Σάββατο 8 Νοεμβρίου 2025

Γιατί τόσο μίσος η ακροδεξιά με τους δασκάλους των παιδιών μας


 

Από τις κραυγές της Λατινοπούλου και του Τζήμερου μέχρι τις “καταγγελίες” του Βελόπουλου, οι ακροδεξιές ρητορικές επιτίθενται σε όσους μαθαίνουν στα παιδιά να σκέφτονται.

του Χρήστου Κάτσικα

Τα τελευταία χρόνια, το ελληνικό σχολείο βρίσκεται στο επίκεντρο μιας πρωτοφανούς ρητορικής στοχοποίησης. Πολιτικά πρόσωπα με ακροδεξιό λόγο — η Αφροδίτη Λατινοπούλου, ο Θάνος Τζήμερος, ο Κυριάκος Βελόπουλος — επιτίθενται δημόσια σε εκπαιδευτικούς, με ύβρεις που άλλοτε βαφτίζονται «πατριωτική αγανάκτηση» κι άλλοτε «λογική αντίδραση».

Η Λατινοπούλου μίλησε για «σκουπίδια» που πρέπει να «καθαριστούν από τα σχολεία» επειδή δήθεν δεν τιμούν τη σημαία («Όσοι και να ήταν, θα έπρεπε να απολυθούν. Σκούπα σε αυτά τα “σκουπίδια” που δεν σέβονται τη σημαία μας»)·

Ο Τζήμερος χαρακτήρισε τους συνδικαλιστές της εκπαίδευσης «αγράμματους σταλίνες» και «τεμπελχανάδες» («στα σχολεία υπάρχει η μεγαλύτερη συνδικαλιστική σαπίλα… αγράμματοι σταλίνες τεμπελχανάδες» ).

Ο Κυριάκος Βελόπουλος – έστω και χωρίς άμεση στοχοποίηση μόνο των εκπαιδευτικών – συμμετέχει σε μια ρητορική που απαξιώνει τα συνδικαλιστικά κινήματα (“Αν ήμαστε σοβαρή χώρα θα λέγαμε καταργούμε αυτά τα “ΕΛΜΕ” των δασκάλων. Θα είναι δάσκαλοι, θα πληρώνονται από το Δημόσιο και τέρμα αυτά που ξέρανε”)

Πίσω από τον κοινό παρονομαστή του μίσους, ωστόσο, δεν υπάρχει απλώς ρητορική υπερβολή — υπάρχει πολιτική στόχευση.

Τα χαρακτηριστικά της γλώσσας

Η γλώσσα που χρησιμοποιείται περιέχει:

  • Μεταφορές απολυτήριου χαρακτη­ρισμού («σκουπίδια», «σαπίλα»)
  • Μαζικοποίηση και αποκατάσταση «εχθρού» (εκπαιδευτικοί/συνδικαλιστές ως συλλογική ομάδα προς στοχοποίηση)
  • Εθνικιστικά/πατριωτικά φορτία («η σημαία», «η εθνική εορτή», «το έθνος»)
  • Ταύτιση με «καθαρότητα», «τάξη», και αντίθεσή της στην «αναρχία», στην «τεμπελιά», στην «αχρηστία».

Ο πολιτικός επιστήμονας Κώστας Θ., που ερευνά τη ρητορική του λαϊκισμού στην εκπαίδευση, εξηγεί:

«Ο χαρακτηρισμός “σκουπίδια” ή “σαπίλα” αποανθρωποποιεί τον εκπαιδευτικό. Από τη στιγμή που ο άλλος παύει να είναι πολίτης με δικαιώματα και γίνεται “εχθρός του έθνους”, κάθε μορφή αυταρχισμού φαίνεται νομιμοποιημένη. Είναι το ίδιο γλωσσικό μοτίβο που προηγήθηκε πολιτικών διώξεων ή διχασμών σε άλλες εποχές».

Ο εκπαιδευτικός Γιώργος Καββαδίας σχολιάζει:
«Η στοχοποίηση του συνδικαλισμού των εκπαιδευτικών δεν είναι τυχαία. Οι ΕΛΜΕ, οι ΣΕΠΕ, οι συλλογικές οργανώσεις, είναι θεσμοί δημοκρατίας. Όποιος ζητά την κατάργησή τους, στην ουσία επιδιώκει να σιγήσει η φωνή των δασκάλων.»

Η εκπαιδευτικός Μαρία Πρίμη επισημαίνει : “Η λέξη «τεμπέλης» είναι επίσης συμβολική. Υπονοεί ότι ο εκπαιδευτικός «ζει εις βάρος των άλλων», άρα ο συνδικαλισμός του είναι παρασιτικός. Πρόκειται για μια παλιά συνταγή: πρώτα απαξιώνεις, μετά αποδυναμώνεις”.

Οι φωνές της τάξης

Η πιο εύγλωττη απάντηση όμως δεν δίνεται στα τηλεοπτικά πάνελ, αλλά μέσα στις αίθουσες.

«Όταν με λένε τεμπέλη, γελάω. Αν ήξεραν πόσες ώρες διαβάζουμε στο σπίτι για να στηρίξουμε ένα παιδί με μαθησιακές δυσκολίες…» λέει ο Νίκος Γαλάνης, εκπαιδευτικός σε Γυμνάσιο της Αθήνας. Και συμπληρώνει:
«Το πρόβλημα δεν είναι οι λέξεις τους, είναι η πρόθεση να κάνουν τον εκπαιδευτικό αποδιοπομπαίο τράγο για όλα: από τη βία στα σχολεία ως την κρίση των αξιών. Κι αυτό είναι επικίνδυνο».

Η Αγγελική Φ., καθηγήτρια φυσικής, επισημαίνει: «Προσπαθώ να διδάξω στα παιδιά τον επιστημονικό τρόπο σκέψης. Όταν πολιτικοί μας λένε “εθνομηδενιστές” επειδή δεν αναπαράγουμε μύθους, το μήνυμα που περνά είναι ότι η γνώση πρέπει να υπακούει στην ιδεολογία. Αυτή είναι η αρχή του σκοταδισμού.»

Οι «ενοχλητικοί» του συστήματος

Η σχολική αίθουσα παραμένει ένας από τους ελάχιστους δημόσιους χώρους όπου η κριτική σκέψη έχει ακόμη δικαίωμα ύπαρξης. Ο δάσκαλος, η φιλόλογος, ο μαθηματικός που μιλούν για ισότητα, για συλλογική δράση, για δημοκρατία, για σεβασμό στη διαφορετικότητα, δεν λειτουργούν απλώς ως μεταδότες γνώσης — είναι οι μικροί φύλακες της δημοκρατίας.

«Μας θέλουν υπαλλήλους χωρίς άποψη. Αντιλαμβάνονται το σχολείο σαν στρατώνα και τους εκπαιδευτικούς σαν φρουρούς του “εθνικού ήθους”», λέει ο Χρίστος Σ., καθηγητής Πληροφορικής σε Λύκειο της Νότιας Αθήνας. «Όταν μιλάς στα παιδιά για κοινωνικά δικαιώματα ή για περιβαλλοντική δικαιοσύνη, ακούς μετά ότι κάνεις “ιδεολογία”. Μα αυτός είναι ο ρόλος της Παιδείας — να σε κάνει να σκέφτεσαι!»

Η στοχοποίηση των εκπαιδευτικών δεν είναι τυχαία. Στον λόγο των ακροδεξιών πολιτικών, το σχολείο γίνεται το νέο πεδίο μάχης ταυτότητας. Εκεί παίζεται το ποιος “διαμορφώνει” τον νέο Έλληνα: ο ανοιχτός και δημιουργικός δάσκαλος ή ο αυστηρός «πατριώτης» που δεν σηκώνει αμφισβήτηση.

Γιατί στρέφονται εναντίον των εκπαιδευτικών

Ας δούμε μερικούς βασικούς λόγους — διεισδυτικά και με ερευνητικό βλέμμα — για τους οποίους η εκπαιδευτική κοινότητα γίνεται υποδοχέας τέτοιας στοχοποίησης από ακροδεξιούς πολιτικούς:

Α. Το σχολείο ως χώρος διαμόρφωσης συνείδησης
Το σχολείο δεν είναι απλώς μηχανισμός μετάδοσης γνώσης· είναι πεδίο όπου διαμορφώνονται αξίες, πολιτισμός, κοινωνικές στάσεις. Οι εκπαιδευτικοί και οι συνδικαλιστές εκπροσωπούν ένα δυναμικό που μπορεί να προάγει κριτική σκέψη, δημοκρατικές πρακτικές, συλλογικότητα. Για πολιτικές δυνάμεις που επιδιώκουν εθνικιστική, απολυταρχική ή ιεραρχική αντίληψη, αυτός ο ρόλος είναι απειλητικός.

Β. Ο συνδικαλισμός ως αντίβαρο στην εξουσία
Οι εκπαιδευτικές οργανώσεις ζητούν δικαιώματα, καλύτερες συνθήκες, δημόσια επένδυση — αυτό συγκρούεται με λογικές λιτότητας, απορύθμισης της εργασίας ή ιδιωτικοποίησης. Έτσι, η ρητορική «τεμπέληδων», «γραβατοφόρων» συνδικαλιστών λειτουργεί ως εργαλείο απαξίωσης της συλλογικής δράσης.

Γ. Η εκπαίδευση ως πεδίο ιδεολογιών
Σε εποχές κρίσης, ο δημόσιος σχολικός χώρος γίνεται πεδίο σύγκρουσης για το ποια θα είναι η ταυτότητα του «έθνους», της «πατρίδας», της «κουλτούρας». Καμία έκπληξη ότι ακροδεξιοί πολιτικοί στρέφονται εναντίον όσων υποτίθεται «υποσκάπτουν» την εθνική ταυτότητα – όπως μέσω διδασκαλίας «διαφορετικότητας», «κατάργησης εθνικών γιορτών», κ.λπ. Η δηλωμένη αντίθεση της Λατινοπούλου σε εκπαιδευτικούς που λένε ότι «πρέπει να καταργηθούν οι εθνικές εορτές» το αποδεικνύει.

Δ. Η ανάγκη για «εχθρό» στην πολιτική ρητορική
Οι πολιτικές δυνάμεις χρειάζονται εχθρούς — πεδία όπου θα εμφανιστούν ως «προστάτες» της τάξης και της κανονικότητας. Το εκπαιδευτικό σώμα, οι συνδικαλιστές και ο δημόσιος εκπαιδευτικός θεσμός γίνονται εύκολα στόχος: όταν χαρακτηρίζονται ως «τεμπέληδες», «αγράμματοι», «αντεθνικοί», τότε η υπόλοιπη κοινωνία καλείται να ταχθεί υπέρ της «τάξης» – «εμείς εναντίον αυτών». Έτσι εξηγείται η ένταση του λόγου.

Αντιπαράθεση

Η στοχοποίηση των εκπαιδευτικών από ακροδεξιές πολιτικές ρητορικές δεν είναι απλώς «κακή φράση». Αντιπροσωπεύει μια συνδυασμένη επίθεση: στον δημόσιο χαρακτήρα της εκπαίδευσης, στην συλλογική δράση, στην ίδια τη δημοκρατική παιδεία.

Είναι σαφές ότι η παιδαγωγική δεν λειτουργεί σε ερημική σφαίρα· είναι βαθιά πολιτική και κοινωνική. Η δομή του σχολείου, η αξιολόγηση, η συλλογική εκπαιδευτική δράση — όλα είναι μέρος ενός ευρύτερου πλαισίου όπου διακυβεύονται αξίες. Η ρητορική που απαξιώνει το σχολείο και τους εκπαιδευτικούς δεν πρέπει να αποτελεί παθητικό φόντο. Πρέπει να αντιμετωπιστεί με γνώση, συλλογικότητα και αισιοδοξία — για το μέλλον της εκπαίδευσης και της κοινωνίας.

Όσο θα υπάρχουν δάσκαλοι που υψώνουν τη φωνή τους με αξιοπρέπεια, το σκοτάδι θα υποχωρεί — όχι επειδή το καταγγέλλουν μόνο, αλλά γιατί το διαψεύδουν κάθε μέρα μέσα στην τάξη.

Το διδακτικό και παιδαγωγικό έργο των εκπαιδευτικών δεν υπόκειται σε εκβιασμούς, δεν επηρεάζεται από τη μισαλλοδοξία, τη βία του ρατσισμού και την ξενοφοβία που επιχειρούν να εγκαταστήσουν στον αξιακό κώδικα της ελληνικής κοινωνίας οι εντολοδόχοι του μίσους.

Πηγή: alfavita.gr

Τετάρτη 15 Οκτωβρίου 2025

Τότε «Αέρααα», τώρα «Οξυγόνο»

 


της Ζωής Χαλιδιά

Οι άγνωστοι στρατιώτες, σε κάθε πόλεμο, ήταν δεκάδες χιλιάδες λαϊκοί άνθρωποι, της διπλανής πόρτας, της διπλανής αυλής και της αφανούς ζωής, που σκοτώθηκαν στα χαρακώματα ή εκτοπίστηκαν.

Πιθανόν κάποιοι να έπεσαν μαχόμενοι φωνάζοντας «Αέρααα!».

Όπως φωνάζουμε σήμερα εμείς «Οξυγόνο!» δίνοντας άλλη μάχη σε άλλο μέτωπο.

Η ανακοίνωση επιβολής στρατιωτικού νόμου από τον Μητσοτάκη, στην μικρή περιοχή του Αγνώστου Στρατιώτου, δεν εκπορεύεται από σέβας προς τους ηρωικά μαχόμενους πεσόντες.

Εξ άλλου το σόι του κι ο ίδιος πάντα τα ‘χαν καλά με τους κατακτητές, γιατί να τον κρύψωμεν άλλωστε…

Θέλει να τον επιβάλλει διότι νιώθει αποστροφή προς κάθε λαϊκό αγώνα. Εξ ου κι οι πολιτικές του ορντινάντσες μίλησαν για εκκαθάριση, σιωπή ή τσαντιροκατάσταση.

Θυμόμαστε πολύ καλά τη συγκεκριμένη περιοχή να είναι καγκελοαποκλεισμένη επί κυβέρνησης Σαμαροβενιζέλου, για μακρύ χρονικό διάστημα.

Κι ήταν έντονη η αποσυμπίεση που νιώσαμε όταν την πρώτη ημέρα διακυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ αφαιρέθηκαν.

Αυτή τη φορά επιχειρούν να την αποκλείσουν δια βίου, με στρατιωτικό τρόπο και χωρίς προσχήματα.

Και να μεταλλαχθεί σε τόπο κυριαρχίας όπου συμβολικά πάνω στην εξέδρα, σε περίοπτη θέση, θα παρίστανται στις εθνικές παρελάσεις ανώτατοι αξιωματούχοι της εξουσίας και πολιτικοί επιβήτορες.

Εμείς οι άλλοι να πάμε πέρα, κι ακόμα πάρα πέρα να εκφράσουμε ελεύθερα το φρόνημά μας.

Η περιοχή της πλατείας Συντάγματος είναι ταυτισμένη με ιστορικούς κοινωνικούς αγώνες. Το ομολογεί και το όνομά της.

Ασχέτως αν έχει αλλάξει άρδην ο χαρακτήρας της πλατείας συνειδητά υπέρ των τουριστών, παραμένει εμβληματικό τοπόσημο και βήμα λαϊκής διαμαρτυρίας, διεκδικήσεων και αλληλεγγύης.

Αυτή η λαϊκότητα όταν επανέρχεται αναγουλιάζει την κ. Λατινοπούλου και θίγει την πολιτική της αισθητική.

Όμως σήμερα το βραδάκι περνώντας από τον αυλόγυρο του Αγνώστου Στρατιώτη, βλέποντας τις ταπεινές κι ασύμμετρες γλάστρες με τα ανθάκια τους, φερμένες από αγνώστους ανθρώπους και τοποθετημένες γύρω από τα γραμμένα ονόματα των νεκρών της αμαξοστοιχίας, νιώθουμε να αναδύεται καλοσύνη, σεβασμός κι αγάπη από όσους ανθρώπους στέκονται στο πέρασμα τους.

Το σημείο γίνεται ένα ακόμα κοινωνικό ιερό μνημείο κι είναι καθήκον μας να το υπερασπιστούμε ως τέτοιο, ενθυμούμενοι τα λόγια του ποιητή: Τούτο το χώμα είναι δικό τους και δικό μας, δεν μπορεί κανείς να μας το πάρει.

Κουτί πανδώρας


Τρίτη 7 Οκτωβρίου 2025

Πού γεννήθηκες και γιατί γεννήθηκες;

 


«Όταν οι νάνοι ρίχνουν μακριές σκιές, πάει να πει ότι ο ήλιος είναι χαμηλά».

του Νίκου Παπαδογιάννη

Mια φορά κι έναν καιρό, όχι πολύ παλιά, ταξιδεύαμε προς το Ισραήλ για περιγραφή αγώνα μπάσκετ και δεν μας επέτρεπαν να μπούμε στο αεροπλάνο, αν δεν απαγγέλλαμε απνευστί τη δωδεκάδα της Μακάμπι: νούμερο 4 Σιμς, νούμερο 5 Ντάνιελ και ούτω καθ’ εξής.

Όποιον δημοσιογράφο κόμπιαζε τον οδηγούσαν το δωματιάκι για ανάκριση. Πού γεννήθηκες και γιατί γεννήθηκες; Με ποιο θράσος επισκέφτεσαι τη γη των προγόνων μας και πότε με το καλό θα ξεκουμπιστείς;

Στην επιστροφή, τα πράγματα ήταν πολύ πιο απλά. Σε έμπαζαν στο αεροπλάνο μετά από ενδελεχή έλεγχο των αποσκευών και πανηγύριζαν που έβλεπαν την πλάτη σου, όπως Αμερική.

Άλλο τόσο πανηγύριζες εσύ, που έβλεπες τους ουρανοξύστες της παραλιακής του Τελ Αβίβ (και τα παλιά χαμόσπιτα στο άλλοτε παλαιστινιακό ψαροχώρι της Γιάφα) στο καθρεφτάκι σου.

Για ένα τρίποντο του Ντορόν Τζάμσι και του Μίκυ Μπέρκοβιτς σου έφευγε η ψυχή. Και γέμιζαν τα μάτια σου με θεόρατα κουμπούρια, σαν να βρισκόσουν στην Κρήτη.

Η πτήση με τους απελαθέντες του στολίσκου Sumud ξεκίνησε από το Ισραήλ γύρω στις 3 το μεσημέρι και κατέφτασε στην Αθήνα γύρω στις 5 το απόγευμα. Στο «Ελ. Βενιζέλος» υποδέχθηκαν τους 160-165 ακτιβιστές εκατοντάδες πολίτες, με συνθήματα και πανό υπέρ της Παλαιστίνης.

Και δεν ήταν δα όλοι οι συγκεντρωμένοι συγγενείς και προσωπικοί φίλοι. Δεκάδες άλλοι επιβάτες των πλοιαρίων που μετέφεραν ανθρωπιστική βοήθεια έμειναν πίσω, στα κελιά του ισραηλινού κράτους, αφού αρνήθηκαν να υπογράψουν δήλωση μετανοίας.

Οι όποιες κάμερες και τα όποια μικρόφωνα στράφηκαν στον διασώστηΙάσονα Αποστολόπουλου, το πλέον αναγνωρίσιμο πρόσωπο ανάμεσα στους 27 Έλληνες, και ιδίως στην Γκρέτα Τούνμπεργκ, που στα 22 της μετράει περισσότερα χιλιόμετρα δράσης και αντίστασης απ’ όλους εμάς μαζί.


Επαναπατρισμός για τους 27 Έλληνες και τους ξένους ακτιβιστές που συνελήφθησαν από το Ισραήλ στην προσπάθειά τους να φτάσουν στη Γάζα μαζί με τα υπόλοιπα μέλη του στολίσκου Global Sumud Flotilla, στο αεροδρόμιο “Ελευθέριος Βενιζέλος”, Δευτέρα 6 Οκτωβρίου 2025. Οι Έλληνες κρατούνταν από τις ισραηλινές αρχές σε φυλακές στην έρημο Νεγκέβ και η επιστροφή τους στην Αθήνα, πραγματοποιήθηκε από το αεροδρόμιο του Εϊλάτ. Είχε προηγηθεί επικοινωνία μεταξύ του υπουργείο Εξωτερικών και της πρεσβείας της Ελλάδας στο Τελ Αβίβ για να διεκπεραιωθούν οι διαδικασίες επαναπατρισμού, ενώ η Αθήνα είχε προχωρήσει την Παρασκευή σε έντονο διάβημα προς το Ισραήλ, ζητώντας την επιτάχυνση των ενεργειών για την αποφυλάκιση και τον επαναπατρισμό των Ελλήνων. (ΤΑΤΙAΝΑ ΜΠΟΛΑΡΗ/EUROKINISSI)

Όποιος βέβαια θέλησε να πληροφορηθεί από τα χείλη των παθόντων τι ακριβώς συνέβη στο τριήμερο της κράτησης έμεινε με την όρεξη. Στα δελτία και στις εκπομπές της κρατικής τηλεόρασης τις ώρες αμέσως μετά την άφιξη, η Γκρέτα αγνοήθηκε επιδεικτικά. Δεν μεταδόθηκε ούτε ένα τοσοδούλι δευτερόλεπτο από τον φλογερό μονόλογό της.


Επαναπατρισμός για τους 27 Έλληνες και τους ξένους ακτιβιστές που συνελήφθησαν από το Ισραήλ στην προσπάθειά τους να φτάσουν στη Γάζα μαζί με τα υπόλοιπα μέλη του στολίσκου Global Sumud Flotilla, στο αεροδρόμιο “Ελευθέριος Βενιζέλος”, Δευτέρα 6 Οκτωβρίου 2025. Οι Έλληνες κρατούνταν από τις ισραηλινές αρχές σε φυλακές στην έρημο Νεγκέβ και η επιστροφή τους στην Αθήνα, πραγματοποιήθηκε από το αεροδρόμιο του Εϊλάτ. Είχε προηγηθεί επικοινωνία μεταξύ του υπουργείο Εξωτερικών και της πρεσβείας της Ελλάδας στο Τελ Αβίβ για να διεκπεραιωθούν οι διαδικασίες επαναπατρισμού, ενώ η Αθήνα είχε προχωρήσει την Παρασκευή σε έντονο διάβημα προς το Ισραήλ, ζητώντας την επιτάχυνση των ενεργειών για την αποφυλάκιση και τον επαναπατρισμό των Ελλήνων. (ΤΑΤΙAΝΑ ΜΠΟΛΑΡΗ/EUROKINISSI)

Αντιθέτως, προβλήθηκε ξανά και ξανά η …αποκλειστική συνέντευξη της εκπροσώπου της κυβέρνησης Νετανιάχου στην απεσταλμένη της ΕΡΤ, λες και ήταν αυτή η είδηση της ημέρας.

Στα ακόμη πιο ψιλά πέρασαν οι λαοθάλασσες που ξεχύθηκαν στους δρόμους της Δύσης για να διαδηλώσουν ενάντια στη γενοκτονία, ακόμα και σε χώρες που (όπως οι ΗΠΑ και η Ολλανδία) έχουν αλλεργία στην κουλτούρα της διαδήλωσης. Όλα κι όλα, για τα τους νοικοκυραίους της Ελλάδας προηγείται η φυτευτή ντουντούκα του Νετανιάχου.

Η Γκρέτα Τούνμπεργκ; Ας πάει στη Σουηδία να τα πει αυτά τα κομμουνιστικά. Πρώτα, όμως, να πληρώσει τον λογαριασμό για την κηροζίνη που κάψαμε για το χατίρι της και για την τυρόπιτα που καταβρόχθισε μόλις πάτησε το πόδι της στο αεροδρόμιο της Αθήνας.


Swedish activist Greta Thunberg arrives at the Eleftherios Venizelos International Airport in Athens, Monday, Oct. 6, 2025 after being deported from Israel for taking part in a Gaza-bound aid flotilla. (AP Photo/Petros Giannakouris)

«Εύλογο», χαρακτήρισε ο Έλλην κυβερνητικός εκπρόσωπος το ερώτημα (διατυπωμένο από δημοσιογράφο της ΕΡΤ) «μήπως πρέπει να πληρώσουν τα έξοδα του επαναπατρισμού οι ίδιοι οι συλληφθέντες». Ε, δεν είναι δα και Γλυκερίες, για να ταξιδεύουν τζάμπα με C-130 της Πολεμικής Αεροπορίας.

Ανάμεσα στους εκατοντάδες ακτιβιστές που συνελήφθησαν σε διεθνή ύδατα και κρατούνται πίσω στο Ισραήλ συγκαταλέγονται ο εγγονός του Νέλσον Μαντέλα και η Αγγλίδα δημοσιογράφος Υβόν Ρίντλεϊ, της οποίας το εκπληκτικό βιβλίο «Στα Χέρια των Ταλιμπάν» (2001) κοσμεί τη βιβλιοθήκη μου.

Η παρακάτω αφήγηση ανήκει στον Ιταλό δημοσιογράφο Λορέντσο Ντ’ Αγκοστίνο, ο οποίος πρέπει να επέβαινε στο αεροπλάνο που προσγειώθηκε χθες στην Αθήνα. Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Il Manifesto και είναι μεταφρασμένο από την Κατερίνα Τσαποπούλου στο Facebook:

«Μας εντόπισαν στις 1:58 τα ξημερώματα της Πέμπτης. Στη βάρκα μου, τη Hio, που συμμετείχε στην αποστολή της Global Sumud Flotilla, επιβιβάστηκαν πέντε Ισραηλινοί στρατιώτες με τα αυτόματα όπλα στραμμένα επάνω μας και τους δείκτες λέιζερ να μας σημαδεύουν. Έναν ακριβώς μήνα μετά την αναχώρηση από τη Βαρκελώνη.

Επάνω στο πλοίο οι στρατιώτες μας επέτρεψαν να πάμε στην τουαλέτα, να φάμε, να πιούμε και να καπνίσουμε. Οδήγησαν τη βάρκα προς το λιμάνι του Άσντοντ. Μείναμε δεμένοι στην προβλήτα για δυο ώρες περίπου.

Πριν μας αφήσουν να κατέβουμε, ένας στρατιώτης θέλησε να μιλήσει με τον καπετάνιο μας “My friend, my friend, listen to me, questa ti piacerà: quando i nani proiettano ombre lunghe vuol dire che il sole è basso” («Φίλε μου, φίλε μου, άκουσέ με, αυτό θα σου αρέσει: όταν οι νάνοι ρίχνουν μακριές σκιές σημαίνει ότι ο ήλιος είναι χαμηλά»). Αυτή ήταν η τελευταία του φράση.

Κατεβαίνοντας, άκουσα κάποιον από τις άλλες βάρκες της αποστολής να φωνάζει ότι η αστυνομία θα είναι χειρότερη. Πάτησα το πόδι μου στη στεριά και πριν καν το καταλάβω, ένας αστυνομικός μου έπιασε το χέρι και το γύρισε πίσω από την πλάτη μου, όσο πιο δυνατά μπορούσε. Έπειτα μας έβαλαν να καθίσουμε στο πάτωμα, πάνω σε μια τσιμεντένια επιφάνεια.

Εκεί συγκέντρωσαν όλους. Λίγο πριν από εμένα είχε κατέβει η Γκρέτα Τούνμπεργκ. Ένα κορίτσι είκοσι δύο ετών, μια θαρραλέα γυναίκα. Την τύλιξαν με την ισραηλινή σημαία, σαν να ήταν λάφυρο πολέμου. Την έβαλαν να καθίσει σε μια γωνία, ένας αστυνομικός της έλεγε ότι εκεί ήταν ένα “special place for a special girl”. Άλλοι την περικύκλωσαν και έβγαζαν σέλφι με τη Γκρέτα παγιδευμένη μέσα στη σημαία.

Έπειτα ξέσπασαν πάνω σε ένα άλλο κορίτσι, τη Χανάν. Την ανάγκασαν να καθίσει μπροστά στην ισραηλινή σημαία για να την κοιτάζει. Κλοτσούσαν ανθρώπους, μας διέταζαν να σκύβουμε τα κεφάλια και να κοιτάμε κάτω, όποιος σήκωνε το βλέμμα τον έβαζαν στα γόνατα. Ένας ηλικιωμένος ακτιβιστής ούρησε πάνω της.

Κάθε αντικείμενο που θύμιζε την Παλαιστίνη το έπαιρναν, το πέταγαν στο έδαφος και το πατούσαν. Έσκισαν σε όλους τα βραχιολάκια από τους καρπούς. Μια κοπέλα την έσυραν στο πάτωμα επειδή το βραχιολάκι δεν έσπαγε. Και δεν ήταν καν η παλαιστινιακή σημαία, ήταν της Σομαλίας.

Έμεινα πάνω στο τσιμέντο δυο ώρες, άλλοι για πέντε ή έξι. Ζήτησαν τα διαβατήρια των Ιταλών και μας έβαλαν να περάσουμε από τον έλεγχο μετανάστευσης. Εκεί μου άνοιξαν το σακίδιο, και ό,τι θύμιζε την Παλαιστίνη το έπαιρναν και το πέταγαν στα σκουπίδια.

Στην τσάντα μου βρήκαν και ένα αντίγραφο του Κορανίου και τρελάθηκαν, σαν να είχαν πάθει βραχυκύκλωμα. Πίστεψαν ότι είμαι μουσουλμάνος και για δύο ώρες κάθε αστυνομικός που περνούσε από μπροστά μου με χλεύαζε.

Στο νεσεσέρ βρήκαν ροζ μωρομάντηλα και μου είπαν “είσαι γυναίκα“. Γελούσαν και χτυπούσαν ο ένας τον άλλο στην πλάτη. Μετά τον έλεγχο των συνόρων μας έβαλαν να γδυθούμε, αφήνοντάς μας μόνο με τα εσώρουχα. Περάσαμε δύο ανακρίσεις, μόνο στη μία υπήρχε παρούσα μια δικηγόρος. Μας ρώτησαν αν θέλαμε να απελαθούμε, και στο τέλος η ανακοίνωση ήταν ότι πάμε φυλακή. Εκεί έφτασε ο Ιταμάρ Μπεν Γκβιρ, υπουργός εθνικής ασφάλειας του Ισραήλ.

Μας περίμενε στο Ασντόντ για να βεβαιωθεί ότι θα μας μεταχειριστούν σαν τρομοκράτες, επειδή πίστευε πως είμαστε. Μας το ούρλιαξε, ότι είμαστε τρομοκράτες. Τον είχα ακριβώς μπροστά μου. Μπροστά του οι Ισραηλινοί αστυνομικοί θέλησαν να δείξουν τη σκληρότητά τους. Μας έδεσαν τα μάτια και μας έβαλαν tie wraps στους καρπούς, πολύ σφιχτά.

Μας έβαλαν σε ένα θωρακισμένο όχημα, φορώντας μόνο ένα λεπτό μπλουζάκι, με τον κλιματισμό στο μέγιστο, έκανε πολύ κρύο. Μαζί μας υπήρχε ένας Σκωτσέζος, που κατάφερε να λυθεί και με τη βοήθεια ενός Ιταλού, του Μάρκο, χαλάρωσαν τα δεσμά όλων.

Όταν είδαμε τους συντρόφους να κατεβαίνουν από τα άλλα οχήματα, είχαν τα χέρια τους μελανιασμένα. Κάποιοι φορούσαν τις πλαστικές χειροπέδες από την ώρα της σύλληψης και ταξίδεψαν έτσι ως τη φυλακή, από τις δύο το πρωί ως τις τέσσερις το απόγευμα…

Την πρώτη νύχτα δεν μας άφησαν να κοιμηθούμε, ερχόντουσαν και μας ξυπνούσαν ή έβαζαν τα μεγάφωνα στη διαπασών. Τη δεύτερη νύχτα μας μετέφεραν σε άλλα κελιά. Δεν μας έδωσαν ποτέ εμφιαλωμένο νερό, υπήρχε μόνο το νερό της βρύσης, που έβγαινε καυτό. Διαμαρτυρηθήκαμε, χτυπήσαμε τις σιδερένιες πόρτες, φωνάξαμε «Ελεύθερη Παλαιστίνη» και τραγουδήσαμε «Bella Ciao».

Στο δεύτερο κελί μαζί μου ήταν ο πρώην αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών της Τουρκίας από την εποχή του Αχμέτ Νταβούτογλου. Είχε σπασμένο χέρι, πρησμένο. Το έδεσε μόνος του γιατί δεν του έδωσαν ούτε επίδεσμο ούτε παυσίπονο.

Φάρμακα δεν έδωσαν σε κανέναν, ούτε σε έναν άντρα με επιληψία. Διαμαρτυρηθήκαμε, ζητήσαμε γιατρό. Τη δεύτερη μέρα ήρθε η προξενική αντιπροσωπεία, η Ιταλίδα πρόξενος μας ρώτησε αν είχαμε υποστεί κακοποιήσεις και μας είπε ότι αν υπογράφαμε την απέλαση, θα μας επέστρεφαν στην Ιταλία την επόμενη μέρα.

Πολλοί πείστηκαν να υπογράψουν αλλά δεν ξέρω τι συνέβη σε όσους δεν το έκαναν, υπάρχουν ακόμη δεκαπέντε Ιταλοί κρατούμενοι. Εγώ υπέγραψα, ήταν ένα έγγραφο στο οποίο αποδεχόμουν να παραιτηθώ από τη δίκη και να απελαθώ εντός εβδομήντα δύο ωρών. Καμία ομολογία ενοχής.

Έγιναν νέες ανακρίσεις. Μας ανέκρινε ένας δικαστής, χωρίς δικηγόρο. Ζητήσαμε νομική εκπροσώπηση, απάντησαν ότι δεν ήταν απαραίτητη, ήταν απλώς μια «συζήτηση». Παρ’ όλα αυτά μείναμε σιωπηλοί.

Εγώ απλώς δήλωσα ότι είμαι δημοσιογράφος που εκτελεί το επάγγελμά του και ότι δεν θα μιλούσα για τίποτε άλλο χωρίς δικηγόρο ή προξενική παρουσία. Με ρώτησαν γιατί ήθελα να πάω στη Γάζα, αν δεν ήξερα ότι υπάρχει αποκλεισμός. Σε άλλους έκαναν πιο «πολιτικές» ερωτήσεις, για τους Αδελφούς Μουσουλμάνους.

Το επόμενο βράδυ οι φύλακες έγιναν πιο βίαιοι. Η Ιταλίδα πρόξενος είχε μόλις φύγει, είχε έρθει να συγκεντρώσει άλλες “υπογραφές” για την απέλαση, όταν έφτασαν οι ειδικές δυνάμεις.

Άνοιξαν διάπλατα τα κελιά, μας σημάδεψαν με τα όπλα και έκαναν προσκλητήριο. Σε ορισμένα κελιά έβαλαν σκυλιά να επιτεθούν. Σε ένα κελί βρήκαν μια επιγραφή «Palestine», την είχαν γράψει οι κρατούμενοι με κομματάκια από πιπεριά και νερό της βρύσης. Για να τη σβήσουν, οι αστυνομικοί έριξαν κουβάδες χλωρίνη, και τη νύχτα οι κρατούμενοι κοιμήθηκαν με τα στρώματα ποτισμένα.

Εκείνη τη νύχτα, ως αντίποινα, ανακατέψανε ξανά τους κρατούμενους στα κελιά. Ήμασταν δέκα, γίναμε δεκαπέντε, ώστε να μην υπάρχει χώρος για όλους. Γυρίσαμε τα στρώματα για να μπορέσουμε όλοι να ακουμπήσουμε τα κεφάλια μας κάπου. Στο κελί μου ήταν ο Μάζο Νοταριάνι και ένας σύμβουλος του Partito Democratico της Λομβαρδίας, ο Πάολο Ρομάνο. Είχα την αίσθηση ότι βρισκόμουν σε έναν πραγματικά βάρβαρο τόπο και ήλπιζα βαθιά να τελειώσει σύντομα αυτή η βαρβαρότητα.

Χθες το πρωί, πολύ νωρίς, μας ξύπνησαν και μας φόρτωσαν στο ίδιο θωρακισμένο όχημα με το οποίο μας είχαν μεταφέρει εκεί. Νομίζαμε ότι μας πήγαιναν στο αεροδρόμιο, αλλά κοιτούσαμε τις πινακίδες από τις χαραμάδες του οχήματος. Φοβόμασταν μήπως μας μετέφεραν σε άλλο κέντρο κράτησης.

Το ταξίδι κράτησε τρεις ώρες, έκανε αφόρητη ζέστη, δεν μπορούσαμε να αναπνεύσουμε. Ζητήσαμε νερό, μας είπαν ότι είχαμε σχεδόν φτάσει στον προορισμό μας. Στο αεροδρόμιο της Εϊλάτ μας έβαλαν σε αεροπλάνο με προορισμό την Κωνσταντινούπολη.

Εκεί μας υποδέχτηκαν πανηγυρικά, με προπαγάνδα τύπου Ερντογάν. Μια βουλευτής του κόμματός του μας υποδέχτηκε με καινούρια ρούχα, παπούτσια για όλους και μαντίλες κεφφίγιε. Αργά το βράδυ επιβιβαστήκαμε στο τελευταίο αεροπλάνο, με προορισμό τη Ρώμη.»

Η ελληνική Πολιτεία έλαμψε διά της αδιαφορίας της, όπως αυτή καθρεφτίστηκε και στο νερόβραστο κυριακάτικο μήνυμα του ηλιοκαμμένου Κυριάκου Μητσοτάκη. Ο πρωθυπουργός μνημόνευσε από την Αμοργό τους ένθεν κακείθεν ομήρους, αλλά ουχί τους Έλληνες κρατουμένους του στολίσκου.

Κάποιοι από αυτούς προχώρησαν και σε απεργία πείνας επί ισραηλινού

εδάφους προτού απελευθερωθούν, αλλά αυτή η φράση κάνει τζιζ στις μέρες

μας στην Ελλάδα, μαζί με το ονοματεπώνυμο «Πάνος Ρούτσι» και οτιδήποτε σχετίζεται με τα Τέμπη. Πείτε κι εσείς, κυρία Κοβέσι.

κουτί Πανδώρας