του Γιάννη Σιδηρόπουλου*
Ενδιαφέροντα συμπεράσματα προκαλεί η μεγάλη νύχτα της Τουρκίας με το αποτυχημένο πραξικόπημα σε βάρος του Ερντογάν. Τόσο για όσους βρίσκονται μέσα στα όρια της Τουρκικής Επικράτειας, όσο και για το διεθνή παράγοντα.
Το πιο εντυπωσιακό ήταν το γεγονός ότι η συντριπτική πλειοψηφία των κρατών και των μεγάλων δυνάμεων δεν εκδήλωσαν την στήριξή τους στην εκλεγμένη κυβέρνηση και την πίστη στη δημοκρατική νομιμότητα, παρά μόνο όταν ήταν εμφανές ότι το πραξικόπημα είχε αποτύχει. Αυτό δείχνει την κυνικότητα με την οποία οι ισχυρές χώρες αντιμετωπίζουν τις δημοκρατικές κατακτήσεις όταν αυτές δεν αφορούν τις εσωτερικές τους υποθέσεις (όπως έχουμε καταλάβει καλά οι Έλληνες). Για τον ίδιο ακριβώς λόγο, στον αντίποδα, εδώ και χρόνια υπάρχει η ανοχή για την καταπάτηση μιας σειράς δημοκρατικών ελευθεριών στο εσωτερικό της Τουρκίας, καθώς υπερτερούν τα γεωπολιτικά συμφέροντα. Άρα τα λογύδρια που ακολούθησαν περί της πίστης στις δημοκρατικές αξίες, όταν ήταν σαφής η έκβαση της μάχης σε Αγκυρα και Κωνσταντινούπολη, μάλλον δεν πείθουν κανέναν. Θα μπορούσαμε όλοι να φανταστούμε τις γενικόλογες και ανούσιες διατυπώσεις των ξένων κρατών αν οι στασιαστές είχαν πετύχει το στόχο τους.
Με βάση αυτή το θεώρημα οι ισχυρές δυνάμεις είναι διατεθειμένες είτε να συνεργαστούν με μια πραξικοπηματική εξουσία είτε με ένα καθεστώς περιορισμού των δημοκρατικών ελευθεριών, που προκύπτει όμως από κάλπες, αρκεί να εξυπηρετεί τα συμφέροντά της και μόνο ως πρόσχημα χρησιμοποιούνται οι δημοκρατικές αξίες. Αυτό ίσχυε και όταν ο κόσμος ήταν στους δρόμους και στην πλατεία Ταξίμ και αξίωνε την πτώση του Ερντογάν όταν αυτός ήταν ευάλωτος αλλά προτιμήθηκε μπροστά στο άγνωστο και στο «χάος» μιας ακόμη «άνοιξης».
Το θετικό μήνυμα της ελληνικής πλευράς
Το θετικό είναι ότι η Ελληνική Κυβέρνηση εξαρχής και πολύ έγκαιρα, εξέφρασε την άποψη ότι η δημοκρατική και συνταγματική νομιμότητα υπερτερεί όλων και αυτό ήταν ένα θετικό μήνυμα που έπρεπε να εκπέμψει η ελληνική πλευρά. Είναι και ένα μήνυμα σε όσους υπέπεσαν στον πειρασμό να «ανέχονται» την επιχείρηση κατάλυσης του πολιτεύματος , προκειμένου να απομονωθεί ένας ηγέτης που θεωρείται αυταρχικός, πλην όμως δημοκρατικά εκλεγμένος. Ακόμη και αν κάποιοι αναπολούν την κοσμικότητα των κεμαλικών κατακτήσεων στη γείτονα, αυτή ήταν σύμφυτη με την κουλτούρα των πραξικοπημάτων, τα οποία τις διατηρούσαν στη ζωή τις περασμένες δεκαετίες αλλά και με την επιθετικότητα της κοσμικής πολιτικής τάξης έναντι των γειτόνων, ως στοιχείου πολιτικής επιβίωσης.
Η ιστορία έχει καταγράψει ότι τα πραξικοπήματα, ακόμη και αποτυχημένα, συνήθως φθείρουν έναν ηγέτη και την ακτινοβολία του και μαρτυρούν ότι έχουν συσσωρευτεί προβλήματα που δεν έχει διαχειριστεί επαρκώς, προαναγγέλλουν εξελίξεις. Στην περίπτωση του Ερντογάν όμως, κάτι τέτοιο δεν συμβαίνει και εμφανίζεται ακόμη πιο ενισχυμένος και κυρίαρχος να επιβάλει με μεγαλύτερη άνεση την ατζέντα του, άγνωστο ίσως αν θα κάνει υπερβάσεις ή θα συντηρητικοποιηθεί περαιτέρω, με πιθανότερη τη δεύτερη εκδοχή. Και εδώ εντοπίζεται και ο μεγάλος προβληματισμός όσων χαρακτηρίζουν το πραξικόπημα «οπερέτα» και εκφράζουν ευθέως κατηγορίες ότι η τουρκική κυβέρνηση ήταν υποψιασμένη και άφησε να εκδηλωθεί ένα τέτοιο κακοσχεδιασμένο πραξικόπημα, ώστε να ενισχυθεί ακόμη περισσότερο ο Τούρκος Πρόεδρος. (Αν κάτι τέτοιο δεν ισχύει πάντως, την τουρκική ηγεσία πρέπει να προβληματίσει η ικανότητα μεγάλου μέρους των στελεχών των ενόπλων δυνάμεων που δεν κατάφεραν να οργανώσουν ένα πραξικόπημα «της προκοπής»)
Έτσι η αλλιώς, είτε ισχύει είτε όχι, η εικόνα που προκύπτει είναι ότι ο κόσμος στους δρόμους ήταν αυτός που επανέφερε τον Ερντογάν στην εξουσία αν και κάποιοι υποστηρίζουν ότι η επιτυχία των στασιαστών της «πυτζάμας» υπονομεύτηκε από τον κακό σχεδιασμό και τις αντικειμενικές δυσκολίες που υπάρχουν για μια αχανή χώρα. Πάντως, ο κόσμος στους δρόμους το 2011, πολύ περισσότερος και αποφασισμένος, δεν ήταν σε θέση να τον ανατρέψει.
Δεν υπάρχουν διλήμματα για την Ελλάδα
Σε όλο αυτό το κλίμα που εκπέμπει η Τουρκία απέναντι στην Ευρώπη είναι πάντα ορατή, η αδυναμία ανάγνωσης σημαντικών διαδικασιών που αφορούν στην τουρκική κοινωνία όπως συμβαίνει και με την διανόηση της γείτονος που δεν αντιλαμβάνεται ότι ο Τούρκος Πρόεδρος έχει πολύ ισχυρά ερείσματα στην τουρκική κοινωνία. Μπορεί να υπάρχει πολύ μεγάλος διχασμός αλλά το ήμισυ της κοινωνίας και του εκλογικού σώματος είναι φανατικά υπέρ του Ερντογάν για πολύ εξηγήσιμους λόγους. Και στη χώρα μας που έχει πληγωμένη ιστορία δημοκρατικών εκτροπών, κατανοεί κάποιος ότι ο εθνικός διχασμός είναι αυτός που μπορεί να νομιμοποιήσει ηθικά τα πραξικοπήματα, ως διαδικασία δημοκρατικής επανεκκίνησης, αποτυχημένης όπως κατέγραψε η ιστορία.
Μετά το πραξικόπημα δεν περιμένει κανείς να αλλάξει κάτι δραματικά στην Τουρκία πέρα από το οριστικό τέλος του βαθέως κράτους, στο οποίο είχε πετύχει αποτελεσματικά χτυπήματα εδώ και χρόνια ο Τούρκος ηγέτης. Ούτε και στον τρόπο που οι υπόλοιποι αντιμετωπίζουν την Τουρκία, κυνικά και ευκαιριακά ως προς τα συμφέροντά τους.
Ήταν όμως μια καλή ευκαιρία για να αντιληφθούμε τη σημασία που έχει αυτός ο ισχυρός γείτονας διεθνώς και των περιορισμένων επιλογών της χώρας μας σε αυτό το περιβάλλον. Και με ανοιχτές υποθέσεις όπως του προσφυγικού, που μπορούν να συντρίψουν την Ελλάδα. Ένας αυταρχικός ηγέτης, δημοκρατικά εκλεγμένος, φαίνεται να είναι προτιμότερος από μια απρόβλεπτη δικτατορία στα ανατολικά μας σύνορα.
* O Γιάννης Σιδηρόπουλος είναι δημοσιογράφος στο xanthi2.gr
tvxs
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου