Το Φως στο τούνελ του αδιεξόδου της Κεντροαριστεράς φαίνεται να είναι πολύ μακριά, όσο δεν γίνεται μια σε βάθος αυτοκριτική για τα τραγικά λάθη, όσο δεν αποδέχονται το μερίδιο της ευθύνης που τους αναλογεί και όσο ορισμένοι εξ αυτών δεν αποφασίζουν να εγκαταλείψουν την πολιτική σκηνή.
του Κώστα Παυλίδη*
Με αφορμή το ιδρυτικό συνέδριο του Κινήματος Αλλαγής, αλλά και τη γενικότερη κινητικότητα των τελευταίων χρόνων στους κόλπους του λεγόμενου κεντροαριστερού χώρου, καταθέτω ορισμένες σκέψεις γι' αυτές τις συνεχείς διεργασίες στον ιδεολογικό αυτόν χώρο. Ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. Η κατάρρευση του πόλου της Κεντροαριστεράς στην Ελλάδα, όπως τον γνωρίσαμε, δεν αποτελεί ένα αναπάντεχο φυσικό φαινόμενο.
Εντάσσεται σε μία σταδιακή μετάλλαξη της σοσιαλδημοκρατίας από τα μέσα της δεκαετίας του '80, με την ταυτόχρονη επικράτηση και ηγεμονία του νεοφιλελευθερισμού. Η οικονομική κρίση του '09 και ο ρόλος των σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων αποτελούν την τελευταία πράξη αυτής της μετάλλαξης, με τις άμεσες συνέπειες για τον χώρο της σοσιαλδημοκρατίας να συμπυκνώνονται στην εκλογική κατάρρευση των κεντροαριστερών κομμάτων, τόσο στην Ελλάδα όσο και σε Ευρώπη και Αμερική.
Βέβαια, οφείλουμε να επισημάνουμε ότι η πολιτική και εκλογική κατάρρευση του ΠΑΣΟΚ προηγήθηκε χρονικά και ήρθε να καταδείξει με εκκωφαντικό τρόπο την τύχη που θα είχε η ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία. Είναι αδιαμφισβήτητο γεγονός ότι η ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία χρεώθηκε και απολύτως δικαιολογημένα την αποτυχία μιας πολιτικής συνταγής, η οποία δεν περιορίζεται μόνο στις πολιτικές λιτότητας, αλλά και στη φοβικότητα που επέδειξαν στο σοβαρότατο θέμα του προσφυγικού.
Οι ηγεσίες των σοσιαλδημοκρατών αποδείχθηκαν το λιγότερο ανέτοιμες να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις της συγκυρίας και στην αντιστροφή του κλίματος, επιτρέποντας παράλληλα την πλήρη ανάδειξη ακροδεξιών και ξενοφοβικών δυνάμεων. Οταν οι Ευρωπαίοι ηγέτες της σοσιαλδημοκρατίας (βλ. Ρέντσι, Σάντσεθ) αντιλήφθηκαν ότι οι συνέπειες του «pasokification» θα χτυπήσουν και τη δική τους πόρτα, ήταν ήδη εναγκαλισμένοι χειροπόδαρα με τους φιλελεύθερους ομολόγους τους και, κυρίως, με τη φιλοσοφία των πολιτικών τους.
Ιστορικά, η κεντροαριστερή ιδεολογία επιδίωκε να απευθύνεται σε ευρείες μάζες πολιτών και εξέφραζε με έναν σχετικά αυθαίρετο τρόπο ένα μεγάλο μερίδιο αυτών, βασισμένη σε μία λαϊκιστική «λογική της ισοδυναμίας» κατά τον Λακλάου. Στην Ελλάδα, ο υπερ-σκεπτικισμός (μετριοπαθής έννοια ίσως) που επιδεικνύουν τα τελευταία χρόνια οι πολίτες προς τις πολιτικές δυνάμεις και το πολιτικό σύστημα οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στην αναντιστοιχία λόγου - ιδεών από τη μία και αποφάσεων από την άλλη.
Η διαρκής εμφάνιση σκανδάλων ισχυροποίησε ακόμη περισσότερο την αντίληψη αυτή και η πολιτική σύγκλιση του ΠΑΣΟΚ με το αντίπαλο δέος του δικομματισμού, τη Ν.Δ., καθώς και η συνεργασία με το ακροδεξιό ΛΑΟΣ αποτέλεσαν απλώς τη σταγόνα σε ένα ήδη ξεχειλισμένο ποτήρι.
Επιστρέφοντας στο σήμερα και στις πρόσφατες εξελίξεις, εύκολα γίνεται σαφές ότι το σοκ της κατάρρευσης του ΠΑΣΟΚ φαντάζει ανυπέρβλητο για την ελληνική σοσιαλδημοκρατία. Η όποια κινητικότητα των τελευταίων χρόνων περιορίζεται περισσότερο σε μια επιφανειακή (και σίγουρα χωρίς καθόλου φαντασία) εναλλαγή ονομάτων και εμβλημάτων.
Η ανακύκλωση στελεχών και η ανάδειξη διαρκώς νέων φορέων έχουν ημερομηνία λήξης και φαίνεται να είναι περισσότερο μια προσπάθεια διεκδίκησης μεριδίου πολιτικής κληρονομιάς από έναν εκλιπόντα συγγενή. Μόνο που, δυστυχώς για εκείνους, ο «εκλιπών», φεύγοντας, άφησε και αρκετά χρέη.
Το Φως στο τούνελ του αδιεξόδου της Κεντροαριστεράς φαίνεται να είναι πολύ μακριά, όσο δεν γίνεται μια σε βάθος αυτοκριτική για τα τραγικά λάθη, όσο δεν αποδέχονται το μερίδιο της ευθύνης που τους αναλογεί και όσο ορισμένοι εξ αυτών δεν αποφασίζουν να εγκαταλείψουν την πολιτική σκηνή. Η στελεχική ανανέωση και η επιδίωξη αριστερόστροφων πολιτικών συμμαχιών ίσως είναι μία διέξοδος.
Το παράδειγμα της Πορτογαλίας μπορεί να αποτελέσει οδηγό. Οι φόβοι περί εκλογικής εξαφάνισης, μέσω αυτής της εμπλοκής, είναι λογικοί. Ομως, η εξαφάνιση αυτή είναι μαθηματικά βέβαιη στη συστράτευση με φιλελεύθερους σχηματισμούς. Αν αμφιβάλλουν, ας ρωτήσουν τον Ντάισελμπλουμ.
Αρκετοί Ευρωπαίοι αναλυτές μιλούν ακόμα και για το οριστικό τέλος της ευρωπαϊκής Σοσιαλδημοκρατίας, επισημαίνοντας ότι η επιδημία «πασοκοποίησης» των ευρωπαϊκής Κεντροαριστεράς είναι αδύνατον να αναχαιτιστεί ακόμα και με αριστερόστροφα ρητορικά εμβόλια. «Χρειάζεται έμπρακτη στροφή αριστερά», τονίζουν χαρακτηριστικά. «Αριστερά είναι ό,τι κάθε στιγμή θεωρείται ως τέτοια από τους συγχρόνους της», υποστηρίζει ο Γάλλος ιστορικός και διανοούμενος, Ζακ Ζιλιάρ.
Κι αν δεχτούμε αυτή τη δογματική άποψη έστω και σε κάποιο βαθμό οφείλουμε να δούμε ότι, στον παρόντα χρόνο, στην Ελλάδα, που μας αφορά άμεσα, Αριστερά θεωρείται ο ΣΥΡΙΖΑ. Αυτό ίσως βέβαια και να εξηγεί, κατά κάποιον τρόπο, γιατί το ΠΑΣΟΚ της κ. Γεννηματά παραμένει πολιτική ουρά της Ν.Δ. και δεν μπορεί να στοιχηθεί έστω και με τις όποιες προσπάθειες του προοδευτικού κομματιού της ευρωπαϊκής Σοσιαλδημοκρατίας, η οποία πολλές φορές αποδοκιμάζει και απομονώνει με επίσημες δηλώσεις το κόμμα του ΠΑΣΟΚ.
Πάντως, αν και με την ίδρυση του νέου φορέα συνεχίσουν τα σφυριά της «αλλαγής» να χτυπάνε στο ίδιο βαρετό και φιλελεύθερο μοτίβο, το μόνο που θα 'χει ο χώρος της Κεντροαριστεράς για να «περηφανεύεται» θα 'ναι η προεδρία του Γ. Παπανδρέου στη Σοσιαλιστική Διεθνή.
* Ο Κώστας Παυλίδης είναι οικονομολόγος, βουλευτής ΣΥΡΙΖΑ Κέρκυρας
efsyn
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου