Ο Σταύρος Ψυχάρης έπαιξε σκληρό παιχνίδι με τον Τσίπρα. Σε κάποια φάση δε, τότε με τη «γάτα Ιμαλαΐων», έπαιξε τα ρέστα του. Και, απ’ ό,τι δείχνουν οι εξελίξεις, μάλλον τα έχασε...
του Βασίλη Πάικου
Με πολύ φιλόδοξους στόχους κινήθηκε το αφεντικό του ΔΟΛ, όπως, άλλωστε, και οι περισσότεροι των μεγάλων αφεντικών των ΜΜΕ. Και με τις προσήκουσες, σ’ αυτούς τους στόχους, πρακτικές. Να πέσει εδώ και τώρα ο Τσίπρας ή, έστω, να υποχρεωθεί σε συνθηκολόγηση. Έτσι ώστε να συνεχίσουν αυτοί ανενόχλητοι στους δρόμους και στις μεθόδους που ήξεραν, χρόνια τώρα. Να διατηρηθεί μ’ άλλα λόγια, για λογαριασμό τους, η αυθαιρεσία και η ασυλία επί παντός...
Ε λοιπόν, απ’ ό,τι φαίνεται, ο Τσίπρας δεν τσίμπησε. Δεν υπέκυψε στις πιέσεις, δεν κάμφθηκε από τους εκβιασμούς. Παρ’ ό,τι πολεμήθηκε όσο ποτέ κανείς, παρ’ ό,τι συκοφαντήθηκε όσο ποτέ κανείς. Από το σύνολο των «συστημικών» μέσων. Δεν έστερξε στη συνέχιση της λάθρα επιβίωσης των υπερχρεωμένων μέσων. Δεν ζήτησε από τις τράπεζες να συνεχίσουν να χορηγούν θαλασσοδάνεια της συμφοράς. Κι έτσι τα μεγάλα αφεντικά κινδυνεύουν να χάσουν, μέσα από τα χέρια τους, τα ετοιμόρροπα «μέσα». Αυτοί οι πάμπλουτοι επιχειρηματίες των πτωχευμένων επιχειρήσεων. Αντιθέτως, έστησε κοινοβουλευτική Εξεταστική Επιτροπή για τη σε βάθος διερεύνηση των σχετικών ανομιών. Όπου εκλήθησαν να καταθέσουν, ν’ απολογηθούν επί της ουσίας, οι ενεχόμενοι στο μέγα σκάνδαλο. Ενώ παράλληλα, καλούνται ένας-ένας στους ανακριτές και στους εισαγγελείς, οι βαρόνοι των ΜΜΕ, δι’ υπόθεσίν τους. Όπου σε άλλους δεσμεύονται τα περιουσιακά στοιχεία, σε άλλους απαγορεύεται η έξοδος από τη σώρα. Για πολλούς δε απ’ αυτούς, το όνομά τους ανιχνεύεται και στις διάφορες «λίστες» της αμαρτίας. Και γενικώς, μ’ ετούτη την κυβέρνηση, τίποτα δεν αφήνεται να πέσει κάτω. Σε πλήρη αντίθεση με ό,τι γινόταν ώς τα τώρα. Οπότε στους ισχυρούς αυτού του τόπου όλα επιτρέπονταν, δίχως να δίνουν λογαριασμό πουθενά και σε κανέναν...
Θολό το τοπίο
Έτσι ή κάπως έτσι φτάσαμε στην εποχή Μουλόπουλου, για τον ΔΟΛ. Και στο θολό, αν όχι γκρίζο τοπίο που την περιβάλλει.
Είναι βέβαιο πως ο Σταύρος Ψυχάρης δεν ήθελε με τίποτα αυτήν την εξέλιξη. Θα την απευχόταν, ασφαλώς, και θα την εξόρκιζε σαν τις αμαρτίες του. Υποχρεώθηκε να προχωρήσει σ’ αυτήν. Γιατί; Πώς; Ποιος ξέρει, εικασίες μονάχα μπορούν να γίνουν, ερωτήματα να διατυπωθούν. Το λογικά πιθανότερο είναι πως αισθάνθηκε το έδαφος να χάνεται κάτω από τα πόδια του. Καθώς πάει περίπατο ο έλεγχος του «Οργανισμού», ενώ δοκιμάζεται και η ίδια η βιωσιμότητά του. Και καθώς, από την άλλη, έχει μπροστά του σοβαρά δικαστικά ντράβαλα, εγκαλούμενος για κακουργηματικού χαρακτήρα «παραβατικότητες». Αυτά για τα οποία, μόλις προχθές, του απαγορεύτηκε η έξοδος από τη σώρα. Και έπεται συνέχεια...
Ναι, αλλά γιατί τον Μουλόπουλο, και γιατί τώρα; Ε, εκεί είναι που το τοπίο γίνεται θολό. Εκεί είναι που τα ερωτήματα παραείναι πολλά και οι απαντήσεις εκκρεμούν. Εκκρεμούν και επείγουν. Να σκέφτηκε άραγε ο Ψυχάρης ότι βάζοντας στο παιχνίδι συνεργάτη του Τσίπρα θα εξασφαλίσει «καλύτερη μεταχείριση»; Καλύτερη μεταχείριση από ποιον; Από τις πιστώτριες (και «φεσωμένες») τράπεζες; Από επίδοξους επενδυτές; Από τη Δικαιοσύνη ίσως; Και, αν είναι έτσι, μόνος του το σκέφτηκε και το αποφάσισε; Ως λογική προσδοκία; Ή μήπως του παρασχέθηκαν κάποιου είδους διαβεβαιώσεις; Από ποιον και τι είδους διαβεβαιώσεις; Οι οποίες, εξάλλου πώς θα μπορούσαν να ικανοποιηθούν; Γιατί να αποφάσισε ξαφνικά ο Τσίπρας να μεσολαβήσει «όπου δει». Να κάνει, δηλαδή, ό,τι αρνήθηκε (με πολύ κόστος) να κάνει δύο χρόνια τώρα. Οπότε επέλεξε την σύγκρουση, ακόμη κι αν την πλήρωσε πολύ ακριβά. Μάλλον δύσκολο φαίνεται, πολύ δύσκολο. Αλλά τότε τι; Πώς; Γιατί;
Ας προσπαθήσουμε να δούμε καθαρή την εικόνα, κι ας πούμε τα πράματα με τ’ όνομά τους. Έως αυτήν τη στιγμή απαντήσεις δεν δόθηκαν, εξηγήσεις δεν παρασχέθηκαν. Όχι τουλάχιστον επαρκείς. Και ελάχιστα πειστικές. Όσο δε αυτό δεν γίνεται, όσο δεν έρχονται και δεν πείθουν οι εξηγήσεις, οι υποψίες πληθαίνουν. Βαριές υποψίες, όχι παίξε γέλασε. Και τα σενάρια οργιάζουν. Σενάρια διόλου κολακευτικά για την κυβερνητική εικόνα. Και για το πολιτικό ήθος της Αριστεράς. Βλέπετε, πρακτικές που για τους άλλους, τους προηγούμενους, αποτελούσαν διαρκή και συνήθη καθημερινότητα, η Αριστερά δεν είναι σε θέση να τις διαχειριστεί. Δεν είναι σε θέση να τις αντέξει. Ούτε ως υποθέσεις εργασίας, ούτε ως σενάρια, ούτε ως φήμες και ψιθύρους, ούτε ως υποψίες. Αυτή, στο κάτω - κάτω, είναι η προίκα της. Αλίμονο αν την ξοδέψει, έτσι στον βρόντο...
avgi
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου