του Ανδρέα Μπεντεβή
Best practice οι μνημονιακές εργασιακές σχέσεις στην Ελλάδα, κατά το ΔΝΤ, λοιπόν. Πάνω από το μισό εργατικό δυναμικό εργάζεται με όρους μερικής απασχόλησης. Περίπου 30% οι ανασφάλιστοι εργαζόμενοι. Ανεργία μη διαχειρίσιμη με κανένα οικονομικοπολιτικό καθεστώς. Και: Ο μη ενεργός οικονομικά πληθυσμός σταθερά μεγαλύτερος από τον ενεργό.
Με όρους κλασικής πολιτικής οικονομίας μια ανεργία που ξεφεύγει του 7%-8% αποτελεί στοιχειώδες όρο χρεοκοπίας. Η Ελλάδα σε κανένα επίπεδο, υπό καμία συνθήκη και με κανένα καθεστώς ή νόμισμα, δεν μπορεί να αποκτήσει την ελάχιστη αυθυπαρξία δίχως μια γενναία παραγωγική ανασυγκρότηση. Δίχως μια βάσιμη πρωτογενή συσσώρευση κεφαλαίου.
Βέβαια η Ελλάδα δεν είναι μια κανονική περίπτωση. Ειδική Οικονομική Ζώνη (ΕΟΖ) επιδιώκουν να την καταστήσουν. Το μόνο που της λείπει είναι...οι επενδυτές που θα το διεκπεραιώσουν στην πράξη, εκμεταλλευόμενοι το υφιστάμενο θεσμικό πλαίσιο και το απαραίτητο διαθέσιμο εργατικό δυναμικό. Λησμονούν, κατά τα άλλα, οι νεοφιλελεύθεροι κήρυκες ότι πουθενά στον κόσμο ιδιώτες επενδυτές δεν βοήθησαν να οικοδομηθούν εθνικές ή περιφερειακές οικονομίες, πόσο μάλλον στην εποχή μας-εποχή γενικευμένης κρίσης που είναι και κρίση αποεπένδυσης.
Υπό μια έννοια, βέβαια, η Ελλάδα είναι ήδη ΕΟΖ για ένα μεγάλο ποσοστό του εργατικού δυναμικού που είτε δεν αμείβεται, είτε υποαμοίβεται ή αμείβεται με κουπόνια. Πρόκειται για τις γκρίζες ζώνες της οικονομίας, τους κατά τα λοιπά αόρατους ανθρώπους, τα συνήθως απροστάτευτα και ανεκπροσώπητα στρώματα της εργασίας.
Όταν το πρώτο μνημόνιο χτύπησε κυρίως τους συνταξιούχους και τους δημόσιους υπαλλήλους οι ιδιωτικοί υπάλληλοι που απολάμβαναν ακόμα στοιχειώδεις συμβάσεις εργασίας νομίζανε ότι οι κρίση αφορά το Δημόσιο και ότι δεν έχει σχέση με τις δικές τους απολαβές. Δεν έβλεπαν καν τους διπλανούς τους συναδέλφους πάνω στους οποίους δοκιμάζονταν ήδη οι επερχόμενες μνημονιακές πρακτικές-που αργότερα θα αποκτούσαν και θεσμική προσταγή!
Το ΔΝΤ εκμεταλλεύεται το γεγονός ότι με βάση τα γερμανικά συμφέροντα αποτελεί de facto συνδιαχειριστή της ελληνικής κρίσης. Τον απαραίτητο παγκόσμιο παράγοντα ότι αυτή η κρίση δεν μπορεί να θεωρείται με στενούς όρους ευρωπαϊκή. Εξάλλου έχει αποκτήσει παγκόσμια εμβέλεια η διαμάχη για το εάν η Ελλάδα εντοπίζεται εντός ή εκτός μιας Ευρώπης που ήδη μετασχηματίζεται και από την άποψη των ζωνών εκμετάλλευσης.
Πέρα από δείχτες με τους οποίους ένα κυρίαρχο κράτος μπορεί να επέμβει-γιατί ένα κυρίαρχο κράτος μπορεί να επέμβει ρυθμίζοντας/απαλύνοντας μειώσεις σε συντάξεις και αφορολόγητο και αυτό μπορεί να το κάνει διαμέσου του ελέγχου των τιμών ή, βασικά, με το κράτος πρόνοιας-το ζήτημα των συλλογικών διαπραγματεύσεων είναι ουσιαστικά το σημαντικότερο ζήτημα της εν εξελίξει διαπραγμάτευσης.
Ό,τι θεσπίζεται δύσκολα αναιρείται. Για αυτό και αν από αυτήν την διαπραγμάτευση η κυβέρνηση κερδίσει την επαναφορά των συλλογικών διαπραγματεύσεων αυτό θα αποτελεί πρώτης γραμμής νίκη!
Επειδή αυτό είναι το σημείο όπου συγκρούονται πιο πολύ από όλα δύο αντιθετικοί κόσμοι: το νεοφιλελεύθερο μέτωπο, που την απαξίωση της εργασίας την ενσωματώνει σαν βασικό δομικό στοιχείο της ιδεολογικής του κυριαρχίας. Ο κόσμος της εργασίας, η Αριστερά, που η υπεράσπιση της εργασίας, η θεσμική κατοχύρωση του συλλογικού της χαρακτήρα, αποτελούν αυτονόητους όρους ύπαρξης.
Ειδικότερα στην Ελλάδα με τον αποσαθρωμένο κοινωνικό/ταξικό ιστό, με την τεράστια κρίση εκπροσώπησης, οι συλλογικές διαπραγματεύσεις στην πραγματικότητα αποτελούν αναγκαίο όρο μιας γενικότερης αναδιάταξης της ταξικής διάρθρωσης και των συσχετισμών εντός αυτής-όπως και ένα σοβαρό βήμα επανασύστασης της κοινωνίας στην βάση της.
Όλα αυτά τα γνωρίζει καλά το ΔΝΤ-όπως τα γνωρίζουν και οι νεοφιλελεύθερες ευρωπαϊκές ελίτ. Γνωρίζουν, εξάλλου-και αν δεν το γνωρίζουν σίγουρα θα το συμπεραίνουν και από τις τοποθετήσεις της ΝΔ-ότι ο κόσμος της εργασίας αποτελεί την μεγάλη βάση όπου εδράζεται η κοινωνική συμμαχία που εκφράζει αυτή η κυβέρνηση. Αν θέλει να την χτυπήσει κανείς, δεν έχει παρά να χτυπήσει τα κοινωνικά στρώματα που εκπροσωπεί.
Από την εξίσωση αυτήν, πρωταρχικό μέρος της γενικότερης εξίσωσης στην οποία εμπλέκονται σταθερά ευρύτεροι παράγοντες, λείπει δυστυχώς μια μόνιμη και συγκροτημένη θεσμικά παρέμβαση από την μεριά του κόσμου της εργασίας. Αυτόν τον ρόλο καλείται να δικαιώσει η κυβέρνηση αυτή-και οι συλλογικές διαπραγματεύσεις, αν τις κερδίσει, θα αναδιατάξουν τους όρους με τους οποίους παίζεται το πολιτικό παιχνίδι, καθώς και εν γένει η ίδια η κοινωνική αναπαραγωγή.
left
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου