του Παντελή Μπουκάλα
Ωστε λοιπόν εκτός από ώρες κοινής ησυχίας, υπάρχουν και ώρες κοινής σιωπηρής ανοχής στην κακογουστιά, την αναισχυντία και την αναξιοπρέπεια. Κάτι τέτοιο θα φαντάστηκαν στο κανάλι που παρουσιάζει το ριάλιτι «Game of Love», εξού και η απόφασή τους να μεταθέσουν την ώρα προβολής του στις έντεκα το βράδυ. Μία ώρα πριν από τα μεσάνυχτα, σου λέει, οι άνθρωποι έχουν χαλαρώσει. Εχουν βγάλει τη γραβάτα της σεμνοτυφίας και του πουριτανισμού και μπορούν να δοθούν ευχαρίστως σε τολμηρά θεάματα. Σε «ένα παιχνίδι αποπλάνησης και παραπλάνησης με στόχο ένα έπαθλο χρηματικής αξίας 30.000 ευρώ», σύμφωνα με το ίδιο το κανάλι. Μέχρι τις δέκα, τις έντεκα, καλό είναι να κρατάμε τα προσχήματα. Ωστε και το ΕΣΡ να μπλοκάρουμε μ’ «ένα παιχνίδι παραπλάνησης» και τους εισαγγελείς να αφοπλίζουμε.
Θεάματα σαν το ριάλιτι της κλειδαρότρυπας, μιας κλειδαρότρυπας σε σχήμα και μέγεθος μικρής οθόνης, είναι πολύ περισσότερο πορνογραφικά από τις τσόντες που βλέπει κανείς σε συνδρομητικά κανάλια ή στο ίντερνετ. Οι τσόντες, με τα δέκα επιφωνήματα των διαλόγων και τις ισάριθμες κρύες λέξεις, δεν παριστάνουν πως είναι κάτι άλλο από αυτό που όντως είναι. Τα τηλεριάλιτι με τα μισοντυμένα σώματα είναι πολύ πιο γυμνά, ηθικά και αισθητικά, από τα εξαρχής και μέχρι τέλους απογυμνωμένα πορνό. Για να ενισχύσουν δε τον πορνογραφικό τους χαρακτήρα, χρησιμοποιούν και τη γλώσσα σαν διεγερτικό: τα υπονοούμενα, τις χοντράδες, τις γαλιφιές. Σαν διεγερτικό του τηλεθεατή, όχι του παίχτη.
Μία από τις παραμέτρους του όλου θέματος σχετίζεται με τους δρόμους σκέψης που ακολουθούν τα στελέχη των ιδιωτικών διαύλων ώσπου να καταλήξουν σε επιλογές τύπου «Game of Love». Απλή η απάντηση: Στον χώρο της εμπορικής τηλεόρασης ο θεμελιώδης νόμος ορίζει ότι αντίπαλος του κακού δεν είναι το καλό αλλά το χειρότερο. Για να αποσπάσεις μεγαλύτερο μερίδιο τηλεθέασης, δεν θα δείξεις κάτι καλύτερο από το κακό θέαμα που προβάλλει το διπλανό κανάλι (και επιβραβεύεται από το κοινό), αλλά κάτι ακόμα πιο κακό. Σοφτ πορνό εσείς; Λιγότερο σοφτ εμείς.
Μια δεύτερη παράμετρος αφορά τους παίχτες. Είναι μόνο τα τριάντα ή πενήντα χιλιάρικα αυτά που πείθουν «ανθρώπους της διπλανής πόρτας» να αυτογελοιοποιηθούν δημόσια, να ξεμπροστιαστούν στα μάτια όχι τόσο των αγνώστων τους όσο των γνωρίμων τους; Και το κοινό; Ποια τηλεοπτική παιδεία διαμόρφωσε ένα κοινό ικανό να καταναλώνει ασμένως τη χυδαιότητα; Ετοιμο να παραδοθεί σε μια οφθαλμοπορνεία επιτρεπόμενη μετά τις έντεκα;
ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου