τον διέταζαν για το τι θα κάνει ώστε να πετύχει το μεγάλο στόχο-σκοπό. Το βραδάκι, λίγο πριν πάει στο σπίτι του, ο Αντώνης για να χαλαρώσει, πήγαινε στο γυμναστήριο. Τελευταία είχε ανακαλύψει κάποιες ασκήσεις, κυβιστήσεις τις λένε, οι οποίες τον χαλάρωναν περισσότερο από τις ανατάσεις, τις εκτάσεις και τους κοιλιακούς.
Με ένα τέτοιο βαρύ καθημερινό πρόγραμμα ήταν επόμενο να μην του μένει καιρός να ασχοληθεί με ανόητες επισκέψεις στη Βουλή. Άσε δε που εκεί θα έπρεπε να απαντά σε κάθε είδους αφελείς ερωτήσεις.
Αυτός ήταν ο λόγος που σήμερα ήταν αγχωμένος. Έπρεπε να πάει στη Βουλή επειδή, εκείνο το σκατόπαιδο ο Αλέξης, αποφάσισε να του δυσκολέψει τη ζωή. Ακόμη δε βγήκε από το αυγό και έγινε αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης και πήραν τα μυαλά του αέρα. Και τον σέρνει άρον άρον, κοτζάμ πρωθυπουργό, να τρέχει νυχτιάτικα σε Βουλές και κοινοβούλια. Αλλά τι να κάνει; Πρωθυπουργός-ξεπρωθυπουργός, ήταν αναγκασμένος να χάσει την ώρα του.
Τελικά, ο Αντώνης, κατάφερε να ετοιμαστεί και να φτάσει στη Βουλή. Έκατσε αναπαυτικά στη θέση του, αλλά εκείνο το σφίξιμο στο στομάχι δεν έλεγε να τον αφήσει. Κι ύστερα ήρθε η ώρα να αναλάβει το ρόλο του, εκείνον του πρωθυπουργού. Κι όταν το τσογλάνι ο Αλέξης άρχισε να μιλά, άρχισε να νιώθει ακόμη χειρότερα. Και τότε συνετελέσθη θαύμα μέγα. Ενώ ο αντιπαθητικός  νεανίας μιλούσε για ανέργους, φτωχούς, πλειστηριασμούς σπιτιών, κλειστές επιχειρήσεις, κλειστά νοσοκομεία, κλειστά σχολεία, ο Αντώνης άρχισε να γελά! Και, το άγχος του έφυγε, χαλάρωσε τελείως με τις ανοησίες του αντιπάλου του και ξεκαρδίστηκε στα γέλια!
Κι αφού το καταχάρηκε, πήρε το λόγο. Ε, ποιος είδε το θεό-Αντώνη και δεν τον φοβήθηκε. Αναθάρρησε, πήρε το κουτσαβάκικο ύφος του κι άρχισε να εξαπολύει μύδρους, να κουνά απειλητικά το δάχτυλο, να εξυπνακίζει ασυστόλως. Έγινε ο εαυτός του, ο παλιός καλός Αντώνης των ακροδεξιών καταβολών και παραδόσεων.
Μόνο που δεν απάντησε σε τίποτε!

Στράτος Κερσανίδης
(αναδημοσίευση από το Φιλμ Νουάρ, 14/11/2013)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου