Σάββατο 25 Φεβρουαρίου 2017

Αμετροεπείς Μαικήνες



Σπονσονάρουν χειραγωγώντας, χειραγωγούν σπονσονάρωντας την καλλιτεχνική δημιουργία και επεκτείνουν τα όρια της εξουσίας τους.
της Κατέ Καζάντη
Εφόσον συνομολογήσουμε πως αυτοσκοπός της μεγαλοαστικής τάξης είναι να αναπαράγει τον εαυτό της , τουτέστιν να προστατεύει την κερδοφορία της, και εφόσον επίσης συνομολογήσουμε πως, «…η αληθινή τέχνη, εκείνη που δεν αρκείται σε παραλλαγές προκαθορισμένων προτύπων, (…), δεν μπορεί να μην είναι επαναστατική, να μην τείνει σε μια πλήρη και ριζική ανασύνθεση της κοινωνίας…»*, είναι ποτέ δυνατόν να πιστεύουμε πως οι όπου γης μεγιστάνες, και όλοι εκείνοι που συνωστίζονται στις δεξιώσεις τους, δίνουν μία δεκάρα, έστω, για τον πολιτισμό εν γένει και τη διάδοσή του; Όταν, μάλιστα, η κοινωνική ανασύνθεση, στην οποία στοχεύει η τέχνη, αντιστρατεύεται την ίδια τους την ύπαρξη;
Είναι, βέβαια, αλήθεια πως βαθύπλουτοι επίγονοι του Γάιου Κίλνιου Μαικήνα, του 1ου αι. π.Χ., απαντώνται και στους χαλεπούς καιρούς μας, περιφέροντας –φυσικά!- τη ματαιοδοξία τους μακριά πολύ από το λαό, υπεράνω της κοινωνίας και των αντιθέσεών της. Επενδύουν, εννοείται, όχι μοναχά στο προϊόν της δημιουργικής ορμής του καλλιτέχνη αλλά και στο φετιχισμό αυτού του προϊόντος, κοινώς στο διάφορο που θα βγάλουν από τη χορηγία τους. Ακόμη δε κι αν τωόντι νοιάζονται για την αυθεντική κουλτούρα, αυτό ουδόλως καταδεικνύεται από την τρυφηλή ζωή και τις επιλογές τους.
Κάνουν κουμάντο, όμως. Σπονσονάρουν χειραγωγώντας, χειραγωγούν σπονσονάρωντας την καλλιτεχνική δημιουργία και επεκτείνουν τα όρια της εξουσίας τους. Και, το χειρότερο, θέτουν εκείνοι τα κριτήρια για το τι είναι τέχνη: το Μέγαρο, ας πούμε, πέραν όλων των άλλων, προσπάθησε, και εν πολλοίς κατάφερε, να ταυτίσει το «έντεχνο» μοναχά με ό,τι περνούσε τις πόρτες του και από τα έντυπά του.
Επίσης, όταν η περιώνυμη «ιδιωτική πρωτοβουλία» χαρίζει, δήθεν, στο λαό, απλώς του επιστρέφει ένα στοιχειώδες μερτικό από την κλεμμένη υπεραξία. Τα δε χαρίσματα δεν είναι παρά ό,τι γουστάρει ο δωρητής: καινούργιες λυρικές σκηνές ενώ διαθέτουμε ωραιότατες, καινούργιες θεαματικές θεατρικές σκηνές αντί ενισχύσεων στις ήδη υπάρχουσες, κρατικές, δημοτικές κ.ο.κ.
Έτσι, από τα νοσοκομεία που κτίζουν οι φιλάνθρωπες, με κρατική επιχορήγηση και ενισχύσεις από όλες τις κοινωνικές τάξεις, ως τα φαραωνικά κτίρια - κέντρα του αστισμού που φοροαπαλλάσσεται και εξασφαλίζει ταυτόχρονα «καλή μαρτυρία», ο εσμός των μεγαλόσχημων του χρήματος, στο τέλος, κερδίζει, κατασυκοφαντώντας, ταυτόχρονα, τον βασικό του αντίπαλο, τον κρατικό παρεμβατισμό. Η αμετροέπεια, επί παραδείγματι, που επέδειξε, απέναντι στο κράτος ο Πρόεδρος του Ιδρύματος Νιάρχου, κατά την παράδοση του περιβόητου Κέντρου Πολιτισμού, είναι απαράλλακτη η ίδια αμετροέπεια που διακατέχει όλους τους όμοιους του, σε κάθε τομέα, από την υγεία και την παιδεία ως τον πολιτισμό.
Αν, όμως, θέλουν όλοι ετούτοι να μην καταγραφούν στις συνειδήσεις ως τα αφεντικά που ξεπλένουν και ξεπλένονται για τα ανομήματά τους, ας πράξουν το αυτονόητο: να επιστρέψουν όντως τα οφειλόμενα αλλά σε δράσεις άλλης κλίμακας, με τη συμμετοχή των συνδικάτων των καλλιτεχνών, των φορέων, των κινημάτων κ.λ.π. Αλλιώς θα καταλήξουν, όλοι τους, όπως εκείνο το προφητικό του Μάνου Χατζηδάκι για το Μέγαρο, όχι ιδρύματα μα μαυσωλεία της τέχνης και του πολιτισμού.
*Αντρέ Μπρετόν – Λεόν Τρότσκι, Το Μανιφέστο Της Καλλιτεχνικής Δημιουργίας, 1938
left

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου