του Τάσου Παππά
Οι θέσεις που κατέθεσε ο πρώην πρωθυπουργός Αντώνης Σαμαράς στη συνέντευξή του στον «Φιλελεύθερο» δικαίωσαν απολύτως την απόφαση του Κυριάκου Μητσοτάκη να μην τον προτείνει για Πρόεδρο της Δημοκρατίας.
Αν ο πρωθυπουργός λειτουργούσε διαφορετικά, σύντομα θα το μετάνιωνε αφού θα υποχρεωνόταν να αναζητήσει τρόπους προκειμένου να αντιμετωπίσει τα προβλήματα που θα δημιουργούσε ο κ. Σαμαράς και στη χώρα και στη Νέα Δημοκρατία.
Και θα ήταν πολλά και σοβαρά. Ο κ. Σαμαράς έχει ισχυρές απόψεις και για τα λεγόμενα εθνικά θέματα και για τα ζητήματα που βρίσκονται στην περιοχή των δικαιωμάτων. Και στα δύο πεδία κινείται με ακραίες λογικές. Δεν επρόκειτο να βάλει νερό στο κρασί του.
Δεν θα ήταν ένας διακοσμητικός Πρόεδρος της Δημοκρατίας, όπως θα τον ήθελε ο πρωθυπουργός. Με την επιρροή που έχει στο κόμμα της Νέας Δημοκρατίας, όποτε έκρινε ότι τα εθνικά συμφέροντα και οι αρχές της παράταξης βλάπτονται, θα ενεργοποιούσε τους μηχανισμούς που ελέγχει είτε για να «συνετίσει» την κυβέρνηση είτε για να την εκβιάσει παρασκηνιακά. Ο κ. Μητσοτάκης θα ήταν ανάμεσα σε δύο πυρά. Η πλευρά Σαμαρά θα ασκούσε -άλλοτε ωμά, άλλοτε διακριτικά- κριτική και η αντιπολίτευση θα εγκαλούσε τον πρωθυπουργό για την επιλογή του να κάνει Πρόεδρο της Δημοκρατίας έναν πολιτικό με πολωτική νοοτροπία.
Ενα τέτοιο πρόσωπο δεν το χρειαζόταν ο κ. Μητσοτάκης, ούτε όμως και η χώρα. Για παράδειγμα: Αν και ξέρει ότι ο αρχηγός της Ν.Δ. έχει ταχθεί υπέρ της προσφυγής στο Δικαστήριο της Χάγης υπό προϋποθέσεις, αυτός τονίζει ότι μια τέτοια επιλογή δεν αποτρέπει την επιθετικότητα της Τουρκίας, αλλά την ενθαρρύνει περισσότερο. Πιστεύει κανείς ότι ο κ. Σαμαράς ως Πρόεδρος της Δημοκρατίας θα έμενε βουβός αν έβλεπε να εξελίσσεται μια διαδικασία με την οποία θα διαφωνούσε διαρρήδην;
Εκεί όμως που ο κ. Σαμαράς σπρώχνει τα ρέστα του είναι στο θέμα της Συμφωνίας των Πρεσπών. Γνωρίζει ότι ο κ. Μητσοτάκης, παρά τις αντιρρήσεις του, έχει πει ότι η συμφωνία πρέπει να γίνει σεβαστή. Γνωρίζει επίσης ότι η ελληνική κυβέρνηση εξέφρασε τη δυσφορία της για την επιλογή του Γάλλου προέδρου Μακρόν να μπλοκάρει τις ενταξιακές διαπραγματεύσεις της Ε.Ε. με τη Βόρεια Μακεδονία. Γνωρίζει, τέλος, ότι όλες οι κυβερνήσεις της Ε.Ε. και οι ΗΠΑ έχουν χαιρετίσει τη Συμφωνία των Πρεσπών. Αυτός όμως επιμένει στη γραμμή του ότι η «Μακεδονία είναι μία και ελληνική».
Δήλωσε ότι «η συμφωνία αυτή δεν πάει πουθενά. Η Ελλάδα πρέπει να ενισχύσει τη θέση της με κάθε τρόπο, ώστε να μπορέσει να απεμπλακεί χωρίς κόστος. Κι όπως πάνε τα πράγματα, αυτό δεν είναι αδύνατο. Οι συνθήκες που επέβαλαν αυτή τη συμφωνία ήδη αποδυναμώνονται ταχύτατα». Από έναν πολιτικό που έχει διατελέσει υπουργός Εξωτερικών, αρχηγός κόμματος εξουσίας και πρωθυπουργός θα περίμενε κανείς περισσότερη διορατικότητα. Ο φανατισμός όμως τον τυφλώνει και δεν του επιτρέπει να σκεφτεί τις οδυνηρές συνέπειες.
Εισηγείται -υποθέτω ότι το ίδιο θα έκανε και από τη θέση του Προέδρου της Δημοκρατίας, ενδεχομένως με πιο ήπια ρητορική- να υπονομεύσει η κυβέρνηση με κάθε μέσο τη συμφωνία. Το τι θα ακολουθήσει αν συμβεί αυτό ούτε που το υπολογίζει. Τον αφήνει προφανώς παγερά αδιάφορο ότι οι γείτονες θα επιστρέψουν στην προηγούμενη ονομασία («Μακεδονία» σκέτο) και θα τους στηρίξουν κι άλλες χώρες, ότι στο ΝΑΤΟ θα παραμείνουν με τη σημερινή ονομασία τους (Βόρεια Μακεδονία), θα ακυρώσουν τις αλλαγές που έχουν κάνει ύστερα από πίεση της Ελλάδας στο Σύνταγμά τους και η Τουρκία θα αναλάβει την προστασία του εναέριου χώρου της Β. Μακεδονίας. Οπωσδήποτε εξαιρετικά συμφέρουσα για τα εθνικά μας συμφέροντα εξέλιξη! Πατριωτισμός για κλάματα
efsyn
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου