Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι στο χώρο των media δύο είναι τα ονόματα που κυριαρχούν τα τελευταία τριάντα χρόνια.
του Ευάγγελου Κωνσταντέλου
Δύο ονόματα, τα οποία δύσκολα είτε οι πολίτες, είτε οι πολιτικοί, είτε οι επιχειρηματίες, είτε το σύνολο του δημοσιογραφικού κόσμου τολμάει να αμφισβητήσει. Το πρώτο είναι ο Αλέξης Παπαχελάς και το άλλο ο Νίκος Χατζηνικολάου. Γιατί όμως δεν μπορεί κανένας να αμφισβητήσει αυτά τα δύο ονόματα και πώς το έχουν καταφέρει; Ο Αλέξης Παπαχελάς έχει χτίσει το προφίλ του δημοσιογράφου που παρασκηνιακά γνωρίζει τα πάντα και τους πάντες και με αυτόν τον τρόπο παρουσιάζεται στους πολίτες. Το προφίλ αυτό φαίνεται στις συνεντεύξεις του. Θέτει κυρίως ρητορικά ερωτήματα, τα οποία αναπτύσσει ο συνεντευξιαζόμενος.
Με αυτόν τον τρόπο παρουσιάζεται η πολιτική ορθότητα ως αστική ευγένεια, που σκοπό έχει να ακουστεί όχι τόσο η άποψη αυτή καθεαυτή κάποιου αλλά ουσιαστικά η διάθεσή του να απαντήσει. Έτσι δεν εκτίθεται ούτε ο δημοσιογράφος ούτε ο συνεντευξιαζόμενος, καθώς ο πρώτος δεν ακούγεται πολύ και ο δεύτερος νιώθει προστατευμένος, ήσυχος και ελεύθερος. Δύσκολα μπορεί κάποιος να θυμηθεί μια μεγάλη αποκάλυψη του Παπαχελά αλλά και ακόμη πιο δύσκολα μπορεί κάποιος να τον κακολογήσει. Η μη καθημερινή έκθεση του Παπαχελά στο δημόσιο λόγο συντηρεί αυτό το προφίλ, επιτρέποντας περισσότερο τους αστικούς μύθους να ενδυναμώνουν το κύρος και την εξουσία του. Από την άλλη ο Νίκος Χατζηνικολάου, ο οποίος εκτίθεται καθημερινά στη δημόσια σφαίρα.
Δεν έχει χτίσει το προφίλ του δημοσιογράφου που γνωρίζει τους πάντες και τα πάντα αλλά είναι άμεσα μέρος του συστήματος που γνωρίζει ο Παπαχελάς. Ο Χατζηνικολάου είναι λιγότερο δημοσιογράφος και περισσότερο επιχειρηματίας. Και αυτό φαίνεται καθαρά από τον τρόπο που χειρίζεται τους «πελάτες» του. Ξέρει να διαβάζει καλά την αγορά και αυτό φαίνεται από τις επιχειρηματικές του επιλογές. Βασικά ο Χατζηνικολάου δεν παρουσιάζεται ως στέλεχος ή διευθυντής ή εμπνευστής των επιχειρήσεών του αλλά αφεντικό. Πιο συγκεκριμένα, πρώτο στοιχείο για τον Νίκο Χατζηνικολάου είναι η ιδιότητα του ως συνέταιρος του Ανδρέα Κουρή.
Εξαιτίας του γεγονότος, ότι το όνομα «Κουρής» δεν ακουγόταν και τόσο θετικά στο κοινό, το πρόσωπο της REAL ανέλαβε να είναι ο Χατζηνικολάου. Επειδή δεν μπορεί κάποιος να χαρακτηρίζεται από τα έργα και τις ημέρες των συγγενών του η υποβάθμιση της συνεργασίας δεν είναι θέμα ουσίας αλλά marketing. Στοιχείο δεύτερο είναι ο τρόπος που ο Χατζηνικολάου δημοσιογραφεί και «ηγείται» μιας εφημερίδας και ενός ραδιοφώνου.
Ας πάρουμε πρώτα την εφημερίδα. Η REAL NEWS είναι μια μεγάλη εφημερίδα, γιατί έτσι λέει το marketing. Ουσιαστικά είναι εφημερίδα γνώμης παρόλο που πολλές φορές με δήθεν αποκαλύψεις τα εξώφυλλά της υπονοούν ερευνητική δημοσιογραφία. Οι περισσότερες αποκαλύψεις δεν είναι αποκαλύψεις, αφού παρουσιάζει ήδη μεγάλα σκάνδαλα και ενώ έχει βουίξει ο κόσμος και προπαντός όταν οι εμπλεκόμενοι είναι τελειωμένη υπόθεση. Μόνο τότε εξετάζει κάποιες παραμέτρους ασήμαντες για τη δημοσιογραφία σημαντικές όμως για παραπολιτικούς λόγους. Παραδείγματος χάρη το θέμα Παπαντωνίου και Τσοχατζόπουλου. Έγιναν μεγάλες «αποκαλύψεις» ενώ όλοι ήξεραν ότι δεν τους σώζει κανένας.
Τρίτο στοιχείο, που αφορά το προφίλ του Χατζηνικολάου αναφορικά με την εφημερίδα, περιλαμβάνει τις περιπτώσεις που δεν υπάρχει λόγος δημοσίευσης κάποιου σκανδάλου ή σημαντικής συνέντευξης. Σε αυτές τις περιπτώσεις προσφεύγει πάντα στην ασφάλεια που του προσφέρουν οι διαχρονικά τεταμένες σχέσεις με την Τουρκία. Με άλλα λόγια, όταν δεν υπάρχει ένας τελειωμένος Τσοχατζόπουλος ή Παπαντωνίου υπάρχουν πάντα οι Τουρκικές παραβιάσεις στο Αιγαίο και τα εθνικά θέματα. Και σε αυτές τις περιπτώσεις κανένας δεν μπορεί να κατηγορήσει το Νίκο Χατζηνικολάου, γιατί δημοσιεύει παρόμοια θέματα. Σχεδόν την ίδια τακτική ακολουθεί και στο ραδιόφωνο. Χρησιμοποιεί την ασφάλεια της πολιτικής ορθότητας και της δήθεν ουδετερότητας. Αυτό το στοιχείο χωρίζεται σε δύο παραμέτρους.
Το πρώτο αφορά τη σύνθεση του προγράμματος και τα άτομα ενώ το δεύτερο τον τρόπου που αντιμετωπίζει την εκπομπή του. Η παρουσία του Θύμιου Καλαμούκη, του Αποστόλη Μπαρμπαγιάννη, του Νίκου Μπογιόπουλου και της Λιάνας Κανέλλη προλαβαίνει κάθε κακόπιστο επικριτή, που θα μπορούσε να κατηγορήσει τον Χατζηνικολάου παραδοσιακό δεξιό και για έλλειψη πολυφωνίας. Δεν επιλέγει κάτι ενδιάμεσο, με εξαίρεση ορισμένους παλαιοπασόκους, αλλά χρησιμοποιεί την ιδεολογική ταυτότητα των κομμουνιστών και την κριτική τους θέση, παράλληλα με το γεγονός ότι είναι αντικειμενικά συμπαθείς στο κοινό. Προς αυτήν την κατεύθυνση ήταν και κάποια «πειράματα»… να συνυπάρχουν στην ίδια εκπομπή εντελώς αντίθετες οπτικές. Κάποιες τέτοιες συνεργασίες ήταν επιτυχημένες. Μία τέτοια συνεργασία ηταν του Κοττάκη με τον Μπογιόπουλο, που και οι δύο ήταν ευπρεπείς. Κάποιες άλλες φορές όπως του Στάθη Σταυρόπουλου με τον Αργύρη Ντινόπουλο ή του Νίκου Μπογιόπουλου με τον Μπάμπη Παπαπαναγιώτου δεν κράτησαν και πολύ. Όλες αυτές οι πρακτικές του Χατζηνικολάου παρουσιάζονταν κυρίως ως πολυφωνία και δημοκρατική συνύπαρξη. Στην πραγματικότητα ήταν κάλυψη για τους ακραίους όπως ο Τράγκας (πριν πάει στα Παραπολιτικά), ο οποίο ναι μεν έκανε την παραπολιτική βρώμικη δουλειά του σταθμού, από την άλλη δε λειτουργούσε ως ο δείκτης των πιο ακραίων φωνών.
Ήταν δηλαδή ένα βαρόμετρο του Χατζηνικολάου για τις τάσεις των ακραίων. Σίγουρα θυμάται κανείς ότι στην αρχή μέλη της Χρυσής Αυγής έκαναν παρέλαση στον REAL FM ώσπου το βαρόμετρο έδειξε ότι δεν προσθέτουν άλλο στο προφίλ του αφεντικού. Έτσι, το αφεντικό με ένα σχεδόν διάγγελμα σταμάτησε να καλεί τους χρυσαυγίτες. Όταν δηλαδή το «βαρόμετρο» μετρούσε δυσοσμία περισσότερη από τη δική του, τότε ο Χατζηνικολάου ξαφνικά θυμήθηκε ότι δεν πρέπει να τους καλεί στο ραδιόφωνο, γιατί χαλούσε την εικόνα του. Πάλι το θέμα δεν ήταν οι φασίστες αλλά το marketing.
Από την άλλη ο ίδιος στην δική του εκπομπή παρουσιάζεται ήρεμος και ευγενής. Τις φορές όμως που χάνει την αστική του ευγένεια, φωνάζει και ωρύεται για πράγματα του κοινού νου, για να δεχτεί σχόλια του τύπου… «καλά τα λέει ο Νίκος». Η διαφορά είναι ότι όλος ο κόσμος τα λέει και ωρύεται, γι’ αυτό και ταυτίζεται. Πάλι ο Χατζηνικολάου δείχνει να συμπεριφέρεται και να πορεύεται με ασφάλεια. Ασφάλεια πολύ διαφορετική από αυτή του Παπαχελά.
Ο Παπαχελάς μέσω της σιωπής του προβαλει μια ελλοχεύουσα ή η λανθάνουσα γνώση. Κάτι τέτοιο στην περίπτωση του Χατζηνικολάου θα ήταν καταστροφή για το προφίλ του, καθώς συγκρούεται με ένα επιπλέον στοιχείο του. Το στοιχείο του… life-style. Αυτός είναι ο λόγος που πρέπει με κάθε τρόπο να βρίσκεται στη δημόσια σφαίρα και γι’ αυτό έχει αναπτύξει σχέσεις και έχει δημιουργήσει κουμπαριές με τους εγχώριους εκπροσώπους του life-style. Για το λόγο αυτό κάνει τηλεόραση και βρίσκεται στα δελτία ειδήσεων.
Στις τρεις τελευταίες συνεντεύξεις του με τον Αλέξη Τσίπρα, τον Ευάγγελο Βενιζέλο και τον Ευάγγελο Μαρινάκη, φάνηκε ξεκάθαρα ο τρόπος που λειτουργεί η πολιτική ορθότητα του Χατζηνικολάου. Βασικά φάνηκε ποιος κάλεσε ποιον για συνέντευξη. Στην πρώτη περίπτωση ο πρωθυπουργός με δυσκολία κατάφερνε να απαντήσει στις ερωτήσεις. Ο δημοσιογράφος ενσωμάτωνε ερώτηση μέσα στην ερώτηση, παραμέτρους των αρχικών ερωτήσεων που προέκυπταν από τις πρώτες φράσεις των απαντήσεων του πρωθυπουργού, τον οποίο ο Χατζηνικολάου συνεχώς διέκοπτε.
Αποτέλεσμα ήταν να δημιουργείται βαβούρα και να διακόπτει τον ειρμό των σκέψεων του Τσίπρα. Σκοπός της συνέντευξης δεν ήταν να απαντήσει ο πρωθυπουργός αλλά να μετρηθεί η τηλεθέαση και να συγκριθεί με τα νούμερα, που έκανε η συνέντευξη του Μητσοτάκη. Με άλλα λόγια ο Χατζηνικολάου πάλι με το marketing ασχολήθηκε. Ο δημοσιογράφος σε αυτήν την περίπτωση κάλεσε τον πρωθυπουργό για τη συνέντευξη.
Στη δεύτερη περίπτωση σκοπός ήταν να μπερδεψει και να παραπλανήσει το κοινό, θέτοντας χλιαρές ερωτήσεις, επιτρέποντας στον Βενιζέλο να κάνει νέα ανάγνωση και νέα ερμηνεία των νόμων και του συντάγματος. Σε αυτή τη συνέντευξη ο δημοσιογράφος δεν αναζητούσε την αλήθεια ή έστω μια απάντηση, αλλά βοηθούσε τον Βενιζέλος να χρησιμοποιεί τις όποιες γνώσεις έχει για το νόμο του και να κάνει αντιπολίτευση μιλώντας για σκευωρίες. Η βοήθεια του Χατζηνικολάου προς τον Βενιζέλο φάνηκεκυρίως από το γεγονός, ότι ο ίδιος ο Βενιζέλος διέκοπτε την όποια ερώτηση τολμούσε να αρθρώσει ο δημοσιογράφος.
Ο κομψός τρόπος και η πολιτική ορθότητα του Χατζηνικολάου έγινε στην προκειμένη περίπτωση συμπλήρωμα στις σοφιστείες του Βενιζέλου, ο οποίος προσπαθούσε να καλύψει τους ύποπτους φίλους του. Εδώ η συνέντευξη ήταν «πρωτοβουλία» του Βενιζέλου, ο οποίος «κάλεσε» τον Χατζηνικολάου και μαζί να προασπιστούν το σύστημά τους. Τέλος στη συνέντευξη φιάσκο με τον Ευάγγελο Μαρινάκη, ο Χατζηνικολάου ήταν εντελώς περιττός. Ο Έλληνας εφοπλιστής απλά διάβασε ένα διάγγελμακαι στις παύσεις του για να πιεί νερό πεταγόταν ο Χατζηνικολάου και υπενθύμιζε στους ακροατές ότι ήταν παρών. Ο Νίκος Χατζηνικολάου σε αυτή την συνέντευξη δεν ήταν ούτε δημοσιογράφος ούτε επιχειρηματίας. Ακουγόταν σαν αδύναμος υπάλληλος.
Αυτού του είδους η δημοσιογραφία, marketing και life-style, διαμορφώνει μια ιδιόμορφη λογοκρισία, που η πολιτική ορθότητα αποτελεί το πιο αποτελεσματικό εργαλείο της. Αυτό επιτρέπει στον Χατζηνικολάου να παρουσιάζεται στην κοινή γνώμη ως «αντικειμενικός» και ως «εκείνος», που θέτει την ατζέντα του δημόσιου λόγου, ενώ στην ουσία είναι ένας ακίνδυνος διώκτης τους συστήματος.
Η πολιτική του ορθότητα έχει περιορίσει την αλήθεια σε μια ιδιώνυμη λογοκρισία. Η «αλήθεια» τιμωρείται με βάση τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του Χατζηνικολάου και της πολιτικής ορθότητάς του, η οποία προσαρμόζει τη θηλιά. Στην περίπτωση του Χατζηνικολάου η «αλήθεια» είναι καταδικασμένη και εκτελείται δι’ απαγχονισμού με κόκκινη μεταξωτή γραβάτα.
κουτι πανδωρας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου