Παρασκευή 20 Ιουλίου 2018

Τα ύφαλα της βάρκας



Ο 33χρονος Γκασόλ άφησε τα ζεστά του και τα στεγνά του και μπήκε σε σωστική λέμβο, για να συνεισφέρει με το μακρύ και στιβαρό χέρι του στη διάσωση των άμοιρων ανθρώπων που θαλασσοπνίγονται σε όλα τα μήκη και πλάτη της Μεσογείου
του Νίκου Παπαδογιάννη
Στη μία άκρη της βάρκας, αυτής που γέρνει από τις τύψεις και το αίσθημα ευθύνης όσων έχουν μέσα στο στήθος του καρδιά και ψυχή, κάθεται, με πρόσωπο σκαμμένο από αγωνία, ο Μαρκ Γκασόλ.
Ένας τίμιος γίγαντας, που θα μπορούσε κάλλιστα (κάκιστα) να κάθεται αραχτός στη βιλάρα του και να τρώει τα εκατομμύριά του σε σανγκρίες και τάπας ξύνοντας τα παπάρια του.
Τον έβγαλαν και φωτογραφία. Την ανέβασε ο ίδιος στο Twiiter.
«Απόγνωση, θυμός και απελπισία», έγραψε. «Είναι απίστευτο, πόσοι απροστάτευτοι άνθρωποι αφήνονται να πεθάνουν στη θάλασσα. Απέραντος θαυμασμός για τους συμπαίκτες μου σε αυτή την προσπάθεια». 
 «Το έκανε για να διαφημιστεί», είπαν οι κυνικοί. Λες και χρειάζεται διαφήμιση, ο καλύτερος σέντερ της υφηλίου.
Αλλά δεν το λέω σωστά. Κατά βάθος, είναι απολύτως απαραίτητο να διαφημιστεί. Όχι ο ίδιος, αλλά η πράξη του.
Μόνο έτσι μπορεί να συγκινηθεί το αδιάφορο και ενίοτε οπισθοδρομικό κομμάτι της κοινής γνώμης. Όταν δει να ανεβαίνουν στα χαρακώματα ή να βουτάνε στα ύφαλα εκείνοι που θα μπορούσαν να κρυφτούν σιωπηροί στα μετόπισθεν.
Οι πλούσιοι και διάσημοι. Οι ...βολεμένοι.
Στην άλλη άκρη της βάρκας, αυτή που αιωρείται στεγνή δύο μέτρα πάνω από το άγριο κύμα, στρογγυλοκάθεται ο Βασίλης Τσιάρτας. Με σκουφάκι στο μαλλί, για να μη του χαλάσει η χωρίστρα, ίδια με του Μιχαλολιάκου και του Βορίδη.
Μπορεί να έπαιζε κάποτε κάποιου είδους εγκεφαλικό ποδόσφαιρο, αλλά φαίνεται ότι η εγκεφαλική ουσία του είναι μολυσμένη με δηλητήριο.
Την παρουσία μεταναστών και προσφύγων στην ταλαίπωρη Ελλάδα, ο Τσιάρτας τη θεωρεί νόθευση του πολιτισμού μας. 
Στο παμφάγο Twitter, του απάντησα ότι αυτός ο πολιτισμός δεν αξίζει να σωθεί, εάν οι φορείς του σκέφτονται όπως ο ίδιος. Με μπλόκαρε και συνέχισε απτόητος το σκοταδιστικό του κήρυγμα.
Ούτε που κατάλαβε τίποτε, τόσα χρόνια στη Σεβίλλη, που κατοικείται από Ισπανούς αλλά εποικίστηκε κάποτε από Άραβες...
Στη μέση της βάρκας, εκεί όπου πότε χτυπάει το κύμα και πότε ζεσταίνει ο ήλιος, στριμώχνονται καμιά 25αριά νοματαίοι. Σωματώδεις, οι περισσότεροι. Και καλοβαλμένοι.
Αλλά δεν ήταν πάντοτε έτσι. Από το ίδιο νερό ανασύρθηκαν κάποτε και αυτοί.
Είναι οι 17 ποδοσφαιριστές της Εθνικής Γαλλίας που προέρχονται από οικογένειες προσφύγων, μεταναστών, φυγάδων, απόκληρων: Αφρικανοί, Ασιάτες, Καρίβες.
Και δίπλα τους, πέντε γνώριμα πρόσωπα. Ο ανάσης, Γιάννης, ο Κώστας, ο Άλεξ και η Βερόνικα Αντετοκούνμπο.
Με τα πρόσωπα βρεγμένο από το νερό. Ή ίσως, από κάποιο αρχαίο δάκρυ,  που βρήκε ζεστό μάγουλο για να στεγνώσει.
Είμαι ο φανατικότερος, ίσως, υποστηρικτής, της θεωρίας ότι «ο αθλητής πρέπει να έχει φωνή».
Κάθε φορά που τολμώ να την υπογραμμίσω, εμφανίζεται κάποιος Τσιάρτας (ή Γιατζόγλου ή Αλεξανδρής ή, ή, ή…) να φτύσει τις θεωρίες μου κατάμουτρα.
Αφήνω στην άκρη της αμετανόητα φασιστοειδή της παρ’ ολίγον πρωταθλήτριας Κόσμου στο ποδόσφαιρο –αλλά ευτυχώς ηττημένης από την υπέροχα πολύχρωμη Γαλλία- Εθνικής Κροατίας. Ας μείνουμε σε αυτά που καίνε εμάς - όσους έχουμε την ευαισθησία να φλεγόμαστε.
Βεβαίως, ακόμα και τα παραληρήματα τύπου Τσιάρτα έχουν τη χρησιμότητά τους, αφού ανάβουν σπίθα διαλόγου στην κοιμώμενη κοινωνία οδηγούν κάποιους «παρατηρητές» σε αυτοξεβράκωμα.
Αλλά ποιος θα απολυμάνει την ατμόσφαιρα από τα σταγονίδια της μισαλλοδοξίας και της απανθρωπιάς; Και ποιος θα ξεχωρίσει την ίρα από το στάρι, όταν έρθει η στιγμή να μοιραστούν τα μικρόφωνα;
Αν η κοινωνία μας υποφέρει από έλλειψη παιδείας, η αμορφωσιά του μέσου ποδοσφαιριστή (ή λαϊκού τραγουδιστή όπως ο Σφακιανάκης) τρυπάει το κοντέρ. Τη συναγωνίζονται επάξια μόνο εκείνοι που τον χειροκροτούν.
Συγχωρήστε μου την απαισιοδοξία, αλλά μου είναι δύσκολο να συμβιβαστώ με την αβυσσαλέα βουτιά της κοινωνίας μας προς τον νεοφασισμό, όπως μου είναι αδύνατο να αγνοήσω τις προσφυγικές ρίζες της οικογένειάς μου και της γειτονιάς όπου μένω.
Εάν στην Ελλάδα του ’22 έκαναν κουμάντο οι Τσιάρτες, η γιαγιά μου θα είχε πνιγεί στο Αιγαίο, η Δυτική Αθήνα θα ήταν κρανίου τόπος και εγώ δεν θα είχα γεννηθεί ποτέ.
Σε άκουσα, εσένα που είπες: «Καλύτερα». Πώς φαίνεται άραγε στους φίλους σου τους νεοναζί το μελαχρινό σου δέρμα και το σκούρο σου κρανίο;
Ο Αβραάμ Καλλινικίδης, σοβαρό παιδί, σκεπτόμενο πρόσωπο και ικανός μπασκετμπολίστας, βρισκόταν σε στιγμή χαλάρωσης όταν διάβασε την είδηση για τον Ισπανό.
Σοκαρισμένος, τιτίβισε το εξής, στο Twitter: «Σε άλλα νέα, ο Μαρκ Γκασολ βοηθάει στην διάσωση προσφύγων στη Μεσόγειο και εμείς πίνουμε καφέ στο Λα Πάλμα στο Ρέθυμνο. Ή μάλλον πίναμε. Γιατί μόλις βάλαμε το κεφάλι μέσα στην άμμο. Από ντροπή».
Τουλάχιστον αυτός άρθρωσε φωνή, ανήμερα της Ημέρας Νέλσον Μαντέλα, απ'ευθείας από τη βασανισμένη δυτική όχθη. Και είναι ο τελευταίος που θα πρέπει να ντρέπεται.
gazzetta

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου