του Πέτρου Μανταίου
Μακρόνησος, αγκάθια, νάνοι πεύκα από τον αέρα που δεν τ’ αφήνει να ψηλώσουν και μνήμες που ορθώνονται. Κρανίου τόπος. Ολα τα κτίσματα –ερείπια πια όσα έχουν απομείνει– καμωμένα από πέτρα και αίμα κρατουμένων, κτίρια-μαρτυρίες από μαρτύρια. Ακόμα και ψηφιδωτά προαύλια, από λευκά βότσαλα και μαύρες μπορντούρες αρχαιοπρεπών μαιάνδρων, να μην ξεχνιέται πως εδώ κάποτε έλαμψε μες στ’ αβυσσαλέα του σκοτάδια ένας Νέος Παρθενώνας.
Σχεδόν βρυκολάκιασα το βράδυ. Επεσα για ύπνο αργά, μετά από μια μέρα κουραστική, ιδίως συναισθηματικά φορτισμένη. Ξύπνησα τρεισήμισι και δεν ξανακοιμήθηκα. Προσπάθησα. Δεν γινόταν με τίποτα. Εβλεπα στο κρεβάτι μέχρι τις πεντέμισι τηλεόραση. «Ενθύμια Μακρονήσου», Θανάσης Κ. Κάππος, εκδόσεις Αλήθεια, συλλεκτική έκδοση –συλλογές από μαρτυρίες Μακρονησιωτών· ανάμεσά τους και του μεγάλου αδελφού μας, του Γιώργου (συμπλήρωσε πια 11 χρόνους απουσίας).
Παρουσιάστηκε την Κυριακή επιτόπου. Στη Μακρόνησο. Στο Μακρονήσι, όπως την έλεγαν τότε οι Μακρονησιώτες, που πολλοί –ποιον να πρωτοθυμηθείς!– μόλις απολύονταν, περνούσαν από το σπίτι, να γνωρίσουν τους γονείς και τα δύο μικρά αδέλφια του συντρόφου τους. Μακρόνησος. Την είπαν –και ήταν– κολαστήριο. Την είπαν –και ήταν κομμένη από το ίδιο ύφασμα – Ελληνικό «Νταχάου».
Ηταν όμως, πάνω και πέρα απ’ όλα, εργοστάσιο παραγωγής μίσους. «Οσοι εισέρχονται και δεν συνέρχονται δεν θα εξέρχονται!» έλεγε ένας από τους διοικητές. Λογοπαίγνιο μίσους. Ανατριχίλα. Ετσι, νομίζω, πρέπει να παραδοθεί και να μείνει στους αιώνες: Μνημείο Μίσους. Γιατί κάθε μνημείο που θεμελιώνεται στο μίσος είναι συγχρόνως κι ένας χώρος καθαρτήριος, άρα είναι μαζί και Μνημείο Συμφιλίωσης.
Ανάμεσα στα χαλίκια, ένα, ένα μόνο, να απορείς πούθε ξεφύτρωσε, κίτρινο ανθάκι –μαργαριτούλα του φθινόπωρου– ορθωνόταν από το ματωμένο χώμα κι αυτό, όπως οι μνήμες.
efsyn
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου