του Γιώργου Λακόπουλου
Τι ακριβώς συμβαίνει στην κυβέρνηση; Αποφάσεις – ή αλλαγές- αποφάσεων καταλήγουν να φέρνουν τον Πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη σε δύσκολη θέση και εισηγήσεις -υπουργών ή συμβούλων – δεν απέχουν πολύ από το να χαρακτηριστούν πεπονόφλουδες.
Τα περιστατικά είναι ήδη πολλά για να περάσουν απαρατήρητα. Η πρώτη φορά έτυχε, η δεύτερη είναι σύμπτωση, η τρίτη είναι περίεργη -για να μην πούμε ύποπτη. Τα πολλά κέντρα αποφάσεων που έχουν εγκατασταθεί στο Μέγαρο Μαξίμου επιδίδονται σε αναμετρήσεις επιρροής μεταξύ τους και προκαλούν ήδη βαβυλωνιακά φαινόμενα.
Ο δημιουργούμενος υδροκεφαλισμός του Πρωθυπουργικού γραφείου αντί να οδηγεί στον έλεγχο των υπουργών από τον Πρωθυπουργό- όπως ο ίδιος λέει ότι επιδιώκει οδηγεί στο αντίθετο: οι υπουργοί οδηγούν τον Πρωθυπουργό σε αυτοτραυματισμούς.
Τι άλλο είναι το θέμα πουπροκλήθηκε αιφνιδίως με τα γλυπτά του Παρθενώνα; Προφανώς δεν ξύπνησε ο Πρωθυπουργός και είπε «δεν ρίχνω ένα τηλέφωνο στον Μπόρις, να κάνουμε μια τράμπα με τα μάρμαρα;». Κάποιος από την κυβέρνηση το εισηγήθηκε. Αυτός ο κάποιος αγνοείται, ακόμη και μετά το φιάσκο.
Δεν ξέρουμε καν αν έχει εμπλοκή η αρμόδια υπουργός Πολιτισμού, ή αν ρωτήθηκε. Την είδαμε μόνο να κάνει περίεργες δηλώσεις από τις οποίες προκύπτει ότι η πρόταση Μητσοτάκη ισχύει και μετά από όσα δήλωσε από το Βρετανικό Μουσείο. Το οποίο εξευτέλισε τη χώρα λέγοντας ότι θα μπορούσε να της δανείσει τα μάρμαρα αν δηλώσει ότι ανήκουν στη Βρετανία!
Σ’ αυτό το θέμα μάλιστα ο Πρωθυπουργός εμφανίσθηκε να απευθύνεται σε λάθος πρόσωπο- τον Βρετανό Πρωθυπουργό- ενώ αρμόδιο είναι το Μουσείο.
Για όλα αυτά υπάρχει κάποιος υπεύθυνος. Προφανώς ο Πρωθυπουργός τον γνωρίζει. Όπως γνωρίζει και όσους φέρουν το βάρος των εισηγήσεων για άλλες αποφάσεις του, που αποδείχθηκαν φάλτσες.
Η αρχή έγινε νωρίς, με το Γραφείο του Πρωθυπουργού στη Θεσσαλονίκη, το οποίο είχε συστήσει η προηγουμένη κυβέρνηση. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης το κατήγγειλε ως αχρείαστο και υποσχέθηκε να το καταργήσει. Αντί γι’ αυτό μόλις έγινε Πρωθυπουργός πληροφορηθήκαμε ότι τοποθετείται επικεφαλής μια κυρία της ΝΔ, με προφίλ που μάλλον δεν ενθουσιάζει τον Πρωθυπουργό. Ποιος είχε την ιδέα;
Ακολούθησε η ανακοίνωση για την διοικητική υπαγωγή του ΑΠΕ και της ΕΡΤ απευθείας στον Πρωθυπουργό. Αλλά στη συνέχεια προέκυψε ότι αυτό δεν μπορεί να γίνει. Κάποιος πρέπει να υπογράφει για τις τρέχουσες λειτουργίες του και αυτός δεν μπορεί να είναι ο Πρωθυπουργός. Έτσι θα υπάγονται στον υπουργό Επικρατείας Στ. Πέτσα. Εν τω μεταξύ ο Πρωθυπουργός φάνηκε να μην γνωρίζει μια στοιχειώδη κυβερνητική λειτουργία.
Μετά ήλθε το θέμα του επικεφαλής της ΕΥΠ. Ο Κυρ. Μητσοτάκης εμφανίσθηκε αυτοπροσώπως στη Βουλή και υποστήριξε το προτεινόμενο πρόσωπο με επιμονή, παρέχοντας τη διαβεβαίωση ότι έχει όλες τις τυπικές προθέσεις για τη θέση και πάντως δεν προτίθεται να αλλάξει το νόμο για να καταστεί συμβατός ο διορισμός του. Και μετά πήγε ο Γ. Γεραπετρίτης και τον άλλαξε. Ήταν άραγε εν γνώσει του Πρωθυπουργού η μεταβολή που τον… άδειαζε και γιατί δεν ανέλαβε την ευθύνη της ο ίδιος;
Παρεμπιπτόντως, πολλοί απορούν γιατί πρέπει να γίνει το συγκεκριμένο πρόσωπο -που μπορεί πράγματι να διαθέτει ουσιαστικές ικανότητες στη δουλειά του- να τεθεί οπωσδήποτε επικεφαλής της ΕΥΠ. Αλλά και γιατί ο ίδιος αφήνει τον υψηλότατο μισθό του στον ιδιωτικό τομέα για να παίρνει 2.500 ευρώ ως μετακλητός υπάλληλος.
Η απορία επεκτείνεται και σε ασυνήθιστες- και πάντως προερχόμενες από την παλιά ΚΥΠ που είχε «συνδέσμους» σε κάθε νομό- πρακτικές με τη δημιουργία πυρήνων στον κρατικό μηχανισμό και αναφορές σε κάτι που είχαμε ξεχάσει: τον «εσωτερικό εχθρό».
Τι σημαίνουν όλα αυτά και κατά πόσο έχουν τη πλήρη έγκριση του Πρωθυπουργού; Ίσως η απάντηση θα δοθεί όταν ο νέος διοικητής της ΕΥΠ αρχίσει να ενημερώνει τον Αλέξη Τσίπρα, ως αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Όπως έκανε ο προκάτοχός του και υποσχέθηκε ο Πρωθυπουργός να συνεχιστεί -εκτός αν κι αυτό… αλλάξει.
Ένα άλλο θέμα πρωθυπουργικής ανακολουθίας δημιουργήθηκε με τα πρωτογενή πλεονάσματα. Ο Κυρ. Μητσοτάκης, λίγο πριν περάσει την πόρτα της γερμανικής καγκελαρίας, δήλωσε ότι δεν θα απασχολήσει την Μέρκελ θέτοντας θέμα μείωσης τους και το αφήνει για συζήτηση με τους θεσμούς.
Ποιοι τον είχαν πείσει προηγουμένως ότι μπορεί να ανοίξει αυτή τη συζήτηση στο Βερολίνο και ποιοι τον απέτρεψαν την τελευταία στιγμή; Ποια σχέση έχουν με εκείνους που είχαν πείσει τον Κυριάκο Μητσοτάκη ότι ο Μάνφρεντ Βέμπερ θα είναι βέβαιος πρόεδρος της Κομισιόν και του οργάνωνε φιέστες στο Ζάππειο;
Υπάρχει επίσης ένα ερώτημα για την εξέλιξη που πήρε η ευφυής απόφαση του Πρωθυπουργού να αναλάβει την ηγεσία της επιτροπής «Ελλάδα 2021» η Γιάννα Αγγελοπούλου. Η νομοθετική ρύθμιση για το στόχο των εκδηλώσεων αλλιώς κατατέθηκε στη Βουλή και αλλιώς ψηφίσθηκε και επιπλέον άλλα φέρεται να συμφώνησε ο Πρωθυπουργός με την διοργανώτρια των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004 και άλλα λένε οι συνεργάτες του για την Επιτροπή υποβαθμίζοντας το ρόλο της.
Επισήμως ο Γ. Γεραπετρίτης διευκρίνισε ότι η Γιάννα θα είναι απλώς… σύμβουλος Πρωθυπουργού: «Η επιτροπή θα είναι συμβουλευτική του πρωθυπουργού προς την κυβέρνηση για δράσεις που θα αναληφθούν» και ότι «δεν θα έχει λειτουργική αρμοδιότητα». Από τις δηλώσεις που έγιναν όμως μετά τη συνάντηση Μητσοτάκη – Αγγελοπούλου, άλλα προκύπτουν.
Υπάρχει λοιπόν ένα θέμα συνεννόησης του Πρωθυπουργού -ή έστω των άμεσων συνεργατών με τους υπουργούς του. Μπορεί να είναι αδεξιότητα απειρία και άγνοια της κυβερνητικής και κρατικής λειτουργίας. Ή ακόμη σπουδή να φανούν χρήσιμοι και να ξεχωρίσουν στον εσωτερικό διαγκωνισμό. Υπάρχει όμως και μια έστω ακραία, ερμηνεία: κάποιοι άρχισαν νωρίς πριονίζουν το κλαδί.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου