Λέμε κάθε χρονιά, σε κάθε επέτειο πως το μήνυμα του Πολυτεχνείου παραμένει πιο επίκαιρο από ποτέ και είναι σαν να ακούμε τον υποβολέα να μας το λέει για να μην χάσουμε το συναίσθημα. Αλλά το μήνυμα του Πολυτεχνείου τις εποχές ζούμε δεν είναι απλά επίκαιρο. Είναι η κάθε μας μέρα.
του Ιωάννη Κακάνη
Μεγαλώσαμε όλοι ακούγοντας λίγο ή πολύ φιλοχουντικά τσιτάτα. Όχι κατ' ανάγκη στις οικογένειες μας (αν και την οικογένεια δεν την διαλέγουμε πάντα) ούτε πολύ περισσότερο, στους φίλους μας. Αλλά στον ευρύτερο περίγυρο. Τον κοινωνικό και τον επαγγελματικό. Στον γείτονα, τον συνάδελφο, το αφεντικό ή συζητήσεις που ακούσαμε επειδή βρεθήκαμε παρόντες κάπου ''έξω''.
Τσιτάτα τα οποία στην πορεία της μεταπολίτευσης, βοήθησαν στο να υπάρχει ζωντανή μία φιλο-φασιστική σπίθα που όταν υπήρξε η ανάγκη του συστήματος, άρχισε να φτιάχνει εστίες φωτιάς. Και τότε καταλάβαμε πολύ καλά το νόημα του ξεπλύματος.
Μάθαμε και ακούγαμε πως «η χούντα έκανε δρόμους», πως «με τη χούντα κοιμόμασταν όλοι με ανοικτά τα παράθυρα», πως «η χούντα άφησε μηδενικό χρέος» και πως «αν δεν μιλούσες στη χούντα περνούσες καλά» (φαίνεται πως μερικοί άνθρωποι απολαμβάνουν την υποχρεωτική φίμωση και κοιτάνε τη δουλίτσα τους).
Όλα αυτά ακούγονταν συχνά πυκνά εδώ και εκεί και τις περισσότερες φορές κάναμε το λάθος να μην τους δίνουμε σημασία. Κάναμε ένα λάθος που πολλοί ακόμη και τώρα, διαιωνίζουν: Θεωρούσαμε όλους αυτούς γραφικούς, αστείους ή γελοίους.
Αλλά οι γελοίοι σε ό,τι αφορά τον φασισμό είναι πάντα και οι πιο επικίνδυνοι. Είναι ο "Δούρειος Ίππος" νομιμοποίησης της βαρβαρότητας.
Τα χρόνια πέρασαν και στην οικονομική κρίση, την εποχή μιας άγριας οικονομικής -και δημοκρατικής- παρακμής, αυτή η σπίθα ενισχύθηκε. Οι νοσταλγοί της χούντας βγήκαν από τα καβούκια τους, οι "φιλήσυχοι πολίτες" που κοιτάνε τη δουλίτσα τους, εκφράζονται ανοικτά υπέρ των καταστολών, το κράτος έγινε πιο άγριο από ποτέ, δολοφονίες από Αστυνομία δικαιολογούνταν από τους ίδιους τους νοικοκυραίους (που κοιτάνε τη δουλίτσα τους), τάγματα εφόδου δρουν ανεξέλεγκτα... και η δεξιά δεν φλερτάρει πια με την ακροδεξιά, έχουν γίνει ένα.
Ο φασισμός έγινε μία κανονικότητα, σε ένα κράτος που στρουθοκαμηλίζει.
Μέσα στην κανονικότητα του, αυτός ο υφέρπον φασισμός, προσπαθούσε -παράλληλα με τη ρητορική που συντηρούσε- να αποκαθηλώσει και το Πολυτεχνείο στη μνήμη ενός λαού που συχνά επιλέγει να ξεχνά.
Αυτός ο φασισμός χρησιμοποίησε την παρακμή της Μεταπολίτευσης, μέσω της "μικροαστικοποίησης" της κοινωνίας, του νεοπλουτισμού της μεσαίας τάξης και του "πάρτι" του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ, που έβαλαν το χέρι στο μέλι της επίπλαστης αφθονίας, για να υποβαθμίσει την σημασία του.
Κατάφερε να χρησιμοποιήσει την κρίση σαν αποτέλεσμα της ''πολλής δημοκρατίας'' -όχι κατ' ανάγκην της λιτότητας- και να συμβάλλει στην οπισθοδρόμηση ενός λαού που έχει μάθει περισσότερο να νοσταλγεί παρά να κοιτάζει μπροστά.
Και κάπως έτσι φτάσαμε να βλέπουμε απροκάλυπτα, τα ιδιωτικά σχολεία να σταματούν επ' αόριστον όλες τις γιορτές για το Πολυτεχνείο...
Μόνο που το Πολυτεχνείο παραμένει πιο επίκαιρο από ποτέ.
Όχι μόνο γιατί η προσπάθεια υποβάθμισης της σημασίας του, μαρτυρά τη σπουδαιότητά του, αλλά γιατί η κανονικότητα του φασισμού μας φέρνει αντιμέτωπους με αυτόν κάθε μέρα...πρόσωπο με πρόσωπο. Σε χώρους εργασίας, στο δρόμο, στις ανθρώπινες σχέσεις, στην πολιτική σκηνή, στους τρόπους έκφρασης, στα ζητήματα ισότητας των ανθρώπων, σε θέματα αλληλεγγύης... σε όλα τα μικρά και μεγάλα ζητήματα της ζωής.
Η "χούντα" δεν προσπαθεί να επιστρέψει το 2018 μόνο με όρους πολιτικής και σίγουρα όχι με τανκς, αλλά και εκεί που η "νομιμοποίηση" της θα περάσει στις συνειδήσεις. Ποντάρει στην ηθική ανεπάρκεια και στην καθημερινότητα μας.
Γι αυτό και το "Πολυτεχνείο" δεν είναι μόνο ιστορική μνήμη, αλλά υποχρέωση μας να το διαφυλάτουμε καθημερινά.
koutipandoras
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου