Σε δεύτερη συνέντευξη Τύπου προχώρησε ο επιχειρηματίας-είμαι αθώος θα σας μηνύσω όλους, δεν ξέρω τίποτα για το έγκλημα- Αντρέας Βγενόπουλος. Αυτή τη φορά χωρίς τη φιλική συμμετοχή του Μάκη Τριανταφυλλόπουλου και χωρίς φιλικές αναφορές σε Ψυχάρη και Παπασταύρου.
Του Κώστα Βαξεβάνη
Στη συνέντευξη αυτή υπήρξαν δύο πρωτοτυπίες.
1. Οι παριστάμενοι (δημοσιογράφοι αφού ήταν συνέντευξη Τύπου) χειροκρότησαν τον Βγενόπουλο τον οποίο βάση της ιδιότητάς τους έπρεπε να ζορίσουν
2. Δεν ρώτησαν τίποτα για το πραγματικό θέμα της ημέρας που αφορούσε τον Βγενόπουλο και ήταν η φυγοδικία των συνεργατών του. Οι δύο συνεργάτες του επιχειρηματία, Μπουλούτας και Φόρος, έπρεπε να συλληφθούν και να εκδοθούν στην Κύπρο μετά από αποφάσεις του Συμβουλίου Εφετών και του Αρείου Πάγου. Εξαφανίστηκαν όμως και ενώ είχαν ανακοινώσει πως θα εμφανιστούν αυτοβούλως στο δικαστήριο που ξεκίνησε χθες, δεν το έκαναν.
Κανένας όμως δημοσιογράφος δεν ρώτησε τον Βγενόπουλο πώς είναι δυνατόν να αποκαλεί τη Δικαιοσύνη προβληματική όταν αυτή στέλνει την ομάδα του να απολογηθεί αλλά καλεί όταν μέσα από συγκεκριμένους Εισαγγελείς τον καλύπτει; Αυτή όμως η παρατήρηση αφορά τους δημοσιογράφους και όχι όσα είπε ο Βγενόπουλος. Ας πάμε λοιπόν σε όσα είπε.
Η μήνυση κατά Θάνου. Ο Βγενόπουλος ανακοίνωσε μήνυση κατά της Προέδρου του Αρείου Πάγου Βασιλικής Θάνου, αφήνοντας να εννοηθεί πως ζήτησε να την χρηματίσει για να τον καθαρίσει δικαστικά. Δηλαδή ο αθώος και έντιμος Βγενόπουλος, είχε τη δυνατότητα να παγιδεύσει τη Θάνου και να αποδείξει πως οι διώκτες του έχουν ιδιοτελή κίνητρα, αλλά δεν το έκανε. Χωρίς λοιπόν να έχει την αποδεικτική πράξη του χρηματισμού περιορίστηκε σε μία μήνυση για απόπειρα. Γιατί έχασε αυτή τη χρυσή ευκαιρία να αποδείξει πως τον κυνηγούν; Κάποιος θα ρωτούσε ίσως, γιατί δεν πλήρωσε να καθαρίσει, αλλά είπαμε ο Βγενόπουλος είναι τίμιος άνθρωπος.
Δεν έδωσε στους δημοσιογράφους κανένα στοιχείο για το περιστατικό με το πρόσχημα πως σέβεται τη Δικαιοσύνη, την οποία ωστόσο δεν σέβεται απ’ ό,τι αποδεικνύεται και πολύ, με τη φυγοδικία των συνεργατών του. Έτσι χωρίς να δώσει κανένα στοιχείο παρήγαγε απλώς πρωτοσέλιδα του τύπου “αποκαλυπτικές καταγγελίες για χρηματισμό της Θάνου” μέσα από το σύστημα των ΜΜΕ που τον αγαπά και το οποίο είτε έχει δανειοδοτήσει είτε συνεχίζει να πληρώνει με διαφημίσεις των εταιρειών του.
Η τακτική της μήνυσης δεν είναι τυχαία και δεν αποκαλύπτει απλώς την εμμονή του. Ο Βγενόπουλος κατασκευάζει με μηνύσεις του “ενόχους” και επιχειρεί έτσι να τους ακυρώσει για το μέλλον, λέγοντας πως “αυτός είναι υπόδικος και έχει μένος εναντίον μου”. Δεν είναι τυχαίο πως ζήτησε από τον Υπουργό Δικαιοσύνης να διατάξει διαδικασία απομάκρυνσης της Θάνου μέχρι να εξεταστεί η υπόθεση.
Δηλαδή όποτε κάποιος μηνύει τον Πρόεδρο του Αρείου Πάγου αυτός απομακρύνεται; Γνωρίζει πως κάτι τέτοιο δεν μπορεί να συμβεί, αλλά διαμορφώνει ένα πλαίσιο έντονης ενοχής για να ακυρώσει όσους κάνουν τη δουλειά τους.
Ξεκίνησε με μηνύσεις εναντίον δημοσιογράφων που ερευνούσαν το σκάνδαλο με τη Μαρφίν. Προσπάθησε έτσι να τους φοβίσει και να τους εμφανίσει υποτιμητικά υπόδικους. Μήνυσε τον Πρόεδρο της Επιτροπής για το Βατοπέδι Δημήτρη Τσιρώνη και έτσι τον μετέτρεψε από Πρόεδρο ενός θεσμού σε υπόδικο. Μήνυσε τον Εισαγγελέα Δικαστικής Συνδρομής Γιάννη Αγγελή που προωθούσε τα αιτήματα για την έρευνα ενατίον του και έτσι τον μετέτρεψε από έναν Εισαγγελέα που έκανε τη δουλειά του σε υπόδικο και ύποπτο.
Μέσω της Εισαγγελέως της καρδιάς του Γεωργίας Τσατάνη, με την οποία παραδέχθηκε σχέση μέσω του δικηγόρου της (sic), κατάφερε να μηνυθεί ο Υπουργός Δημήτρης Παπαγγελόπουλος και να εμφανίζεται αντί για Υπουργός που έκανε τη δουλειά του, ως υπόδικος που παρεμβαίνει στη Δικαιοσύνη. Δηλαδή ο Βγενόπουλος χρησιμοποιεί μια πραγματική βάση γεγονότων, (κάποια συνάντηση, ένα τηλεφώνημα, μια αναφορά) πάνω στην οποία στήνει μια επιβαρυντική και συκοφαντική αφήγηση που αναπαράγουν κανάλια και εφημερίδες με το επιχείρημα πως το είπε ο Βγενόπουλος.
Οι μηνύσεις είναι ένα εργαλείο για το Βγενόπουλο, το οποίο χωρίς τη συμμετοχή των φιλικών του ΜΜΕ θα ήταν άχρηστο και θα τον μετέτρεπαν σε ένα γραφικό και εμμονικό μηνυσάκια. Χρησιμοποιεί όμως τις μηνύσεις για να διαμορφώσει στην κοινή γνώμη βεβαιότητα μέσω των media, για όσα καταγγέλλει. Με τις μηνύσεις απαξιώνει επικοινωνιακά όποιον στέκεται απέναντι έτσι ώστε όταν τον στριμώξει να είναι απαξιωμένος ή φοβισμένος. Στην περίπτωση της Θάνου όμως, την τακτική αυτή χρησιμοποίησε όχι εναντίον της Θάνου ως προσώπου αλλά εναντίον του θεσμού. Ίσως κάποιος θα έπρεπε να βάλει τέλος.
Ίσως θα έπρεπε ο Υπουργός Δικαιοσύνης Νίκος Παρασκευόπουλος να νομοθετήσει και στην Ελλάδα την τιμωρία για την κατάχρηση δικαστικών μέσων που υπάρχει στο εξωτερικό. Πόσο μάλλον όταν ο Βγενόπουλος έχει χρησιμοποιήσει τις αυτομηνύσεις για να παρακωλύσει τη Δικαιοσύνη που τον ερευνά όπως έκανε για δεύτερη φορά πρόσφατα κάνοντας μήνυση κατά παντός υπευθύνου για χειραγώγηση μετοχών της MIG, για να αποφύγει την έκδοσή του για το ίδιο αδίκημα στην Κύπρο όπου ολοκληρώθηκε η έρευνα. Τέτοιες κινήσεις με βάση το ποινικό Δίκαιο σε πολλές χώρες της Ευρώπης τιμωρούνται με ισόβια κάθειρξη.
Η τεχνητή αντιπαράθεση Ελλάδας-Κύπρου. Με μεγάλη επιμέλεια ο Βγενόπουλος προσπαθεί να εμφανίσει τη διερεύνηση των υποθέσεων στις οποίες εμπλέκεται, ως μια αντιπαράθεση Ελλάδας και Κύπρου. Εμφανίζει τους Κύπριους να τον διώκουν και ταυτόχρονα να έχουν τον ύποπτο ρόλο του χτυπήματος της Ελλάδας. Για να το αποδείξει μάλιστα είπε πως οι Κύπριοι διεκδικούν 4 δισεκατομμύρια αποζημίωση από το Ελληνικό Κράτος για την υπόθεση του κουρέματος των ομολόγων. Όσοι λοιπόν τους υποστηρίζουν (και δεν υποστηρίζουν το Βγενόπουλο εννοείται) κάνουν αντεθνικό έργο.
Η αλήθεια είναι πως δεν υπάρχει καμία τέτοια αντιπαράθεση. Ένας ιδιώτης, δηλαδή η Λαϊκή Τράπεζα, έχει καταφύγει με αστικά δικαστικά μέσα κατά του PSI όπως έγινε από τον Βενιζέλο. Αυτό έχουν κάνει και χιλιάδες ελλαδίτες μικροομολογιούχοι με αγωγές που έχουν καταθέσει κατά του κουρέματος. Ούτε ανθέλληνες είναι ούτε ύποπτοι. Αυτή λοιπόν την αστική διεκδίκηση ο Βγενόπουλος την ονομάζει επίθεση κατά της Ελλάδας.
Ο Βγενόπουλος με τη σειρά του έχει κάνει αγωγή στη Λαϊκή Τράπεζα με τη συμμετοχή της οικογένειας Μπακατσέλου, συγγενών δηλαδή του Βενιζέλου.
Επιπλέον αυτή η διεκδίκηση της Λαϊκής δεν έχει καμία σχέση με τις υποθέσεις για τις οποίες τον ερευνούν οι Κύπριοι, δηλαδή για θαλασσοδάνεια σε φίλους και εταιρείες συμφερόντων του, για χρηματισμό του Κεντρικού Τραπεζίτη, για χειραγώγηση των μετοχών κλπ.
Στη συνέντευξή του ο Βγενόπουλος είπε χαρακτηριστικά «όταν το 2011 φύγαμε οι Έλληνες από την Τράπεζα», επιχειρώντας να δείξει πως είναι μια υπόθεση Ελλήνων γενικώς και όχι Ελλήνων που ερευνώνται αν τα έφαγαν. Βέβαια κατά τα άλλα ο Έλλην των Ελλήνων Βγενόπουλος δεν έχει πρόβλημα να είναι συνέταιρος με τον Ισκαντάρ Σάφα ο οποίος εμπλέκεται εκτός από το σκάνδαλο των δικών μας υποβρυχίων και σε μεγάλο καρμπόν σκάνδαλο στη Μοζαμβίκη. Ούτε με μαφιόζους μέλη της ρωσικής μαφίας που καταζητούνται σε όλο τον κόσμο. Έχει όμως με τους Κύπριους.
Ο ικέτης του Τσίπρα και το μαύρο πρόβατο Παπαγγελόπουλος, Εν αντιθέσει με την προηγούμενη συνέντευξη στην οποία έκανε επίθεση στην κυβέρνηση και αθώωσε τον Ψυχάρη και τον Παπασταύρου, στη δεύτερη προσπάθησε να δείξει πως δεν έχει πρόβλημα με την κυβέρνηση αλλά με τον Παπαγγελόπουλο. Έκανε έκκληση μάλιστα προς τον Υπουργό Δικαιοσύνης Νίκο Παρασκευόπουλο να τον βοηθήσει ενώ τον διαχώρισε από το μοναδικό μαύρο πρόβατο, τον Αναπληρωτή Υπουργό του. Δεν πρόκειται για μια τακτική στην οποία χτυπάει μια στο καρφί και μια στο πέταλο. Πρόκειται για προσπάθεια να βρει ανοιχτή πόρτα στην κυβέρνηση. Αυτός είναι ο λόγος που μετατράπηκε σε ικέτη του πρωθυπουργού τον οποίο στην προηγούμενη συνέντευξη κατηγορούσε για διώξεις στα Συγκροτήματα και τους Παπασταύρου. Απευθυνόμενος με νόημα στον Αλέξη Τσίπρα του είπε πως δεν τον αντιπολιτεύεται και πως θα συμβάλει στην ανάπτυξη. Είμαι σίγουρος πως οι γέφυρες φιλίας δεν περιορίζονται σε αυτό. Ήδη υπάρχουν πληροφορίες πως δημοσιογράφοι, νομικοί, ακόμη και αστέρες της showbiz, θυμίζουν σε κάθε ευκαιρία σε κυβερνητικούς παράγοντες πόσο καλός είναι ο Αντρέας Βγενόπουλος και πόσο πολύ μπορεί να βοηθήσει την κυβέρνηση. Κάποιοι μάλιστα επιμένουν πως ως και κανάλι είναι διατεθειμένος να αγοράσει αν υπάρχουν εγγυήσεις πως θα μείνει εκτός φυλακής για να το διευθύνει. Οι φήμες όμως δεν περιγράφουν απαραίτητα την πραγματικότητα. Ωστόσο πραγματικότητα παραμένει πως ο Βγενόπουλος ψάχνει χέρι στην κυβέρνηση για να πιαστεί. Έως και τη διαπλοκή αρνήθηκε ο Βγενόπουλος σε μια συνέντευξη που μετέδιδε ο ΣΚΑΪ και οι συνδιαπλεκόμενοι.
Συμπερασματικά, για μια ακόμη φορά, ο Βγενόπουλος, κατέκτησε τη μιντιακή του αθωότητα, αλλά δεν είπε γιατί μετέρχεται κάθε νομικού μέσου για να μην βρεθεί μπροστά στη Δικαιοσύνη για να πει αυτά ακριβώς που αποδεικνύουν την αθωότητά του. Αν και δεν ταιριάζει στην κομψότητα της συνέντευξης Βγενόπουλου με μπουφέ και χαριεντιζόμενος δημοσιογράφους , ο Βγενόπουλος μου θύμισε αυτόν που σε μεγάλη αγωνία, πριν το τέλος του, θεωρεί πως ο επιθανάτιος ρόγχος είναι ο βρυχηθμός του και αναθαρρεύει. Μου θύμισε την παροιμία που λέει πως ο γάιδαρος πριν πεθάνει έχει την τελευταία του στύση.
Προς Θεού δεν συγκρίνω το Βγενόπουλο με το συμπαθές ζωντανό, πρόκειται για λαϊκή παροιμία του χωριού μου. Μάρτυράς μου ο συγχωριανός μου Χαράλαμπος Αθανασίου τον οποίο και ο Βγενόπουλος μπορεί να ρωτήσει.
koutipandoras
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου