του Λουδοβίκου Κωτσονόπουλου*
Η μνημoνιακή περίοδος άφησε μία αγορά εργασίας όπου ο κανόνας είναι οι ευέλικτες και κακοπληρωμένες μορφές απασχόλησης.
- Ο ατομικός ασφαλιστικός λογαριασμός δεν παρέχει στον ασφαλισμένο ένα εγγυημένο επίπεδο σύνταξης. Το τελευταίο εξαρτάται από το μέγεθος και τη διάρκεια των ατομικών εισφορών, καθώς επίσης και από το κατά πόσο οι τοποθετήσεις των εισφορών αυτών στα επενδυτικά προϊόντα είναι επικερδής. Η μνημoνιακή περίοδος άφησε μία αγορά εργασίας όπου ο κανόνας είναι οι ευέλικτες και κακοπληρωμένες μορφές απασχόλησης. Αυτό σημαίνει ότι οι εισφορές στον ατομικό λογαριασμό ασφάλισης θα είναι χαμηλές και ασυνεχείς με αποτέλεσμα η κρίσιμη μάζα να λαμβάνει από χαμηλή έως ανύπαρκτη σύνταξη.
Κλείνουν αισίως δύο μήνες κυβέρνησης Ν.Δ. και σταδιακά αρχίζουν να ξεκαθαρίζουν οι προθέσεις της πάνω στις κεντρικές της πολιτικές επιλογές για την ερχόμενη τετραετία. Στο επίκεντρο αυτών βρίσκεται η μεταρρύθμιση του συστήματος κοινωνικής ασφάλισης. Μέχρι και τις εκλογές το σχέδιο της νέας κυβέρνησης ήταν αρκετά νεφελώδες, καθώς παρουσίαζε μία συγκεχυμένη ιδέα περί συνολικής ιδιωτικοποίησης του συνταξιοδοτικού συστήματος, τροφοδοτώντας έτσι μία γενικότερη κριτική περί πινοσετοποίησης της κοινωνικής πολιτικής, συμβατή με τη γενικότερη τάση των σύγχρονων συντηρητικών παρατάξεων να συνδυάζουν νεοφιλελεύθερες πολιτικές με αυταρχικό κρατισμό.
Ο υφυπουργός εργασίας, κύριος Μητάρακης, παρουσίασε προσφάτως σε τηλεοπτική εκπομπή τις συγκεκριμένες παραμέτρους της νέας μεταρρύθμισης. Το βασικό πρόβλημα του ασφαλιστικού συστήματος στην Ελλάδα, σύμφωνα με τον υφυπουργό, είναι ο διανεμητικός του χαρακτήρας, δηλαδή ότι οι εργαζόμενοι που απασχολούνται στην τωρινή αγορά εργασίας καταβάλουν εισφορές από τις οποίες χρηματοδοτούνται οι τρέχουσες συντάξεις. Λόγω της παρατεταμένης κρίσης η ανεργία είναι υψηλή, οι ονομαστικοί μισθοί είναι χαμηλοί, ενώ οι συνταξιούχοι παραμένουν πολυπληθείς. Έτσι, τα έσοδα που αντλούνται από την τωρινή αγορά εργασίας αδυνατούν να καλύψουν τις ανάγκες των συντάξεων με αποτέλεσμα να προκύπτει ένα διαρκές έλλειμμα που καλύπτεται από τον κρατικό προϋπολογισμό. Οι παράμετροι του προβλήματος είναι περίπου -άλλα όχι ακριβώς- αυτοί που διαπιστώνει ο κύριος Μηταράκης. Ποιά είναι, λοιπόν, η λύση που προτείνει;
Ως άλλος Χριστόφορος Κολόμβος επιχειρεί να διατηρήσει το αυγό όρθιο και ακέραιο πάνω στο χέρι του, πείθοντας το τσούρμο για την αναγκαιότητα αποπεράτωσης του ταξιδιού της μεταρρύθμισης. Το ασφαλιστικό πρέπει να θωρακιστεί από τρεις κινδύνους. Ο πρώτος κίνδυνος είναι η κρατική χρηματοδότηση, η οποία κατά τον κύριο Μηταράκη θα είναι δύσκολο να καταβάλλεται στο μέλλον λόγω της δεινής δημοσιονομικής θέσης της χώρας. Ο δεύτερος κίνδυνος είναι ο δημογραφικός, η αναλογία γεννήσεων-θανάτων (των Ελλήνων), και η παραγωγή υπέρμετρων συνταξιούχων. Ο τρίτος κίνδυνος είναι το ύψος των εισφορών -κυρίως των εργοδοτικών- που επιβαρύνουν το μισθολογικό κόστος. Η απαλοιφή των τριών αυτών κινδύνων θα πραγματοποιηθεί με τη θέσπιση ενός νέου κεφαλαιοποιητικού ασφαλιστικού συστήματος, με ισχύ από το 2021 και ύστερα, κατά το οποίο ο κάθε εργαζόμενος θα διατηρεί έναν προσωπικό ασφαλιστικό λογαριασμό και θα επιλέγει το διαχειριστή αυτού ανάμεσα στα επαγγελματικά ταμεία ασφάλισης -σε τέτοια θα μετεξελιχθούν τα σημερινά επικουρικά ταμεία, εάν αποκωδικοποιούμε σωστά τον υφυπουργό- και μία σειρά νέων ιδιωτικών επενδυτικών εταιρειών, οι οποίες θα εποπτεύονται από την επιτροπή κεφαλαιαγοράς και την Τράπεζα της Ελλάδος. Εγγυημένη επιτυχία, δηλαδή, που άλλωστε επιβεβαιώνεται από το γεγονός ότι όλες οι ευρωπαϊκές χώρες έχουν μεταρρυθμίσει τα συστήματα τους σε αυτή την κατεύθυνση.
Σε αυτό το σημείο να παρατηρήσουμε ότι το μανίκι του κυρίου Μηταράκη έχει γεμίσει κρόκους και τα τσόφλια του αυγού βρίσκονται διάσπαρτα στο κατάστρωμα. Η βασική μεταρρύθμιση που έχει γίνει στις χώρες της Ευρώπης είναι η θέσπιση του ασφαλιστικού τριών πυλώνων όπου ο πρώτος είναι η εθνική σύνταξη, ο δεύτερος η επικουρική ή επαγγελματική ασφάλιση, και ο τρίτος είναι η ατομική ασφάλιση κεφαλαιοποιητικού χαρακτήρα. Το σύστημα αυτό έχει ήδη θεσπιστεί στην Ελλάδα με τους νόμους Λοβέρδου και Κατρούγκαλου. Πουθενά στην Ευρώπη δεν υποκαθιστά το σύστημα του ατομικού ασφαλιστικού λογαριασμού το δεύτερο πυλώνα. Όπως έχουμε γράψει και παλιότερα, μεταρρυθμίσεις τέτοιας κοπής προωθήθηκαν μόνο στην Χιλή και σε ορισμένες χώρες της Ανατολικής Ευρώπης (σε λιγότερο ακραία μορφή από το πείραμα της πρώτης), όπως η Σλοβακία, η Εσθονία και η Βουλγαρία. Σε όλες τις περιπτώσεις οι μεταρρυθμίσεις απέτυχαν με αποτέλεσμα την εκτόξευση της φτώχειας της τρίτης ηλικίας και νέες μεταρρυθμίσεις χρειάστηκαν για να επανέλθουν τα συστήματα αυτά στην πρότερη μορφή τους.
Ακόμη και εάν υποθέσουμε ότι η Τράπεζα της Ελλάδος αποφασίσει να χρησιμοποιήσει το ελιξίριο κατά της απληστίας που έχει κρυμμένο στο θησαυροφυλάκιο της, απαγορεύοντας στις επενδυτικές εταιρείες την πρακτική του σορταρίσματος και αποκλείοντας τα hedge funds από την ελληνική ασφαλιστική αγορά, το ελληνικό ασφαλιστικό σύστημα θα ακολουθήσει την ίδια και χειρότερη μοίρα με τις προαναφερόμενες χώρες. Και αυτό, διότι το όμορφο και αγγελικά πλασμένο ασφαλιστικό σύστημα που περιγράφει ο κύριος Μηταράκης βρίσκεται μόνο μέσα στο μυαλό του. Ο ατομικός ασφαλιστικός λογαριασμός δεν παρέχει στον ασφαλισμένο ένα εγγυημένο επίπεδο σύνταξης. Το τελευταίο εξαρτάται από το μέγεθος και τη διάρκεια των ατομικών εισφορών, καθώς επίσης και από το κατά πόσο οι τοποθετήσεις των εισφορών αυτών στα επενδυτικά προϊόντα είναι επικερδής. Η μνημoνιακή περίοδος άφησε μία αγορά εργασίας όπου ο κανόνας είναι οι ευέλικτες και κακοπληρωμένες μορφές απασχόλησης. Αυτό σημαίνει ότι οι εισφορές στον ατομικό λογαριασμό ασφάλισης θα είναι χαμηλές και ασυνεχείς με αποτέλεσμα η κρίσιμη μάζα να λαμβάνει από χαμηλή έως ανύπαρκτη σύνταξη. Υπάρχει βέβαια η ελπίδα ότι οι επενδυτικές εταιρείες με το μαγικό τους ραβδί θα μετατρέψουν τα ψίχουλα σε λουκούλλειο γεύμα. Τα κέρδη των τελευταίων προέρχονται κυρίως από τα υπέρογκα διοικητικά κόστη που χρεώνουν για τη διαχείριση του κάθε λογαριασμού ξεχωριστά, ενώ σε περίπτωση που το κεφάλαιο τοποθετηθεί σε λάθος επενδύσεις οι διαχειριστές των λογαριασμών δεν έχουν καμία ευθύνη.
Είμαστε, ωστόσο, λίγο σκληροί με τον υφυπουργό, καθ’ ότι ως αυθεντικός μύστης του φιλελευθερισμού υποσχέθηκε το δικαίωμα της ελεύθερης επιλογής . Όσοι θέλουν μπορούν να ονοματίσουν ως διαχειριστή του λογαριασμού τους το δημόσιο ΕΤΕΑΕΠ και όσοι θέλουν μπορούν να επιλέξουν το ιδιωτικό επενδυτικό σύστημα. Ο φιλελευθερισμός του τον προδίδει, όμως, όταν η επιλογή του δημοσίου παρουσιάζεται με τόσο μελανά χρώματα, ώστε η επιλογή του ιδιωτικού συστήματος να συστήνεται ως η μόνη βιώσιμη, εφόσον οι εργοδοτικές εισφορές στο δημόσιο σύστημα θα μειωθούν περαιτέρω και ο κρατικός προϋπολογισμός θα πάψει να το στηρίζει. Όπως διαβεβαιώνει ο ίδιος, οι μελέτες δείχνουν ότι η επιλογή του ιδιωτικού ασφαλιστικού θα οδηγήσει σε μία αύξηση των συντάξεων της τάξεως του 30%, ένα ενδεχόμενο ισοπίθανο με την παροχή της 13ης σύνταξης από την τρέχουσα κυβέρνηση...
* Ο Λουδοβίκος Κωτσονόπουλος είναι Επίκουρος Καθηγητής στο Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Ιστορίας του Παντείου Πανεπιστημίου
αυγη
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου