Η νέα Εθνική Στρατηγική Ασφάλειας που παρουσίασε ο Τραμπ έχει τον χαρακτηριστικό τίτλο «Πρώτα η Αμερική». Διανθισμένο με τις αναγκαίες για τον Αμερικανό Πρόεδρο «κορώνες» εθνικιστικής και αντιμεταναστευτικής ρητορικής, το κείμενο δεν παύει να αντανακλά τις ψυχροπολεμικές αντιλήψεις όλων των απόμαχων στρατιωτικών τους οποίους έχει συγκεντρώσει ο Τραμπ σε κορυφαίες θέσεις της κυβέρνησής του.
του Μιχάλη Τρίκκα
Το πέρασμα σε μια νέα εποχή μιλιταρισμού και έντονου ανταγωνισμού των μεγάλων δυνάμεων φαίνεται να σηματοδοτεί η αμυντική στρατηγική των ΗΠΑ που παρουσίασε ο Ντόναλντ Τραμπ. Ο Αμερικανός Πρόεδρος κατηγόρησε τις προηγούμενες κυβερνήσεις της χώρας του για υπερβολική υποχωρητικότητα απέναντι σε «αντίπαλες δυνάμεις» όπως η Ρωσία και η Κίνα, οι οποίες, όπως τόνισε, «αμφισβητούν την επιρροή, τις αξίες και τον πλούτο της Αμερικής».
Την ουσία της νέας ατζέντας ασφάλειας είχε εκφράσει ακόμη πιο καθαρά την προηγούμενη εβδομάδα ο σύμβουλος Εθνικής Ασφάλειας του Λευκού Οίκου Χ.Ρ. Μακμάστερ: «Η γεωπολιτική έχει επιστρέψει δυναμικά μετά τις διακοπές που πήραμε από την Ιστορία με την αποκαλούμενη μεταψυχροπολεμική περίοδο» τόνισε ο σύμβουλος του Τραμπ, ο οποίος, σύμφωνα με διπλωματικές πηγές, έπαιξε καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση της νέας στρατηγικής.
Η νέα Εθνική Στρατηγική Ασφάλειας που παρουσίασε ο Τραμπ έχει τον χαρακτηριστικό τίτλο «Πρώτα η Αμερική». Διανθισμένο με τις αναγκαίες για τον Αμερικανό Πρόεδρο «κορώνες» εθνικιστικής και αντιμεταναστευτικής ρητορικής, το κείμενο δεν παύει να αντανακλά τις ψυχροπολεμικές αντιλήψεις όλων των απόμαχων στρατιωτικών τους οποίους έχει συγκεντρώσει ο Τραμπ σε κορυφαίες θέσεις της κυβέρνησής του.
Το 55σέλιδο έγγραφο χαρακτηρίζει την Κίνα και τη Ρωσία «εχθρικούς ανταγωνιστές» και «αναθεωρητικές δυνάμεις» οι οποίες αμφισβητούν το διεθνές στατους κβο επιδιώκοντας να διαμορφώσουν έναν κόσμο «αντίθετο στις αμερικανικές αξίες και συμφέροντα». Θεμέλιος λίθος της νέας στρατηγικής του Λευκού Οίκου είναι η αντίληψη ότι η πολιτική προσεταιρισμού ή έστω χειραγώγησης των δύο βασικών ανταγωνιστών έχει αποτύχει.
«Οι ανταγωνιστές αυτοί αναγκάζουν τις ΗΠΑ να επανασχεδιάσουν την πολιτική των δύο τελευταίων δεκαετιών -μια πολιτική βασισμένη στην υπόθεση ότι η συνεργασία με τους αντιπάλους και η ένταξή τους σε διεθνείς θεσμούς και το διεθνές εμπόριο θα τους μετέτρεπε σε καλόβουλους παράγοντες και αξιόπιστους εταίρους» σημειώνεται στο έγγραφο που χαρακτηρίζει την υπόθεση αυτή «εσφαλμένη στο μεγαλύτερο μέρος της».
«Μετά τη δεκαετία του 1990, οι ΗΠΑ επέδειξαν μεγάλο βαθμό στρατηγικού εφησυχασμού» σημειώνεται. «Αντί να ενισχύουν τις στρατιωτικές δυνατότητες τους την ώρα που οι απειλές στην εθνική ασφάλειά μας αυξάνονταν, οι ΗΠΑ μείωσαν δραστικά το μέγεθος του στρατού» τονίζεται στο έγγραφο, ενώ οι προηγούμενες κυβερνήσεις καταγγέλλονται επίσης για τις «περιορισμένες αγορές νέων οπλικών συστημάτων».
Καθώς όμως οι «διακοπές» από την Ιστορία τέλειωσαν, οι σύμβουλοι εθνικής ασφάλειας του Τραμπ προτείνουν τη σημαντική ενίσχυση του αμερικανικού στρατού και του οπλοστασίου του προκειμένου η Ουάσιγκτον να ανακόψει την προσπάθεια της Κίνας και της Ρωσίας να «ανακτήσουν την επιρροή τους σε περιφερειακό και παγκόσμιο επίπεδο». Οπως τονίζεται χαρακτηριστικά, το Πεντάγωνο οφείλει να πετύχει στρατιωτική υπεροπλία προκειμένου να διασφαλίσει ότι οι Αμερικανοί στρατιώτες «δεν θα δώσουν ποτέ μια μάχη επί ίσοις όροις».
Μακροχρόνιοι συμβατικοί πόλεμοι και πυρηνική απειλή
Ακόμη πιο ανησυχητική ακούγεται η αμφισβήτηση μιας από τις βασικές θέσεις της αμερικανικής στρατηγικής μετά τον Ψυχρό Πόλεμο. Χωρίς περιστροφές, οι στρατηγοί του Τραμπ χαρακτηρίζουν εσφαλμένη την αντίληψη ότι «όλοι οι πόλεμοι θα πρέπει να δίνονται και να κερδίζονται γρήγορα από ασφαλείς αποστάσεις και με τις ελάχιστες δυνατές απώλειες». Κι ενώ τονίζει σχεδόν σε κάθε παράγραφο την ανάγκη ενίσχυσης των συμβατικών δυνάμεων του αμερικανικού στρατού, το κείμενο δεν αφήνει απέξω την προοπτική ενός πυρηνικού πολέμου.
Τονίζεται πως θα χρειαστούν «σημαντικές επενδύσεις» ώστε οι ΗΠΑ να διατηρήσουν και τις «επόμενες δεκαετίες» ένα αξιόπιστο πυρηνικό οπλοστάσιο προτού το κείμενο καταλήξει στην προειδοποίηση: «Δεν θα επιτρέψουμε σε αντιπάλους να χρησιμοποιήσουν απειλές πυρηνικής κλιμάκωσης ή άλλων ανεύθυνων συμπεριφορών σχετικά με τα πυρηνικά για να εκφοβίσουν τις ΗΠΑ ή τους συμμάχους τους. Ο φόβος της κλιμάκωσης δεν θα εμποδίσει τις ΗΠΑ από το να υπερασπιστούν τα ζωτικά συμφέροντα των ίδιων ή των συμμάχων τους».
Έπειτα από όλα αυτά, η υπόσχεση του Τραμπ ότι η Ουάσιγκτον θα προσπαθήσει να οικοδομήσει «μια σημαντική συνεργασία» με τις ίδιες χώρες που κατηγορεί ως εχθρικές δεν προκαλεί καμία ανακούφιση. Στη νέα ατζέντα στρατηγικής σημειώνεται εξάλλου ότι η Ρωσία παρεμβαίνει σε εσωτερικές υποθέσεις χωρών σε όλο τον κόσμο, χωρίς όμως η Μόσχα να κατηγορείται για ανάμειξη στις αμερικανικές προεδρικές εκλογές του 2016.
Στην πρώτη μεγάλη συνέντευξή του στο BBC ο σύμβουλος εθνικής ασφάλειας Μακμάστερ κατηγόρησε εξάλλου τη Ρωσία ότι διεξάγει μια «προηγμένη υπονομευτική καμπάνια». Όπως τόνισε, η Μόσχα αποσκοπεί να προκαλέσει διχόνοια «ιδιαίτερα στον δημοκρατικό κόσμο, στις ελεύθερες και ανοιχτές κοινωνίες» καταγγέλλοντας τη Μόσχα ότι εκμεταλλεύεται «τη διαφάνεια και την ελευθερία των άλλων χωρών για να τις αποδυναμώσει» υποσκάπτοντας «την εμπιστοσύνη μας στους δημοκρατικούς θεσμούς».
Οργισμένες αντιδράσεις από Μόσχα και Πεκίνο
Κίνα και Ρωσία επέκριναν τη νέα στρατηγική εθνικής ασφάλειας των ΗΠΑ καταγγέλλοντας «την ψυχροπολεμική νοοτροπία» και «τον ιμπεριαλιστικό χαρακτήρα της». Το κινεζικό υπουργείο Εξωτερικών κάλεσε τις ΗΠΑ «να σταματήσουν να παραπληροφορούν σκοπίμως για τους στρατηγικούς σκοπούς της Κίνας και να εγκαταλείψουν τις ξεπερασμένες απόψεις τους, όπως την ψυχροπολεμική νοοτροπία».
«Σε αντίθετη περίπτωση θα προκαλέσουν ζημιά στους ίδιους και σε άλλους» υπογράμμισε η εκπρόσωπός του Χούα Τσουνγίνγκ. «Η Κίνα δεν θα προσπαθήσει ποτέ να αναπτυχθεί εις βάρος των συμφερόντων άλλων χωρών. Παράλληλα δεν θα απαρνηθεί ποτέ τα νόμιμα δικαιώματα και συμφέροντά της» σημείωσε.
Από την πλευρά του ο εκπρόσωπος του Κρεμλίνου Ντμίτρι Πεσκόφ κατήγγειλε τον «ιμπεριαλιστικό χαρακτήρα» της ομιλίας και επισήμανε πως η Ουάσιγκτον παραμένει αγκιστρωμένη «σε έναν μονοπολικό κόσμο». Σημείωσε πως η Μόσχα «δεν μπορεί να δεχθεί κάποιες χώρες να αντιμετωπίζονται σαν να απειλούν την ασφάλεια των ΗΠΑ», αλλά βρήκε και κάποια «θετικά σημεία» στην ομιλία, ιδίως την υπόσχεση ότι η Ουάσιγκτον θα συνεργαστεί με τη Ρωσία σε τομείς που κρίνει ότι εξυπηρετούν τα συμφέροντά της.
αυγή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου