Ένα από τα βασικά επιχειρήματα, ίσως το κεντρικό, της κυβέρνησης είναι ότι η αξιωματική αντιπολίτευση είτε δεν έχει πρόγραμμα για τη μεταμνημονιακή εποχή είτε το σχέδιο που έχει στο μυαλό της είναι τόσο αντιλαϊκό που δεν τολμάει να το καταθέσει και γι’ αυτό επιδίδεται συστηματικά στο άθλημα της καταστροφολογίας συνεπικουρούμενη από τα Μέσα Ενημέρωσης που την υποστηρίζουν.
Του Τάσου Παππά
Το είπε και ο πρωθυπουργός μιλώντας στο περιφερειακό συνέδριο για την ανάπτυξη των Ιονίων Νήσων: «Οσο καλύτερα πηγαίνουν τα πράγματα για τη χώρα και την οικονομία τόσο χειρότερα παρουσιάζονται από μία ασύδοτη και ασυγχώρητη εγχώρια προπαγάνδα. Συγκεκριμένοι επιχειρηματικοί κύκλοι με συγκεκριμένα ποινικά βάρη -ορισμένοι από αυτούς- επιδίδονται σε ξέφρενη προσπάθεια κατεδάφισης». Είναι έτσι; Εν μέρει.
Η προγραμματική αλαλία της Δεξιάς είναι εσκεμμένη. Σκοπίμως αποφεύγει να τοποθετηθεί επί της ουσίας στο ερώτημα: «τι θα κάνετε αν σας εμπιστευθεί ξανά ο ελληνικός λαός». Κρύβεται πίσω από βολικές γενικότητες του τύπου «θα μειώσουμε τους φόρους» ή «θα πείσουμε τους δανειστές να αλλάξουν γραμμή».
Δεν μας λέει όμως πού θα βρει τα χρήματα για να καλυφθεί το κενό που θα δημιουργηθεί στα έσοδα από τη θεαματική μείωση της φορολογίας ούτε μας λέει τι θα κάνει αν οι δανειστές δεν αλλάξουν στάση. Γιατί φυσικά δεν είναι σοβαρή απάντηση ότι θα εξοικονομήσουμε τους πόρους μειώνοντας τη σπατάλη στον δημόσιο τομέα.
Ολες οι κυβερνήσεις από το 1974 και μετά το υποσχέθηκαν, οι περισσότερες έκαναν το ακριβώς αντίθετο, κάποιες πέτυχαν θετικά αποτελέσματα, ωστόσο, ακόμη κι αν φτάσεις στο ιδανικό επίπεδο, δεν είναι δυνατόν να ισοφαρίσεις τις απώλειες. Μετρημένα κουκιά είναι. Εκτός αν προχωρήσεις σε δραματικές περικοπές δημοσίων δαπανών απολύοντας μαζικά, κόβοντας χωρίς έλεος τους προϋπολογισμούς των υπουργείων Παιδείας, Υγείας και τσεκουρώνοντας τις συντάξεις.
Οπως όμως ο καθένας καταλαβαίνει, αυτή η πολιτική δύσκολα θα βρει οπαδούς στις τάξεις των εργαζομένων, των ανέργων και των φτωχών και επίσης δεν είναι υπερασπίσιμη όσες προσπάθειες κι αν καταβάλλουν οι χειριστές των μονταζιέρων που λειτουργούν νυχθημερόν στα διευθυντικά γραφεία των φιλικών της Μέσων Ενημέρωσης.
Αλλωστε και η προπαγάνδα έχει τα όριά της και οι διακινητές δεν είναι επιπέδου Γκέμπελς. Σ’ ό,τι αφορά το άλλο επιχείρημα ότι η ηγεσία της Ν.Δ. θα πείσει τους δανειστές για την ορθότητα της πρότασής της, νομίζω ότι δεν αντέχει σε σοβαρή κριτική. Υπάρχει το πρόσφατο παρελθόν που δεν επιτρέπει αισιοδοξία.
Εκτός βεβαίως αν η Ν.Δ. συγκρουστεί μετωπικά με τους θεσμούς και ό,τι ήθελε προκύψει. Ούτε το λέει ούτε πιστεύω πως το διανοείται. Η αντίσταση σε ό,τι θεωρεί ιερό και όσιο είναι βέβηλη πράξη και ως τέτοια είναι εξορισμένη από το ιδεολογικό και πολιτικό Σύμπαν της. Οι κυβερνήσεις στις οποίες συμμετείχε ο κ. Μητσοτάκης δεν έχουν πολλά πράγματα για να υπερηφανεύονται την περίοδο που διαπραγματεύονταν με την τρόικα.
Στρατηγική όμως έχει η Δεξιά την οποία προσυπογράφει και ένα κομμάτι της Δημοκρατικής Συμπαράταξης. Είναι η ποινικοποίηση της πολιτικής. Ο Οτο Κιρχάιμερ στο βιβλίο του «Πολιτική Δικαιοσύνη. Η χρήση της δικαιικής διαδικασίας για πολιτικούς σκοπούς» υποστηρίζει ότι η πολιτική δικαιοσύνη συνίσταται στη χρησιμοποίηση δικαιικών διαδικασιών για την επίτευξη πολιτικών σκοπών όπως είναι η εξάλειψη του αντιπάλου διά της ποινικοποίησής του.
Κατά τον Κιρχάιμερ «πρόκειται για ένα φαινόμενο το οποίο μετά τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο παρατηρήθηκε λίγο πολύ σε όλες τις χώρες και όχι μόνο στα ολοκληρωτικά καθεστώτα (από τον Στάλιν στον Χίτλερ), αλλά ακόμη και στα κράτη δικαίου, μολονότι εκεί προσέλαβε πιο εκλεπτυσμένες μορφές: Εν ολίγοις η πολιτική δικαιοσύνη είναι ένα είδος καρκινώματος που εξαπλώνεται στο εσωτερικό μίας διαδικασίας κρίσης της πολιτικής εξουσίας και αβεβαιότητας της δημοκρατίας» (από τα σχόλια του Π. Τσιαμούρα στο βιβλίο «Γκέρσομ Σόλεμ, Χάνα Αρεντ: Δύο επιστολές για τη ρηχότητα του κακού» εκδόσεις Αγρα).
Από την πρώτη στιγμή που ανέλαβε η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝ.ΕΛΛ, η Δεξιά, το ΠΑΣΟΚ και μία μερίδα των ΜΜΕ επιτέθηκαν με σφοδρότητα στο λεγόμενο ηθικό πλεονέκτημα της Αριστεράς. Αμφισβήτησαν την εντιμότητα στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ, κατασκεύασαν βρόμικες ιστορίες, υποδέχτηκαν και ανέδειξαν fake news για να πλήξουν τον πρωθυπουργό και ορισμένους συνεργάτες του, στοχοποίησαν με φανατισμό ιεροκήρυκα αξιωματούχους της κυβέρνησης.
Στη συνέχεια επινόησαν σκάνδαλα, ζήτησαν εξεταστικές επιτροπές τις οποίες υποσχέθηκαν πως θα κάνουν όταν πέσει η κυβέρνηση και έχουν προαναγγείλει καμιά δεκαριά Ειδικά Δικαστήρια (τρία για τον Τσίπρα και τα υπόλοιπα για υπουργούς, πρώην και νυν).
Με βάση τη ρητορική τους η χώρα θα μετατραπεί σ’ ένα απέραντο δικαστήριο. Μην έχετε όμως καμιά αμφιβολία. Τίποτε απ’ όλα αυτά δεν θα γίνει αν έρθουν στα πράγματα. Αμοραλιστές είναι, όχι ηλίθιοι.
Απλώς με το πες πες θέλουν να περάσουν στην κοινή γνώμη την εντύπωση ότι κι αυτοί που σήμερα κυβερνούν δεν είναι κάτι διαφορετικό και δεν δικαιούνται να εγκαλούν τους προηγούμενους για διαφθορά. «Σαν κι εμάς είναι, άρα όλοι ίδιοι είμαστε». Τους αφήνει παγερά αδιάφορους ότι δηλητηριάζουν το πολιτικό κλίμα και ενισχύουν τα φαινόμενα της αντιπολιτικής. Την εξουσία να (ξανά)πάρουν κι ας πάει και το παλιάμπελο.
Πηγή: efsyn.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου