του Τάσου Παππά
Η αντιπολίτευση και τα φιλοδεξιά μέσα ενημέρωσης καταγγέλλουν την κυβέρνηση ότι επιχειρεί διά της σκανδαλολογίας να ποινικοποιήσει την πολιτική ζωή της χώρας.
«Πετάτε λάσπη στον ανεμιστήρα», είναι η συνήθης κατηγορία. Καθόλου πρωτότυπη αντίδραση. Αυτή ήταν η ρητορική του ΠΑΣΟΚ εναντίον της Δεξιάς όταν στο στόχαστρο ήταν στελέχη του. Αυτή ήταν η ρητορική της Δεξιάς εναντίον του ΠΑΣΟΚ όταν στο στόχαστρο ήταν στελέχη της. Αυτή είναι σήμερα η ρητορική της Νέας Δημοκρατίας και του ΠΑΣΟΚ εναντίον της κυβέρνησης επειδή στο στόχαστρο είναι στελέχη τους.
Σκανδαλολογία σημαίνει ότι συζητάμε για σκάνδαλα, χωρίς να συντρέχει λόγος, χωρίς δηλαδή να υπάρχουν σκάνδαλα, κι αυτό γίνεται μεθοδευμένα από τις κυβερνήσεις γιατί θέλουν να δυσφημήσουν τους πολιτικούς αντιπάλους τους.
Τα κόμματα που βρίσκονται σε δύσκολη θέση δεν αναλαμβάνουν τις ευθύνες τους, δεν κάνουν αυτοκριτική για τα πεπραγμένα τους, προστατεύουν με νύχια και με δόντια τα στελέχη τους που έχουν ανοιχτούς λογαριασμούς με τη Δικαιοσύνη και επιλέγουν την τακτική της επιθετικής άμυνας.
Μιλούν για σκευωρίες που εκτελούνται από σπείρες στις οποίες συμμετέχουν κυβερνητικοί αξιωματούχοι και επίορκοι δικαστικοί λειτουργοί και υπόσχονται ανταπόδοση όταν θα έρθουν στην εξουσία.
Ψάχνουν να βρουν -αν χρειαστεί δεν διστάζουν να κατασκευάσουν- θέματα που αμφισβητούν την ηθική της κυβέρνησης, επιδιώκοντας να βάλουν δίπλα τους στο κάδρο των υπόπτων και τους κατηγόρους τους.
Θολώνουν τα νερά με αντιπερισπασμούς για να περάσουν στην κοινωνία την αντίληψη ότι «όλα τα κόμματα το ίδιο είναι». Δεν έχει καμιά σημασία αν τα γεγονότα βοούν και τα εκθέτουν. Δεν έχει καμιά σημασία αν τα επιχειρήματά τους είναι καχεκτικά. Δεν έχει καμιά σημασία αν άνθρωποί τους έχουν καταδικαστεί για σοβαρά αδικήματα. Αυτό που έχει σημασία είναι να εδραιωθεί η εντύπωση ότι ουδείς έχει το ηθικό πλεονέκτημα.
Η κατάσταση αυτή είναι επικίνδυνη γιατί διώχνει τον κόσμο από την πολιτική - αν όλοι οι πολιτικοί είναι ύποπτοι για επιλήψιμες ποινικά συμπεριφορές δεν έχει νόημα να ασχολείσαι. Ακόμη χειρότερα, τον καθιστά ευάλωτο σε αντι-πολιτικές λογικές τις οποίες προωθούν οι εχθροί της δημοκρατίας.
Τον συγκεκριμένο κίνδυνο επισημαίνει ο Γιάννης Μπαλαμπανίδης επικρίνοντας την κυβέρνηση γιατί «σήμερα καλλιεργεί το χωράφι της σκανδαλολογίας τροφοδοτώντας τυφλές αντι-πολιτικές τάσεις» («Εφ.Συν.» 4.12.2018).
Μια άλλη διάσταση θέτει ο Αντώνης Λιάκος: «Φοβάμαι πως ο ΣΥΡΙΖΑ έχει δύο ψυχές. Η μία εξουδετερώνει ό,τι κάνει η άλλη. Από τη μια άνοιγμα στην Κεντροαριστερά, από την άλλη επίθεση.
Πηγαίνει ο πρωθυπουργός στο συνέδριο του SPD επικυρώνοντας μια πορεία σύνθεσης δυνάμεων μπροστά στο κύμα της Ακροδεξιάς στην Ευρώπη, σωστά, πολύ σωστά, από την άλλη μεριά όμως επιχειρεί στοχοποίηση του Κώστα Σημίτη, εμβληματικής μορφής της Κεντροαριστεράς» («Εφ.Συν.» 16.11.2018).
Τις αντι-πολιτικές τάσεις στην κοινωνία τις τροφοδοτεί όντως η σκανδαλολογία, ιδιαίτερα αν γίνεται για να πλήξει χωρίς στοιχεία τον πολιτικό αντίπαλο· τις τροφοδοτούν όμως, ίσως σε μεγαλύτερο βαθμό: η διαφθορά του πολιτικού συστήματος, το κουκούλωμα των βρόμικων υποθέσεων, η συμψηφιστική λογική του τύπου «δεν σε κυνηγάω τώρα, μη με κυνηγήσεις μετά», το βολικό θεσμικό πλαίσιο που εξασφαλίζει ατιμωρησία στους άρχοντες, οι εξοργιστικά επιεικείς ποινές σε πολιτικούς και οικονομικά ισχυρούς, η ασύγγνωστη καθυστέρηση στην απονομή δικαιοσύνης, η προσπάθεια χειραγώγησης των δικαστικών λειτουργών, η εκκωφαντική αλαζονεία και η εσκεμμένη αμνησία του πολιτικού προσωπικού, η απουσία αυτοκριτικής από τα κόμματα που διαχειρίστηκαν τις τύχες της χώρας, ο προκλητικός δημόσιος βίος κρατικών αξιωματούχων, η εκτεταμένη διαπλοκή πολιτικής εξουσίας και οικονομικών συμφερόντων, οι αιμομικτικές σχέσεις πολιτικών, οικονομικών και μιντιακών ελίτ.
Ο Γ. Μπαλαμπανίδης σωστά σημειώνει ότι «ο λόγος της πολιτικής είναι κατ’ εξοχήν λόγος που ενεργοποιεί, κινητοποιεί, διαμορφώνει συνειδήσεις και παρακινεί σε πράξη».
Αν στον λόγο της πολιτικής που παρακινεί σε πράξη και παράγει αποτελέσματα δεσπόζουν όλα τα παραπάνω απεχθή στοιχεία ποιο είναι το μήνυμα που εισπράττει η κοινωνία; «Δεν αλλάζει τίποτε, κάνε κι εσύ στον χώρο σου ό,τι κάνουν κι αυτοί, με προσοχή όμως γιατί αν σε τσακώσουν δεν θα έχεις την τύχη τους, εσένα θα σε συντρίψουν».
Η Τζίνα Πολίτη παραπέμποντας στον Μαξ Βέμπερ αναφέρει τα όσα εκθέτει ο συγγραφέας τού «Η πολιτική ως επάγγελμα» (Παπαζήσης) για το σύστημα διαφθοράς και διαπλοκής που χαρακτηρίζει την πολιτική ορισμένων δημαγωγών:
«Την εκμετάλλευση και μονοπώληση κρατικών θέσεων, τα ρουσφέτια και τα οφέλη που απολαμβάνουν οι οπαδοί τους, με αποτέλεσμα την επικράτηση μιας τρομακτικής διαφθοράς και χυδαίου υλισμού. Ο Βέμπερ μοιάζει να συμμερίζεται την άποψη του Μακιαβέλι πως η διαφθορά και η διαπλοκή πηγάζουν από την κορυφή της εξουσίας και διαχέονται κατόπιν προς τα υπόλοιπα στρώματα της κοινωνίας» («Αυγή» 4.12.2018).
Ο μεγαλύτερος κίνδυνος για τη δημοκρατία είναι να συμφιλιωθούμε με την ιδέα ότι αυτή είναι η φυσική τάξη πραγμάτων και ματαιοπονεί όποιος προσπαθεί να την ανατρέψει. Γιατί αν «όλα τριγύρω αλλάζουνε κι όλα τα ίδια μένουν» (Ρασούλης), τότε η παραίτηση είναι η φυσιολογική αντίδραση. Αυτό ακριβώς επιδιώκουν οι «σωτήρες».
efsyn
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου