Ήταν επόμενο, ένα σύστημα που ήξερε μόνο τις επικοινωνιακές διαχειρίσεις, κάποια στιγμή να τρακάρει στην πραγματικότητα και να την πληρώνουν οι πολλοί που ακόμη κυκλοφορούν.
του Νίκου Παρασκευόπουλου
Από το ρωμαϊκό Κολοσσαίο ώς τα ρινγκ της εποχής μας, από τις πολεμικές ταινίες ώς τις άγριες σκηνές στους δρόμους, η βία ως θέαμα συναρπάζει. Κοινή η διαπίστωση, αλλά το θέμα παραείναι σοβαρό ώστε να γυρίζουμε σελίδα. Να το μεγάλο πρόβλημα με δυο λόγια: Η βία παράγει βία, ώς εδώ γνωστό, αλλά και το θέαμα της βίας παράγει βία - κι όχι απλώς ένα άλλο θέαμα της βίας. Γι’ αυτό, μεταξύ άλλων, συμβαίνει η πολιτική «Τάξης και Ασφάλειας», στη διεθνή της αλλά και στην ελληνική κυβερνητική εκδοχή, με τις εικόνες των εγκλημάτων και των πάνοπλων αστυνομικών επιχειρήσεων, ολοένα να διαχέει και να πολλαπλασιάζει τη βία στον κοινωνικό χώρο.
Δεν πρόκειται για κάτι καινούργιο ή για μια σοφία ειδικών. Από τα θρανία και την αλφαβήτα της συμπεριφοράς έχουμε διδαχτεί ότι η εξοικείωση με μια εικόνα αυξάνει τις πιθανότητες της επανάληψης των αντίστοιχων πράξεων. Ετσι, όσο π.χ. η βορειοαμερικανική οργανωμένη κρατική μηχανή εντείνει τις αστυνομικές επιχειρήσεις, εκσυγχρονίζει τους εξοπλισμούς και απλώνει την ιδιωτική οπλοφορία, τόσο η ατομική βία, και μάλιστα με μαζικούς «ανεξήγητους» φόνους σε σχολεία ή καταστήματα, πολλαπλασιάζεται.
Το παράδειγμα παραδειγματίζει, διδαχτήκαμε, είτε είναι καλό είτε κακό. Η ελληνική κυβέρνηση ξέχασε -απώθησε μάλλον- ή έστω υποτίμησε το δίδαγμα. Ηδη από τη θέση της αντιπολίτευσης είχε τοποθετήσει το δίπολο βία / ασφάλεια στην πρώτη πρώτη θέση της ατζέντας και των πρωτοσέλιδών της. Υποσχέθηκε να «τελειώσει» τα Εξάρχεια, να καταργήσει τη βία στα Πανεπιστήμια, προτίμησε να στηριχτεί στην αστυνόμευση κι όχι στην ενίσχυση της δημόσιας περίθαλψης και των συγκοινωνιών για να αντιμετωπίσει τον κορονοϊό. Πήρε τις φυλακές από τη Δικαιοσύνη και τις μετέφερε σε ένα υπουργείο-μαμούθ Προστασίας του Πολίτη, αρχικά έκανε την ίδια ανοησία με την αρμοδιότητα για τη μετανάστευση. Σχεδόν χαίρονταν οι επικοινωνιακοί εκφραστές της με την απεργία πείνας του Κουφοντίνα, που της έδωσε ευκαιρία επίδειξης μιας άτεγκτης αυστηρότητας και φορτώματος πολιτικών ευθυνών σε αντιπάλους-σκιάχτρα και προβοκάτορες. Εισέβαλε σε σπίτια, χτύπησε διαδηλώσεις και ήσυχες πλατείες.
Το αποτέλεσμα ακολούθησε επίσης θεατό και χειροπιαστό: Από τη μια, τα φαινόμενα αστυνομικής κακομεταχείρισης πύκνωσαν και εντάθηκαν, ενοχλώντας βέβαια και τους ίδιους τους πολλούς αστυνομικούς. Από την άλλη, η ατομική βία με τις μολότοφ σε αυτοκίνητα και σε πόρτες σπιτιών διασκορπίστηκε σε γειτονιές, πλήττοντας και φοβίζοντας. Κοινωνικοποίηση της βίας. Οχι με κάποια καλή εκδοχή (υπάρχει;) αλλά με μια άλλη άθλια που στο άκρο της έχει τον κοινωνικό εκφασισμό. Με μια Αστυνομία που να εκτείνει το βεληνεκές της προς τον μέσο πολίτη, μια κοινωνία που να αντιδρά σε κάθε πλατεία, δρόμο, μπαλκόνι, συνήθως με αυτοσυγκράτηση - κάποτε με βαρβαρότητα και αδιάκριτα. Ηταν επόμενο, ένα σύστημα που ήξερε μόνο τις επικοινωνιακές διαχειρίσεις, κάποια στιγμή να τρακάρει στην πραγματικότητα και να την πληρώνουν οι πολλοί που ακόμη κυκλοφορούν.
efsyn
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου