Παρασκευή 6 Νοεμβρίου 2015

H «γενοκτονία» της μνήμης



Από την επιφανειακή μομφή του ανιστόρητου ώς την κατηγορία του επικίνδυνου προδότη η απόσταση φαντάζει ανεπαίσθητη, ειδικά όταν συνοδεύεται με απειλές, δικαστήρια και δημόσια διαπόμπευση. - 

του Πέτρου Κατσάκου
Αν μη τι άλλο, ένα σημαντικό κομμάτι της ελληνικής κοινωνίας με την παρότρυνση των ΜΜΕ έσκυψε με προσοχή το κεφάλι πάνω από ιστορικούς, νομικούς και επιστημονικούς όρους που αφορούν τις διακρίσεις που υπάρχουν ανάμεσα σε μια γενοκτονία και μια εθνοκάθαρση. Και κάποιοι μάλιστα βγήκαν κερδισμένοι από την ενασχόλησή τους αυτή πλουτίζοντας ένα πεδίο γνώσεων που ενδεχομένως τους χρησιμεύσει ώστε να κατατάξουν τους έχοντες αντίθετη με αυτούς άποψη στην κατηγορία των «ανιστόρητων».
Από την επιφανειακή μομφή του ανιστόρητου ώς την κατηγορία του επικίνδυνου προδότη η απόσταση φαντάζει ανεπαίσθητη, ειδικά όταν συνοδεύεται με απειλές, δικαστήρια και δημόσια διαπόμπευση. «Για μας είναι ένα νεκρό κρέας, ένα άχρηστο σάπιο κομμάτι στο αιματοβαμμένο κορμί του ελληνισμού» δήλωσε χθες για τον Νίκο Φίλη o πρόεδρος των Ποντίων Ελλάδας ζητώντας το κεφάλι του υπουργού Παιδείας. Ένα κεφάλι που προς γνώση και συμμόρφωση θα πρέπει μάλλον να κρεμαστεί από έναν φανοστάτη της πλατείας Συντάγματος, όπως συνέβαινε και με τους ανθέλληνες παλαιότερων εποχών. Και όλα αυτά στο όνομα μιας «εξ άνωθεν αλήθειας» που στέλνει περίπατο στοιχειώδη δικαιώματα ελευθερίας λόγου και έκφρασης, μιας και έχει ποινικοποιήσει την ενυπόγραφη γνώμη του Νίκου Φίλη από τις σελίδες της "Αυγής" την άνοιξη του 2014.
Το «κεφάλι» του υπουργού Παιδείας, που ζητούν σήμερα εκπρόσωποι ποντιακών οργανώσεων, ο Κασιδιάρης, ο Βορίδης και πολλοί ακόμη βουλευτές, θα πρέπει να τοποθετηθεί, όμως, εκεί που θα έπρεπε για λόγους τάξης και ισονομίας να βρίσκονται και οι κεφαλές δυο ιστορικών στελεχών της Νέας Δημοκρατίας. Αυτά της Βιργινίας Τσουδερού (στη φωτό) και του Ισαάκ Λαυρεντίδη. Στελέχη που προφανώς ο Μάκης Βορίδης δεν είχε την τύχη τότε να συναντήσει στη Ρηγίλλης, μιας και ως στέλεχος της παράταξης των χουντικών σταγονιδίων υποδεχόταν στην Αθήνα τον Λεπέν.
Ήταν η εποχή που μια ομάδα βουλευτών του ΠΑΣΟΚ πίεζε την κυβέρνηση του Κων. Μητσοτάκη να αναγνωρίσει με ψήφισμα της Βουλής τη Γενοκτονία των Ποντίων ώστε η Ελλάδα «να αποκτήσει, μέσα στο πλαίσιο ενός αναβιούντος εθνικισμού στα Βαλκάνια, μειονοτική πολιτική...» και «να προκαλεί προβλήματα ανάλογα με αυτά που άλλοι επιχειρούν να της προκαλέσουν». Ήταν 1992, η χρονιά που βουλευτές όπως ο Χάρης Καστανίδης, ο Θεόδωρος Πάγκαλος, ο Στέλιος Παπαθεμελής και άλλοι πρότειναν την «αξιοποίηση» της γενοκτονίας των Ποντίων. Ο Θεόδωρος Κατσανέβας, μάλιστα, ως εισηγητής του ΠΑΣΟΚ έκανε τότε λόγο για «την ανάδειξη μιας νέας πραγματικότητας, ενός μεγάλου γίγαντα, που κάποια στιγμή θα ανατείλει, της Ρωσίας, τον γίγαντα που λέγεται Ορθόδοξη Εκκλησία», υποστηρίζοντας πως «αν εκμεταλλευτούμε και αξιοποιήσουμε όλη αυτή τη δυναμική, πιστεύω ότι ο Ελληνισμός θα αναστρέψει τη συρρίκνωσή του και θα μπορέσει να ζήσει για πάντα».
Την επερώτηση των βουλευτών του ΠΑΣΟΚ είχε αποκρούσει τότε στη Βουλή η υφυπουργός επί των Εξωτερικών Βιργινία Τσουδερού αναφέροντας ότι «... η κυβέρνηση μπορεί να δεχθεί να βγει ένα ψήφισμα από το Ελληνικό Κοινοβούλιο που να πει ότι θεωρούμε αναγκαίο να οριστεί μια ημέρα μνήμης, για τις σφαγές χιλιάδων ομογενών από τους Οθωμανούς, καθώς και για τις αλησμόνητες πατρίδες του Πόντου». Από την πλευρά του ο ποντιακής καταγωγής αντιπρόεδρος της Βουλής και βουλευτής της Ν.Δ., Ισαάκ Λαυρεντίδης είχε τονίσει πως«... μολονότι το θέμα συγκινεί και αναμφισβητήτως ενδιαφέρει, διότι μαζεύεις κοινή γνώμη εναντίον εχθρού του έθνους... η αλήθεια είναι ότι δεν μπορώ να στοιχειοθετήσω αυτό που λέγεται γενοκτονία...».
http://left.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου