του Αλέξανδρου Ζέρβα
Πέρα από τους πανηγυρισμούς της πλευράς Ερντογάν για το «επιτυχημένο» αποτέλεσμα στο δημοψήφισμα της Κυριακής, πέρα από τις καταγγελίες της αντιπολίτευσης για εκτεταμένα φαινόμενα νοθείας, πέρα από το χοντρό διπλωματικό παιχνίδι που βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη, κανείς δεν μπορεί να παραβλέψει το προφανές συμπέρασμα: η Τουρκία είναι μια χώρα σε τέτοιο βαθμό διχασμένη, ώστε κανείς από τους βασικούς εμπλεκόμενους δεν μπορεί να δηλώνει ανακουφισμένος.
Αντιθέτως, με δεδομένη την πλήρη αστάθεια που υπάρχει στην ευρύτερη περιοχή της νοτιοανατολικής Μεσογείου, η ενίσχυση του εμφυλιοπολεμικού κλίματος στην γειτονική χώρα μόνο ανησυχία μπορεί να προκαλεί. Ελάχιστοι όμως είναι εκείνοι που επιχειρούν να κάνουν πραγματική ανάγνωση της ευρύτερης κατάστασης.
Κατά πρώτον, η δημοκρατία στην Τουρκία δεν «πέθανε» το βράδυ της Κυριακής. Στην πραγματικότητα οι Τούρκοι πολίτες δε βίωσαν ποτέ ένα καθεστώς πραγματικής ελευθερίας, καθώς εδώ και δεκαετίες υπήρχε κατάφωρη καταπάτηση των δικαιωμάτων των μειονοτήτων (πιο τρανταχτό παράδειγμα των Κούρδων) αλλά και δίωξη συγκεκριμένων πολιτικών φρονημάτων. Ήταν μάλιστα η εκλογή του Ταγίπ Ερντογάν στην πρωθυπουργία το 2003 αυτή που είχε τότε παρουσιαστεί από τα διεθνή ΜΜΕ ως «η ελπίδα για την αποκατάσταση της δημοκρατίας στην Τουρκία». Επρόκειτο, βλέπετε, για την περίοδο που ο συγκεκριμένος ανερχόμενος πολιτικός φάνταζε ως ο ιδανικός σύμμαχος της Δύσης.
Στα χρόνια που μεσολάβησαν ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν δεν αποδείχτηκε ακριβώς η επιτομή του δημοκράτη πολιτικού. Αυτό όμως δε φάνηκε να ενοχλεί ιδιαίτερα τις ΗΠΑ αλλά και τις ευρωπαϊκές ηγεσίες, οι οποίες παρέμειναν κατ’ ουσίαν απαθείς όταν αυτός έπνιγε στο αίμα τις μαζικότατες διαδηλώσεις στο Πάρκο Γκεζί και την πλατεία Ταξίμ. Ούτε έδειξε να ιδρώνει το αυτί κανενός στις συλλήψεις και τις φυλακίσεις ηγετικών στελεχών του φιλοκουρδικού κόμματος, στο κλείσιμο αντικυβερνητικών εφημερίδων ή ακόμη και στις πληροφορίες για έμπρακτη στήριξη στις δυνάμεις του ISIS.
Φτάνοντας στο προχθεσινό αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος, οι δυτικές ηγεσίες μόνο σοκαρισμένες από το καταφανές έλλειμμα δημοκρατικής νομιμότητας, που προέκυψε από τις κάλπες το βράδυ της Κυριακής, δεν μπορούν να δηλώνουν. Είναι άλλωστε ηλίου φαεινότερο ότι είναι το τελευταίο που τους απασχολεί. Αν ίσχυε κάτι τέτοιο ίσως και να είχαν ψελλίσει έστω και μια λέξη αντίδρασης, όταν πριν από λίγα χρόνια ανατρεπόταν με στρατιωτικό πραξικόπημα ο εκλεγμένος πρόεδρος της Αιγύπτου. Τότε όμως μάλλον έκριναν πως η κατάργηση της δημοκρατίας γινόταν για «καλό σκοπό», άσε που ο Μοχάμεντ Μόρσι ήταν ο πιο στενός στρατηγικός σύμμαχος της Τουρκίας.
Ο Ταγίπ Ερντογάν επένδυσε λοιπόν στο διχαστικό λόγο, δημιούργησε εσωτερικούς κι εξωτερικούς εχθρούς, κατά κύριο λόγο όμως εκμεταλλεύτηκε στο έπακρο την επιφυλακτικότητα εκατομμυρίων Τούρκων απέναντι στη Δύση. Είναι χαρακτηριστικά τα πολύ μεγάλα ποσοστά που απέσπασε μεταξύ εκείνων των πολιτών, που ζουν στο εξωτερικό: Στη Γερμανία «ναι» ψήφισε το 63,19% με 269.036 ψήφους, ενώ «όχι» μόλις το 36,81% με 157.467 ψήφους. Στην Ολλανδία «ναι» ψήφισε το 69,93%, ενώ το «όχι» περιορίστηκε στο 30,07%.
Κάπως έτσι, μια εκ των πραγμάτων δύσκολη κατάσταση γίνεται ακόμη πιο απρόβλεπτη, καθώς κανείς δεν είναι σε θέση να προβλέψει ποια θα είναι η επόμενη μέρα στην Τουρκία. Το ενδεχόμενο ο επίσημα καταγεγραμμένος διχασμός στο εσωτερικό της να μετατραπεί σε ανοιχτή εμφυλιακή σύγκρουση είναι δεδομένο πως φαντάζει ως ο χειρότερος εφιάλτης για όποιον παρακολουθεί στοιχειωδώς τα τεκταινόμενα στην ευρύτερη περιοχή, με επίκεντρο τον ανελέητο πόλεμο στη Συρία. Μόνο που ας μην ξεχνάμε πως ο πρώτος που θα υποστεί τις συνέπειες του σκληρού μαθήματος, που αναμένεται να προκύψει από το συγκεκριμένο δημοψήφισμα, θα είναι ο ίδιος ο λαός της Τουρκίας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου