Διατρέχεις λοιπόν τον ίδιο κίνδυνο αν περπατάς στην Αθήνα, στις Βρυξέλλες, στο Μάντσεστερ ή στην Καμπούλ;
της Έλλης Ζώτου
Μια δολοφονία γνωστού δικηγόρου, μια κινηματογραφική κλοπή, μια απαγωγή, ένας βιασμός ή μια ληστεία μετά φόνου είναι αρκετή για κοιτάξουν γύρω τους οι ιεροεξεταστές των MME και να δουν ξαφνικά τη ζούγκλα να τους κυκλώνει ή οι διάφοροι πρώην υπουργοί Δημόσιας Τάξης, πράσινοι ή μπλε -δεν θα κάναμε δυστυχώς καμία διάκριση- να δηλώνουν ότι βρισκόμαστε σε «εμπόλεμη κατάσταση» στους δρόμους της πόλης, κάνοντας παραλληλισμούς μάλιστα με την Καμπούλ ή τη Βαγδάτη, πριν χρόνια. Ίσως έτσι βέβαια μπορούν κάποιοι από αυτούς να δικαιολογούν και τους στρατούς αστυνομικών που τους ακολουθούν ή τα κατασταλτικά μέτρα που ο καθένας θέλησε να επιβάλει, κυρίως όμως με στόχους αλλότριους της καταπολέμησης της εγκληματικότητας.
Ποια είναι όμως η πραγματικότητα; Διατρέχεις λοιπόν τον ίδιο κίνδυνο αν περπατάς στην Αθήνα, στις Βρυξέλλες, στο Μάντσεστερ ή στην Καμπούλ; Φυσικά και όχι, για διαφορετικούς λόγους για την κάθε πόλη. Στην Καμπούλ, για παράδειγμα, δεν μπορεί κανείς να μιλά για εγκληματικότητα, όταν ακόμα υπάρχουν επιθέσεις από Ταλιμπάν και άλλους πολέμαρχους σε μια χώρα που ακόμα σπαράζεται από τον πόλεμο -όσο και αν η Ε.Ε. δεν θέλει να το παραδεχθεί και επιστρέφει Αφγανούς πρόσφυγες.
Στην Αθήνα, από την άλλη, προφανώς και μπορούμε να μιλάμε για εγκληματικότητα, από τον πορτοφολά στο τρένο έως και συμμορίες που μπορεί να προχωρήσουν σε οποιοδήποτε αδίκημα. Ωστόσο, αυτό δεν σημαίνει ότι κάθε χτύπημα του κουδουνιού ή κάθε βόλτα στο κέντρο της Αθήνας μπορεί να είναι και η τελευταία μας. Τουλάχιστον δεν προκύπτει κάτι τέτοιο από τα πλέον επίσημα στοιχεία της ΕΛ.ΑΣ. ειδικά αν τα συγκρίνεις με τους ευρωπαϊκούς μέσους όρους.
Το 2016 ήταν η δεύτερη χρονιά που τα ετήσια στατιστικά της αστυνομίας έδειχναν ότι η εγκληματικότητα μετατοπίζεται προς «εύκολους στόχους», με τη μικροεγκληματικότητα ή αλλιώς το «έγκλημα του δρόμου» (μικροκλοπές και απάτες) να σημειώνει μικρή αύξηση, ενώ τα πιο σοβαρά αδικήματα, όπως οι ανθρωποκτονίες ή οι ληστείες σε σπίτια, να παρουσιάζουν μείωση. Συγκεκριμένα, το 2016 η αστυνομία κατέγραψε 81 υποθέσεις ανθρωποκτονιών, από τις οποίες οι 9 έγιναν με κίνητρο τη ληστεία, ενώ το 2015 είχαν καταγραφεί 86, από τις οποίες οι 17 με κίνητρο τη ληστεία. Το 2015 η αστυνομία κατέγραψε συνολικά σε όλη την Ελλάδα 86 ανθρωποκτονίες.
Η πιο «αιματηρή» χρονιά από άποψη ανθρωποκτονιών των τελευταίων 26 ετών είναι το 1997 με 203 ανθρωποκτονίες. Από το 2009 μέχρι σήμερα η χρονιά με τις περισσότερες ανθρωποκτονίες είναι το 2011, με 184 ανθρωποκτονίες σε όλη την επικράτεια. Από τότε οι δείκτες σημειώνουν συνεχή πτώση, σύμφωνα με τα στατιστικά της αστυνομίας.
Φυσικά, εγκληματικότητα δεν είναι μόνο οι ανθρωποκτονίες, όμως επικεντρωθήκαμε σε αυτά τα στοιχεία καθώς κατά κανόνα η κατασκευασμένη εικόνα που πολλές φορές προάγεται για την εγκληματικότητα και οι ηθικοί πανικοί των ΜΜΕ στήνονται γύρω από φόνους και την απώλεια ζωής.
Πέραν των ποσοτικών στοιχείων βέβαια υπάρχουν και τα ποιοτικά στοιχεία, που έχουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον αν όντως θέλουμε να κάνουμε αναλύσεις περί εγκληματικότητας, όπως, για παράδειγμα, ότι το μεγαλύτερο μέρος των ανθρωποκτονιών των γυναικών γίνεται μέσα στο σπίτι από γνωστό τους, σύζυγο ή φίλο, νυν ή πρώην. Σε αυτές τις περιπτώσεις βέβαια τα εγκλήματα αυτά είναι οικογενειακές τραγωδίες, ενώ όταν δολοφονείται ζευγάρι μέσα στο σπίτι του γιατί χρωστούσε σε κάποιον νονό της νύχτας, η είδηση είναι απλώς μονόστηλη και εκεί κανένα κόμμα δεν βλέπει την ανομία να σκεπάζει την Αθήνα λες και είναι Σικάγο. Για να μην μιλήσουμε για την εγκληματικότητα του λευκού κολάρου, στην οποία θα εντάσσαμε τα διάφορα σκάνδαλα που όντως έπληξαν το σύνολο της χώρας, ή τη ρατσιστική βία.
avgi
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου