του Στέφανου Μυτιληναίου
Μοιραίοι άνθρωποι για το Μακεδονικό αποδεικνύονται τα μέλη της οικογένειας Μητσοτάκη. Αρχής γενομένης από τον πατέρα Κωνσταντίνο Μητσοτάκη, που επί της πρωθυπουργίας του «έσκασε» το θέμα (1991), για να οδηγηθούμε στην Ντόρα Μπακογιάννη, που ως υπουργός Εξωτερικών του Κώστα Καραμανλή (2008) χάριζε το όνομα «Μακεδονία» στην ΠΓΔΜ, και να καταλήξουμε, τέλος, στον Κυριάκο Μητσοτάκη, ο οποίος, χειραγωγούμενος από ακροδεξιά κέντρα -στα οποία οφείλει την εκλογή του στην προεδρία της Νέας Δημοκρατίας-, από εκεί που συμφωνούσε με τη λύση που τελικά επετεύχθη, πριν από έναν χρόνο άλλαξε εν μια νυκτί γραμμή με μοναδικό στόχο, όχι την υπεράσπιση του ονόματος της Μακεδονίας, αλλά να ανατρέψει την κυβέρνηση του Αλέξη Τσίπρα.
Και για να το πετύχει αυτό υποδαυλίζει έναν νέο εθνικό διχασμό, καλλιεργεί σε μερίδα της ελληνικής κοινωνίας μίσος και φανατισμό, ενώ παράλληλα υπονομεύει τον ηγετικό ρόλο της χώρας μας στην περιοχή.
Αποκαλυπτικά του ρόλου του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη και της διγλωσσίας του στο εθνικό θέμα, την οποία ακολούθησαν πιστά και τα τέκνα του, τα όσα είπε ο Ανδρέας Παπανδρέου στις 27 Μαρτίου 1993 από το βήμα της Βουλής, κατά τη συζήτηση της πρότασης δυσπιστίας που κατέθεσε κατά της κυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας για τους χειρισμούς της στο Μακεδονικό.
Ο ιστορικός ηγέτης της δημοκρατικής παράταξης κατηγόρησε τον τότε πρωθυπουργό, Κωνσταντίνο Μητσοτάκη, ότι με τους χειρισμούς του «δέσμευσε τη χώρα» και ακύρωσε τις αποφάσεις του Συμβουλίου των Πολιτικών Αρχηγών. Πρόκειται για τις ίδιες αποφάσεις που ο Πάνος Καμμένος επικαλείται ως ισχύουσες, αλλά, σύμφωνα με τον Ανδρέα Παπανδρέου, «η εθνική γραμμή, οι αποφάσεις των αρχηγών στις συσκέψεις υπό τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας (σ.σ.: κατέληξαν) κατευθείαν στον κάλαθο των αχρήστων. Με το “έτσι θέλω” του κ. Μητσοτάκη, ο οποίος δρα και πάλι ως ο μοιραίος άνθρωπος σε αυτό τον τόπο».
Ο τότε πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ μίλησε για «διγλωσσία μεταξύ του υπουργού Εξωτερικών (σ.σ.: Αντώνη Σαμαρά) και του πρωθυπουργού» αλλά και για «διγλωσσία, πολυγλωσσία του ίδιου του κ. Μητσοτάκη και αντιπαράθεση για ένα εθνικό θέμα με εσωκομματικούς όρους και με μόνο στόχο την παράταση παραμονής στην εξουσία. Ο κ. Μητσοτάκης δεν πίστεψε ποτέ όσα δήλωνε στο εσωτερικό. Και υπονόμευε με τις ενέργειές του τις τοποθετήσεις του στις διεθνείς επαφές του. Και τα συμφέροντα της χώρας μαζί».
Ο Ανδρέας Παπανδρέου από το βήμα της Βουλής κατήγγειλε ότι ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης -παρά τις αποφάσεις του Συμβουλίου των Πολιτικών Αρχηγών για καμία χρήση του όρου «Μακεδονία» από το νέο κράτος- «αποδέχθηκε δημόσια τη “διπλή ονομασία” της γειτονικής κρατικής οντότητας, η οποία επιδιώκει τη διεθνή αναγνώρισή της» και «επεδίωξε μια απροσδιόριστη διαδικασία διαιτησίας. Εφτασε στην αποδοχή ονομασίας που περιλαμβάνει και το όνομα της Μακεδονίας». Ηδη από το 1993, όπως παραδέχτηκε συντετριμμένος ο Ανδρέας Παπανδρέου, «ο κ. Μητσοτάκης, όχι μόνο έχει αποδεχθεί τη διαιτησία αυτή, τη διαμεσολάβηση, εκ προοιμίου, αλλά εξήγγειλε ήδη και την ελληνική συμφωνία για το κατά τη γνώμη του πιθανό αποτέλεσμα: “Βόρεια Μακεδονία”, “Ανω Μακεδονία”, “Νέα Μακεδονία” ή κάτι παρόμοιο. Εκαψε μόνος του όλα τα χαρτιά, για να μας οδηγήσει σήμερα στον συμβιβασμό ως τη μόνη λύση. Αλλωστε, το σύστημα δεν τον απασχολεί ιδιαίτερα, αφού, όπως δήλωσε ο ίδιος, ποιος θυμάται μετά από ένα ή πέντε ή δέκα χρόνια; Ποιος θυμάται!». Αρα η Νέα Δημοκρατία και ο αρχηγός της είχαν δέσει τη χώρα χειροπόδαρα στη διπλή ονομασία ήδη από το 1993.
Το 2008, η κόρη του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη, Ντόρα Μπακογιάννη, είναι υπουργός Εξωτερικών και υλοποιεί πιστά την πολιτική του πατέρα της. Ο Έλληνας ανταποκριτής στις ΗΠΑ Αποστόλης Ζουπανιώτης έγραφε στις 18 Φεβρουαρίου 2008 για τα όσα συνέβησαν στις 13 Φεβρουαρίου, κατά τη συνάντηση της κυρίας Μπακογιάννη με την Κοντολίζα Ράις: «Η κυρία Μπακογιάννη, όταν διαπραγματευόταν, άλλα έλεγε στους Έλληνες και άλλα στους ξένους δημοσιογράφους. Το περιβάλλον της κυρίας Μπακογιάννη διέρρεε ότι είχε αποδεχτεί διπλή ονομασία για χρήση στους διεθνείς οργανισμούς (σ.σ.: ό,τι ισχύει και με την προσωρινή, δηλαδή, ονομασία ΠΓΔΜ) και χάριζε το σκέτο “Μακεδονία” στα Σκόπια για εσωτερική χρήση, και επίσης επέτρεπε ελεύθερα σε όποια χώρα ήθελε να αναγνωρίσει τα Σκόπια ως “Μακεδονία”». Σε ό,τι αφορά στο διεθνές όνομα των Σκοπίων, δύο ονόματα έβρισκαν σύμφωνο το περιβάλλον της κυρίας Μπακογιάννη: «Νέα Μακεδονία» ή «Άνω Μακεδονία». Η Ντόρα Μπακογιάννη τότε άφηνε τους γείτονες να είναι «Μακεδόνες», να ονομάζονται «Μακεδονία» και… φυσικά ούτε λόγος για τον αλυτρωτισμό και τον σφετερισμό της ελληνικής Ιστορίας.
Οπως στην «τυχαία» συνάντηση Ζόραν Ζάεφ – Μαρίας Σπυράκη τον Δεκέμβριο του 2017 στις Βρυξέλλες, η εκπρόσωπος της ΝΔ και ευρωβουλευτής περιέγραφε στον πρωθυπουργό της ΠΓΔΜ «τη δύσκολη θέση της ΝΔ, που αγωνιά για ένα μέρος των ψηφοφόρων της», έτσι και η Ντόρα Μπακογιάννη «ανάλωσε το μεγαλύτερο μέρος της κατ’ ιδίαν συνομιλίας της με την Κοντολίζα Ράις στο να δηλώνει ότι η κυβέρνηση της ΝΔ έχει εύθραυστη πλειοψηφία». Ιδια επιχειρήματα και διγλωσσία. Χρειάστηκε να παρέμβει ο Κώστας Καραμανλής, ως πρωθυπουργός, για να θέσει «κόκκινη γραμμή» το erga omnes στη σύνθετη ονομασία με γεωγραφικό προσδιορισμό πριν από τον όρο «Μακεδονία». Βεβαίως, σε κάθε εκδοχή το όνομα «Μακεδονία» είχε εκχωρηθεί από τη Νέα Δημοκρατία στην ΠΓΔΜ. Εξάλλου, για να μην ξεχνιόμαστε, ο Γιώργος Κουμουτσάκος είχε παραδεχτεί το 2007, ως εκπρόσωπος Τύπου του υπουργείου Εξωτερικών και πρωτοπαλίκαρο της κυρίας Μπακογιάννη, ότι η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας είχε δεχτεί ως βάση διαπραγμάτευσης την ονομασία «Μακεδονία-Σκόπια».
Και φτάνουμε στον τελευταίο μοιραίο άνθρωπο της ίδιας οικογένειας: στον Κυριάκο Μητσοτάκη. Από το βήμα της Βουλής, στις 11 Ιουλίου 2017 έψεγε τον Βασίλη Λεβέντη επειδή «είναι νέος σε αυτή την αίθουσα και, προφανώς, δεν θυμάται ότι υπάρχει επίσημη θέση της ελληνικής κυβέρνησης, επικυρωμένη δις από την εθνική αντιπροσωπεία, για σύνθετη ονομασία με γεωγραφικό προσδιορισμό για όλες τις χρήσεις, erga omnes. Αυτή είναι η επίσημη θέση της εθνικής αντιπροσωπείας, όπως αποτυπώθηκε και στις προγραμματικές δηλώσεις της κυβέρνησης Καραμανλή το 2007. Θέση που επικυρώθηκε για άλλη μια φορά στο Βουκουρέστι».
Πιο πρόσφατα δε, στις 9 Ιανουαρίου 2018, σύμφωνα με «γαλάζιες» πηγές, διεμήνυε ότι για την αξιωματική αντιπολίτευση «οι “κόκκινες γραμμές” είναι τρία στα τρία»: πρώτον, σύνθετη ονομασία· δεύτερον, erga omnes, δηλαδή για όλες τις χρήσεις· και, τρίτον, αποκήρυξη όλων των θεμάτων που παραπέμπουν σε αλυτρωτισμό. Ως προς το τελευταίο διευκρίνιζε ότι για τη ΝΔ η αποκήρυξη μπορεί να γίνει μόνο μέσω διμερούς συμφωνίας. Ούτε που είχε σκεφτεί την πιθανότητα συνταγματικής αναθεώρησης στα Σκόπια ώστε να ασφαλιστούν οι δεσμεύσεις, όπως και έγινε. Και τι τόνιζε; «Από τη στιγμή που προκύψει συγκεκριμένη και ενιαία πρόταση από την κυβέρνηση, θα περάσει από τα θεσμικά όργανα της Νέας Δημοκρατίας και η θέση θα υιοθετηθεί απ’ όλους μας και θα τηρηθεί απαρέγκλιτα».
Στις «κόκκινες γραμμές» του Κυριάκου Μητσοτάκη πριν από έναν χρόνο δεν υπήρχαν η γλώσσα και η ταυτότητα, γιατί δεν τις είχε θέσει προς διαπραγμάτευση κανείς τους. Μόνο όταν ο Νίκος Κοτζιάς άρχισε τον αγώνα για να τις χαρακτηρίσει «σλαβικές», για να σώσει ό,τι μπορούσε απ’ όσα είχαν εκχωρήσει οι Μητσοτάκηδες, τις «ανακάλυψε» και, διαδίδοντας ψεύδη και παραλογισμούς, τις επικαλέστηκε ως δήθεν σημείο διαφωνίας με την κυβέρνηση, αποκρύπτοντας τη θέση του ότι «η εθνική γραμμή είναι αυτή που έχει χαραχτεί από το 2008 και το Βουκουρέστι». Στην πραγματικότητα, η κυβέρνηση εκπλήρωσε και με το παραπάνω τις τρεις «κόκκινες γραμμές» του Κυριάκου Μητσοτάκη, αλλά αποδεικνύεται το ζητούμενο για τη Νέα Δημοκρατία ότι δεν είναι η επίλυση του Μακεδονικού ούτε, φυσικά, η προάσπιση του ονόματος της Μακεδονίας, που ουσιαστικά εκχωρήθηκε από την κυβέρνηση Μητσοτάκη το 1993.
Η κυβέρνηση Σαμαρά υπέρ της… συμφωνίας των Πρεσπών
Ο πρώην πρωθυπουργός Αντώνης Σαμαράς έχει κατ’ επανάληψη δηλώσει ότι δεν ήταν ποτέ υπέρ της σύνθετης ονομασίας της ΠΓΔΜ με χρήση του όρου «Μακεδονία». Αν ακριβολογούσε, βέβαια, θα έπρεπε να πει ότι δεν ήταν υπέρ της σύνθετης ονομασίας με τον όρο «Μακεδονία»… όταν ήταν στην αντιπολίτευση. Γιατί ως πρωθυπουργός ήταν πάντα υπέρ αυτής της λύσης, σύμφωνα με τις προγραμματικές δηλώσεις της κυβέρνησής του αλλά και με τις δημόσιες τοποθετήσεις των υπουργών του.
«Η Ελλάδα, επιδεικνύοντας το απαιτούμενο εποικοδομητικό πνεύμα, προέβη σε ένα μείζον συμβιβαστικό βήμα, αποδεχόμενη σύνθετη ονομασία με γεωγραφικό προσδιορισμό και χρήση έναντι όλων», έλεγε ο τότε ΥΠΕΞ, Δημήτρης Αβραμόπουλος, στις προγραμματικές δηλώσεις της κυβέρνησης Σαμαρά. Τον Σεπτέμβριο δε του 2014 ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησής του, Ευάγγελος Βενιζέλος, από το βήμα της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ τόνιζε ότι «η Ελλάδα μέχρι σήμερα έχει κάνει πολύ σημαντικά βήματα και αναμένουμε από την άλλη πλευρά να προβεί σε αντίστοιχα. Προτείνουμε μια αμοιβαία αποδεκτή σύνθετη ονομασία με γεωγραφικό προσδιορισμό πριν από τη λέξη “Μακεδονία” για κάθε χρήση, erga omnes».
Βγάζουν χολή οι «αρχαιομακεδόνες» – Το κόμμα του Γκρούεφσκι στα… κάγκελα
Οργισμένες είναι οι αντιδράσεις της δεξιάς, «αρχαιομακεδονικής» αντιπολίτευσης στην ΠΓΔΜ μετά τη δημοσιοποίηση του περιεχομένου της ρηματικής διακοίνωσης που απέστειλαν τα Σκόπια στην Αθήνα. «Η επιστολή του προς το ελληνικό υπουργείο Εξωτερικών επιβεβαιώνει για μια ακόμα φορά ότι η συμφωνία των Πρεσπών, όχι μόνο αλλάζει το συνταγματικό όνομα, αλλά αλλάζει και τη “μακεδονική” ταυτότητα, διαγράφει τη γλώσσα, την Ιστορία και τον πολιτισμό. Με άλλα λόγια, ο Ζάεφ και ο Ντιμιτρόφ απαρνήθηκαν καθετί “μακεδονικό”», αναφέρει σε ανακοίνωσή του το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης VMRO-DPMNE, που τη δεκαετία της πρωθυπουργίας του Νίκολα Γκρούεφσκι (2006-2016) είχε ως επίσημη κρατική ιδεολογία τον «αρχαιομακεδονισμό».
«Ο νόμος για τις γλώσσες (σ.σ.: αναγνώριση της αλβανικής ως δεύτερης επίσημης γλώσσας), η αλλαγή του συνταγματικού ονόματος δεν αποτελούσαν μέρος του προγράμματος του SDSM, αλλά ήταν μέρος των παραχωρήσεων του Ζάεφ. Το “μακεδονικό” κράτος είναι όμηρος των υποθηκών του Ζάεφ, υποθήκες και παραχωρήσεις που δόθηκαν με μοναδικό σκοπό την έλευση στην εξουσία, παρά το γεγονός ότι η πλειοψηφία των “Μακεδόνων” πολιτών δεν του έδωσε την εμπιστοσύνη της», συνεχίζει η ανακοίνωση του VMRO-DPMNE και καταλήγει: «Μαυρίλα αιωρείται πάνω από τη “Μακεδονία” από τη μέρα που ο αμνηστευθείς Ζάεφ κάθισε στον πρωθυπουργικό θώκο. Οι πολίτες γίνονται πιο φτωχοί, η οικονομία βρίσκεται σε κατάρρευση, οι φόροι προς το κράτος αυξάνονται, δεν υπάρχουν νέα έργα, η υγεία και η εκπαίδευση βυθίζονται. Η “Μακεδονία” είναι ταπεινωμένη και γονατισμένη, ξεπουλιούνται τα κρατικά και εθνικά συμφέροντα. Τα χρήματα των πολιτών καταλήγουν στις τσέπες ανώτατων κρατικών και κομματικών αξιωματούχων, επινοούνται κρατικά αξιώματα, διασπαθίζονται χρήματα του προϋπολογισμού μέσω εγκληματικών συμβάσεων και επιχορηγήσεων. Το φάρμακο για τη μαυρίλα του Ζάεφ είναι ο “Μακεδόνας” πολίτης, που στις επόμενες εκλογές θα στείλει τον Ζάεφ στην πολιτική σύνταξη».
Την ίδια ρητορική επέλεξαν και τα αντιπολιτευόμενα ΜΜΕ στα Σκόπια. Ενδεικτικά, η ιστοσελίδα Republika αναφέρει ότι «με υπογραφή του Ντιμιτρόφ πάψαμε να είμαστε “Μακεδόνες”» και σημειώνει ότι «στη ρηματική διακοίνωση, που υπογράφεται από τον υπουργό Εξωτερικών, Νίκολα Ντιμιτρόφ, επιβεβαιώνεται ότι το “μακεδονική” – “Macedonian” δεν συνιστά εθνότητα, αλλά απλώς υπηκοότητα. (…) Αλλά, παρ’ όλα αυτά, η “μακεδονική” κυβέρνηση εξακολουθεί να ισχυρίζεται ότι η συμφωνία κατοχυρώνει τη “μακεδονική” εθνική ταυτότητα». Η ιστοσελίδα KURIR, από την άλλη, υποστήριξε ότι η ρηματική διακοίνωση «ξεσκέπασε τα ψέματα του Ζάεφ και του Ντιμιτρόφ και απέδειξε ότι με την υπογραφή τους πάψαμε να είμαστε “Μακεδόνες”».
νέα σελιδα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου