«Το «Survivor» μας πηγαίνει στον κόσμο που χάσαμε», καταλήγει ο αρθρογράφος καθηγητής. Η νοσταλγία άρα, ο πόνος του γυρισμού στην εποχή του «Big Brother», στην εποχή του Κώστα Σημίτη και της ξοφλημένης κοινωνίας της αφθονίας και της κατανάλωσης, αυτό το μέγα άλγος είναι που οδηγεί τον κόσμο –που, όπως προείπαμε, κουράστηκε από το ταξικό μίσος- στο ριάλιτι
της Κατέ Καζάντη
Έχουν ιδεολογική χρήση τα τηλεοπτικά υποπροϊόντα; Αποτελούν αθώα, φθηνά κατασκευάσματα, έργα αδαών προς τέρψιν αδαών, ή οι επαγγελματίες διασκευαστές της κουλτούρας πολιτικολογούν και πολιτεύονται δια μέσου των παραγωγών τους;
Αν αναλογιστεί κανείς πως οι γνωστοί άγνωστοι «μαικήνες», οι οποίοι και επιβάλλουν, σπονσονάροντας, τους όρους και τους κώδικες της τέχνης είναι οι επίσης γνωστοί άγνωστοι επιχειρηματίες που έχουν στην κατοχή τους ή χρηματοδοτούν Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης, η απάντηση είναι σχετικώς απλή.
Τα πάντα, εξάλλου, είναι πολιτική, από τα πάντα παράγεται πολιτική: από τα πρωινάδικα της τηλοψίας ως την αρθρογραφία του αστικού Τύπου, το μακρύ χέρι των ιδεολογικών μηχανισμών της κυρίαρχης τάξης είναι εδώ.
Έτσι, την περασμένη Κυριακή, στην εφημερίδα «Ελευθερία του Τύπου» ο κ. Β. Βαμβακάς, επίκουρος καθηγητής Κοινωνιολογίας της Επικοινωνίας του ΑΠΘ, με άρθρο του –προβεβλημένο και στην πρώτη σελίδα- θεωρεί, ούτε λίγο ούτε πολύ, πως το «Survivor» «αποτελεί ένα σημείο σταθμό στα χρόνια της κρίσης», μιας και οι υψηλές του θεαματικότητες καταδεικνύουν, λέει, πως το κοινό, από κει που ήταν διχασμένο, αίφνης, ομονοεί «σε μια ανώδυνη αντιπαράθεση (…) που καμιά σχέση δεν έχει με τους όρους ταξικού και εθνικού μίσους που κυριάρχησε τα τελευταία χρόνια».
Για τον κ. Βαμβακά, επίσης, αφού «το Διαδίκτυο αναδείχτηκε ως το κατ’ εξοχήν μέσο της πόλωσης, της επιθετικής και προσβλητικής αντιπαράθεσης» οι θεαματικότητες ενός ριάλιτι απ’ τα παλιά σηματοδοτεί «μιαν επιθυμία για επιστροφή στην παλιά κανονικότητα».
«Το «Survivor» μας πηγαίνει στον κόσμο που χάσαμε», καταλήγει ο αρθρογράφος καθηγητής. Η νοσταλγία άρα, ο πόνος του γυρισμού στην εποχή του «Big Brother», στην εποχή του Κώστα Σημίτη και της ξοφλημένης κοινωνίας της αφθονίας και της κατανάλωσης, αυτό το μέγα άλγος είναι που οδηγεί τον κόσμο –που, όπως προείπαμε, κουράστηκε από το ταξικό μίσος- στο ριάλιτι. Είναι όμως έτσι ή μήπως τούτα τα αισθήματα είναι δεν του λαού αλλά του καθηγητού;
Στην ιδιοσυστασία της μαζικής κουλτούρας –άσχετης και παντελώς αντίθετης από τη λαϊκή-είναι εξάλλου το να εκμεταλλεύεται την ανάγκη διανοητικής χαλαρότητας του ανθρώπου, ώστε να επιβάλλει συμπεριφορές προκάτ: εδώ, το στερεότυπο του ανταγωνισμού και της ανθρωποφαγίας, η φυσιολογικότητα της έχθρας, ο ολοκληρωτισμός της δύναμης, όλα όσα περνούν μέσα από «Survivor», αφήνουν αδιάφορο τον κ. Βαμβακά που θέλγεται μοναχά από τα περασμένα μεγαλεία μιας κοινωνικής «κανονικότητας» η οποία, όμως, περιείχε όλα τα προαναφερθέντα.
Κι αν η βιομηχανία της μαζικής κουλτούρας παράγει εντός της κοινωνίας, πρώτα τους πελάτες και κατόπιν τα προς πώληση υποπροϊόντα της (Αντόρνο), κι αν αντικαθίσταται η έννοια του αλληλέγγυου πολίτη από εκείνη του ιδιώτη καταναλωτή, ουδέν πρόβλημα, φυσικά. Εκείνο που έχει σημασία είναι η καταλλαγή: ένα κακέκτυπο της ταξικής ειρήνης, καθόλου, μα καθόλου, πολιτικής υφής.
Όσα υπόρρητα υποδεικνύονται και προτείνονται, ως στάση κατεξοχήν, μάλιστα, πολιτική, είναι κατά πολύ σημαντικότερα εκείνων που γράφονται στο άρθρο «Η δυνητική κανονικότητα». Διότι έχει και η μαζική κοινωνία τους διανοούμενους υποστηρικτές της. Σύστημα εξάλλου, πώς αλλιώς;
Αλλά, ευτυχώς, η ιστορία μάλλον δείχνει πως, στις κρίσιμες στιγμές, το υποκείμενο που μετασχηματίζει τον κόσμο, ο λαός, δεν τσιμπάει, παρά μονάχα προσωρινώς.
LEFT
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου