[...] δεν έχει μόνο Ωραιόκαστρα και Φιλιππιάδες και Αλεξάνδρειες η χώρα. Οι υπόλοιποι -πλην Λακεδαιμονίων, κι ας μη νιώθεται καθόλου η στάση τους- έχουμε ιστορική ευθύνη, όσο βαρύγδουπο κι αν ακούγεται αυτό, να φερθούμε σε αυτά τα παιδιά και στους γονείς τους όπως δεν φέρθηκαν στους μαύρους οι αμερικανικές πολιτείες του Νότου, στους τουρκόσπορους παππούδες μας οι ντόπιοι, στους Εβραίους οι Γερμανοί και οι άλλοι Ευρωπαίοι πριν, κατά και μετά το Ολοκαύτωμα.
του Αντώνη Γαζάκη
Να ξεκαθαρίσουμε κάτι. Όταν μιλάμε για ρατσισμό δεν μας νοιάζει ούτε ο αυτοπροσδιορισμός (“Εγώ δεν είμαι ρατσιστής”) ούτε, πολύ περισσότερο, οι προθέσεις του οποιουδήποτε. Συμπεριφορές που επιδιώκουν, διεκδικούν ή επιβάλλουν τον αποκλεισμό ολόκληρων κοινωνικών ομάδων (ή μελών τους) από δραστηριότητες της κοινωνικής ζωής με βάση, ενδεικτικά, το χρώμα δέρματος, την καταγωγή, τη θρησκεία, το φύλο, τις σεξουαλικές προτιμήσεις, είναι ασυζητητί και εξ ορισμού ρατσιστικές. Όσο και να χτυπιούνται οι φορείς τέτοιων συμπεριφορών, όση σχετικοποίηση, εκλογίκευση ή “ρεαλισμό” και αν χρησιμοποιήσουν.
Ούτε αυτή η λανθάνουσα παραδοχή της ιδεολογικής τους ήττας, που κρύβεται στην άρνηση της ιδιότητας του ρατσιστή μας ενδιαφέρει (ακόμη κι ο Κασιδιάρης είχε πει σε τηλεοπτικό παράθυρο το 2012 ότι δεν είναι ρατσιστής, αλλά “φυλετιστής”, μπας και τον σώσει η μετάφραση της λέξης)· στην πραγματικότητα, η κινηματική, πολιτική και εκπαιδευτική κατάκτηση ότι ο ρατσισμός είναι κάτι αυτοτελώς κακό, χωρίς αστερίσκους και υποσημειώσεις, τους αναγκάζει απλώς να τον βάζουν διαρκώς στην καθημερινή ζωή από το παράθυρο. Είναι σαν να λένε: “θα προχωράμε διαρκώς σε ρατσιστικές πράξεις αρνούμενοι επίμονα και απερίφραστα το ρατσισμό τους, γιατί εμάς δεν μας ενδιαφέρει, όπως εσάς, πώς χαρακτηρίζονται· μας ενδιαφέρει μόνο να πραγματοποιούνται, έτσι ώστε να κυριαρχήσει εκ των πραγμάτων η δική μας αντίληψη”.
Συζητήσεις λοιπόν σε επίπεδο ορολογίας, είτε με τους παραπάνω είτε με “μετριοπαθείς” και “ουδέτερους” που θέλουν τάχα να ακούσουν και την άλλη πλευρά, είναι άσκοπες, άκαιρες και κυρίως αντιπαραγωγικές. Όταν, απολύτως αναρμόδια, σύλλογοι γονέων και κηδεμόνων δημοτικών σχολείων (ήδη σε Ωραιόκαστρο Θεσ/νίκης, Φιλιππιάδα Πρέβεζας, Αλεξάνδρεια Ημαθίας) “απαιτούν” ή “αποφασίζουν” να μη χρησιμοποιηθεί το σχολικό κτίριο όπου φοιτούν τα παιδιά τους για απογευματινά μαθήματα προσφυγόπουλων (γιατί στις συγκεκριμένες περιπτώσεις περί αυτού και μόνο πρόκειται δυστυχώς, και όχι για εγγραφή στο σχολείο και για -σταδιακή έστω- ένταξή τους στο πρωινό ωρολόγιο πρόγραμμα), το μόνο -ή τέλος πάντων το κύριο και πιο άμεσο- που πρέπει να μας απασχολεί είναι το να μην περάσει το δικό τους.
Η άποψη που έχουν οι ίδιοι για το τι συνιστά ρατσισμό ή το ποια είναι τα πραγματικά ή προσχηματικά κίνητρά τους, ακόμη και η αναγκαία προσπάθεια ώστε να μεταστραφεί η στάση τους, είναι θέματα που πρέπει να μας απασχολήσουν, πρακτικά και θεωρητικά, αλλά σε δεύτερο και τρίτο χρόνο. Αυτό που προέχει είναι τα προσφυγάκια να ξεκινήσουν να φοιτούν στο κοντινότερο σε αυτά σχολείο, είτε πρόκειται για σχολείο του οποίου ο σύλλογος γονέων και κηδεμόνων έχει “αποφασίσει” να μην τα δεχτεί είτε πρόκειται για οποιοδήποτε άλλο σχολείο της περιοχής είχε αρχικά επιλεγεί από το αρμόδιο υπουργείο (σε κάποια από τα σχολεία οι αποφάσεις των συλλόγων πάρθηκαν χωρίς να έχει υπάρξει καν τέτοια επιλογή).
Στην πρώτη περίπτωση θα έχει πολύ ενδιαφέρον να δούμε πόσο σοβαρά παίρνουν τις απειλές τους οι εν λόγω σύλλογοι και πόσο σοβαρά παίρνει η υπόλοιπη κοινωνία (δεν θα πω “το κράτος” σκέτο) τις διακηρύξεις περί δικαιωμάτων και αντιρατσιστικής εκπαίδευσης. Προσπαθώ να φανταστώ τη γελοιότητα της κατάληψης ενός σχολικού κτιρίου από γονείς για να μην κάνουν εκεί μάθημα παιδιά πρόσφυγες ή πλήθη γονιών να γιουχάρουν παιδάκια που προσέρχονται στο σχολείο. Δυσκολεύομαι. Και δυσκολεύομαι ακόμη περισσότερο να φανταστώ ότι μπροστά σε αυτό το απίθανο ενδεχόμενο είναι προτιμότερο η πλευρά που στέκεται απέναντι στις ρατσιστικές διακρίσεις να υποχωρήσει. Αυτό που δεν δυσκολεύομαι καθόλου να φανταστώ όμως είναι η άτακτη οπισθοχώρηση των ρατσιστών μπροστά σε εισαγγελική παρέμβαση (το είδαμε ήδη στο Ωραιόκαστρο) και μπροστά στην παγκόσμια κατακραυγή (ναι, ακόμη και στην αυτοαναφορική και μικροαστική ελληνική επαρχία θα έπαιζε αυτό κάποιο ρόλο).
Η δεύτερη περίπτωση είναι ακόμη πιο ενδιαφέρουσα. Αν η απάντηση στους ντόπιους ναζί και ρατσιστές που έλεγαν “αν θέλετε τους πρόσφυγες/μετανάστες στην Ελλάδα, να τους πάρετε σπίτι σας” ήταν ότι πολλοί και πολλές τους πήραν όντως σπίτι τους, τότε η απάντηση σε όσους και όσες δεν θέλουν πρόσφυγες στα “δικά” τους σχολεία δεν μπορεί παρά να είναι ανοιχτές αίθουσες και φιλόξενο περιβάλλον σε άλλα σχολεία. Κι άσε τους άλλους να πνίγονται μέσα στην απομόνωση και το φαρμάκι τους. Μπορούμε και χωρίς αυτούς.
Εξάλλου, δεν έχει μόνο Ωραιόκαστρα και Φιλιππιάδες και Αλεξάνδρειες η χώρα. Οι υπόλοιποι -πλην Λακεδαιμονίων, κι ας μη νιώθεται καθόλου η στάση τους- έχουμε ιστορική ευθύνη, όσο βαρύγδουπο κι αν ακούγεται αυτό, να φερθούμε σε αυτά τα παιδιά και στους γονείς τους όπως δεν φέρθηκαν στους μαύρους οι αμερικανικές πολιτείες του Νότου, στους τουρκόσπορους παππούδες μας οι ντόπιοι, στους Εβραίους οι Γερμανοί και οι άλλοι Ευρωπαίοι πριν, κατά και μετά το Ολοκαύτωμα.
πηγή: thegreekcloud.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου