Πέμπτη 15 Αυγούστου 2013

Τζαμπατζήδες και συγγραφείς



του Νίκου Σαραντάκου

Ποιος θα γράψει μια τόσο θλιβερή μπαλάντα για τους ελεγκτές εισιτηρίων άδοξοι πούναι; 
(Στο διβάνι με τον Καρυωτάκη)   

Η είδηση για τον θάνατο του 19χρονου στο Περιστέρι, που έπεσε και τραυματίστηκε θανάσιμα καθώς προσπαθούσε να βγει από το τρόλεϊ, συντάραξε και όχι άδικα μεγάλη μερίδα της κοινωνίας, όπως τουλάχιστον εκφράστηκε στα κοινωνικά μέσα, κι ας επιμένει το κλισέ ότι τον Αύγουστο, και ακόμα πιο πολύ τον Δεκαπενταύγουστο, ειδήσεις δεν υπάρχουν πέρα από τα ρεπορτάζ για το πού πέρασαν τη χρονιάρα μέρα ο πρωθυπουργός και οι πολιτικοί αρχηγοί.   
Μοιραία, βρίσκω κι εγώ ότι το άρθρο που είχα ετοιμάσει έχει γίνει εντελώς άκαιρο και το μεταθέτω για άλλοτε, ενώ καταθέτω εδώ μερικές σκέψεις για το γεγονός και τον αντίχτυπό του στη μπλογκόσφαιρα, ειδικά για τον θόρυβο που έγινε με το σχόλιο της συγγραφέα Λένας Διβάνη.   
Ο 19χρονος που σκοτώθηκε δεν είχε εισιτήριο. Μπορεί τα 1,40 ευρώ του εισιτηρίου να φαίνονται ελάχιστα, αλλά για έναν άνεργο είναι πολλά. Εδώ που τα λέμε, πολλά είναι και για έναν εργαζόμενο με τους σημερινούς πετσοκομμένους μισθούς. Το πηγαινέλα των 2,80 ευρώ μπορεί να αντιπροσωπεύει πάνω από το 10% του μεροκάματου ενός νέου, κάτι που ασφαλώς είναι υπέρογκο. Θυμηθείτε ότι οι τιμές των εισιτηρίων έχουν αυξηθεί εντυπωσιακά από τότε που άρχισε η κρίση, την ίδια στιγμή που τα εισοδήματα της συντριπτικής πλειοψηφίας καταβαραθρώθηκαν. Επίσης, παρά τις κατά καιρούς εξαγγελίες, δεν έχουν παρθεί μέτρα για τις ευπαθείς ομάδες, π.χ. μια κάρτα ανέργων που θα δίνει στον άνεργο δικαίωμα μετακίνησης με τα μέσα μαζικής μεταφοράς δωρεάν ή για ένα συμβολικό ποσό -5 ευρώ το μήνα, ας πούμε. Αντίθετα, έχει ενταθεί η προσπάθεια να πιαστούν οι “τζαμπατζήδες” με παροχή υλικών κινήτρων στους ελεγκτές εισιτηρίων, κάτι που έχει μετατρέψει πολλούς σε άτεγκτους κυνηγούς “τζαμπατζήδων”, μια και κάθε σύλληψη παραπτωματία αυξάνει το δικό τους κέρδος.   
Να πούμε παρεμπιπτόντως ότι η δραστηριότητα των ελεγκτών εισιτηρίων γίνεται σε συνθήκες οριακής νομιμότητας, διότι ναι μεν η μη πληρωμή εισιτηρίου είναι παράπτωμα, όμως είναι πταίσμα, και ένας πολίτης δεν δικαιούται να συλλαμβάνει πολίτες για πταίσματα, επιπλέον δε η κατακράτηση του παραπτωματία “τζαμπατζή” δεν φαίνεται να δικαιολογείται νομικά. (Όμως νομικός δεν είμαι, κι εγώ αλλού τα διάβασα και ευχαρίστως να ακούσω τη γνώμη ειδικότερων).     
Αλλά αυτά μπορούμε να τα συζητήσουμε άλλη φορά· όταν χάνεται έτσι άδικα μια ζωή που δεν πρόλαβε καλά-καλά να ζήσει, περνάνε σε δεύτερη μοίρα οι σκέψεις για την ορθολογικότερη οργάνωση των αστικών συγκοινωνιών. Νομίζω μάλιστα ότι είναι η πρώτη φορά που έχουμε τέτοιον θάνατο, αν και κάμποσοι νέοι έχουν βρει τον θάνατο κυνηγημένοι από όργανα της τάξης. Θυμάμαι την περίπτωση του 16χρονου Σιδέρη Ισιδωρόπουλου, μέλους της μικρής αριστερίστικης οργάνωσης ΚΟ Μαχητής, που χτυπήθηκε θανάσιμα από αυτοκίνητο γύρω στο 1976, προσπαθώντας να αποφύγει αστυνομικούς που τον κυνηγούσαν για παράνομη αφισοκόλληση. Πιο πρόσφατα, οι μεγάλες πολυήμερες ταραχές στα παριζιάνικα προάστια το 2005 ξέσπασαν όταν δυο νέοι που τους κυνηγούσε η αστυνομία ύστερα από καταγγελία περιοίκου κρύφτηκαν σε έναν μετασχηματιστή και κάηκαν από ηλεκτροπληξία, Μικρότερες ταραχές συμβαίνουν πολύ συχνά στα προάστια γαλλικών πόλεων όταν κάποιος νέος τραυματιστεί ή βρει τον θάνατο ενώ τον κυνηγάει η αστυνομία, συχνά επειδή είναι ύποπτος ή δράστης μικροκλοπής.   
Σε σχέση με τον θάνατο του 19χρονου στο Περιστέρι, μεγάλος θόρυβος έγινε στη μπλογκόσφαιρα από ένα σχόλιο της γνωστής συγγραφέα Λένας Διβάνη στο τουίτερ, ότι «Συμπέρασμα: οι ελεγκτές δεν πρέπει να κάνουν τη δουλειά τους γιατί κάποιος τζαμπατζής μπορεί να πηδήξει έξω από το όχημα. Λογικό». Ακολούθησε καταιγισμός σχολίων, που όλα σχεδόν ήταν επικριτικά, πολλά δε ήταν εξαιρετικά βίαια. Η Λένα Διβάνη έκανε και δεύτερο σχόλιο, όπως διαβάζω: «Είναι απίστευτο ότι μια φραση που στην ουσία έλεγε ότι το τραγικό αυτό ατύχημα δεν σημαίνει ότι το επάγγελμα του ελεγκτή (που υπαρχει σε ολο τον κοσμο χωρις εξαιρεση) είναι ρουφιανια, κατεληξε σ’ αυτο το παραλήρημα μισους. Λυπάμαι πολύ».   
Τα βίαια σχόλια που έγιναν στα κοινωνικά μέσα εναντίον της κ. Διβάνη κανείς δεν τα επιδοκιμάζει. Ούτε με βρίσκει σύμφωνο η πρακτική πολλών, όταν επικρίνουν κάποιον λογοτέχνη για τις πολιτικές του απόψεις, να αρνούνται εντελώς και τη συγγραφική του αξία, νομίζοντας ότι έτσι τον κατατροπώνουν, ενώ στην πραγματικότητα μειώνουν την αξιοπιστία της κριτικής τους. Η Λένα Διβάνη δεν είναι “συγγραφέας ροζ μυθιστορημάτων”, όπως τη θέλει η συντάκτρια της Αυγής, ούτε είναι ο Π. Τατσόπουλος παραλογοτέχνης εφάμιλλος της Μαντά, όπως ισχυριζόταν ένας πρώην φίλος στο Facebook. Με τέτοιες ισοπεδώσεις, συζήτηση δεν γίνεται. Ωστόσο, αυτό δεν είναι το κυρίαρχο.
Εμένα αυτό που με εντυπωσίασε είναι ότι μπροστά σε μια τραγική είδηση, και μάλιστα όχι πολύ συνηθισμένη, μια γνωστή συγγραφέας διάλεξε να εστιάσει τον σχολιασμό της στην ανάγκη να συνεχιστεί απρόσκοπτο το έργο των ελεγκτών εισιτηρίων. Περιμένει κανείς από τους συγγραφείς να αναδείχνουν κρυφές πτυχές των γεγονότων, αλλά ομολογώ ότι την έγνοια για το λοιδορημένο επάγγελμα του ελεγκτή την περίμενα από τον υπουργό Συγκοινωνιών, όχι από τη συγγραφέα. Από τους συγγραφείς περιμένει κανείς κάτι παραπάνω από το να συνθέτουν την Ελεγεία του Συκοφαντημένου Ελεγκτή ή να καταδικάζουν την ανέχεια απ’ όπου κι αν προέρχεται. Περιμένει να συνταχθούν με τον Γιάννη Αγιάννη, όχι με τον Ιαβέρη. Κι όταν οι προσδοκίες αυτές δεν εκπληρώνονται, η απογοήτευση μπορεί να οδηγήσει σε βίαια σχόλια σαν κι αυτά που έγιναν για τη Λ. Διβάνη, που άλλωστε έχουν δυστυχώς συμβεί πολλές φορές, καθώς το μέσο, το Διαδίκτυο εννοώ, προάγει τέτοιες συμπεριφορές.   
Όσο για τον υπουργό που ανέφερα, τον υπουργό Ανάπτυξης που είναι αρμόδιος για τις συγκοινωνίες, δεν άργησε να επιβεβαιώσει τις προσδοκίες που είχα, εφόσον δήλωσε στη Βουλή ότι: «Μας ενδιαφέρει όλοι να είναι ίσοι απέναντι στο νόμο. Δεν μπορούμε να ανεχθούμε το φαινόμενο των τζαμπατζήδων». Παραφράζοντας τον Ανατόλ Φρανς, θα λέγαμε ότι πράγματι όλοι είναι ίσοι απέναντι στον νόμο: ο νόμος απαγορεύει εξίσου στους φτωχούς όσο και στους πλούσιους να ζητιανεύουν, να κλέβουν ψωμί και να μην πληρώνουν στο τρόλεϊ. Και βέβαια, τόσο φτωχοί όσο και πλούσιοι είναι εξίσου ελεύθεροι να προσλάβουν έναν καλό δικηγόρο και με αλλεπάλληλες αναβολές να πετύχουν την παραγραφή του αδικήματός τους, αν κατηγορούνται, ας πούμε, για λαθρεμπορία καυσίμων.   
Υστερόγραφο: Στην τελευταία παράγραφο, υπάρχει μια ανακρίβεια: η δήλωση του κ. Χατζηδάκη έγινε όχι χτες, αλλά πριν από δύο μήνες. Με τη γνωστή ισοπέδωση του χρόνου στο Διαδίκτυο, παρουσιάστηκε σαν χτεσινή. Η ουσία δεν αλλάζει βέβαια.   

Πηγή: sarantakos.wordpress.com - 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου