του Χρήστου Ξανθάκη
H περίπτωση Γιαννιώτη και η ελληνική λεβεντιά
Δυσκολεύομαι να παρακολουθήσω τους φετινούς Ολυμπιακούς αγώνες.Ζορίζομαι, μπλοκάρω, ταραχεύομαι που λέμε και στο χωριό μου. Δεν μου έχει περάσει ακόμη η καντήφλα του Αθήνα 2004, ακόμη πονάνε η τσέπη μου και η συνείδησή μου. Άσε που αρνούμαι πλέον να παραμυθιαστώ με το δόγμα Χρήστου Τζέκου, ότι «ντοπαρισμένοι είναι μόνο όσοι πιάνονται». Οι Ρώσοι σαν να λέμε που πληρώσανε χρυσά (sic) όλα τα μετάλλια των προηγουμένων αγώνων. Και όλοι οι υπόλοιποι είναι καθαροί, όλοι οι υπόλοιποι είναι πεντακάθαροι, όλοι οι υπόλοιποι είναι πάλλευκοι. Κι ύστερα η γιαγιά έστρωσε το κρεβάτι κι έβαλε τον λύκο τον κακό για ύπνο.
Αλήθεια να λέμε παιδιά, οι φετινοί Ολυμπιακοί δεν μας ταξιδεύουν όπως οι προηγούμενες διοργανώσεις. Είναι που τα είδωλα μοιάζουν λίγο πιο ξεθωριασμένα, είναι που η διοργάνωση το μάζεψε λίγο το φαντασμαγορικόν της υποθέσεως, είναι που η ντόπα (ναι, θα επιμείνω σ’ αυτό!) τα σκιάζει όλα, είναι που ο ερασιτεχνισμός έχει πάει έναν πολύ μακρύ περίπατο, είναι που έχει γεμίσει ο χωροχρόνος διοργανώσεις και δεν περιμένουμε κάθε 4 χρόνια να δούμε τους υπερανθρώπους, είναι που αυτούς ακριβώς τους υπερανθρώπους τους κόντυναν τα social media και τους προσγείωσαν στα επίπεδα τα δικά μας. Τα επίπεδα της καθημερινότητας και της μετριότητας. Αλλά έτσι δεν χτίζονται είδωλα…
Όπως δεν χτίζονται είδωλα με τουί βουλευτών της Χρυσής Αυγής, που προσπαθούν να εκμεταλλευτούν ατοπήματα άλλων εποχών. Το κατάλαβε αυτό η Βούλα Παπαχρήστου, μόνο που το κατάλαβε κατόπιν εορτής. Αφού πια είχε εισβάλλει στο κεφάλι της όλη αυτή η φιλολογία για το αν θα εξέφραζε όλο το έθνος ή μόνο ένα μικρό μέρους του με το επικείμενο μετάλλιό της. Κι όπως γνωρίζουν όλοι οι έμπειροι προπονητές (με προεξάρχοντα τον Μουρίνιο), άμα καρφωθεί μια ιδέα στο κεφάλι του αθλητή αρχίζει να ξεχνάει τον πρωταρχικό του σκοπό. Που είναι να κερδίζει τους αντιπάλους του και όχι τα φαντάσματά του. Κρίμα γιατί όλοι δικαιούνται μια δεύτερη ευκαιρία και κανείς δεν είναι ένοχος μέχρις αποδείξεως του εναντίου.
Από εκεί και πέρα μας μένουν οι νίκες και οι ευγενικές παρουσίες τηςΚορακάκη και του Πετρούνια. Καλοδεχούμενες αναμφιβόλως, όπως και τα μετάλλιά τους που κατακτήθηκαν με προσωπικούς κόπους και θυσίες. Και το μετάλλιο του Γιαννιώτη επίσης, αλλά όλα αυτά μπορεί κανείς να τα εντάξει στα αναμενόμενα. Δεν θα τρίτωνε το κακό με Ολυμπιακούς δίχως χρυσό για την πατρίδα και τέλος είναι τόσο τυχερός ο Τσίπρας που θα το φρόντιζε η μοίρα το ζήτημα. Εκείνο ωστόσο που για μένα ξεχώρισε και την έσωσε μέσα μου την υπόληψη των Αγώνων, ήταν η χειρονομία του Γιαννιώτη. Ότι δηλαδή ζήτησε να αποσυρθεί η ένσταση της ελληνικής πλευράς για την πρωτιά του αντιπάλου του.
Εγώ το λέω μαγκιά, εγώ το λέω κιμπαριλίκι, εγώ το λέω λεβεντιά. Αυτό το πράγμα εν ολίγοις που μας μάθαιναν στο σχολείο ότι χαρακτηρίζει τη φυλή μας και ύστερα ψάχναμε με το μικροσκόπιο για να το βρούμε. Ο Γιάννιώτης λοιπόν, απέδειξε ότι είναι λεβέντης. Ότι ξέρει τι του γίνεται, ότι πατάει γερά στα πόδια του, ότι δεν ασκείται στο εθνικό άθλημα της μίρλας. Ότι γνωρίζει πολύ καλά πως εκεί που έφτασε δεν είναι λίγο. Κι αυτό είναι το σημαντικότερο μάθημα που μπορεί κανείς να λάβει τόσο από τους Ολυμπιακούς Αγώνες όσο και από τη ζωή την ίδια…
newpost
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου