Παρασκευή 30 Αυγούστου 2013

Tα σάπια φρούτα το Φθινόπωρο πέφτουν



του Θανάση Βικόπουλου

Η απόφαση της κυβέρνησης να διακόψει βίαια την πολύχρονη ζωή της ΕΡΤ κατάφερε σε πρώτη φάση να συσπειρώσει τους εργαζομένους σε αυτήν. 
Ξαφνικά, άνθρωποι διαφορετικών ιδεολογικών αποχρώσεων, πεποιθήσεων, διαφορετικών απόψεων σχετικά με τη λειτουργία της ΕΡΤ πρόταξαν από κοινού τα στήθη τους ενάντια στην απόπειρα (μιας και στο επίπεδο της απόπειρας βρίσκονται) των νεοφιλελεύθερων και των σοσιαλδημοκρατών συμμάχων τους να βάλουν τσιρότο στα στόματά μας, στο στόμα της δημοκρατίας, της ελευθερίας του λόγου.
Κύριο, πρωταρχικό ευτυχώς, συστατικό των κινημάτων, όποια και αν είναι αυτά, όποτε και αν γεννήθηκαν, είναι η οργή. Εκείνος όμως που τα καθιστά ικανά να διεκδικήσουν και να ανατρέψουν είναι ο χρόνος, η εμπειρία που αποκτούν από αυτόν αλλά και η περιέργως έμφυτη ικανότητα να μην κοιτούν το «χθες» άλλων κινημάτων, καθώς το καθένα από αυτά εκφράστηκε και γιγαντώθηκε, πέθανε ή θριάμβευσε μέσα σε συγκεκριμένη ιστορική στιγμή, που σαφώς παρουσιάζει διαφορές από τις υπόλοιπες. Άλλη η ιαχή του θρυλικού μπολσεβίκου που εφορμά προς τα ανάκτορα του τσάρου αλλάζοντας την παγκόσμια ιστορία, άλλη του εργαζομένου της FIAT που σηκώνει την κόκκινη σημαία δίνοντας αρχή στην Settimana Rossa.
Βασικός εχθρός κάθε κινήματος είναι ο ίδιος του ο εαυτός, κυρίως ο τρόπος με τον οποίο αντιμετωπίζει τα ζιζάνια. ‘Ολοι γνωρίζουμε πως, αν δεν ξεριζώσεις την αγριάδα, κήπο καθαρό δεν βλέπεις. Στην περίπτωση της ΕΡΤ, η βιασύνη της κυβέρνησης να στήσει άρον άρον τον μεταβατικό φορέα με τρόπο που στηρίζεται σε πλήθος παρανομιών λειτούργησε ευεργετικά για όλους όσοι «ταμπουρώθηκαν» με πείσμα, αποφασιστικότητα και αξιοπρέπεια μέσα στα κτίρια, συνεχίζοντας να κάνουν με υψηλό αίσθημα ευθύνης αυτό που πάντα έκαναν. Προηγήθηκε όμως ένα παλιό βρώμικο παιχνίδι…
Αρχικά οι υπηρέτες της κυβέρνησης χτύπησαν στο λογικό: «Δεν μπορούμε να φανταστούμε μια διάδοχη κατάσταση χωρίς εσένα. Είσαι αναντικατάστατος…». Οι ιδεολογικά ώριμοι και πολιτικά καταρτισμενοι συνάδελφοι, όλοι εκείνοι που γνωρίζουν την φτήνια των λόγων και των πράξεων του νεοφιλελευθερισμού και της σοσιαλδημοκρατίας, απλώς κατέβασαν το ακουστικό. Το δεύτερο κύμα επίθεσης στόχευε στο θυμικό: «Θα αντέξεις να περνάς έξω από το γραφείο και να βλέπεις άλλους να κάθονται στην καρέκλα σου; Και πώς θα τα καταφέρεις σε μία Θεσσαλονίκη εργασιακά κατεστραμμένη με τα φύλλα να μειώνονται, τα γραφεία τύπου ήδη κατειλημμένα και τις όποιες συνεργασίες σε περιοδικά να κοστολογούνται το πολύ στα 20 ευρώ η σελίδα;»
O πόλεμος είχε πλέον γενικευτεί και οι όποιες προσχωρήσεις στο στρατόπεδο των δηλωσιών ή μεταμελληθέντων έδωσαν στην κυβερνηση την ψευδαίσθηση ότι νικά. Κάτι σαν την ψευδαίσθηση νίκης που έδωσε στις στρατιές του Γ’ Συνασπισμού η ομίχλη που σηκώθηκε λίγο πριν τη μάχη του Αούστερλιτς. Μόνο που όταν η ομίχλη κατακάθησε εκεινος που χαμογέλασε ήταν ο Ναπολέων.
Οι ανθρωποι που μαζεύουν κριθάρι στα μακρινά Highlands της Σκωτίας για να φτιάξουν με όλες τις μυρωδιές της φύσης το αθάνατο μαλτ ουίσκι λένε πως » αν δεν σε πάρει ο ύπνος τον Αύγουστο δεν θα πεθάνεις ποτέ…»
Ως λάσπη που δεν αντέχει την καθαρότητα του ποταμού μέσα στον οποίο κυλά και που γεμάτη αγωνία αναζητά την κοντινότερη όχθη για να αναπαυθεί, έφυγαν απο κοντά μας, άλλοι με τύψεις, άλλοι χωρίς, όλοι εκείνοι που υποταγή δήλωσαν τον Αύγουστο στον καινούργιο πασά, καταθέτοντας αιτήσεις για έναν φορέα φάντασμα. Η υποτιθέμενη αγωνιστικότητά τους έδωσε τη θέση της στην αγωνία και την αβεβαιότητα των δίμηνων συμβάσεων, των πολιτικών υποσχέσεων, των εξευτελιστικών μισθών, κυρίως έδωσε τη θέση της στη δήλωση μετάνοιας που μεταξύ άλλων ζητά την αποδοχή απόλυσης από την ΕΡΤ.
Τα υποτιθέμενα βαριά όπλα της άλλης πλευράς πιάσαν τις τέσσερις γωνίες σε διαδίκτυο και έντυπα και σε συνδυασμό με την ένοχη σιωπή της ιδιωτικής τηλεόρασης άρχισαν να χτυπούν ως άλλοι ελεύθεροι σκοπευτές. Με μια φτηνή επιχειρηματολογία που στόχο είχε την εκκένωση των κτιρίων, τσαλαβούτηξαν χωρίς νόημα μέχρι και στον ιστορικό και ανεπανάληπτο λόγο των Μαρξ , Λένιν και άλλων γιγάντων της ανθρώπινης διανόησης, κόβοντας κατά το δοκούν κομμάτια και πετώντας στα σκουπίδια τα υπόλοιπα κείμενα.
Σήκωσαν τα κυάλια και κοίταξαν προς τη «Μόσχα», σίγουροι πια πως οι υπερασπιστές της είχαν φύγει, μιας και η επίμονη παρουσία σε ένα πεδίο μάχης δεν κρίνεται, όπως οι ίδιοι ισχυρίζονται, ούτε επανασταστικά, ούτε στρατηγικά ορθή.
Καναλάρχες τοπικών ιδιωτικών σταθμών, κλειδαράδες, σύγχρονοι Γκοτζαμάνηδες, άνθρωποι για τους οποίους εκκρεμούν δικαστικές υποθέσεις, πρώην συνάδελφοι, μηχανικοί αυτοκινήτων που προορίζονται για εναερίτες τεχνικοί στο νόθο παιδί της ένδοξης ΕΡΤ, κυβέρνηση, ΜΑΤ και λοιποί συγγενείς δεν πίστευαν στα μάτια τους σαν είδαν τους ξεροκέφαλους «μοσχοβίτες» να στήνουν κατακαλόκαιρο θερινό σινεμά στη Θεσσαλονίκη, τους αθηναίους συναδέλφους τους να κερδίζουν την αγκαλιά της νύχτας με τις συναυλίες τους στην Αγία Παρασκευή, αυτών της Πάτρας να μην κάνουν βήμα πίσω, της Ορεστιάδας να παλεύουν για συνεχή ενημέρωση αρνούμενοι να παραδώσουν τη συχνότητα της ΕΡΑ σε ξένες γλώσσες.
Η άρνηση των αρχηγών των κομμάτων της αντιπολίτευσης να αναγνωρίσουν την ΔΤ ως επίσημο δημόσιο κανάλι και κατ’ επέκταση ως το κανάλι που θα καλύψει τις δραστηριότητές τους κατά την επίσκεψή τους στη Θεσσαλονίκη για τη Διεθνή Έκθεση ήταν ίσως το πιο ισχυρό χαστούκι προς την κυβέρνηση, που γράφει με χρυσά γράμματα το όνομά της στην παγκόσμια ιστορία ως της μοναδικής που κατάφερε με νύχια και με δόντια να λειτουργήσει υποτυπωδώς ένα κανάλι το οποίο αναγνωρίζεται μόνο από την ίδια.
Όσο για τους παρατρεχάμενούς της, κατά την προσφιλή τακτική τους θα φορέσουν το καινούργιο κουστούμι και θα τρέξουν στη ΔΕΘ για να φωτογραφηθούν με όλους, μιας και χρόνια τώρα γνωρίζουν καλά τα παιχνίδια του ανέμου. Η διαφορά όμως τώρα πια είναι ότι τους ξέρουμε. Όλοι τους ξέρουν. Κανείς δεν πρόκειται να τους αφήσει να ξαναπούν ψέμματα, πόσο μάλλον να καρπωθούν τις δάφνες ενός αγώνα για τον οποίο δεν έριξαν ούτε την στοιχειώδη ντουφεκιά.
Την υπεροψία στο αντίπαλο στρατόπεδο την διαδέχεται πλέον ο πανικός. Οι εργαζόμενοι της ΕΡΤ έμειναν στις επάλξεις, συντροφιά με τη συντριπτική πλειοψηφία της ελληνικής κοινωνίας, συντροφιά με όλους εκείνους τους τίμιους δημοκράτες που τα βράδια σκεπάζουν τα σώματά τους με καθαρά από τύψεις και εμμονές σεντόνια, όλους εκείνους που ακουμπούν το κεφάλι τους σε μαλακά λευκά μαξιλάρια.
«Τα κόζια άλλαξαν», όπως λέγανε οι άνθρωποι των παλαιών καφενέδων της Θεσσαλονίκης κάθε φορά που η φιγούρα της ντάμας αντάμωνε αυτή του παπά και έβαζε μπουρλότο στο τραπέζι, αλλά εμείς δεν θα πανηγυρίσουμε. Γνωρίζουμε πως η συμμαχία των μπλε ιδεολογικών τέκνων της Μάργκαρετ Θάτσερ με τους πράσινους απογόνους της Βαϊμάρης είναι η χειρότερη, ελεεινότερη και πιο αδίστακτη συμμορία που μπορεί να γεννήσει η ιστορία της ιδεολογίας. Δεν έχουν πει ακόμη την τελευταία τους λέξη. Και λέξη που λέγεται ως τελευταία μπορεί να κρύβει πολύ μίσος και εκδίκηση.
Θα πιαστούμε από τον ιστό της πιο συγκινητικής σημαίας που είδε ποτέ ο τόπος τα τελευταία χρόνια, θα γυρίσουμε το πρόσωπό μας προς το υγρό αεράκι του Σεπτέμβρη και θα περιμένουμε με υπομονή μιας και… τα σάπια φρούτα το φθινόπωρο πέφτουν.

ΑΣΥΝΤΑΧΤΟΣ ΤΥΠΟΣ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου