γράφει η @ai_Katerina
Όταν το 2011 ο ΣΥΡΙΖΑ, με ένα δημοσκοπικό ποσοστό που κινούνταν στο 4%, λαβωμένος από μια διάσπαση, απεύθυνε προσκλητήριο στις προοδευτικές δυνάμεις για τη συγκρότηση μετώπου Κυβερνώσας Αριστεράς, καμία πολιτική ηγεσία δεν ανταποκρίθηκε.
Καμία πολιτική ηγεσία δεν συζήτησε καν αυτή τη πρόταση. Μάλιστα το προσκλητήριο λοιδορήθηκε από την καθεστωτική δημοσιογραφία ως «μεγαλοϊδεατισμός» ενός μικρού κόμματος.
Στο προσκλητήριο όμως αυτό, ανταποκρίθηκε η προοδευτική και αριστερή πλειοψηφία του Ελληνικού λαού. Την πρόταση αυτή την αγκάλιασε, την ενστερνίστηκε και την υλοποίησε η ελληνική κοινωνία.
Τα κόμματα δεν είναι άδεια πουκάμισα, δεν είναι μουσειακά είδη που έχουν κάποιου είδους αυταξία, πέραν της ιστορικής. Κόμματα που δεν διαθέτουν πολιτικό και κοινωνικό περιεχόμενο αχρηστεύονται. Όχι γιατί κάποιοι συνωμοτούν για την καταστροφή τους, αλλά γιατί η Δημοκρατία είναι η εξ’ ορισμού πολιτική διαδικασία συγκρούσεων κοινωνικών δυνάμεων και κοινωνικών συμφερόντων.
Η ερώτηση «με ποιους θα πας» στην πολιτική δεν είναι ρητορική. Ρωτά ευθέως ποια κοινωνικά συμφέροντα θα υπηρετήσεις. Και η απάντηση οφείλει να είναι εξ ίσου ευθεία.
Τα ευφυολογήματα των «ίσων αποστάσεων» εξαντλούνται στα τηλεοπτικά πάνελς και στα νον πέηπερ.
Στα συντρίμμια του ΠΑΣΟΚ, που αποφάσισε να γίνει η Δεξιά στη θέση της Δεξιάς, φύτρωσαν πολλά σχήματα, κόμματα, αποκόμματα, κινήσεις και μετακινήσεις. Κάποια από αυτά επιχείρησαν να απευθυνθούν στους προοδευτικούς και αριστερούς πολίτες. Φυλλορρόησαν και κατέρρευσαν.
Κατέρρευσαν γιατί δεν είχαν την παραμικρή κοινωνική γείωση και γιατί δεν απάντησαν πότε καθαρά στο ποια είναι η κοινωνική προοπτική στην οποία προσβλέπουν. Ποια είναι η πρόοδος και ποια η συντήρηση. Τι σημαίνει μπροστά.
Ο πολίτης ενδιαφέρεται να μάθει αν θα ντυθείς παρανυφάκι στο γάμο της ακροδεξιάς με νεοφιλελευθερισμό ή θα συνταχθείς με την προάσπιση του κοινωνικού κράτους, των εργασιακών δικαιωμάτων, της αναδιανομής και εν τέλει της κοινωνικής ευημερίας.
Η Συμφωνία των Πρεσπών ήρθε να φωτίσει ακόμη περισσότερο το θόλο τοπίο της συντήρησης που φόρεσε λεοντές προοδευτισμού. Ένας «πατριωτισμός» ποτισμένος με εθνικισμούς, ταϊσμένος με σωβινισμούς, που χαϊδεύει γοργόνες, Μεγαλέξανδρους και Βουκεφάλες.
Και που για μια ακόμη φορά δίνει την ευκαιρία στη κοινωνία να ξεπεράσει κομματικές γραμμές και να ορίσει τις δικές της.
Γιατί η κοινωνία γυρίζει τη πλάτη στον εθνικολαικισμό που αρνείται την βαλκανική ταυτότητα της χώρας, που παραβλέπει την ιστορική συνύπαρξη των βαλκανικών λαών και πολιτισμών τους, επί αιώνες, κάτω από την Ρωμαϊκή, την Βυζαντινή και την Οθωμανική αυτοκρατορία, την κοινή κουλτούρα που καθόρισαν ο γεωγραφικός χώρος, οι παραδόσεις, η ιστορία, τα μνημεία. Αυτή που σημαδεύτηκε με το αίμα και τον πόνο των εθνικισμών στο γύρισμα του 20ου αιώνα. Αυτού του τόπου που έγινε πατρίδα με εκούσιες και ακούσιες μετακινήσεις και ανταλλαγές πληθυσμών, αυτού του μεγάλου χωνευτηριού ανθρώπων και πολιτισμών.
Κι είναι ιστορική η ευκαιρία και ιστορικό το ζητούμενο για τα Βαλκάνια να πάψουν να λειτουργούν ως πυριτιδαποθήκη και να γίνουν πυλώνας σταθερότητας και συνανάπτυξης. Κι είναι ιστορική η εύκαιρα για τον τόπο μας να αποκτήσει τον ρόλο που του αξίζει.
Και σε αυτό το πεδίο άσκησης πραγματικού πατριωτισμού απέναντι στον εθνικισμό, όπως ακριβώς και στο πεδίο των κοινωνικών κατακτήσεων απέναντι στον κοινωνικό δαρβινισμό, δεν χωρούν ίσες αποστάσεις.
Αποφασίζεις με ποιον θα πας και ποιον θα αφήσεις. Με τους πατριδοκάπηλους ή με τους πατριώτες. Τόσο απλά.
koutipandoras
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου