Τρίτη 2 Οκτωβρίου 2018

Τι σημαίνει το δημοψήφισμα στην πΓΔΜ για Τσίπρα – Μητσοτάκη


της Νικόλ Λειβαδάρη
Κατά το Spiegel, το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος στην πΓΔΜ ήταν μια «αποτυχία για τον Ζάεφ, που πλασάρεται ως επιτυχία», κατά την Handeslblatt μπορεί και να είναι πηγή «ανακούφισης» για τον Τσίπρα ο οποίος «κερδίζει χρόνο». Σε όρους πολιτικής τακτικής, μπορεί να ισχύουν και τα δύο. Σε όρους ουσίας η εικόνα είναι αρκετά πιο σύνθετη και οι πολιτικές αβεβαιότητες πολλαπλασιάζονται.

Για την κυβέρνηση και το Μαξίμου, όντως, πολιτική ζημία δεν υφίσταται επί του παρόντος. Αντιθέτως, ο Αλέξης Τσίπρας εισπράττει τα διεθνή εύσημα για την βαθιά προσήλωσή του στην επίτευξη της συμφωνίας – εξ ου και η σημερινή επισήμανση του κυβερνητικού εκπροσώπου ότι η κυβέρνηση θα συνεχίσει να στηρίζει την συμφωνία των Πρεσπών «με νηφαλιότητα και σωφροσύνη». Την ίδια ώρα, το Μαξίμου απαλλάσσεται, προσώρας τουλάχιστον, από την – πραγματική ή πλασματική –   λόγω της διαφοροποίησης Καμμένου. Και παραπλεύρως, μπορεί να θέτει – δικαίως και με προφανή πολιτικά επιχειρήματα – την ΝΔ ενώπιον των μεγάλων αντιφάσεων και ευθυνών της στο Μακεδονικό.


Πώς μπορεί η συμφωνία των Πρεσπών να είναι εθνικά επιζήμια, έως και «προδοτική» για την Ελλάδα, και ταυτόχρονα να αποδοκιμάζεται – δια της μαζικής αποχής έστω – ως εθνικά επιβλαβής και από την πΓΔΜ; Είναι το ερώτημα που έθεσε επίσης σήμερα ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, προχωρώντας μάλιστα κι ένα βήμα παραπάνω για να χρεώσει στην ΝΔ ενθάρρυνση των εθνικιστικών τόξων και στις δύο χώρες με στόχο τον τορπιλισμό της λύσης: «Ο κύριος Μητσοτάκης», είπε χαρακτηριστικά ο Δημήτρης Τζανακόπουλος, «με τη στάση του ενισχύει τον εθνικισμό στη γειτονική μας χώρα όπως και ο εθνικισμός του VMRO ενισχύει τον εθνικισμό στην Ελλάδα. Δύο όψεις του ίδιου νομίσματος λοιπόν: ΝΔ και VMRO καθώς ο ένας δεν υπάρχει χωρίς τον άλλο».

Πέραν τούτων, ωστόσο, οι έως τώρα εξελίξεις στο Μακεδονικό αφήνουν στην κυβέρνηση και πολιτικά βάρη που δεν μπορεί να αγνοήσει. Το πρώτο είναι τα, προφανή πλέον, πεπερασμένα όρια της πολιτικής συμβίωσης με τους ΑΝΕΛ του Πάνου Καμμένου. Τα αλλεπάλληλα επεισόδια έντασης -  με τελευταία την χθεσινοβαρδυνή κόντρα Καμμένου-Κοτζιά που ενόχλησε ιδιαιτέρως και το Μαξίμου – δεν ενισχύουν μόνον την επικοινωνιακή ρητορική της αντιπολίτευσης, αλλά θέτουν ζητήματα και για την ίδια την πολιτική εικόνα του πρωθυπουργού.

Η δεύτερη, και πλέον σημαντική, πρόκληση για την κυβέρνηση είναι η, υπαρκτή προοπτική, να «νεκρώσει» η συμφωνία των Πρεσπών, είτε λόγω αδυναμίας του Ζάεφ να περάσει τις συνταγματικές αλλαγές, είτε λόγω ήττας του σε πιθανές εκλογές. Η Αθήνα μπορεί να μην φέρει ευθύνη σ’ αυτή την περίπτωση, όμως θα αφήσει ημιτελή έναν εθνικό στόχο στην επίτευξη του οποίου η κυβέρνηση έχει επενδύσει μεγάλο πολιτικό κεφάλαιο – κι έχει ήδη αναλάβει και το αντίστοιχο κόστος.

Για την Νέα Δημοκρατία, την ίδια ώρα, το Μακεδονικό κινδυνεύει να αναδειχθεί στην απόλυτη αυτοπαγίδευση – μια αυτοπαγίδευση που, ήδη, φάνηκε από την άκυρη και άκαιρη χθεσινή επανάληψη του αιτήματος προς τον Πάνο Καμμένο να… ρίξει την κυβέρνηση για μια συμφωνία που πλέον μπορεί και να μην υλοποιηθεί. Το χειρότερο, έως και ισοδύναμο με «σενάριο – εφιάλτη» για τον Κυριάκο Μητσοτάκη είναι το ενδεχόμενο η ΝΔ να παραλάβει, ως κυβέρνηση, ανοιχτό το θέμα της συμφωνίας των Πρεσπών, την οποία σε όλους τους τόνους έχει διακηρύξει ότι δεν πρόκειται να κυρώσει. Αυτό είναι πιθανό να συμβεί εάν ο Ζόραν Ζάεφ πάει σε εκλογές, καθυστερήσει η διαδικασία της συνταγματικής αναθεώρησης στην γειτονική χώρα, και δεν προλάβει να κυρωθεί η συμφωνία από την παρούσα ελληνική Βουλή. Κι εάν, βεβαίως, κερδίσει η Νέα Δημοκρατία τις επόμενες εκλογές, είτε αυτές γίνουν τον Μάιο, είτε τον Σεπτέμβριο.

Η απειλή εδώ δεν είναι μόνον η, προφανής και προδιαγεγραμμένη, πίεση του διεθνούς παράγοντα, συμπεριλαμβανομένης και της πολιτικής «οικογένειας» της ΝΔ, του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος. Είναι – κυρίως – το περιβάλλον γεωπολιτικής ρευστότητας που θα διαμορφωθεί εκτός συνόρων και πολιτικής αστάθειας εντός, με την προεδρική εκλογή του 2020 να βρίσκεται σε απόσταση αναπνοής και με την απλή αναλογική εν ισχύ…

tvxs

Π(ρ)ες πες... κάτι θα μείνει



Οι εθνικιστές και της πΓΔΜ και της Ελλάδας, θεωρούν τη "Συμφωνία των Πρεσπών", προδοτική. Και οι δύο. Ταυτόχρονα. Δίψα για εξουσία, μισαλλοδοξία και εμπλοκή σε σκάνδαλα να υπάρχει... και όλα γίνονται.
Γράφει ο Κωνσταντίνος Ταχτσίδης
Και τι δεν είχε απλώσει στο μανάβικό της, η ελληνική κυβέρνηση, για ξεπούλημα. Τι όνομα, τι ιστορία, τι γλώσσα, τι εθνικότητα. Τα «ξεπουλούσαν» όλα κοψοχρονιά «ΟΙ ΠΡΟΔΩΤΑΙΣ» με τη "συμφωνία των Πρεσπών". Είχε συμφωνήσει οάθεος Τσίπρας με το «γυφτοσκοπιανο» τον Ζάεφ να τα δώσει όλα, σε τιμή -πολιτικού- κόστους. Εντελώς τυχαία, επίσης, την ημέρα του δημοψηφίσματος στην πΓΔΜ, αμερικανικό υπερόπλο δημιούργησε τεχνητό κυκλώνα στη Μεσόγειο, που έπληξε και τη χώρα μας. Έχετε ξανακούσει κυκλώνα στη Μεσόγειο; Τι μας κρύβουν;
Ανοίγει, λοιπόν, Κυριακή πρωί το μανάβικο... και τζίφος. Τρία-τέσσερα άτομα όλη μέρα. Οι υπόλοιποι περνούσαν, έβλεπαν το εμπόρευμα και συνέχιζαν τη βόλτα τους. Μέχρι της 20:00, τα αγγούρια του "ξεπουλήματος", στο ράφι. Και το Έθνος και η Γλώσσα και η Ιστορία και η περικεφαλαία του Αλεξάντερ δε Γκρέιτ. Εκεί. Ανέγγιχτα.
Mάλλον πολλοί από τους βόρειους γείτονές μας συμφωνούν με τη δήλωση του προέδρου Δημοκρατίας της πΓΔΜ, Ιβάνοφ, ο οποίος είχε δηλώσει πριν λίγες εβδομάδες πως «Η Ελλάδα κατάφερε να επιτύχει στο μέγιστο τα αιτήματά της. Δεν είναι αξιοπρεπές να γίνουν αποδεκτά όλα τα ελληνικά αιτήματα και τελεσίγραφα».
Και κοίτα να δεις σύμπτωση όμως. Και η -επίσης διεφθαρμένη- ΝΔ της πΓΔΜ (το δεξιό VMRO) και η ορίτζιναλ της Ελλάδας, πανηγυρίζουν και οι δύο γιατί δεν πέρασε η «επιζήμια και προδοτική συμφωνία των Πρεσπών». 
«Το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος στα Σκόπια απέδειξε ότι η εθνικά επιζήμια συμφωνία των Πρεσπών βρίσκεται κυριολεκτικά στον αέρα», δήλωσε χθες η εκπρόσωπος Τύπου της ΝΔ, Μαρία Σπυράκη
Άντε να το θέσουμε πιο απλά, με μια ρητορική -αλλά κατανοητή- ερώτηση (γιατί μας διαβάζουν και ψηφοφόροι του Άδωνη): Αν η συμφωνία είναι προδοτική για την Ελλάδα σε πιο παράλληλο σύμπαν μπορεί να είναι την ίδια στιγμή, προδοτική και για την πΓΔΜ;
Η απάντηση είναι απλή: Κανένας εθνικιστής δεξιός δε νοιάζεται για την πραγματικότητα, όταν αυτή δεν εξυπηρετεί τα συμφέροντά του και τα συμφέροντά του πάντα είναι η εξουσία και η χειραγώγηση των κοινωνιών, με όπλο τη μισαλλοδοξία.
Οι εγχώριοι εθνικιστές "μακεδονομάχοι", προεξάρχοντας της ΝΔ και της νεοναζιστικής, εγκληματικής οργάνωσης, Χρυσή Αυγή, πανηγυρίζουν από χθες για την αποχή στο δημοψήφισμα της πΓΔΜ. Εξακολουθούν να κηρύττουν πως χωρίς την επικύρωση της «συμφωνίας των Πρεσπών» δε θα υπάρχει η λέξη "Μακεδονία" στην επίσημη ονομασία ενός κράτους που έχει εδώ και δεκαετίες, αναγνωριστεί από 140 χώρες ως "Δημοκρατία της Μακεδονίας" ενώ και το όνομα που χρησιμοποιούμε και στην Ελλάδα είναι το "πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας".
YΓ. Δείτε παρακάτω ένα κολάζ με το πως παρουσίασαν το δημοψήφισμα στην πΓΔΜ, οι ιστοσελίδες των πιο έγκυρων διεθνών ΜΜΕ για το δημοψήφισμα. Όλος ο πλανήτης αποκαλεί την πΓΔΜ ως "Μακεδονία"... σκέτο. Εδώ σύσσωμη η ελληνική Δεξιά μιλάει για "ΠΡΩΔΩΤΑΙΣ" και εννοεί τη σημερινή κυβέρνηση, όχι τους υπεύθυνους που δημιούργησαν το πρόβλημα. 
Που όλως τυχαίως είναι και το σύστημα που κυβέρνησε και χρεοκόπησε τη χώρα.
koutipandoras

Αστυνομικοί ή μπάτσοι;



Ένας αστυνομικός που προσεγγίζει ένα εξαθλιωμένο άτομο δεν αντιλαμβάνεται τον ρόλο του ως αρωγού, που θα σκύψει να βοηθήσει τον πολίτη που έχει ανάγκη, αλλά ως σκουπιδιάρη, που θα αναλάβει να μας απαλλάξει από το πρόβλημα
Του Γιώργου Κυρίτση
Πριν από μερικά χρόνια στην Καποδιστρίου είχα πέσει πάνω σε σκηνικό όπου ένας ζητάς δύο μέτρα πάταγε με όλο του το βάρος στα δάχτυλα ενός λιπόθυμου τοξικομανούς. Στην αντίδραση μερικών περαστικών η απάντηση ήταν ότι «έτσι καταλαβαίνει αν έχει τις αισθήσεις του», μαζί με τη συνήθη επωδό ότι δεν θα του πούμε εμείς πώς θα κάνει τη δουλειά του και τη σοκαριστική δήλωση ότι όλη μέρα με τέτοια σκουπίδια ασχολείται.
Στο μυαλό μου μπορώ να φέρω πολλά περιστατικά, ψαχτικές, προσαγωγές και συλλήψεις, στα οποία έχω βρεθεί, και που είχαν ως κοινό παρονομαστή τη βια και χλεύη εκ μέρους των αστυνομικών και η οποία ήταν ευθέως ανάλογη του παρουσιαστικού και της τεκμαιρόμενης κοινωνικής θέσης του θύματος.
Όμως η λεξούλα «σκουπίδια» μού έμεινε περισσότερο, διότι φοβάμαι ότι απηχεί μια αντίληψη διάχυτη στην αστυνομία. Ότι δηλαδή ένας αστυνομικός που προσεγγίζει ένα εξαθλιωμένο άτομο δεν αντιλαμβάνεται τον ρόλο του ως αρωγού, που θα σκύψει να βοηθήσει τον πολίτη που έχει ανάγκη, αλλά ως σκουπιδιάρη, που θα αναλάβει να μας απαλλάξει από το πρόβλημα, με το παράπονο ότι τον βρίζουμε κι από πάνω.
Αυτή η αντίληψη, ότι υπάρχουν άνθρωποι, σκουπίδια, χωρίς δικαιώματα, απαντάται ευρύτατα στην κοινωνία και κυρίως στη Δεξιά, κυριλέ και λούμπεν. Μισή ώρα στα σόσιαλ μίντια αρκεί για να το διαπιστώσει κανείς. Το πρόβλημα είναι ότι αυτή η νοοτροπία, αυτή που παρήγαγε και το δολοφονικό λιντσάρισμα του Ζακ Κωστόπουλου, είναι διπλά επικίνδυνη όταν συνιστά καθιερωμένη πρακτική της αστυνομίας, που δεν είναι όχλος νοικοκυραίων και λούμπεν, αλλά δημόσια αρχή αρμόδια για την τάξη και την ασφάλεια και περιβεβλημένη με τεράστια εξουσία είτε αφορά το όπλο και το κλομπ είτε τη δυνατότητα να σε τυλίξει σε μια κόλλα χαρτί. Συνεπώς η απαίτηση σύνεσης και νομιμότητας από την αστυνομία είναι πολύ αυστηρότερη απ' ό,τι ισχύει με τον κάθε ιδιώτη.
Οι δεξιές κυβερνήσεις στην Ελλάδα φρόντισαν να προσδώσουν στην αστυνομία αυτά τα κατ' εικόνα και καθ' ομοίωσιν χαρακτηριστικά. Από το «Εσείς είστε το κράτος» του Μητσοτάκη μέχρι την εγκληματική αντίληψη ότι όσοι έχουν υπηρετήσει στις Ειδικές Δυνάμεις είναι και κατάλληλοι για αστυνομικοί, και το πολιτικό σύνθημα «αφήστε την αστυνομία να κάνει τη δουλειά της» του νεώτερου Μητσοτάκη, η Δεξιά έφτιαξε μια αστυνομία διαποτισμένη από μια αυτάρεσκη ματσίλα στην καλύτερη περίπτωση, ανοιχτό χρυσαυγιτισμό στη χειρότερη.
Οι προσπάθειες της σημερινής κυβέρνησης, αλλά και των δημοκρατικών και κοινωνικά προοδευτικών αστυνομικών που αντιλαμβάνονται διαφορετικά τον ρόλο τους, δεν έχουν καταστεί ικανές να αλλάξουν τη συνολική εικόνα. Η αλλαγή της νοοτροπίας ώστε να έχουμε «αστυνομικούς» και όχι «μπάτσους» δεν θα γίνει ούτε εύκολα ούτε σύντομα, αλλά πρέπει να γίνει.
Πηγή: Αυγή

Περί δημοψηφίσματος και πολιτικής ή περί τύπου και ουσίας



Τα δημοψηφίσματα και οι ψηφοφορίες δεν είναι αυτοσκοπός, ούτε φετίχ, αλλά εργαλεία δημοκρατικής συμμετοχής, με συγκεκριμένους όρους και σε συγκεκριμένα πλαίσια.
του Θρασύβουλου Τζίκα*
Μετά το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος στην ΠΓΔΜ, γίνεται σαφές πως το (νεο)μακεδονικό έχει, κυρίως, μια εσωτερική διάσταση, αμφοτέρωθεν. Ο μακεδονισμός αποδεικνύεται πως είναι συστατικό στοιχείο της εθνικής ιδεολογίας και των δύο κρατών. Χωρίς, βέβαια, πια, κανένα ουσιαστικό περιεχόμενο. Κάποτε είχε το υλικό περιεχόμενο της εδαφικής επέκτασης. Σήμερα, λειτουργεί μόνον ως φαντασίωση ή σκιάχτρο στα μυαλά των πλέον φανατικών, αλλά επηρεάζει και λιγότερο φανατικούς. Η απαγκίστρωση από αυτό το βαρίδι δεν είναι τόσο απλή διαδικασία. Ιδιαίτερα σε έναν κόσμο που γίνεται όλο και πιο πολύπλοκος και ανασφαλής.
Φυσικά, σε όλα τα κοινωνικοπολιτικά πεδία δεν υπάρχουν μόνον οι άμεσοι δρώντες, αλλά και πολλοί άλλοι που εμπλέκονται, εμμέσως, με δικούς τους σχεδιασμούς και άλλα συμφέροντα. Το κρίσιμο είναι να μπορεί κάποιος/α να εντοπίζει το κρίσιμο κάθε στιγμή. Η συμφωνία των Πρεσπών, λοιπόν, ασχέτως όλων των άλλων παραγόντων, επιλύει μια τοπική, διμερή, διακρατική σύγκρουση με ισορροπημένο τρόπο. Και γι' αυτό και μόνον, αξίζει να προχωρήσει, διότι δεν έχουμε πολλά τέτοια παραδείγματα στις διεθνείς σχέσεις.
Σε ότι αφορά την συνταγματική διάσταση, στην ΠΓΔΜ, ως προς την λειτουργία και την δεσμευτικότητα του δημοψηφίσματος, το Σύνταγμα της χώρας, στο άρθρο 73, αναφέρει πως "η απόφαση της πλειοψηφίας των ψηφοφόρων υιοθετείται, υπό τον όρο της συμμετοχής στην ψηφοφορία περισσότερων του ημίσεος του συνολικού αριθμού των ψηφοφόρων". Στο χθεσινό δημοψήφισμα δεν εκπληρώθηκε αυτός ο όρος, άρα το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος δεν είναι δεσμευτικό. Το ίδιο σύνταγμα (όπως και το ελληνικό) δεν θεωρεί υποχρεωτικό το δημοψήφισμα, για τη λήψη κάποιας απόφασης, εκτός της απόφασης για αλλαγή συνόρων (άρθρο 74). Άρα, συνταγματικά, στο εσωτερικό της πγδΜ, δεν υπάρχει εμπόδιο να προχωρήσει η πολιτική διαδικασία της κύρωσης της συμφωνίας των Πρεσπών.
Αν το δημοψήφισμα επιτύγχανε συμμετοχή άνω του 50%, θα ήταν ένα ισχυρότερο πολιτικό επιχείρημα υπέρ της συμφωνίας και θα "δέσμευε" την πολιτική ηγεσία. Χωρίς την συμμετοχή αυτή, αλλά με δεδομένη την τεράστια πλειοψηφία υπέρ του "ναι", είναι ένα λιγότερο ισχυρό επιχείρημα υπέρ της συμφωνίας. Η συμφωνία θα εμποδιζόταν, θεσμικά, μεν, αν υπήρχε δεσμευτική απόφαση δημοψηφίσματος υπέρ του "όχι", και πολιτικά δε, αν το δημοψήφισμα ήταν υπέρ του "όχι", αλλά χωρίς την απαραίτητη συμμετοχή.
Κατά συνέπεια, η πολιτική διαδικασία κύρωσης της συνθήκης συνεχίζεται με όποιον θεσμικό τρόπο επιλέξει το πολιτικό σύστημα της πγδΜ (πχ προσφυγή σε εκλογές, ή άμεση έναρξη διαδικασίας αναθεώρησης κοκ). Προφανώς και μπορεί να ανακοπεί, αν η κυβέρνηση δεν συγκεντρώσει την απαιτούμενη πλειοψηφία για τη συνταγματική αναθεώρηση, ή αν γίνουν εκλογές και αλλάξει η κυβέρνηση. Όμως, θα πρέπει η αντιπολίτευση να λάβει σαφή θέση και να μην κρυφτεί πίσω από την αποχή.
Τα δημοψηφίσματα και οι ψηφοφορίες δεν είναι αυτοσκοπός, ούτε φετίχ, αλλά εργαλεία δημοκρατικής συμμετοχής, με συγκεκριμένους όρους και σε συγκεκριμένα πλαίσια. Τα πολιτικά προβλήματα δεν επιλύονται τεχνικά, ούτε δια του "κρυφτού", αλλά πολιτικά, δηλαδή με επιχειρηματολογία και συζήτηση. Ομοίως, οι ελληνικές πολιτικές δυνάμεις πρέπει να ετοιμαστούν να λάβουν συγκεκριμένη θέση, επί του θέματος και να μην κρύβονται πίσω από την (μη) απόφαση των άλλων.
 *Δικηγόρος
left

Το μπλουζ του σκατόψυχου

Γράφει ο Χρήστος Ξανθάκης 

Νομίζω εκεί στους υπονόμους του Συντάγματος, κάτω ακριβώς απ’ το μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη, πρέπει να τιμήσουμε τον Άγνωστο Σκατόψυχο. Με ένα άγαλμα, μια πλακέτα, μια αναθηματική στήλη, κάτι ρε παιδάκι μου. Να αποδώσουμε τα του Καίσαρος τω Καίσαρι στους συμπολίτες και στις συμπολίτισσές μας που δέκα μέρες τώρα εγκατέλειψαν τη θαλπωρή..
των καναπέδων τους και ξερνούν χολή και πύον προς κάθε κατεύθυνση. Εικοσιτέσσερις ώρες το εικοσιτετράωρο, επτά ημέρες την εβδομάδα, πρωί, μεσημέρι, βράδυ στο μετερίζι της σκατίλας. Λίγο το ‘χετε;
Την αφορμή τους έδωσε, ως γνωστόν, ο δολοφονικός ξυλοδαρμός στον Zακ Κωστόπουλο, εκείνο το μοιραίο απόγευμα μιας ράθυμης Παρασκευής. Όπου μπήκε ο Ζακ στο κοσμηματοπωλείο το άδειο για αδιευκρίνιστους λόγους και κλείστηκε μέσα και προσπάθησε να βγει και δεν τα κατάφερε και σύρθηκε στο πάτωμα και πέρασε από το τζάμι της προθήκης κι εκεί άρχισαν να πέφτουν βροχή οι κλωτσιές στο κεφάλι του. Με το συγκεντρωμένο πλήθος να παρακολουθεί αδιάφορο. Πλην ενός, του Φ.Κ., που βγήκε μπροστά να σταματήσει το λιντσάρισμα. Τη συνέντευξή του για το συμβάν τη δημοσιεύσαμε στο Newpost τις προάλλες, αν θέλετε πηγαίντε εδώ να τη διαβάσετε. Ένας ανάμεσα σε όλους…
Τουλάχιστον δεν είναι μοναχικές οι φωνές που πενθούν, οι φωνές που οργίζονται, οι φωνές που εξεγείρονται για τη μοίρα του Ζακ Κωστόπουλου. Τσουνάμι είναι και όπως περνούν οι μέρες αυγαταίνουν αντί να λιγοστεύουν. Κόντρα στους κάθε λογής σκατόψυχους, αυτούς που λέγαμε στην αρχή, τους σκατόψυχους του μίσους, του δηλητήριου, της ηθικής λέπρας. Τους σκατόψυχους που βλέπουν πολύ καλά την παραβίαση της ιδιοκτησίας, την σπασμένη προθήκη, την υποψία κλοπής, αλλά δεν μπορούν να δουν καθόλου ότι ένας νέος άνθρωπος συναντήθηκε με το θάνατο. Ένας νέος άνθρωπος που θα μπορούσε να είναι παιδί σου.
Ναι, οι σκατόψυχοι δεν βλέπουν! Είναι λες και τα μάτια τους στρέφονται προς τα μέσα, προς την απέραντη εσωτερική σαπίλα τους, και εμπνέονται για να εκτοξεύουν βοθρολύματα  σε κάθε κατεύθυνση. Γιατί ήταν αδερφή ο Ζακ, γιατί ήταν οροθετικός, γιατί ήταν πρεζάκι, γιατί ήταν κλέφτης, γιατί ήταν εγκληματίας, γιατί δεν σεβάστηκε την περιουσία του μαγαζάτορα, γιατί βρέθηκε στο λάθος χώρο, τη λάθος ώρα. Πεσμένος στο έδαφος, μέσα στα αίματα, να τον κλωτσάνε στο κεφάλι δίχως λύπηση. Και οι σκατόψυχοι να ευφραίνονται και να ρεύονται.
Είδα πολλούς απ’ αυτούς το τελευταίο δεκαήμερο. Εκδηλώθηκαν πολλοί απ’ αυτούς το τελευταίο δεκαήμερο. Από τους γκαλοπιτζήδες της τηλεόρασης ως τους ανησυχούντες των μέσων κοινωνικής δικτύωσης και από τους τσαμπουκαλήδες των δελτίων ειδήσεων ως τους παρτάκηδες του ραδιοφώνου, γέμισε ο τόπος σκατόψυχους. Σε πλήρη οργασμό, να μην μπορούν να κρατηθούν, να μην μπορούν να κρύψουν τη χαρά τους που ένας φτωχοδιάβολος, ένας κακομοίρης, ένας ταλαίπωρος εξεμέτρησε το ζην χειρότερα κι απ’ τις κατσαρίδες. Η χαρτά τους δεν κρυβότανε…
Χειρότερος όλων πάντως, μου φάνηκε κάποιος που πόσταρε τη φωτό ενός κουκουλοφόρου να γράφει σύνθημα για το δολοφονικό ξυλοδαρμό πάνω σε μάρμαρα. Και δώστου «αίσχος» και δώστου «απαράδεκτο» και δώστου «σιγά τον επαναστάτη». Τέτοια ευαισθησία, τέτοια κουλτούρα. Όταν το σώμα του αλλουνού είναι δυο μέτρα κάτω απ’ το χώμα, εσύ να ενοχλείσαι από ένα γκραφίτι και να αισθάνεσαι την ανάγκη να εκφράσεις τον αποτροπιασμό σου. Μάλιστα, υπάρχουν πολλών ειδών σκατόψυχοι, αλλά πιστεύω ότι ο συγκεκριμένος το δικαιούται το Όσκαρ. Με χαραγμένη στο αγαλματίδιο τη φάτσα του, για να μην τον ξεχάσουμε ποτέ!

newpost

Δευτέρα 1 Οκτωβρίου 2018

Αποταμίευση; Κάν’ το όπως ο Κούλης



Γιατί εσύ, νεαρέ του Μπύθουλα, που παίρνεις 400 ευρώ το μήνα, δεν έχεις μάθει να βάζεις τα 50 στην άκρη ώστε να φτιάξεις έναν κουμπαρά αποταμίευσης; Γιατί δεν παίρνεις παράδειγμα από τους Άριστους αυτής της χώρας;
του Νίκου Μωραΐτη
Ποτέ οι στέγες των ανθρώπων δεν ήταν τόσο κοντά και οι καρδιές τους τόσο μακριά». Αυτή είναι η φράση – κλισέ που δίδασκαν τα φροντιστήρια έκθεσης όταν θέμα – SOS στις Πανελλήνιες ήταν η αστυφιλία, πριν έρθουν οι κουμουνιστές του ΣΥΡΙΖΑ και βάλουν θλιβερά θέματα όπως τα ανθρώπινα δικαιώματα και οι μειονότητες. Τώρα τα φροντιστήρια έχουν μία ακόμα ρήση – SOS να διδάσκουν, αν έρθει η ΝΔ στα πράγμστα και πέσει το άλλο παλαιό δημοφιλές θέμα, για το αγαθό της αποταμίευσης:
«Η νέα γενιά στην Ελλάδα δεν έχει κουλτούρα αποταμίευσης»
Κούλης Μητσοτάκης
Γιατί εσύ πτωχέ, που σου έφτασε η ΝΔ στο 28% την ανεργία και στο 60% την ανεργία στους νέους, δεν αποταμιεύεις; Γιατί εσύ, νεαρέ του Μπύθουλα, που παίρνεις 400 ευρώ το μήνα, δεν έχεις μάθει να βάζεις τα 50 στην άκρη ώστε να φτιάξεις έναν κουμπαρά αποταμίευσης; Γιατί δεν παίρνεις παράδειγμα από τους Άριστους αυτής της χώρας;
Γιατί δεν ακολουθείς το παράδειγμα του (δημοσκοπικά) μελλοντικού σου πρωθυπουργού που αντί να ξοδέψει λεφτά σε τηλεφωνικό κέντρο, το παίρνει τζάμπα και βάζει τα λεφτά στην άκρη; Που αντί να πληρώνει τη δόση του δανείου του για τον Κήρυκα Χανίων, παίρνει τα λεφτά και τρέχει; Που αντί να πληρώνει τα 200 εκατομμύρια χρέη του κόμματός του λέει «δε χρωστάμε τίποτα»; Γιατί δεν παίρνεις παράδειγμα από την πρώτη κυρία του καλύτερου βιογραφικού της χώρας που ό,τι εξοικονομεί από τη δουλειά της, 10, 20, 50 ευρώ τα στέλνει στις off shore αυτού του κόσμου;
Πτωχό μου ντελίβερι που μοιράζεις πίτσες, θλιβερέ σερβιτορίσκε που κουβαλάς το δίσκο και λιώνεις στα πόδια σου, κακόμοιρε νέε που κάνεις θελήματα για 300 ευρώ το μήνα, γιατί δεν αποταμιεύεις όπως ο Κούλης, ώστε να έχεις το μέλλον ενός παιδιού από την Εκάλη, το Ψυχικό ή το Πανόραμα Θεσσαλονίκης;
Κι αν δεν σου αρέσει ο Κούλης, κάν’ το όπως ο Κύρτσος, που χρωστάει 700.000 ευρώ στην εφορία και σου υψώνει το δάχτυλο των ίσων οικονομικών ευκαιριών του νεοφιλελευθερισμού από τις Βρυξέλλες.
Κάν’ το όπως ο Παπασταύρου -που τι κρίμα να έχουμε έναν και όχι δέκα-, κάν’ το όπως ο Χριστοφοράκος – εξαφανίσου σαν Χουντίνι ένα ωραίο πρωί και πήγαινε να συναντήσεις τις αποταμιεύσεις σου. Κάν’ το όπως ο Μαρινάκης, που αποταμιεύει μια ζωή και τελικά ήρθε η άσπρη μέρα και γι’ αυτόν.
Κάν’ το όπως ο Γιάννος ή ο Θέμος – α λα ελβετικά. Κάν’ το όπως η Σπυράκη: Πρώτα κρύβουμε στο μαξιλάρι, μετά παίρνουμε μισθό ευρωβουλευτή χωρίς να πατάμε το πόδι μας στις Βρυξέλλες. Κάν’ το όπως η Θεσσαλονίκη η μεγάλη φτωχομάνα, αυτή που βγάζει τους καλύτερους Παπαγεωργόπουλους και Ψωμιάδηδες.
Πτωχέ πλην τίμιε λαουτζίκε, κάν’ το όπως η ΝΔ, αποταμίευε ζώον, απαίδευτε, ακαμάτη. Κι αν ξέχασες πώς γίνεται, ψήφισε το σωστό κόμμα να ξανάρθει να σου μάθει την κουλτούρα της αποταμιευσης.


 https://www.altsantiri.gr

Όταν ψηφίζει ο Βουκεφάλας

Συντάκτης: Δημήτρης Ψαρράς
Δεν είναι καινούργιο το φαινόμενο να χρησιμοποιείται για τρέχουσες μικροκομματικές σκοπιμότητες ένα μείζον ζήτημα εξωτερικής πολιτικής, από αυτά που συνήθως χαρακτηρίζονται με τον βαρύγδουπο τίτλο «εθνικό θέμα». Αλλά ειδικά το Μακεδονικό, επειδή είναι από τα ζητήματα που εκκρεμούν επί δεκαετίες, έχει αντιμετωπιστεί από κυβερνήσεις όλων των πολιτικών τάσεων.
Και όπως θα περίμενε κανείς, η στάση των περισσότερων πολιτικών πτερύγων διαφοροποιείται ανάλογα με το αν το κάθε κόμμα βρίσκεται στην κυβέρνηση ή την αντιπολίτευση και το αν επίκεινται εκλογές.​

Η κληρονομιά του 1993

Είναι γνωστό ότι το Μακεδονικό έχει παίξει ρόλο στην πτώση τουλάχιστον μιας ελληνικής κυβέρνησης, εκείνης του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη το 1993. Ο ίδιος ο τότε πρωθυπουργός είχε βέβαια υποστηρίξει ότι ο πραγματικός λόγος που τον έριξε ο πρώην υπουργός Εξωτερικών της κυβέρνησης ήταν ότι ο Αντώνης Σαμαράς εξυπηρετούσε επιχειρηματικά συμφέροντα.
Ανεξάρτητα, πάντως, από τα πραγματικά κίνητρά του είναι γεγονός ότι ο κ. Σαμαράς είχε πολιτευθεί εκείνη την περίοδο με μοναδικό όπλο του την «προάσπιση του ονόματος της Μακεδονίας».
Κωνσταντίνος ΜητσοτάκηςΚωνσταντίνος Μητσοτάκης | 
Στην πρώτη συνεδρίαση της ολομέλειας της Βουλής που είχε θέμα το Μακεδονικό, μετά την επικράτηση του ΠΑΣΟΚ του Ανδρέα Παπανδρέου, στις 24 Ιανουαρίου 1994, ο Αντ. Σαμαράς ως αρχηγός πλέον της Πολιτικής Ανοιξης είχε κατηγορήσει συλλήβδην ΠΑΣΟΚ και Νέα Δημοκρατία ότι «παραχωρούν το όνομα είτε σαν Σλαβομακεδονία είτε σαν Νέα Μακεδονία».
Η απάντηση του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη ήταν να διαψεύσει πλήρως τον κ. Σαμαρά και να αποκαλύψει αυτό που είναι τόσα χρόνια κοινό μυστικό, ότι δηλαδή «ενδοτικοί» και «μακεδονομάχοι» συμφωνούσαν ατύπως στη σύνθετη ονομασία: «Ανεφέρθη το όνομα “Σλαβομακεδονία”. Να μην κρυβόμαστε πίσω από το δάκτυλό μας, αγαπητοί συνάδελφοι. Οποιος κοιτάξει τα αρχεία του υπουργείου των Εξωτερικών, ακόμα και επί των ημερών του κ. Σαμαρά, θα δει ότι “Σλαβομακεδονία” ονόμαζε το υπουργείο των Εξωτερικών αυτή τη Δημοκρατία».
Οπως ισχυρίστηκε τότε ο Κ. Μητσοτάκης, οι εκλογές ήταν ο μόνος λόγος που δεν είχε ήδη καταλήξει η κυβέρνησή του στην επίσημη αποδοχή της ονομασίας «Σλαβομακεδονία»:
«Η κυβέρνησή μας ήταν αποφασισμένη να μην προχωρήσει σε λύση πριν από τις εκλογές. Και αυτό και γιατί δεν είχαμε την αναγκαία πλειοψηφία για να πάρουμε μια τέτοια σοβαρή απόφαση, από την ώρα που δεν μας στήριζαν και τα υπόλοιπα κόμματα της αντιπολιτεύσεως».
Αυτά όλα τα έλεγε βέβαια ο Κ. Μητσοτάκης, αφού είχε ήδη παραιτηθεί από πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας και τον είχε αντικαταστήσει ο Μιλτιάδης Εβερτ. Και φυσικά μετά τις εκλογές. Στην ίδια μάλιστα ομιλία του, ο πρώην πρωθυπουργός καλούσε τους πάντες να αποδεχτούν «μικτή» ονομασία ως υποχρεωτική λύση του ζητήματος:
«Εάν πράγματι θέλουμε να μείνουμε στα Ηνωμένα Εθνη, εάν θέλουμε να κάνουμε διαπραγμάτευση και για το όνομα, πρέπει να είμαστε έτοιμοι όντως να κάνουμε διαπραγμάτευση και να συζητήσουμε τη μικτή ονομασία. Επίσης, είναι εκτός λογικής και εκτός πραγματικότητας είναι λαϊκισμός του χειρίστου είδους, να λέμε ότι θα θέσουμε βέτο για να μη γίνει διεύρυνση της Ευρώπης προκειμένου να πετύχουμε τη λύση του προβλήματος των Σκοπίων».

Βαδίζοντας προς το 1996

Μια ακόμα πιο ενδιαφέρουσα συζήτηση έγινε για το ίδιο ζήτημα στη Βουλή στις 6 Νοεμβρίου 1995. Είχε βέβαια ήδη υπογραφεί από την κυβέρνηση του Ανδρέα Παπανδρέου η Ενδιάμεση Συμφωνία που περιλάμβανε την αναγνώριση της προσωρινής ονομασίας Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας.
Η εσωτερική διαφωνία στη Νέα Δημοκρατία και ευρύτερα στη Δεξιά –εφόσον είχε ήδη αποσχιστεί η Πολιτική Ανοιξη– κυριάρχησε στη συζήτηση, με τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη να κατακεραυνώνει τον Αντώνη Σαμαρά, αποδίδοντάς του ότι πρώτος εκείνος αποδέχτηκε τη σύνθετη ονομασία.
Αντώνης ΣαμαράςΑντώνης Σαμαράς | 
Σύμφωνα με τον Μητσοτάκη, ο κ. Σαμαράς χρησιμοποιούσε τον όρο «Σλαβομακεδόνες» από τις 27.8.1991, στέλνοντας το μήνυμα στους Ευρωπαίους ομολόγους του ότι «η Ελλάδα θα αποδεχόταν να χρησιμοποιηθεί το όνομα “Μακεδονία” ως γενικός προσδιορισμός στο όνομα του νέου κράτους». Επιπλέον, ο πρώην πρωθυπουργός επέρριψε στον πρώην υπουργό του ότι στις 2.12.1991 «αποδέχθηκε να χρησιμοποιηθεί ο όρος Δημοκρατία της Μακεδονίας για πρώτη φορά στο Ευρωπαϊκό και Ελληνικό Δίκαιο».
Μάλιστα επέρριψε στον κ. Σαμαρά και ότι στις 6.4.1992, δηλαδή στο τελευταίο Συμβούλιο Υπουργών της Κοινότητας, στο οποίο μετείχε, «σύμφωνα με τα επίσημα πρακτικά της Ευρωπαϊκής Κοινότητας είπε στους άλλους υπουργούς των Εξωτερικών ότι μια συμφωνία-πακέτο μεταξύ Σκοπίων και Ελλάδος είναι πιθανή μέσα στον επόμενο μήνα.
Από το συλλαλητήριο του 1992 στη ΘεσσαλονίκηΑπό το συλλαλητήριο του 1992 στη Θεσσαλονίκη | 
Υπονόμευσε έτσι στο εξωτερικό την προσπάθεια που ανέλαβα αμέσως μετά, για την πλήρη ανάληψη αυτού του όρου, την ίδια ώρα που στο εσωτερικό απειλούσε να ανατρέψει την κυβέρνηση, αν δεν ακολουθούσε την αδιάλλακτη γραμμή την οποία πρότεινε».
Η κατάληξη του Μητσοτάκη ήταν ότι «ο κ. Σαμαράς ποτέ δεν πάλεψε για το όνομα της Μακεδονίας στο εξωτερικό. Πάλεψε μόνο στο εσωτερικό. Το χρησιμοποίησε ως όπλο για δική του προσωπική προβολή και για την ανατροπή της κυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας». Καταχειροκροτούμενος μάλιστα από τους βουλευτές της Νέας Δημοκρατίας ο Κ. Μητσοτάκης υποστήριξε ότι το Μακεδονικό υπήρξε πρόσχημα για τον κ. Σαμαρά: «Ο κ. Σαμαράς ανέτρεψε την κυβέρνηση, πρόδωσε την κυβέρνηση, για λόγους οικονομικούς, υπηρέτησε τον κ. Κόκκαλη, τις ψηφιακές παροχές!».
Σ’ αυτή τη συνεδρίαση ενδιαφέρον έχει το γεγονός ότι οι επικεφαλής όλων των πτερύγων εμφανίζονταν να θεωρούν τετελεσμένο γεγονός τη «διπλή» ή «σύνθετη» ονομασία της ΠΓΔΜ και περιορίζονταν να ρίχνουν την ευθύνη στο παρελθόν ή στους πολιτικούς τους αντιπάλους. Ακόμα και ο Αντ. Σαμαράς δεν παρέλειψε να πει ότι «επί 50 χρόνια τούς έλεγαν Σλαβομακεδόνες».
Ανδρέας ΠαπανδρέουΑνδρέας Παπανδρέου | 
Ο Μητσοτάκης επιτέθηκε και στον Ανδρέα Παπανδρέου, αλλά ομολόγησε ότι όλες οι κυβερνήσεις χρησιμοποιούσαν τη σύνθετη ονομασία: «Ο κ. Παπανδρέου ήταν ο πρώτος ο οποίος δέχθηκε τη διάλυση της τέως Γιουγκοσλαβίας, μιλώντας στις 4.12.1991, στη σύνοδο των Ευρωπαίων Σοσιαλιστών, για κατ’ αρχήν αναγνώριση της Σλοβενίας και της Κροατίας. Αλλωστε και η δική του κυβέρνηση της οκταετίας είχε δεχθεί παγίως, όπως είχαν δεχθεί και οι άλλες κυβερνήσεις -δεν ήταν μόνο αυτή- τον όρο Σλαβομακεδονία και Σλαβομακεδόνες. Ο κ. Παπανδρέου δεν έδωσε ποτέ μάχη για το όνομα της Μακεδονίας, ποτέ».
Στην απάντησή του ο Αν. Παπανδρέου ξεκαθάριζε ότι «η Ελλάδα ήταν και είναι εκείνη η χώρα η οποία τρέφει πραγματικά τις πλέον φιλικές διαθέσεις απέναντι στα Σκόπια» και ουσιαστικά συμμεριζόταν την άποψη Μητσοτάκη, ότι η αποδοχή της σύνθετης ονομασίας ήταν τετελεσμένη:
«Επικρίνουν ορισμένοι την κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, γιατί υποτίθεται ότι με τους χειρισμούς της προωθείται η διπλή ονομασία. Λησμονούν, δήθεν, ότι η διπλή ονομασία ήταν επίσημη πρόταση του κ. Μητσοτάκη και της κυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας. Επικρίνουν ορισμένοι την κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, ότι μπαίνοντας στην επόμενη φάση της διαπραγμάτευσης, θα οδηγηθεί αναγκαστικά σε σύνθετη ονομασία. Λησμονούν, δήθεν, ότι η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας είχε σπεύσει να αποδεχθεί τη σύνθετη ονομασία».
Στην ίδια τοποθέτησή του ο Αν. Παπανδρέου είχε απαντήσει και στην απαίτηση του τότε αρχηγού της Νέας Δημοκρατίας Μιλτιάδη Εβερτ να έρθει η Ενδιάμεση Συμφωνία στη Βουλή για ψήφιση. Τα επιχειρήματα που διατυπώθηκαν τότε εκατέρωθεν θυμίζουν έντονα τη σημερινή διαμάχη για τη Συμφωνία των Πρεσπών: «Δεν θα αναφερθώ καθόλου στη θέση του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης, ότι θα διαπραγματευτεί ξανά τη συμφωνία», είπε ο Παπανδρέου.
«Είναι μια δήλωση λανθασμένη, που δεν αντέχει σε σοβαρή κριτική, πέρα από το ότι για να το πράξει, πρέπει να γίνει κανονικός πρωθυπουργός... Θα αναφερθώ όμως στην απαίτησή του να έρθει για επικύρωση η Ενδιάμεση Συμφωνία στη Βουλή, και μάλιστα κάνοντας σύγκριση με το γεγονός ότι η συμφωνία επικυρώθηκε από τη Βουλή των Σκοπίων. Τα Σκόπια έπρεπε να επικυρώσουν αλλαγή στη σημαία και στα σύμβολά τους και συγκεκριμένες δεσμεύσεις για το Σύνταγμά τους. Αυτό, για να γνωρίζουμε τι λέμε. Βεβαίως -και το έχω δηλώσει- όταν υπάρξει κατάληξη σε τελική συμφωνία, που θα αντιμετωπίζει και το όνομα, το θέμα θα έρθει στη Βουλή των Ελλήνων».

2000-2004: όταν «ξεχάστηκε» το ζήτημα

Οι εκλογές του 2000 και του 2004 δεν επισκιάστηκαν από το Μακεδονικό. Βέβαια μετά τις εκλογές του 2000 διαγράφηκε ο Γιώργος Καρατζαφέρης από τη Νέα Δημοκρατία και τον Σεπτέμβριο του ίδιου χρόνου ίδρυσε τον ΛΑΟΣ με ακροδεξιά εθνικιστική πλατφόρμα, αλλά είναι χαρακτηριστικό ότι οι περιοδείες του εκείνο το καλοκαίρι προς άγραν απογοητευμένων νεοδημοκρατών και παροπλισμένων στελεχών παλιών ακροδεξιών σχημάτων είχαν στόχο περιοχές κυρίως της Νότιας Ελλάδας με παράδοση στον «χώρο» (Αργος, Μεσσηνία) ή με προβληματικές τοπικές οργανώσεις της Νέας Δημοκρατίας (όπως συνέβαινε με τη Λάρισα, μετά τη σύγκρουση Καραμανλή-Σουφλιά).
Γιώργος ΚαρατζαφέρηςΓιώργος Καρατζαφέρης | 
Η Μακεδονία συνεχίζει να ελέγχεται από άλλους ακροδεξιούς τοπάρχες, ενώ και η Νέα Δημοκρατία δεν ασχολιόταν με το Μακεδονικό. Ασχολήθηκε, βέβαια με άλλα ζητήματα της ακροδεξιάς ατζέντας –κυρίως την αναγραφή του θρησκεύματος στις ταυτότητες– αλλά οι βόρειοι γείτονές μας και η ονομασία της χώρας τους έπαψε να βρίσκεται στην κορυφή της δικομματικής διαμάχης.

Οι εκλογές του 2007 και του 2009

Μετά την πρόσκληση από το ΝΑΤΟ προς την ΠΓΔΜ το θέμα ξαναπαίρνει τη μικροκομματική του διάσταση, με τον ΛΑΟΣ να πιέζει πριν από τις εκλογές του 2007 τη Νέα Δημοκρατία και τον Αδωνι Γεωργιάδη να καθυβρίζει τον Κώστα Καραμανλή και την Ντόρα Μπακογιάννη ως ακατάλληλους, άχρηστους και εθνικά επικίνδυνους.
Είναι η περίοδος που διαμορφώνεται για πρώτη φορά μια διακομματική στρατηγική στο ζήτημα του Μακεδονικού, με την ελληνική πλευρά να προτείνει επισήμως «σύνθετη ονομασία έναντι όλων».
Ντόρα Μπακογιάννη Ντόρα Μπακογιάννη | 
Αυτή η ρεαλιστική τοποθέτηση ασφαλώς σήμαινε μια μετατόπιση από την κατάληξη της σύσκεψης υπό τον Κωνσταντίνο Καραμανλή τον Απρίλιο του 1992, αλλά στην πραγματικότητα η μετατόπιση είχε ήδη σημειωθεί από το 1993 και είχε επισημοποιηθεί με την Ενδιάμεση Συμφωνία το 1995. Αλλά και πάλι, όπως προκύπτει από τα WikiLeaks, εκείνο που μετρούσε στις αποφάσεις της ελληνικής κυβέρνησης ήταν το πολιτικό κόστος και οι εκλογές.
Μάλιστα στο τηλεγράφημα της 5.1.2008 του πρέσβη των ΗΠΑ στην Αθήνα, Ντάνιελ Σπέκχαρντ, εμφανίζεται ο Καραμανλής να δηλώνει ότι «η Ελλάδα είναι ανοιχτή σε ένα σύνθετο όνομα, “Νέα, Βόρεια, Ανω, οποιαδήποτε Μακεδονία”», αλλά και να αποκαλύπτει πως ο ίδιος «είχε πει στους ηγέτες της ΠΓΔΜ ότι όποια ελληνική κυβέρνηση προχωρούσε περισσότερο, θα έπεφτε» (08ATHENS21_a).
Κωστας ΚαραμανλήςΚώστας Καραμανλής | 
Το ότι μόνο για καθαρά μικροκομματικούς λόγους δεν προχώρησε τότε μια λύση από την πλευρά της Ελλάδας επιβεβαιώνεται και από ένα άλλο τηλεγράφημα του Σπέκχαρντ, μετά τη συνάντησή του με τον υπουργό Ναυτιλίας Βουλγαράκη:
«Ο πρεσβευτής Σπέκχαρντ πίεσε το στέλεχος της Ν.Δ. για μεγαλύτερη ευελιξία στο ζήτημα του ονόματος της Μακεδονίας. Ο Βουλγαράκης είπε στον πρεσβευτή ότι η μια συμφωνία στο ζήτημα αυτό θα ήταν εξαιρετικά δύσκολη και ενδεχομένως αποσταθεροποιητική, αναφερόμενος στην ισχνή πλειοψηφία της Ν.Δ. και τις εσωτερικές διαμάχες στο αντιπολιτευτικό ΠΑΣΟΚ, που θα μπορούσαν να οδηγήσουν στην ανάδυση της άκρας Αριστεράς (Συνασπισμός)» (08ATHENS378_a).

2018: ολοταχώς πίσω στο 1992

Οταν έγινε πρωθυπουργός ο Αντ. Σαμαράς το 2012 δεν είχε κανένα πρόβλημα να συνεχίσει την πολιτική του Κώστα Καραμανλή, με την επιδίωξη της «σύνθετης ονομασίας erga omnes» και, όπως έχει αποκαλύψει η «Εφ.Συν.», το υπουργείο Εξωτερικών πρόβαλλε επισήμως τη θέση αυτή ως «εποικοδομητική και συμβιβαστική».
Βέβαια σήμερα ο κ. Σαμαράς υποστηρίζει τα αντίθετα και έχει κατορθώσει να παρασύρει μαζί με τον κ. Γεωργιάδη το κόμμα του στις θέσεις της Πολιτικής Ανοιξης και του ΛΑΟΣ. Αλλά και πάλι η εκλογική σκοπιμότητα είναι εκείνη που επικρατεί στην τακτική του Κυριάκου Μητσοτάκη. Η στροφή, βέβαια, αυτή δεν μπορεί να περάσει απαρατήρητη.
Ευάγγελος ΒενιζέλοςΕυάγγελος Βενιζέλος | 
Ετσι υποχρεώνονται τα στελέχη της Νέας Δημοκρατίας κάθε λίγο να διαψεύδουν τους εαυτούς τους και όσα έλεγαν περί σύνθετης ονομασίας και εθνικής γραμμής μέχρι πριν από λίγους μήνες.
Πιο ακραίο παράδειγμα παρόμοιας μεταστροφής αποτελεί ο ίδιος ο κ. Σαμαράς, ο οποίος δεν δίστασε τον περασμένο Ιούνιο να υποστηρίξει στη Βουλή ότι ο Ευάγγελος Βενιζέλος, ο οποίος επισήμως από το βήμα της Γ.Σ. του ΟΗΕ τον Σεπτέμβριο του 2014 είχε αναπτύξει την «εθνική γραμμή» της σύνθετης ονομασίας, δεν είχε την κάλυψη του πρωθυπουργού του. «Ηταν δική του άποψη, όχι δική μου».
Βεβαίως, για λόγους αβροφροσύνης προς τον μέχρι πρότινος κυβερνητικό του εταίρο, ο κ. Βενιζέλος δέχτηκε να πει ότι στον ΟΗΕ «διατύπωσε τη δική του θέση». Αλλά ο κ. Βενιζέλος πρόσθεσε κάτι που έκανε ότι δεν το άκουσε ο κ. Σαμαράς:
«Εχω μία σταθερή θέση, την οποία έχω κατ’ επανάληψη διατυπώσει. Είναι η ενιαία εθνική θέση από τον Απρίλιο του 1993: Ναι, χρειάζεται συμβιβαστική λύση με τη γειτονική χώρα, ναι, η λύση είναι ένα σύνθετο όνομα με γεωγραφικό προσδιορισμό, ναι, πρέπει αυτό το όνομα να χρησιμοποιείται erga omnes και εσωτερικά και διεθνώς, ναι, αυτό πρέπει να θεμελιωθεί σε μία διεθνή συμφωνία, επί τη βάσει και δυνάμει της οποίας πρέπει να αναθεωρηθεί το Σύνταγμα της γειτονικής χώρας».
Αλλά ακριβώς αυτό προβλέπει η Συμφωνία των Πρεσπών. Η κατάληξη του κ. Βενιζέλου ήταν διαφωτιστική: «Ηξερα πάρα πολύ καλά ποια είναι η ενιαία και διαχρονική θέση της χώρας και δεν χρειαζόμουν έγκριση του κ. Σαμαρά ως πρωθυπουργού». Μ’ άλλα λόγια, εκτός γραμμής ήταν ο τότε πρωθυπουργός!
Αλλά αυτή την «ενιαία και διαχρονική θέση» είναι που για καθαρά εκλογικούς λόγους αμφισβητεί σήμερα στο σύνολό της η Νέα Δημοκρατία και όχι μόνο η φιλοσαμαρική πτέρυγά της. Κι από κοντά, σημαντική μερίδα από τους παλιούς συντρόφους του κ. Βενιζέλου στο ΠΑΣΟΚ.
Η κατάληξη του κ. Βενιζέλου ήταν διαφωτιστική: «Ηξερα πάρα πολύ καλά ποια είναι η ενιαία και διαχρονική θέση της χώρας και δεν χρειαζόμουν έγκριση του κ. Σαμαρά ως πρωθυπουργού». Μ’ άλλα λόγια, εκτός γραμμής ήταν ο τότε πρωθυπουργός!
efsyn

Γιώργος Πλειός: Η βία στην τηλεόραση ευνοεί τον ακροδεξιό λόγο και την καταστολή



Στα χρόνια της κρίσης, η ελληνική κοινωνία δέχτηκε μεγάλες δόσεις βίας, οικονομικής και άλλης, αλλά, ταυτόχρονα, ο κοινωνικός σεισμός που δημιούργησε η κρίση διέχυσε αυτή τη βία που συνήθως ασκείται από τον ισχυρότερο στον οικονομικά, κοινωνικά, ψυχολογικά ασθενέστερο
Συνέντευξη στην Αγγέλα Νταρζάνου
Τα ΜΜΕ τείνουν να παρουσιάζουν τον κόσμο πιο βίαιο απ' ό,τι είναι στην πραγματικότητα. Αυτό ευνοεί την κοινωνική απομόνωση, νομιμοποιεί την καταστολή και τον ακροδεξιό λόγο. Ο τρόπος αυτός ισχυροποιεί τους στερεότυπους τρόπους παρουσίασης της βίας από τα ΜΜΕ, αλλά και τους στερεότυπους τρόπους αντίληψης της βίας από το κοινό.
Ο πρόεδρος του Τμήματος Επικοινωνίας και ΜΜΕ του Πανεπιστημίου Αθηνών Γιώργος Πλειός μιλάει στην «Α» για την αναπαραγωγή από τα ΜΜΕ των κυρίαρχων, στερεοτυπικών αφηγημάτων για τη βία με αφορμή τον θάνατο του Ζακ Κωστόπουλου έπειτα από άγριο λυντσάρισμα και τη δημόσια συζήτηση που ακολούθησε.
* Ο τρόπος δημοσιογραφικής κάλυψης του άγριου ξυλοδαρμού και του θανάτου του Ζακ Κωστόπουλου ακολούθησε την τυπική διαδικασία από τα ΜΜΕ, όμως είχε και ανατροπές.
Η κάλυψη του γεγονότος αποτελεί χαρακτηριστική ακτινογραφία του τρόπου λειτουργίας των ΜΜΕ. Το μάθαμε από τα ΜΜΕ, κι αν δεν υπήρχε το βίντεο, ίσως δεν θα είχε πάρει τέτοια έκταση και τροπή. Αυτό δείχνει τη δύναμη των νέων μέσων να αμφισβητούν ενίοτε την πραγματολογική και ιδεολογική κυριαρχία των παλιών, όταν συνδυάζονται με την κριτική δημοσιογραφία. Είδαμε ακόμα την επανάληψη του στερεότυπου τρόπου περιγραφής παρόμοιων περιστατικών (ναρκομανής, ληστεία, μαχαίρι κ.λπ.), που συχνά προέρχεται από την αστυνομία και φτάνει στο κοινό μέσω του αστυνομικού ρεπορτάζ, που αναπαράγει άκριτα, χωρίς ρεπορτάζ, τις πληροφορίες που λαμβάνουν οι δημοσιογράφοι.
* Η μετάδοση του βίντεο με το λιντσάρισμα οδήγησε όλη την ελληνική κοινωνία να παρακολουθήσει τον πραγματικό θάνατο ενός ανθρώπου έπειτα από ξυλοδαρμό. Συνηθίζει η κοινωνία στη βία και τη θεωρεί φυσιολογική;
Ας μην ξεχνάμε ότι η βία είναι αγαπημένο θέμα των ΜΜΕ, ειδικά των εμπορικών και ειδικότερα των «κίτρινων». Τείνουν δε να παρουσιάζουν τον κόσμο πιο βίαιο από ό,τι είναι, γεγονός που ευνοεί την κοινωνική απομόνωση των πολιτών, την καταστολή, αλλά και τον ακροδεξιό λόγο. Είδαμε σε κάποια ΜΜΕ την εμπορική εκμετάλλευση της προκατειλημμένης περιγραφής του γεγονότος. Είδαμε και την αντίδραση μέρους του κοινού, που φαίνεται να προκρίνει την άσκηση παράνομης και παράλογης βίας, παρακινούμενο από οργή, έλλειψη εμπιστοσύνης στους θεσμούς, με κλονισμένο αξιακό υπόβαθρο και ανεύθυνη έγκριση της άσκησης βίας από «εκπροσώπους» του που θα αναλάβουν πρόθυμα αυτόν τον ρόλο. Με την έννοια αυτή, η ελληνική κοινωνία θεωρεί σήμερα σε μεγαλύτερο βαθμό φυσιολογική τη χρήση βίας, γιατί σε κάποιο βαθμό πάντα τη θεωρούσε. Η κρίση έπαιξε μεγάλο ρόλο σε αυτό. Πρέπει να προσέξουμε (κι αυτό σημαίνει πολλές αλλαγές) να μην πολιτικοποιηθεί το φαινόμενο, να μην εμφανιστούν διεκδικούσες την έγκριση του κοινού συμμορίες αυτόκλητων «τιμωρών».
* Είδαμε ότι το “δικαίωμα στη ζωή” του θύματος, το ύψιστο ατομικό δικαίωμα, σχετικοποιήθηκε, καθώς τέθηκε σε συνάρτηση με τον σεξουαλικό του προσανατολισμό, το ιατρικό του ιστορικό ή τις εξαρτήσεις του. Αυτή η προσέγγιση δεν προκύπτει από κανέναν νομικό πολιτισμό, μας γυρνάει στον 18ο αιώνα.
Κάποιοι δημοσιογράφοι και μέσα τάχθηκαν με την αποτρόπαια απάντηση του ερωτήματος, όπως άλλωστε και μέρος του κοινού. Όμως πρέπει να θυμόμαστε ότι αν κάποιοι πολίτες παραβιάζουν τη νομιμότητα ή τις θεμελιώδεις αρχές του σύγχρονου κόσμου, τα ΜΜΕ και όλοι όσων ο ρόλος και η ύπαρξη οφείλονται σε αυτές τις αρχές έχουν την υποχρέωση να τις υπερασπίζονται σθεναρά. Σε αντίθετη περίπτωση, πριονίζουν το κλαδί που κάθονται. Ποιος τους εγγυάται ότι κάποιος ο οποίος θεωρεί πως κατά την άποψή του ο α' ή ο β' δημοσιογράφος διέπραξε ανοσιούργημα δεν θα στραφεί εναντίον του με τον ίδιο τρόπο; Δεν έχει περάσει πολύς καιρός που παρόμοιοι «χασάπηδες» ασχημονούσαν στη είσοδο τηλεοπτικού σταθμού γιατί το θεωρούσαν «βοθροκάναλο». Οι ίδιοι θέλουν να ταυτίσουν την άσκηση κριτικής με βία από κάτω προς πάνω, αντίστροφα ή οριζόντια, θέλουν να μας γυρίσουν στον Μεσαίωνα.
* Στην κοινωνία υπάρχει πολύς θυμός και πολλή βία. Η αναπαραγωγή τους από τα ΜΜΕ, θα έλεγε κάποιος, αποτελεί αντανάκλαση και όχι αιτία της βίας. Όμως ακριβώς αυτή η συνεχής αναπαραγωγή έχει δικά της, αυτόνομα αποτελέσματα. Για παράδειγμα, έναν γενικευμένο φόβο.
Οι θεσμοί των κοινωνιών που διαθέτουν ακόμα μεγάλα κατάλοιπα παράδοσης ή οι θεσμοί προσωπικής εξάρτησης (στρατός, φυλακές κ.ά.) συντηρούνται και αναπαράγονται με αρκετές δόσεις βίας. Βία δεν είναι μόνο η σωματική. Είναι η οικονομική (ανεργία, φτώχεια κ.λπ.), είναι η λεκτική, η ψυχολογική κ.ά. Στα χρόνια της κρίσης, η ελληνική κοινωνία δέχτηκε μεγάλες δόσεις βίας, οικονομικής και άλλης, αλλά, ταυτόχρονα, ο κοινωνικός σεισμός που δημιούργησε η κρίση διέχυσε αυτή τη βία που συνήθως ασκείται από τον ισχυρότερο στον οικονομικά, κοινωνικά, ψυχολογικά ασθενέστερο. Νομίζω αυτό ισχύει για τον τρόπο του επίδικου γεγονότος αλλά και για τη μιντιακή του πρόσληψη.
* Συχνά τα ΜΜΕ επικαλούνται την έλλειψη αστυνόμευσης και ασφάλειας, η οποία, όπως λένε, «οδηγεί τον κόσμο στην αυτοάμυνα». Λένε «κανείς δεν είναι εγκληματίας, αναγκάζεται όταν απειλείται». Πώς θα μπορούσαν να διαχειριστούν τα ΜΜΕ με καλύτερο τρόπο έναν ορισμένες φορές δικαιολογημένο φόβο;
Δεν είμαι ειδικός σε θέματα ασφάλειας, όμως όσοι το λένε πρέπει να το θεμελιώνουν. Δεν θα το κάνουν χωρίς έρευνα, περιμένοντας σε γραφεία τις γραπτές ή προφορικές πληροφορίες από τα στελέχη των κρατικών υπηρεσιών ή πού και πού κανένα αποκλειστικό. Είδατε να υπάρχει έρευνα για παρόμοια περιστατικά - ή σε αυτό αν δεν υπήρχε το βίντεο; Παρατηρήσατε π.χ. ότι πολλά ΜΜΕ αποφεύγουν συστηματικά να απευθύνονται στους ειδικούς για τα θέματα που καλύπτουν; Αυτή η πρακτική από τη μία ισχυροποιεί τους στερεότυπους τρόπους κάλυψης και από την άλλη τους στερεότυπους τρόπους αντίληψης του κοινού. Εν τέλει, ευνοεί τα κυρίαρχα στερεότυπα αφηγήματα των ΜΜΕ, τα οποία κάποιοι τα έχουν έτοιμα στους υπολογιστές τους και απλώς τα «γεμίζουν» με τα επίκαιρα κάθε φορά γεγονότα.
* Είστε μέλος του Εθνικού Συμβουλίου Ραδιοτηλεόρασης. Τι περιθώρια υπάρχουν ώστε να περιοριστεί ο ρατσιστικός και μισαλλόδοξος λόγος στην τηλεόραση; Θα υπάρξει παρέμβαση στο κανάλι Αρτ του Καρατζαφέρη για το «γκάλοπ» που έθετε την ερώτηση «Είστε υπέρ της ηρωοποιήσεως του ληστή...»;
Σας απαντώ ως μέλος και όχι ως εκπρόσωπος του Συμβουλίου. Υπάρχει ο σχετικός αντιρατσιστικός νόμος, τον οποίο έχουν την υποχρέωση να τηρούν τα μέσα που εποπτεύονται, με ό,τι αυτό σημαίνει σε περίπτωση παραβίασής του. Σε ό,τι αφορά τη συγκεκριμένη περίπτωση που ρωτάτε, την απάντηση έδωσε ο ορισμένος εκπρόσωπος του Συμβουλίου, ο αντιπρόεδρος, ότι σχηματίστηκε φάκελος, άνοιξε η έρευνα και θα κληθεί ο εκπρόσωπος του σταθμού να δώσει εξηγήσεις.
avgi

CSI Κολοπετινίτσας, βαθύ κράτος και επαγγελματισμός



της Έλλης Ζώτου
Δεν είναι η πρώτη φορά που ακούμε συνδικαλιστή αστυνομικό να δικαιολογεί τα αδικαιολόγητα. 
Δεν είναι η πρώτη φορά που διακρίνεις φανερά ότι η άγρα ψήφων στις συνδικαλιστικές τους ενώσεις, χαϊδεύοντας αυτιά αστυνομικών που ουσιαστικά δημιουργούν πρόβλημα στους ίδιους τους αστυνομικούς, και η κακώς εννοούμενη «συναδελφική αλληλεγγύη»- που δυστυχώς βλέπουμε σε περιπτώσεις αστυνομικών αυθαιρεσιών- ζυγίζουν περισσότερο από τον επαγγελματισμό και το χτίσιμο μιας σχέσης εμπιστοσύνης μεταξύ πολιτών και αστυνομίας, ειδικά στη χώρα μας, δεδομένης της πρόσφατης πολιτικής μας Ιστορίας.
Αυτή η περίπτωση όμως είναι διαφορετική για πολλούς λόγους. Πρώτον, γιατί η επίκληση από τους συνδικαλιστές αστυνομικούς των αστυνομικών εγχειριδίων και ότι «στην προσπάθεια χειροπέδησής του άσκησαν την απολύτως απαραίτητη βία», όπως ισχυρίστηκε ο πρόεδρος των αστυνομικών υπαλλήλων Αθηνών Δημοσθένης Πάκος, παραβλέπεται το ουσιώδες: ότι έχουμε να κάνουμε με έναν άνθρωπο αιμόφυρτο, παραπέοντα, ημιαναίσθητο, μισοπεθαμένο. Οι αστυνομικοί υποθέτουμε πως διαβάζουν τα εγχειρίδια, αλλά θα έπρεπε να μπορούν να εκτιμήσουν αν μπροστά τους έχουν έναν γερό άνθρωπο που αντιστέκεται ή τους τελευταίους σπασμούς της ζωής.
Επί των «επιχειρησιακών» τώρα. Στη χώρα που είδαμε τις δίκες της Ηριάννας, του Περικλή, του Τάσου Θεοφίλου, νέων ανθρώπων να οδηγούνται στις φυλακές με αμφιβόλου ποιότητας πειστήρια και δείγματα DNA, με αόρατους μάρτυρες που δεν καταθέτουν ποτέ στο δικαστήριο, οι συνδικαλιστές αστυνομικοί δεν μας είπαν αν τα αστυνομικά εγχειρίδια προβλέπουν επίσης ότι ο χώρος δεν αποκλείεται και ο αστυνομικός πιάνει με γυμνά χέρια πειστήριο, στην προκειμένη περίπτωση το μαχαίρι.
Και τώρα επί του πολιτικού. «Όλες οι αστυνομικές πρακτικές λένε το ίδιο πράγμα. Πάνε σε ένα συμβάν στο οποίο καλούνται να αντιμετωπίσουν ένα άτομο οπλισμένο σε αμόκ. Αυτό τους λένε. Δεν γνωρίζουν τίποτα άλλο. Για να χειροπεδηθεί αυτό το άτομο και να ασφαλιστεί, για να μην τραυματιστεί ο ίδιος ή διερχόμενος πολίτης ή οι ίδιοι, αυτή είναι η πρακτική και σε όποιον αρέσει. Δεν μπορεί να κρίνεται συνεχώς η δράση του αστυνομικού, που είναι συγκεκριμένη, με βάση την πολιτική ιδεολογία του καθενός που κυβερνάει» είπε προχθές ο Δ. Πάκος. Φυσικά, πότε μέχρι σήμερα, ποτέ με τις κυβερνήσεις ΠΑΣΟΚ και Ν.Δ. δεν είχαμε ακούσει αστυνομικό να ξεστομίζει τέτοιο πράγμα. Πρόκειται για μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα διατύπωση, με ένα σαφές πολιτικό μήνυμα, που ουσιαστικά δηλώνει ότι «το κράτος είμαστε εμείς» και έρχεται και σαν συνέχεια των ανακοινώσεων των συνδικαλιστών τα τελευταία δύο χρόνια αλλά και των ψιθύρων τους στους διαδρόμους του αρχηγείου που συχνά λένε φωναχτά οι πολιτευτές της Ν.Δ. ότι «δεν αφήνουν την αστυνομία να κάνει τη δουλειά της». Γιατί προφανώς θεωρούν πως η δουλειά της αστυνομίας κρίνεται μόνο από το βαθύ κράτος και κάπου εδώ πάνε περίπατο και τα αστυνομικά εγχειρίδια, και το σύνταγμα και άλλα χαριτωμένα.
Κι εδώ ερχόμαστε να πούμε «όχι, και σε όποιον αρέσει», αλλά όποιος κατάλαβε κατάλαβε...
avgi

Κόμματα-κομήτες


του Τάσου Παππά
Να φτιάξεις ένα κόμμα είναι σχετικά εύκολο να το κρατήσεις στη ζωή είναι δύσκολο. Από τη Μεταπολίτευση και μετά δημιουργήθηκαν πολλά κόμματα. Ανάμεσά τους το ΠΑΣΟΚ και κατά κάποιο τρόπο η Νέα Δημοκρατία (μετεξέλιξη της ΕΡΕ). Αυτά ήταν οι εξαιρέσεις. Επέζησαν, κυβέρνησαν και εξακολουθούν να πρωταγωνιστούν, έστω κι αν το ΠΑΣΟΚ βρίσκεται σε λήθαργο. Από τα άλλα κανένα δεν επιβίωσε. Μερικά εξαφανίστηκαν ύστερα από λίγο καιρό, κάποια έλαμψαν για ένα διάστημα και στη συνέχεια οι δημιουργοί τους επέστρεψαν στα κόμματα από τα οποία είχαν φύγει καταγγέλλοντάς τα.

Η αφορμή για τα παραπάνω είναι τα διαλυτικά φαινόμενα στην Ενωση Κεντρώων, στο Ποτάμι και στους ΑΝ.ΕΛΛ. Να θυμίσω ορισμένες περιπτώσεις κομμάτων-πυροτεχνημάτων. Ο Αντώνης Τρίτσης έγραψε ιστορία ως υπουργός του ΠΑΣΟΚ (όπως είχε πει ο Α. Παπανδρέου), ήταν πετυχημένος δήμαρχος Αθηναίων, σήμερα τον μνημονεύουν οι πάντες για τις ριζοσπαστικές πρωτοβουλίες και απόψεις του στα θέματα του περιβάλλοντος, αλλά ως αρχηγός κόμματος (ΕΡΚ) δεν ευτύχησε. Ο Γεράσιμος Αρσένης ήταν ο πρώτος τσάρος της οικονομίας τη δεκαετία του '80, διαφώνησε με τον ιδρυτή του Κινήματος, έφτιαξε το ΕΣΚ, συνετρίβη, επέστρεψε στο ΠΑΣΟΚ και για λίγες ψήφους έχασε την πρωθυπουργία το 1996. Ο Δ. Τσοβόλας, αγαπημένος υπουργός του Α. Παπανδρέου, κάποια στιγμή συγκρούστηκε, έφυγε, συγκρότησε το ΔΗΚΚΙ, κατάφερε να επιβιώσει κοινοβουλευτικά μερικά χρόνια, αλλά η κατάληξη ήταν η διάσπαση, η περιθωριοποίηση και η διάχυσή του σε διπλανά σχήματα.

Ο γιος του ιδρυτή, αρχηγός του ΠΑΣΟΚ και πρωθυπουργός της χώρας Γιώργος Παπανδρέου, απομακρύνθηκε από το ΠΑΣΟΚ, δοκίμασε την τύχη του με το ΚΙΔΗΣΟ, έμεινε εκτός Βουλής και εντάχθηκε στο ευρύτερο μέτωπο του ΚΙΝ.ΑΛΛ. «Συμφωνία για τη νέα Ελλάδα» λεγόταν η κίνηση του Ανδρέα Λοβέρδου, η οποία εξέπνευσε πριν καν μπουσουλήσει και ο επικεφαλής της επέστρεψε άρον άρον στο ΠΑΣΟΚ. Ολα τα κόμματα που δημιουργήθηκαν από στελέχη του ΠΑΣΟΚ είχαν έναν στόχο κι ας μην το ομολογούσαν: να φτιάξουν το καλό ΠΑΣΟΚ για να αντικαταστήσουν το μεταλλαγμένο και συμβιβασμένο ΠΑΣΟΚ, όπως χαρακτήριζαν το κόμμα που τους είχε αναδείξει.

Το ίδιο πάνω-κάτω αφήγημα χρησιμοποίησαν και όσα στελέχη της Δεξιάς αποστασιοποιήθηκαν από το κόμμα-μαντρί της παράταξης. Απέτυχε ο Κωστής Στεφανόπουλος με τη ΔΗΑΝΑ να συγκροτήσει τη μετριοπαθή αντιμητσοτακική Δεξιά, απέτυχε ο Αντ. Σαμαράς να δημιουργήσει την πατριωτική Δεξιά με την Πολιτική Ανοιξη, απέτυχε ο Δημήτρης Αβραμόπουλος να στήσει ένα πιο φιλελεύθερο σχήμα με το ΚΕΠ, απέτυχε η Ντόρα Μπακογιάννη με τη Δημοκρατική Συμμαχία να εκφράσει το φιλελεύθερο Κέντρο. Εκτός από τον Κ. Στεφανόπουλο (εξελέγη Πρόεδρος της Δημοκρατίας) οι υπόλοιποι γύρισαν με πεσμένα τα φτερά στη Ν.Δ.

Ο κ. Αβραμόπουλος απέσυρε από την κυκλοφορία το κόμμα του πριν εκτεθεί έστω μία φορά στις κάλπες, ενώ ο κ. Σαμαράς, παρά το γεγονός ότι είχε χρεωθεί την πτώση της κυβέρνησης Μητσοτάκη, κατάφερε να γίνει αρχηγός της Ν.Δ. και πρωθυπουργός της χώρας. Ανάλογα φαινόμενα έχουμε και στην ευρύτερη Αριστερά. Για παράδειγμα, τον «καλό ΣΥΡΙΖΑ» επιχειρούν να δημιουργήσουν η ΛΑ.Ε., ο Γ. Βαρουφάκης, η Ζωή Κωνσταντοπούλου, χωρίς ωστόσο να συνεργάζονται μεταξύ τους, αν και κάνουν την ίδια ανάλυση για το τι έφταιξε και διασπάστηκε ο ΣΥΡΙΖΑ τον Αύγουστο του 2015. Ομως τα κόμματα και οι ομάδες που βρίσκονται εκτός των μεγάλων σχηματισμών της Αριστεράς, για ποικίλους πολιτικούς και ιδεολογικούς λόγους, έχουν συνηθίσει να λειτουργούν σε συνθήκες εμφυλίου και σε περιβάλλον ήττας και δεν έχουν ανάγκη την κοινοβουλευτική εκπροσώπηση για να αντέξουν.

Σύμφωνα με την αντίληψή τους, οι μεγάλες μάχες για την ανατροπή του συστήματος δεν θα δοθούν στα Κοινοβούλια αλλά στους δρόμους με τα κινήματα. Τα αστικά μορφώματα μικρής εμβέλειας χωρίς παρουσία στη Βουλή και δίχως πρόσβαση στα μέσα ενημέρωσης είναι καταδικασμένα να εξαφανιστούν. Ολες αυτές οι προσπάθειες (από το ΠΑΣΟΚ και τη Ν.Δ.) δεν μακροημέρευσαν κι ας είχαν επικεφαλής γνωστές προσωπικότητες. Απέτυχαν γιατί ήταν προσωποπαγή μορφώματα χωρίς ευδιάκριτο ιδεολογικό στίγμα, χωρίς ξεχωριστή πολιτική ταυτότητα.

Θα έχουν την ίδια μοίρα το Ποτάμι, οι ΑΝ.ΕΛΛ., η Ενωση Κεντρώων; Με την πόλωση στα ύψη και τις πιέσεις από τη Ν.Δ. και τον ΣΥΡΙΖΑ να κλιμακώνονται όσο θα πλησιάζουμε στις εκλογές, θα απειληθεί η ήδη κλονισμένη συνοχή τους. Το Ποτάμι έχει χάσει μερικούς βουλευτές, απ’ αυτούς που έχουν μείνει κάποιοι κοιτάζουν προς τη Δεξιά, κάποιοι προς τον ΣΥΡΙΖΑ, ο κόσμος του προτιμά συνεργασία με τη Ν.Δ. Οι ΑΝ.ΕΛΛ., το μακροβιότερο σχήμα αυτής της κατηγορίας, αντιμετωπίζουν πολλά προβλήματα.

Η συμμετοχή τους στην κυβέρνηση τους κράτησε στη ζωή αλλά η Κοινοβουλευτική Ομάδα είναι διχασμένη και δύσκολα θα αντέξει σε συνθήκες πολιτικού διχασμού. Η Ενωση Κεντρώων είναι υπό διάλυση. Αν τα άλλα δύο κόμματα είχαν ακροατήριο και μπορούσαν να δικαιολογήσουν την αυτόνομη παρουσία τους στην πολιτική σκηνή, η Ενωση Κεντρώων είναι ένα κόμμα (;) που ουδείς έχει καταλάβει τι ακριβώς πιστεύει και γιατί υπάρχει. Τα προγνωστικά και για τα τρία κόμματα δεν είναι υπέρ τους.

efsyn

«Γιατί έτσι μας αρέσει»;


του Παντελή Μπουκάλα
Κι  αν δεν υπήρχαν τα βίντεο; Αν δεν είχε επικρατήσει και στην οδό Γλάδστωνος η πλανητική συνήθεια των τελευταίων ετών, που εννοεί σαν ηλιοβασίλεμα κάθε σκηνή του βίου; Αυτή η συνήθεια που θέλει τον κάτοχο κινητού ακίνητο καταγραφέα των όσων βλέπει (όποιας λογής κι αν είναι), και όχι συγκινούμενο μέτοχό τους, που παρεμβαίνει, για να αποτρέψει λ.χ. έναν καβγά, να προσπαθήσει να σώσει κάποιον που τον παρέσυρε το νερό της καταιγίδας ή το κύμα της θάλασσας κ.ο.κ.;

Πρέπει ωστόσο να μην είμαστε απόλυτοι. Καταγραφές όπως αυτές της Ομόνοιας είναι πιθανό να τις υπαγορεύει ένα αίσθημα κοινωνικής ευθύνης. Να απορρέουν από κάποιον ενδόμυχο φόβο ότι δίχως βίντεο, εύκολα και γρήγορα θα κατασκευαστεί «αρμοδίως» μια άλλη αλήθεια, η οποία και θα επικρατήσει, επίσης εύκολα και γρήγορα. Εύκολα άλλωστε το φανταζόμαστε: Δίχως τα βίντεο, θα είχε επιβληθεί η «επίσημη εκδοχή», η επίσημη ερμηνεία των πραγμάτων, γιατί περί ερμηνείας πρόκειται κάθε φορά: απόπειρα ληστείας από μαχαιροβγάλτη («αναζητούνται οι πιθανοί συνεργοί του, που μάλλον διέφυγαν μες στην αναστάτωση»), λυσσώδης αντίσταση κατά της αρχής, τραυματισμός του ιδιοκτήτη και τριών περαστικών από τον γαντοφορεμένο ληστή, που εξακόντιζε κομμάτια γυαλί, τέτοια. Η κοινή γνώμη, έτσι κι αλλιώς υπερτροφοδοτημένη από ρεπορτάζ «βίας και ανομίας», θα είχε κατασκευαστεί πριν καν προλάβει να αναρωτηθεί μόνη της, σιωπηρώς, μακριά από τον θόρυβο, τι μπορεί να συνέτρεξε.

Αν δεν υπήρχαν τα βίντεο, η μαρτυρία του ανθρώπου που προσπάθησε να σταματήσει το λιντσάρισμα θα κρινόταν εξωφρενική, ίσως και πλαστή ή υποβολιμαία. Ιδού: «Η φάση που είναι το παλικάρι πεσμένο κάτω και τρώει τα σουτ, τα σουτ ήτανε απίστευτα. Δηλαδή οι κλοτσιές που έτρωγε στο κεφάλι, δεν ξέρω, και να μην πέθανε από αυτό, να πέθανε από κάτι άλλο, τα χτυπήματα ήτανε δολοφονικά». Μα μπάλα με ανθρώπινο κεφάλι, θα σκεφτόμασταν. Υπερβολές...

Δίχως τα βίντεο, οι διαβεβαιώσεις του προέδρου της Ενωσης Αστυνομικών Υπαλλήλων Αττικής Δημοσθένη Πάκου πως όλα έγιναν σύμφωνα με τα αστυνομικά εγχειρίδια θα γίνονταν πιστευτές από πολλούς. Και ο κυνισμός του ανδρός, το «σ’ όποιον αρέσει» που εξαπέλυσε, δεν θα κατακρινόταν σαν κυνισμός, αλλά θα διακινούνταν σαν «ιερή αγανάκτηση ενός βαρύτατα αδικουμένου». Δίχως τα βίντεο η κτηνώδης χλεύη κατά των ομοφυλοφίλων δεν θα περιοριζόταν στα πρωτοσέλιδα του «Μακελειού» και της «Ελεύθερης Ωρας» και στους ανωνυμοψευδώνυμους κανίβαλους του Διαδικτύου.

Καθημερινή