Οι Έλληνες δεν είμαστε έθνος αλλά οικογένεια. Η οικογένεια είναι μια έννοια που βρίσκεται πέρα από κάθε λογική ανάλυση και μέθοδο μελέτης, καθώς δεν μπορεί να γίνει διαχωρισμός.
του Ευάγγελου Κωνσταντέλου
Θεωρείται θεσμός, ο οποίος αναπτύχθηκε κυρίως μέσα από την πολιτισμική εξέλιξη και μάλιστα μέσα από την επαφή με τους ανατολικούς πολιτισμούς, μέρος των οποίων είναι και ο ελληνικός. Οικογένεια βέβαια δε θεωρείται μόνο ο στενός συγγενικός κύκλος ενός ατόμου. Οικογένεια θεωρείται (ή σαν οικογένεια) και ο ευρύτερος κοινωνικός κύκλος, ο οποίος περιλαμβάνει ανθρώπους της κοινότητας μέσα στην οποία υπάρχουμε… τους συγχωριανούς μας, τους συντοπίτες μας, τους γείτονές μας, τους συντρόφους μας, τους φίλους μας.
Αυτό το γεγονός είναι καθαρά πολιτισμικό και διαμορφώνει τον τρόπο που σκεφτόμαστε και ενεργούμε μέσα στην κοινωνία. Αυτό φαίνεται από την υπερηφάνεια που νιώθουμε, όταν για παράδειγμα ακούμε, ότι κάποιος από την πόλη μας ή το χωριό μας πέτυχε στη ζωή του και τίμησε τον τόπο του. Από την άλλη όταν κάποιος διαπράξει κάποιο βαρύ αδίκημα ή προβεί σε μια ανήθικη πράξη, τότε ντροπιάζει ολόκληρη την κοινότητα και πιο πολύ την οικογένειά του. Και στις δύο περιπτώσεις το ζήτημα είναι ότι οικειοποιούμαστε όσα συμβαίνουν από τα μέλη της μικρής ή ευρύτερης κοινωνίας μας.
Στην περίπτωση του στενού οικογενειακού μας κύκλου τα πράγματα μεγεθύνονται. Πόσο πολύ νιώθουμε υπερήφανοι για τις πράξεις και τις προσπάθειες των γονιών και των παππούδων μας; Ο καθένας από εμάς έχει ακούσει ιστορίες για μια εποχή που η φτώχια ήταν συνώνυμο της αξιοπρέπειας και ο μόχθος ήταν συνώνυμο της δημιουργίας και της λεβεντιάς. Φτωχοί άνθρωποι που μέσα από πολέμους και δικτατορίες κατάφεραν όχι μόνο να επιβιώσουν αλλά με τα χέρια και το μυαλό τους να δημιουργήσουν περιουσίες, σωστές οικογένειες, να σπουδάσουν τα παιδιά τους και να παραδώσουν στην κοινωνία απογόνους καλύτερους από αυτούς… όπως πίστευαν. Επιπλέον, καθημερινά ένιωθαν την ηθική υποχρέωση ότι πρέπει να ενσταλάξουν στα παιδιά και τα εγγόνια τους αρχές, αξίες και αρετές με την ορμήνια, το «κήρυγμα» και τις συμβουλές, ώστε να γίνουν σωστοί άνθρωποι και σωστοί πολίτες στην κοινωνία. Το αποτέλεσμα φαινόταν στο παιδί και πώς αυτό συμπεριφερόταν στην κοινωνία. Αν το παιδί πετύχαινε στον κοινωνικό του ρόλο, τότε η υπερηφάνεια άλλαζε κατεύθυνση. Τόσο οι γονείς όσο και οι παππούδες ένιωθαν και αυτοί υπερήφανοι για τα σωστά αποτελέσματα των κόπων και των προσπαθειών τους.
Στην περίπτωση του Κυριάκου Μητσοτάκη ούτε το ένα συμβαίνει ούτε το άλλο. Ούτε ο ίδιος θα έπρεπε να νιώθει υπερηφάνεια για την οικογένειά του αλλά ούτε και η οικογένειά του για τον ίδιο. Ο γέρο-Μητσοτάκης, πέρα από τις «αγιογραφίες» που μετά θάνατον δημιούργησε ο Παπαχελάς, αλλά και το γεγονός ότι κάποια πράγματα με τον ερχομό της μεταπολίτευσης ξεχάστηκαν, θεωρείται ένα αμφιλεγόμενο άτομο, αν όχι μισητό. Όχι όσο μισητός και απεχθής είναι ο Ευάγγελος Βενιζέλος σε μάς σήμερα αλλά τα αισθήματα του λαού και των ψηφοφόρων του ποτέ δεν ήταν εγκάρδια. Θα μπορούσαμε να τα χαρακτηρίσουμε… «οπαδικά». Για να γίνω πιο κατανοητός, ο μέσος ψηφοφόρος του ΠΑΣΟΚ της δεκαετίας του 1980 και 1990 αγαπούσε τον Ανδρέα Παπανδρέου, ενώ ο μέσος νεοδημοκράτης απλά ανεχόταν τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη μόνο και μόνο γιατί εκπροσωπούσε το κόμμα του.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης είναι κλασικό παράδειγμα κακομαθημένου (ή πολύ καλομαθημένου) ατόμου. Κληρονόμησε ένα όνομα και ένα κόμμα, τα οποία θεωρεί αρκετά για να κάνει τόσο καριέρα όσο και να αποκτήσει την αποδοχή, που όπως φαίνεται τόσο του έλειψε. Έχει φτιάξει (στο περιορισμένο ικανοτήτων του μυαλό) ένα αφήγημα, το οποίο φαίνεται να είναι αποτέλεσμα της αντιμετώπισης που του είχαν τα άλλα μέλη της οικογένειάς του. Ο Κυριάκος είναι εκείνο το παιδί που δείχνει να μεγάλωσε με τη φράση «άστο Κυριάκο θα το χαλάσεις» ή «μην ασχολείσαι Κυριάκο θα το κάνει η Ντόρα» ή «στείλε το παιδί να σπουδάσει σε ένα οποιοδήποτε μέρος, για να μην τον έχουμε μέσα στα πόδια μας».
Ο Κυριάκος φαίνεται να ήταν ο παρίας της οικογένειάς του και τώρα έχει γίνει της αισχύνης ο βαλές στο κόμμα του. Είναι ένας από τους υπηρέτες του Μαρινάκη και ο εφήμερος πρόεδρος του Γεωργιάδη. Είναι μέσα στο κόμμα του πάντα υπόλογος και το ίδιο υποψιάζεται κανείς ότι είναι και στην οικογένειά του, την στενή και την ευρύτερη. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης είναι τόσο ασήμαντος μέσα στο κόμμα του. Αυτό αποδεικνύεται πολύ εύκολα, παρατηρώντας απλά και μόνο το πώς στάθηκε τις τελευταίες μέρες στη βουλή. Με μια σειρά από ασυναρτησίες στις ομιλίες του έδειξε αρχικά, ότι είναι μεγάλος τεμπέλης και δεν διάβασε όλα όσα του είχαν γράψει να πει, γι’ αυτό και ακούγονταν ως ασυναρτησίες.
Δεύτερον δεν μπορεί να επεξεργαστεί αυτά που του έχουν γράψει και που διαβάζει. Την Τετάρτη, της πολιτικής αισχύνης ο βαλές, αναπαρήγαγε τα ψέματα του Μακελειού, ότι δήθεν ο πατέρας και η οικογένεια του Τσίπρα έκαναν δουλειές με τη Χούντα. Ο ίδιος, ο φαιδρός βαλές, την Παρασκευή ζήτησε συγνώμη για τον Κεφαλογιάννη, ο οποίος είπε σε τηλεοπτική εκπομπή όσα ο Μητσοτάκης δύο μέρες πριν στη βουλή.
Έχει πάρει τη σκυτάλη της φαιδρότητας από τους χουντικούς συνεργάτες του, τον Γεωργιάδη και τον Βορίδη, και συνεχίζει να εξευτελίζεται διαρκώς. Δεν έχει συναίσθηση, ότι κατάντησε όπως ο αντιπρόεδρός του, ο περίγελος ολόκληρης της κοινωνίας. Από αυτούς τους είκοσι-εικοσιπέντε που έμειναν να τον ακούνε αυτές τις μέρες δεν αναρωτήθηκε κανείς τι δουλειά έχουν στο ΛΑ.Ο.Σ του Μητσοτάκη; Η ΝΔ είναι από χθες και επίσημα ένα κόμμα ειδικής αποστολής, μια οικονομικά (ζημιογόνα) οντότητα, η οποία ανασυντάχθηκε για συγκεκριμένους επιχειρηματικούς και ποινικούς σκοπούς. Δηλαδή είναι μια offshore του Μαρινάκη.
Από την άλλη μεριά προκαλεί μεγάλη εντύπωση που ο Σύριζα αντιμετωπίζει τον Κυριάκο και τη ΝΔ ως ισάξιο αντίπαλο. Ίσως η πολιτική ορθότητα δεν επιτρέπει απλά να τους αγνοήσουν και να ασχοληθούν με τη σοβαρή δουλειά τους. Όσο μιλάει και απευθύνεται κανείς στον Κυριάκο, σαν να είναι κανονικός πρόεδρος ενός σοβαρού και σύγχρονου πολιτικού φορέα, κινδυνεύει να θεωρηθεί αντιστρόφως ανάλογος και παρόμοιων δυνατοτήτων με τον κακομαθημένο και στερούμενου σοβαρότητας βαλέ.
Ο Σύριζα έχει πολύ σοβαρή δουλειά να κάνει, από το να ασχολείται με τον Κυριάκο και τις ψυχολογικές του ανάγκες για αποδοχή και προσοχή, που τόσα χρόνια δείχνει να αποζητά από τον «οικογενειακό του κύκλο». Καλά έκανε λοιπόν και απάντησε ο Τσίπρας με τα λόγια του Αναγνωστάκη και ακόμη καλύτερα έκανε που εξήγησε σε όλη την κοινωνία κάποιες λεπτομέρειες για τις περιπέτειες της οικογένειά του κατά τη διάρκεια της Χούντας, όταν ο «εξόριστος» Κυριάκος έκανε βόλτες στη Avenue des Champs-Élysées. Περισσότεροι άνθρωποι ταυτίζονται με την ιστορία της οικογένεια του Αλέξη Τσίπρα και του Παύλου Πολάκη παρά με του «πορφυρογέννητου» αλλά οικογενειακώς απαξιωμένου και παραγκωνισμένου βαλέ.
* βαλές ο [valés], [γαλλ. vale(t) -ς]: 1. τραπουλόχαρτο που παριστάνει νεαρή αντρική μορφή· φάντης. 2. προσωπικός υπηρέτης, ακόλουθος υψηλού προσώπου σε παλαιότερες εποχές. 3. άνθρωπος με δουλική ψυχοσύνθεση
Συνώνυμα: άβουλος, ανδράποδο, ανελεύθερος, αυλόδουλος, δέσμιος, δεσμώτης, δουλοπάροικος, δουλοπρεπής, δούλος, είλωτας, λακές, όμηρος, ραγιάς, σκλάβος, υπηρέτης, υποτελής, υποχείριος, φυλακισμένος
κουτι πανδωρας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου