Τα προσφυγικά ρεύματα των ημερών μας δεν είναι ούτε τα πρώτα ούτε θα είναι και τα τελευταία στην ιστορία της ανθρωπότητας
του Αντώνη Σαχπεκίδη
Πλαταιείς πρόσφυγες, μετά την καταστροφή της πόλης τους από τους Λακεδαιμόνιους στη διάρκεια του Πελοποννησιακού Πολέμου, καταφεύγουν στους συμμάχους τους Αθηναίους (που εξαιτίας της πίστης τους σ’ αυτούς έπαθαν τη συμφορά) και διεκτραγωδούν την κατάστασή τους:
«(Μη μας αφήσετε να είμαστε οι πιο εξαθλιωμένοι απ’ όλους τους ανθρώπους.) Γιατί, αλήθεια, ποιους θα μπορούσε να βρει κανείς πιο δυστυχισμένους από εμάς, που χάσαμε σε μια μέρα και την πατρίδα μας, και τη γη μας, και τις περιουσίες μας, και τώρα, στερημένοι απ’ όλα ανεξαιρέτως τα αναγκαία, έχουμε καταντήσει περιπλανώμενοι και ζητιάνοι, δίχως να ξέρουμε πού να πάμε και υποφέρουμε όπου κι αν εγκατασταθούμε; Γιατί, αν συναντήσουμε δυστυχισμένους ανθρώπους, πονάμε, επειδή αναγκαζόμαστε κοντά στα δικά μας βάσανα να μοιραζόμαστε και τα βάσανα των άλλων∙ αν πάλι βρεθούμε με ευτυχισμένους ανθρώπους, υποφέρουμε ακόμα περισσότερο, όχι επειδή αισθανόμαστε φθόνο για τα αγαθά εκείνων, αλλά πιο πολύ επειδή στα αγαθά των άλλων βλέπουμε πιο καθαρά τις δικές μας συμφορές, για τις οποίες δεν περνάμε ούτε μια μέρα δίχως δάκρυα, αλλά όλο τον καιρό ζούμε πενθώντας για την πατρίδα μας και θρηνώντας για το κακό που μας βρήκε. Γιατί ποιες σκέψεις νομίζετε ότι περνάνε απ’ το μυαλό μας όταν βλέπουμε και τους γονείς μας να έχουν γηρατειά που δεν τους άξιζαν και τα παιδιά μας να ανατρέφονται όχι όπως είχαμε ελπίσει, αλλά πολλά απ’ αυτά να γίνονται δούλοι εξαιτίας κάποιων μικρών δανείων, άλλα να πηγαίνουν υπηρέτες και άλλα να εξασφαλίζουν το καθημερινό τους όπως μπορεί το καθένα, έτσι που δεν ταιριάζει ούτε στα έργα των προγόνων τους ούτε στην ηλικία τους ούτε στο φρόνημα το δικό μας; Και το πιο αβάσταχτο απ’ όλα, όταν βλέπει κανείς να αποχωρίζονται όχι μόνο πολίτες από τους συμπολίτες τους αλλά και γυναίκες από τους άντρες τους και θυγατέρες από τις μητέρες τους και να διαλύονται συγγενικοί δεσμοί, όπως έχει συμβεί σε πολλούς από τους συμπολίτες μας εξαιτίας των στερήσεων∙ γιατί, αφού χάθηκε η κοινή μας ζωή, έχει κάνει τον καθένα μας να στηρίζει τις ελπίδες του μόνο στον εαυτό του. Πιστεύουμε εξάλλου πως δεν αγνοείτε ούτε τις άλλες ταπεινώσεις που φέρνουν η φτώχεια και η προσφυγιά, τις οποίες εμείς τις υποφέρουμε βαρύτερα από άλλους στην ψυχή μας, αλλά δεν μιλάμε γι’ αυτές επειδή ντρεπόμαστε να συζητάμε με λεπτομέρειες για τις συμφορές μας». (Ισοκράτης, Πλαταϊκός, 46-50.)
Πόσοι από εμάς δεν έχουν ακούσει τέτοιες ιστορίες από τους πατεράδες και τους παππούδες τους!
Τα προσφυγικά ρεύματα των ημερών μας, λοιπόν, δεν είναι ούτε τα πρώτα ούτε θα είναι και τα τελευταία στην ιστορία της ανθρωπότητας. Οι διαφορές βρίσκονται στην έκταση και την ένταση του φαινομένου. Στην ουσία τους όμως είναι το ίδιο τραγικά πάντοτε, η ίδια δοκιμασία της ανθρώπινης φύσης αλλά και η αποκάλυψη της ίδιας απανθρωπιάς από συνανθρώπους. Διαβάζοντας την αφήγηση του αρχαίου Ισοκράτη, νομίζει κανείς ότι ακούει σημερινό πρόσφυγα. Ο ίδιος ανθρώπινος πόνος, η ίδια αδικία, το ίδιο βασανιστικό ερώτημα: «Γιατί;»
Οι Πλαταιείς όμως δεν μιλάνε για παιδάκια που τα ξεβράζει νεκρά η θάλασσα, για τα πεδιλάκια τους στην ακτή που σου ξεσκίζουν τα σωθικά και για τα μικρά σωσίβια που επιπλέουν στα κύματα, βουβοί μάρτυρες της σκληρότητας και της απανθρωπιάς των «πολιτισμένων».
Πρόκειται για πλήθη κατατρεγμένων ανθρώπων που φεύγουν από την κόλαση του πολέμου - τον οποίο άλλοι προκάλεσαν για δικά τους συμφέροντα- και αναζητούν καταφύγιο οπουδήποτε νομίζουν ότι θα βρουν τη σωτηρία τους. Το γεγονός ότι επιβιβάζονται σε σαπιοκάραβα ή σε οποιαδήποτε ανασφαλή σκάφη για να διασχίσουν με τα παιδιά τους στην αγκαλιά μια θάλασσα με πιθανότερο ενδεχόμενο να πνιγούν δείχνει το μέγεθος της απελπισίας τους.
Ήδη πριν από πολλές δεκαετίες ηγέτες όπως ο Βίλι Μπραντ, ο Φρανσουά Μιτεράν και ο Όλαφ Πάλμε είχαν - ύστερα από μια συνάντησή τους- προειδοποιήσει ότι δεν μπορεί για πολύ ακόμη η μισή Υφήλιος να ζει στον πλούτο και στην αφθονία ενώ η άλλη μισή μαστίζεται από τη φτώχεια και τη στέρηση και ότι κάποια στιγμή οι πληθυσμοί από τις φτωχές χώρες θα αναγκαστούν να μετακινηθούν προς τις πλουσιότερες. Οι συνετοί ηγέτες διέβλεψαν τον κίνδυνο, αλλά οι ασύνετοι επίγονοί τους φρόντισαν με όλους τους τρόπους να επιτείνουν το πρόβλημα. Και τώρα; Τώρα τα πράγματα έχουν πάρει ανεξέλεγκτες διαστάσεις που δεν είναι εύκολα διαχειρίσιμες. Χρειάζεται φρόνηση και γενναιότητα, που φαίνεται πως δεν διαθέτουν οι σημερινοί ηγέτες της Ευρώπης και της Αμερικής. Είναι πολύ κατώτεροι των περιστάσεων, ώστε δεν αντιλαμβάνονται ότι, αν δεν λύσουμε εμείς το πρόβλημα, το ίδιο αυτό πρόβλημα θα μας διαλύσει ως κοινωνίες.
Ένα παρεμπίπτον ζήτημα για τα δημοκρατικά - αριστερά κόμματα, που εξαντλούν την ανθρώπινη ευαισθησία και αλληλεγγύη απέναντι στους πρόσφυγες και μετανάστες (τα όρια πλέον ανάμεσα σ’ αυτές τις δύο κατηγορίες είναι ασαφή), ενόψει της επικίνδυνης ενίσχυσης ακροδεξιών, ρατσιστικών, μισαλλόδοξων και εντέλει φασιστικών και ναζιστικών ιδεολογιών, είναι το μέχρι ποιο σημείο μπορούμε να αγνοούμε το γεγονός ότι μεγάλα τμήματα των λαών και των κοινωνιών μας δεν μπορούν (ή δεν θέλουν) να σηκώσουν το βάρος όλων αυτών των μεταναστευτικών ρευμάτων - σε μια εποχή μάλιστα που οι ίδιες οι κοινωνίες μας δεν ζουν τις καλύτερες μέρες τους-, δίχως βέβαια να αποστούμε ούτε για μια στιγμή από την ιδεολογική, ηθική και ανθρωπιστική μας στάση απέναντι στους αναξιοπαθούντες συνανθρώπους μας. Είναι επείγουσα ανάγκη να αναζητηθούν λύσεις που δεν θα αγνοούν ό,τι αναγκάζει τους Ευρωπαίους πολίτες να στρέφονται προς τα ακραία και ανεύθυνα εθνικολαϊκιστικά κόμματα.
αυγη
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου