του Ανδρέα Παναγόπουλου
Προχθές, αργά τη νύχτα η «είδηση» έκανε το γύρο του διαδικτύου: «Εφυγε ο Ανδρέας Μπάρκουλης». Την αναμετέδιδαν μερικά «ενημερωτικά» site και τα Social Media πήραν φωτιά.
Η «είδηση» είχε ήδη πάρει διαστάσεις όταν ένα tweet της ηθοποιού Καίτης Φίνου την διέψευσε: «Σταματήστε να γράφετε για τον Μπάρκουλη ότι πέθανε. Δίνει αγώνα στο νοσοκομείο αλλά είναι ζωντανός». Στην πραγματικότητα ο θρυλικός ζεν-πρεμιέ του ελληνικού κινηματογράφου έδινε τη μάχη με το θάνατο στο νοσοκομείο «Αγία Ολγα». Πέθανε 12 ώρες μετά την ...είδηση του θανάτου του, χθες το μεσημέρι.
Δεν είναι η πρώτη φορά που τα (υποτιθέμενα) Νέα Μέσα «πουλάνε» πρόωρους θανάτους. Τον μεγάλο θεατρικό συγγραφέα Ιάκωβο Καμπανέλλη τον είχαν «πεθάνει» τουλάχιστον τρεις φορές πριν εκείνος αφήσει την τελευταία του πνοή τον Μάρτιο του 2011. Το ίδιο είχε συμβεί και με τον μουσικοσυνθέτη Αντώνη Βαρδή που έφυγε από τη ζωή στις 2 Σεπτεμβρίου του 2014. Είναι όμως χαρακτηριστική της κατάντιας της δημοσιογραφίας μας που κινείται μεταξύ θανατολαγνείας και οπισθιολαγνείας για να προσελκύσει αναγνώστες.
Μα, θα πει, κάποιος, πάντοτε δεν συνέβαινε αυτό; Από τις αρχές του περασμένου αιώνα δεν είχε ξεκινήσει το φαινόμενο του «κίτρινου Τύπου»; Ή μήπως δεν υπήρχε το αξίωμα πως «πουλάνε» οι ειδήσεις που έχουν σχέση με «Αίμα- Στέμμα- Σπέρμα»;
Βεβαίως και ίσχυαν όλα αυτά! Και μάλιστα σε υπερθετικό βαθμό. Με δύο διαφορές όμως. Η πρώτη ήταν ότι υπήρχαν ΜΜΕ –κυρίως εφημερίδες- που τα υιοθετούσαν, οι περίφημες εφημερίδες-ταμπλόιντ και εκείνα που τα απέφευγαν όπως ο διάβολος το λιβάνι, φυλάσσοντας τις Θερμοπύλες της ενημέρωσης και της αξιοπιστίας ως κόρη οφθαλμού. Και η δεύτερη διαφορά ήταν ότι ακόμη και ο «Κίτρινος Τύπος» δεν έγραφε ψεύτικες ειδήσεις, απλώς αναδείκνυε «πιπεράτα» θέματα με εμφατικό τρόπο, μεγάλους τίτλους και φωτογραφίες μεγεθύνοντας τα ασήμαντα, επουσιώδη , όμως ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ γεγονότα. Η κατασκευή ειδήσεων ήταν σπάνια, ακόμη πιο σπάνια η εξαπάτηση του κοινού με ψευδή περιστατικά, όπως το περίφημο «νερό του Καματερού» που «γιάτρευε» τον καρκίνο, τη δεκαετία του ’70. Κι αυτά τα λίγα περιστατικά αποτελούσαν ανεξίτηλο στίγμα για το Μέσο.
Η έλευση των Νέων Μέσων και μαζί τους μιας γενιάς νέων δημοσιογράφων με ανώτατες σπουδές στα ΜΜΕ αλλά και απαλλαγμένων από τις «δουλείες» και τον συντηρητισμό των παλαιότερων συναδέλφων τους, καλλιεργούσε, εκεί στα τέλη της δεκαετίας του ’90, την ελπίδα ότι η δημοσιογραφία, άρα και η ενημέρωση, θα γινόταν καλύτερη από πλευράς ποιότητας και ουσίας. Δυστυχώς η ελπίδα διαψεύστηκε ήδη από πολύ νωρίς καθώς τα Νέα Μέσα δέχτηκαν την επέλαση ανθρώπων που είτε δεν γνώριζαν είτε ξέχασαν τις βασικές αρχές της δημοσιογραφίας, την έρευνα, τη διασταύρωση της είδησης, την σωστή χρήση της γλώσσας, την αμερόληπτη –όχι αντικειμενική, όπως επιμένουν κάποιοι ουτοπικά- παράθεση στοιχείων. Και σαν να μην έφτανε αυτό υιοθέτησαν όλες τις κακές πρακτικές των παλαιών Μέσων, την προχειρογραφία, την εντυπωσιοθυρία και βέβαια το copy-paste από ελληνικά και ξένα πρακτορεία ειδήσεων. Η ταχύτητα που προσφέρουν οι νέες τεχνολογίες τόσο στην συγγραφή ενός κειμένου όσο και στην ανάρτησή του και την αναμετάδοσή του από άλλα μέσα και δίκτυα έγινε το όπλο που εκπυρσοκροτεί ανάποδα σε βάρος της πραγματικής ενημέρωσης.
Παράλληλα, το άγχος της κυκλοφορίας της εφημερίδας ή της ακροαματικότητας του ραδιοφώνου και της τηλεθέασης, έδωσε τα σκήπτρα στο άγχος της επισκεψιμότητας, του Google Analytics Που μετράει το πόσοι μπαίνουν σε ένα site. Χειρότερος σύμβουλος δεν μπορούσε να υπάρξει. Επισκέπτες να έχουμε και ας γράφουμε οποιαδήποτε ανοησία μπορούμε: για θανάτους, για οπίσθια, για μαμάδες με υπέροχα στήθη, για μπούρδες. Όλα αυτά ανακατεμένα με ρατσισμό και σεξισμό σε μικρές ή μεγαλύτερες δόσεις. Και ως γαρνιτούρα τα δελτία τύπου υπουργείων, κομμάτων, πολιτευτών. Ενας πολτός που κολυμπώντας διαρκώς εντός του σε εμποδίζει να διαχειριστείς περίπλοκες καταστάσεις και διλλήματα του τύπου: «να το γράψω πρώτος για να κερδίσω το κοινό ή να το γράψω ολοκληρωμένα με μία σχετική καθυστέρηση;». Συνήθως κερδίζει η πρώτη άποψη, αυτή που προτιμάει να «πεθάνει» κάποιον πριν την ώρα του παρά να κάνει ένα ολοκληρωμένο αφιέρωμα σε κάποιον που έχει ήδη φύγει.
Θα μπορούσε κάποιος να γράψει πολλά για τα εξίσου σοβαρά προβλήματα παραπληροφόρησης ή δημοσιογραφικής αγυρτείας όπως π.χ. για την υπόθεση της Αίγινας ή την «επιδημία» ελονοσίας. Ας μείνουμε όμως στο «θάνατο» του ταλαιπωρημένου Ανδρέα Μπάρκουλη.
Στο internet στεκότανε ο Χάρος και πουλιότανε. Κι εκεί θα στέκεται όσο θα υπάρχει «μια γριά, καλή γριά που αγοράζει δυό κιλά» χαλασμένης «ενημέρωσης»! Διότι κακά τα ψέματα, ΑΥΤΗ η «γριά» είναι που συντηρεί και επιδεινώνει το φαινόμενο της άθλιας δημοσιογραφίας. Καιρός να της γυρίσει (-ουμε) την πλάτη!
πηγή: matrix24.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου