Τρίτη 16 Μαΐου 2017

«Άπαντες εσμέν εις το νουθετείν σοφοί»...



του Παντελή Μπουκάλα
«Τ​​​​ι είν’ η πατρίδα μας» το ξέρουμε και δεν το ξέρουμε. 
Ξέρουμε πάντως ότι την κόβει στα μέτρα του ο καθένας (είτε για άτομο πρόκειται είτε για συλλογικότητα, κόμμα λόγου χάρη ή όμιλο προβληματισμού), για να ’χει να λέει. Για να ’χει δηλαδή να παραδίδει στους άλλους μαθήματα χρηστής συμπεριφοράς και πατριωτισμού. Γιατί σ’ αυτό είμαστε πρώτοι και καλύτεροι. Ανέκαθεν. Από τον καιρό που η ειρωνεία σμίλεψε την παροιμία «δάσκαλε που δίδασκες και λόγο δεν εκράτεις». Και πολύ πιο πίσω, στον 4ο/3ο αιώνα π.Χ., στην Αθήνα, όταν ο Μένανδρος, κορυφαίος της Νέας Κωμωδίας, κατέληγε στο εξής συμπέρασμα, μελαγχολώντας υποθέτω: «Απαντες εσμέν εις το νουθετείν σοφοί, αυτοί δ’ αμαρτάνοντες ου γινώσκομεν». Σαΐνια αν είναι να παίξουμε τον ρόλο του δάσκαλου και του τιμητή. Αλλά όταν πρόκειται για τα δικά μας σφάλματα, προτιμάμε να εγγραφούμε στη σχολή του αγνωστικισμού. Τι είπε περί αυτού ο Χριστός, όπως καλά ξέρουν όλοι οι χριστιανοί; «Πώς μπορείς και βλέπεις το σκουπιδάκι στο μάτι του αδερφού σου και δε νιώθεις ολόκληρο δοκάρι στο δικό σου μάτι;».
Κατά Ματθαίον, στην επίσημη μετάφραση.
Εχει ως εκ τούτου τη χάρη της η διδασκαλία από αυτούς που θα έπρεπε να μαθητεύουν. Εχει τη χάρη του ν’ ακούς ανθρώπους τόσων και τόσων «ελεύθερων» επαγγελμάτων, που δεν ήξεραν καν σε ποια εφορία ανήκαν, να λένε ότι πρέπει να αναπτυχθεί κατεπειγόντως η φορολογική μας συνείδηση, γιατί αλλιώς θα βουλιάξουμε – οι βουλιαγμένοι. Εχει τη χάρη του ν’ ακούς κηρύγματα οικονομικού πατριωτισμού από εξαγωγείς κεφαλαίων (ή ΑΦΜ) σε διπλανές ή παραδιπλανές χώρες. Εχει τη χάρη του να βλέπεις χρόνια και χρόνια τώρα να πρωτοστατούν στον «αγώνα υπέρ του χειμαζόμενου λαού» ή στον «αγώνα κατά της διαπλοκής» μεγαλοδημοσιογράφοι-εκδότες που το όνομά τους είναι ταυτόσημο της διαπλοκής, τα δε βάσανα του λαού τα παρακολουθούν από απόσταση ασφαλείας, από τα «μετερίζια» τους σε χειμερινές Ελβετίες και θερινές Μυκόνους. Εχει τη χάρη του ν’ ακούς μαθήματα αγάπης προς όλους, και τους εχθρούς ημών, από ιερωμένους που άλλο δεν κάνουν παρά να μετατρέπουν τον άμβωνά τους (ή το μπλογκ τους) σε πομπό μίσους απέναντι σε κάθε είδους διαφορετικό, που οι ίδιοι το εννοούν σαν αντικανονικό, σαν κάτι που αντιβαίνει στο θεϊκό σχέδιο και το υπονομεύει. Εχουν τη χάρη τους όλ’ αυτά. Θα έπρεπε να έχουν και τα όριά τους. Μα δεν τα έχουν.
Η πατρίδα μας λοιπόν μπορεί να μην ξέρουμε τι ακριβώς είναι, ή πόσο ανταποκρίνεται στις προδιαγραφές του ινδάλματός της που πλάθει η φαντασία μας, τι είναι η δημοσιογραφία μας όμως το ξέρουμε. Ή τουλάχιστον τι είναι εκείνο το τμήμα της δημοσιογραφίας που συμβατικά (ενδεχομένως και προσβλητικά) αποκαλείται λαϊκό. Τα αποτυπώματά του τα βλέπουμε κάθε μέρα κρεμασμένα στα περίπτερα, τα πραγματικά και τα διαδικτυακά: άφθονο κουτσομπολιό για τους μετεωρίτες των τηλεπαιχνιδιών, αρκετό σεξ και καθ’ εκάστην θαύματα (αυτή τη βδομάδα είχε την τιμητική του ο άγιος Εφραίμ) και προφητείες, πότε καταστροφολογικές («αύριο η Συντέλεια του Κόσμου, 6.66 μ.μ., μην τη χάσετε») και πότε αγγελιοφόροι της επόμενης Ελληνικής Αυτοκρατορίας. Πέφτουμε πάνω τους καθημερινά και μαθαίνουμε.
Μαθαίνουμε παθαίνοντας, γιατί δίχως πάθος, μάθος δεν υπάρχει. Μαθαίνουμε όχι για τον κόσμο αλλά με ποια γυαλιά να βλέπουμε τον κόσμο και με ποια σταθμά να τον ζυγίζουμε. Τα μίντια, πολυδιάστατα πια, δεν νοιάζονται να δώσουν πληροφορίες. Γραμμή δίνουν. Για τα πάντα. Γραμμή ψήφου. Γραμμή ως προς το τι αξίζει σ’ αυτόν τον κόσμο και τι είναι τιποτένιο. Γραμμή νοοτροπίας.
Την περασμένη Δευτέρα, λόγου χάρη, μια από τις εμπορικότερες εφημερίδες, σύμφωνα με τους δημοσιευόμενους πίνακες πωλήσεων, μάς έδωσε γραμμή για το πώς να παραφράζουμε έναν θάνατο, ή πώς να σκυλεύουμε μια ψυχή, με τον πρωτοσέλιδο τίτλο της. «Νεκρή ηθοποιός στα Εξάρχεια» βλέπαμε από μακριά, καρφί στο μάτι μας, τα συνήθη τεράστια γράμματα. Από συγκίνηση για τον θάνατο ενός νέου ανθρώπου, θα πει κανείς, μόλις τριάντα ετών. Θα ήταν έτσι τα πράγματα, θα μπορούσε να είναι έτσι, αν ο θάνατος είχε συμβεί σε κάποια ουδέτερη, «άδοξη» συνοικία της Αθήνας, σε κάποιον άχρωμο δήμο της Αττικής ή της Ελλάδας όλης. Αλλά τότε δεν θα υπήρχε πρωτοσέλιδο. Τι να διαλαλήσει ένας τίτλος του είδους «Νεκρή ηθοποιός στην Καλλιθέα» ή στο Χαλάνδρι ή στην Αρτα· τι συνειρμούς να προκαλέσει και σε ποιες κουτοπόνηρες αναγωγές να οδηγήσει. Η μόνη εμπορικώς ωφέλιμη λύση θα ήταν να προσανατολιστεί ο τίτλος στη μικρή ηλικία της νεκρής, και να ποντάρει σε άλλου είδους υπονοούμενα.
Τώρα όμως έχουμε να κάνουμε με κελεπούρι. Γιατί τώρα υπάρχουν τα Εξάρχεια. Τα καταραμένα, μυθολογημένα Εξάρχεια. Εξού και ο πρωτοσέλιδος τίτλος του εσπρεσόφυλλου, ένας τίτλος που λύγιζε από το βάρος των μειωτικών υπαινιγμών που κουβαλούσε. Διότι η είδηση εδώ δεν είναι στο σήμα «νεκρή» ή στο «ηθοποιός», αλλά στο σήμα «Εξάρχεια». Ο τιτλοδότης, η εφημερίδα, τα περισσότερα κόμματα (μην ξεχνάμε ότι ο κ. Κυριάκος Μητσοτάκης δεσμεύτηκε, σε μια από τις κατ’ ουσίαν λαϊκιστικές και κατά διαφήμιση αντιλαϊκιστικές εξαγγελίες του, ότι θα επαναφέρει την τάξη στα Εξάρχεια σε δέκα μέρες, ακριβώς όπως ο πατέρας του δεσμευόταν ότι θα διαλύσει σε δέκα μέρες τη «17Ν», που τότε μας έλεγαν πως είναι πασοκογενής), οι περισσότεροι καταναλωτές τηλεοπτικών ειδήσεων, η μισή τουλάχιστον κοινωνία, όλοι αυτοί είναι βέβαιοι ότι στα Εξάρχεια δεν πεθαίνεις από φυσικό θάνατο (αν υπάρχει φυσικός θάνατος). Εκεί πεθαίνεις είτε πυροβολημένος (άρα μάλλον σε κάτι θα ’φταιξες) είτε από ναρκωτικά (άρα σίγουρα σε κάτι έφταιξες).
Τα Εξάρχεια, για όσους τα ξέρουν μόνο από την τηλεόραση ή από τις σελίδες της προκατάληψής τους, για όσους δηλαδή δεν ξέρουν τα μαγαζιά της περιοχής, τα (παλαιο)βιβλιοπωλεία της, τα μαγέρικα, τις ταβέρνες αλλά και τα κλασάτα εστιατόριά της, τα ιατρεία, τους κινηματογράφους, τις λαϊκές της και κάποιους από τους κατοίκους της, είναι κάτι ανάμεσα στα Σόδομα και τα Γόμορρα. Κάτι πολύ χειρότερο και από τις δύο έδρες της αμαρτίας. Είναι ένας τόπος όπου κυκλοφορούν αποκλειστικά πρεζάκηδες, ντίλερ και μολοτοφοβόλοι. Εχει και τέτοιους. Εχει και βανδαλάκηδες, καθηλωμένους σε προεφηβική και προπολιτική ηλικία, που η σχέση τους με την αναρχία είναι όποια και η σχέση του διαβόλου με το λιβάνι. Ο τίτλος «Νεκρή ηθοποιός στα Εξάρχεια» επενδύει στην προκατάληψη και κουμπώνει γερά με το κοινό περί Εξαρχείων αίσθημα. Και με τα υβριστικά υπονοούμενα που εκπέμπει αυτόματα εναντίον ενός ανθρώπου που δεν μπορεί πια να αμυνθεί, ακούγεται βαρύς σαν ήχος επιτάφιας πλάκας.
καθημερινή

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου