Ο Τζιμάκος υπήρξε μια αριστοφανική φιγούρα στη φαγούρα της μεταπολίτευσης. Η απουσία του αφήνει ένα δυσαναπλήρωτο κενό σ’ αυτό που ονομάζουμε δημόσιο λόγο στη χώρα μας. Η ακροβατική του σκέψη έπιασε το νήμα της αντιφατικής νεοελληνικής ταυτότητας, όσο λίγοι: «Καίω τα δάση χτίζω μεζονέτες, θα κάνω τα παιδιά μου μαριονέτες»... Δεν άφηνε κανέναν δίχως κριτική, ακόμα και τον ίδιο του τον εαυτό.
του Νίκου Κουρμουλή
Δεν ήταν μόνο τραγουδιστής, ηθοποιός ή αυτό που στείρα ονομάσαμε αργότερα, περφόρμερ. Ο Τζιμάκος ήταν η συνείδηση μιας ολόκληρης γενιάς, των «παιδιών του σωλήνα», που έβλεπε επιτέλους τον εαυτό της στον καθρέφτη.
Μιλούσε για ό,τι μας την έσπαγε ή ακόμη καλύτερα έβγαζε προς τα έξω τις ενοχές μας. Αν και το πρόβλημα της υγείας του ήταν γνωστό, ο ίδιος δεν μπορούσε να κάτσει στ’ αυγά του. Δούλευε νυχθημερόν για να βγει στη σκηνή και να τα πει, καθώς έτσι μόνο αντιλαμβανόταν τη ζωή. Ο θάνατος τον πρόλαβε, αν και πολλοί νομίσαμε αρχικά πως ήταν μια καλοστημένη φάρσα.
Σαν τον Αίσωπο ο Τζιμάκος έπλεκε στιχάκια με βιτριολοκό χιούμορ, που έμοιαζαν με χρησμούς και ταυτόχρονα συμπύκνωναν το νόημα του ιστορικού γίγνεσθαι. «Είμαστε η αδικημένη γενιά του εξήντα, δίχως κατοχή και πείνα, δίχως ρετσίνα». Από μια παρέα του Χολαργού ξεπηδούν αργότερα οι Μουσικές Ταξιαρχίες: Τζίμης Πανούσης, Σπύρος Πάζιος, Βαγγέλης Βέκιος, Γιάννης Δρόλαπας, Δημήτρης Δασκαλοθανάσης και τόσοι άλλοι. Αμέσως οι πρώτες τους εμφανίσεις στο Skylab της Πλάκας, δημιούργησαν τρομακτική αίσθηση.
Και αυτό γιατί, αν γυρίσουμε πίσω το ρολόι του χρόνου, πέρα από την ποιητική λαϊκότητα της μουσικής των μεγάλων συνθετών: Θεοδωράκης, Χατζηδάκις, Σαββόπουλος, Μαρκόπουλος, Μούτσης κ.ά, υπήρχε ένα μεγάλο κενό, που συνδέεται με άμεσα με το πνεύμα της περιόδου μετά το Πολυτεχνείο και το κλίμα της «Αλλαγής».
Ξάφνου κάποια πιτσιρίκια, βάζουν ηλεκτρικό ήχο και λένε: «ψηφοδέλτια σταύρωνα και όλη νύχτα καύλωνα». Λόγος άμεσος, με λαϊκή χροιά και ροκ συμπεριφορά, θαρραλέος και ταυτόχρονα πνευματώδης. Ένας λόγος που περικλείει όλα όσα θέλεις να βγάλεις από μέσα σου, αφού έχεις φάει βρώμικα ψωμιά...
Η πορεία του Τζιμάκου παρεμβάλλονταν στις συμπληγάδες του τόπου. Έσπασε τη αυτολογοκρισία σε χίλια κομμάτια. Αυτοσαρκαστικός όσο δεν πάει, με έντονη πολιτική σκέψη που συζητιέται ακόμη και σήμερα. Από κοντά αν τον γνώριζες ήταν μάλλον ντροπαλός και σ’έκοβε για αρκετή ώρα, μετρώντας τα λόγια του. Σ’αυτό το θέατρο του παραλογισμού που λέγεται ελληνικός πολιτικός στίβος, ο Πανούσης έτρεχε σαν εξτρέμ δίχως αύριο και κέρδιζε τα φαβορί για πλάκα. Ένα «γυφτάκι» σε μια χώρα «ούζο power».
stokokkino
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου