Τρίτη 3 Απριλίου 2018

Τι εστίν αλήθεια;



του Νίκου Ξυδάκη
Στον κοινό νου η αλήθεια έχει πάντα την έννοια της ταύτισης αυτού που λέγεται με αυτό που συμβαίνει στην πραγματικότητα. 
Η αλήθεια δηλαδή ορίζεται ως αντιστοιχία λεγομένου και πραγματικότητας. Ως εκ τούτου το ψέμα στην πολιτική εκλαμβάνεται ως η αναντιστοιχία λόγου και συμβάντος. Τέτοιου είδους ψέματα μπορούν να ελεγχθούν από την εμπειρία. Λέμε ότι στο Watergate ο Ρίτσαρντ Νίξον είπε ψέματα, για τον πόλεμο στο Ιράκ ο Τόνι Μπλαιρ είπε ψέματα στον βρετανικό λαό, ο Ακης Τσοχατζόπουλος είπε ψέματα ότι δεν χρηματίστηκε. Και στις τρεις αυτές περιπτώσεις αποδείχτηκε με τους παραδοσιακούς τρόπους έρευνας -δημοσιογραφική, κοινοβουλευτική, δικαστική- ότι είπαν ψέματα.
Είναι όμως αυτό το ψέμα στην πολιτική; Σε αντίθεση με τον Καντ, ο οποίος στο πλαίσιο της καντιανής ηθικής θεωρούσε την ειλικρίνεια την καλύτερη πολιτική, υπήρξαν πολλοί στοχαστές που υποστήριξαν ότι η αλήθεια δεν είναι πάντα αναγκαία στην πολιτική. Κάποιοι μάλιστα λένε ότι το πολιτικό ψεύδος είναι ένα είδος τέχνης αναγκαίο στην πολιτική. Κάτι τέτοιο βέβαια δεν γίνεται εύκολα αποδεκτό, ιδιαίτερα στη σημερινή εποχή που κατακλύζεται από μια αδιάκοπη ροή πληροφοριών και αποκαλύψεων, και η δικαιολογημένη καχυποψία για τις εξουσιαστικές ελίτ συχνά συμβαδίζει με θεωρίες συνωμοσίας.
Η φιλόσοφος Χάνα Αρεντ στο δοκίμιό της «Αλήθεια και Πολιτική» υποστήριξε ότι η πολιτική δεν είναι η αναζήτηση της αλήθειας με την έννοια της αντιστοιχίας λεγομένου και συμβάντος. Ενώ στηλίτευσε σκληρά τις προσπάθειας συγκάλυψης και παραποίησης του πολέμου του Βιετνάμ από την αμερικανική κυβέρνηση, εντούτοις πίστευε ότι το ψέμα είναι εκ των ων ουκ άνευ στην πολιτική, υπό την έννοια ότι η ουσία της πολιτικής είναι η αντιπαράθεση και ο συμβιβασμός, άρα η επίκληση της απόλυτης αλήθειας είναι δεσποτική, καταπνίγει την πολιτική γιατί καταπνίγει τη δυνατότητα της διαφοροποίησης των απόψεων και της προσαρμογής στη μεταβαλλόμενη πραγματικότητα.
Έχω λοιπόν την εντύπωση ότι όταν μιλούμε για πολιτικό ψέμα εννοούμε κυρίως την ψευδή υπόσχεση, την μη τήρηση της υπόσχεσης, και όχι την τυπική αναντιστοιχία λόγου και συμβάντος. Η υπόσχεση έχει να κάνει με το μέλλον, με τη βούληση και τη δυνατότητα να αλλάξεις τις συνθήκες στην κοινωνία προς το καλύτερο· αυτό αποτελεί κορυφαία πολιτική αρετή. Αυτή η αρετή έχει σχέση με την αλήθεια ή το ψέμα; Είναι θεμιτό να δίνει κανείς υποσχέσεις; Υπάρχει κριτήριο με το οποίο θα αποτιμήσει ο πολιτικός τι είναι θεμιτό να υποσχεθεί; Μπορούμε να δικαιολογήσουμε εκ των υστέρων έναν πολιτικό αν το ψέμα του αφορούσε την κατάκτηση της εξουσίας και μετά εργάσθηκε επιτυχώς για το κοινό καλό;
Προεκτείνοντας την Αρεντ: ο πολιτικός δεν είναι επιστήμονας να κυνηγά το απόλυτο αληθές γεγονός ― στο μέτρο που υπάρχει απολύτως αληθές στη σύγχρονη επιστήμη. Άλλος είναι ο στόχος του πολιτικού: να εργασθεί για το κοινό καλό. Αυτό απαιτεί πράξη και ευθύνη. Η καλή πρόθεση δεν αρκεί. Στη δημοκρατία, ο πολιτικός οφείλει να πράττει και να αναλαμβάνει την ευθύνη των αποτελεσμάτων της πράξης του· αυτό είναι το μεγαλύτερο αγαθό. Ένας καλός πολιτικός οφείλει να αντιλαμβάνεται την εποχή του, να αποφασίζει και να πράττει, μεταβάλλοντας τις συνθήκες προς όφελος της κοινωνίας.
Έτσι μάλλον μπορούμε να προσεγγίσουμε την αλήθεια στην πολιτική ― ως προς την πράξη, ως προς τη διακονία και την προαγωγή του κοινού καλού. Όχι ουσιοκρατικά. Ας θυμηθούμε τον βαθύτατα πολιτικό τρόπο που απαντά στο ερώτημα του Πόντιου Πιλάτου «σὺ εἶ ὁ βασιλεὺς τῶν Ἰουδαίων; ο Ιησούς (Ιω. 18, 37-38): «Απὸ σεαυτοῦ σὺ τοῦτο λέγεις ἢ ἄλλοι εἶπόν σοι περὶ ἐμοῦ;», δηλ. εσύ ρωτάς ή άλλοι σου το είπαν; Και εν συνεχεία: «Οὐκοῦν βασιλεὺς εἶ σύ;». Ο Χριστός δεν αρνείται, δεν καταφάσκει: «Σὺ λέγεις ὅτι βασιλεύς εἰμι. Εγὼ εἰς τοῦτο γεγέννημαι καὶ εἰς τοῦτο ἐλήλυθα εἰς τὸν κόσμον, ἵνα μαρτυρήσω τῇ ἀληθείᾳ· πᾶς ὁ ὢν ἐκ τῆς ἀληθείας ἀκούει μου τῆς φωνῆς». Ο Πιλάτος επανέρχεται: «τί ἐστιν ἀλήθεια;» Ο Ιησούς δεν απαντά.
ΝΕΑ ΣΕΛΙΔΑ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου