Το σημείο καμπής για το κοινωνικό σιωπητήριο που έχει επιβληθεί εδώ και 17 μήνες έφτασε...
του Αντώνη Ρηγόπουλου
Είμαι από τους κορονοφοβικούς. Τον περασμένο Μάρτιο άρχισα να αποφεύγω τους κλειστούς χώρους αρκετά πριν το lockdown. Ήμουν αυτός που φορούσε μάσκα στο ασανσέρ, άλλαζε ρούχα μετά τη βόλτα του σκύλου και καθάριζε με Dettol τα ψώνια. Με μια σχετική δυσκολία παραδεχόμουν ότι η κυβέρνηση δεν τα έκανε όλα λάθος τότε, παραβλέποντας σχεδόν συνειδητά το όργιο με τις «δουλίτσες» που έκλεινε για τους «δικούς της».
Κάπου εκεί, έσκασε σαν βόμβα και η λίστα Πέτσα. Άρχισε να φαίνεται ότι αυτή η κυβέρνηση από την αρχή της πανδημίας είχε αποφασίσει για άλλη μια φορά «να κάνει την κρίση ευκαιρία» για την ίδια, επιβάλλοντας και μια ιδιότυπη ομερτά στα Μέσα Ενημέρωσης. Κυρίως σε αυτά που ήξερε ότι μπορούσε να ελέγξει, ή, τουλάχιστον, να γλυκάνει.
Όταν άνοιξε άνευ όρων τα σύνορα στον τουρισμό, άνοιγε συνειδητά τα σύνορα και στον κορονοϊό. Οι παλινωδίες με το lockdown του Νοέμβρη που δε θα γινόταν μέχρι που έγινε, έδειξαν ότι οι όποιες σωστές κινήσεις του Μάρτη ήταν απλώς μια ευτυχής σύμπτωση. Όταν ο Μητσοτάκης εξέφραζε ανυπόστατους ισχυρισμούς στη Βουλή ότι στα λεωφορεία δεν κολλάει, αλλά στις πλατείες κολυμπάει, όταν έβγαζε από την κοιλιά του θεωρίες για τη μεταδοτικότητα στα παιδιά του Δημοτικού και -ΚΥΡΙΩΣ- όταν ως «ορθολογιστής» αρνήθηκε να καταργήσει προσωρινά την πλέον μολυσματική πρακτική του να γλείφουν δεκάδες άνθρωποι το ίδιο κουταλάκι, απέδειξε ότι η κυβέρνηση δεν είχε ιδέα τι έκανε και μοναδικός σκοπός της ήταν να παίξει ένα πρωτοφανές πολιτικό παιχνίδι σε βάρος της ίδιας της Δημοκρατίας.
Και έπειτα, ήρθαν οι μπάτσοι. Απαγορεύσεις που δεν είχαν καμία σχέση με τον ιό, λυσασμένη καταστολή, ξύλο και τιμωρία στη γενιά που δεν «θαμπώθηκε» προεκλογικά από την κομψότητα του πρωθυπουργικού ζεύγους. «Δολοφονία» της κοινωνικότητας και όχι επιβολή κοινωνικών αποστάσεων, παράλογες χρονικές απαγορεύσεις στην εστίαση που απλώς δημιούργησαν νέες εστίες μαζικότερων μολύνσεων.
Όλα αυτά όμως δεν έφταναν... Η πανδημία έπρεπε να γίνει μια πραγματική ευκαιρία για την ιδεολογική κυριαρχία της ακροδεξιάς σε κάθε κοινωνική έκφανση που μέχρι τώρα της είχε διαφύγει.
Έτσι χθες, κινούμενη στο σκοτάδι όπως της αρμόζει, η κυβέρνηση μέσω του αστυνομικού της εκπροσώπου (ή αντιπροσώπου;), ανακοίνωσε μαύρα μεσάνυχτα ότι απαγορεύει κάθε συνάθροιση άνω των 4 ατόμων με σκοπό να αποφύγει μια μαζική κινητοποίηση που πάντα ενέχει το στοιχείο της αμφισβήτησης. Με πρόσχημα τον κορονοϊό, την ώρα που δείχνει ανίκανη να επιβάλλει, να τηρήσει ή ακόμη και να εξαγγείλει τα αναγκαία μέτρα προστασίας των πολιτών, σπεύδει με τη στυγνή καταστολή να επιβάλλει μέτρα ώστε να προστατευθεί η ίδια από τον... «εχθρό λαό».
Έλεγα λοιπόν, ότι είμαι από αυτούς που όλες αυτές τις μέρες δεν εξέφραζα άποψη ούτε σε επίπεδο συζήτησης με φίλους για το αν θα έπρεπε να γίνει η πορεία του Πολυτεχνείου, πολύ απλά γιατί δεν είχα απάντηση. Η κυβέρνηση με την τελευταία της απαγόρευση με βοήθησε: Η κατασταλτική πολιτική Χρυσοχοΐδη - Μητσοτάκη οφείλει να ταπεινωθεί από την ίδια την ίδια την κοινωνία, με μια διαδήλωση όπου να τηρηθούν όλα τα μέτρα προστασίας κατά της διάδοσης του κορονοϊού από όλους όσοι λάβουν μέρος.
Άλλωστε, απαντώντας στις απειλές του Μητσοτάκη κατά του ΚΚΕ (και μέσω αυτού σε όποιον άλλον σκέφτεται πορείες), ο Δημήτρης Κουτσούμπας τού είπε: «τις απαγορεύεις να τις απευθύνετε στα κόμματα που πειθαρχούν». Το υφάκι χωροφύλακα θα μπορούσαν επίσης να το απευθύνουν στους κλινικάρχες επιτάσσοντας τις κλίνες ΜΕΘ προς όφελος της κοινωνίας. Όπως όλοι χάνουν εισοδήματα, ακόμη και θέσεις εργασίας εδώ μισό χρόνο, δε θα ήταν και έγκλημα κατά του καπιταλισμού το να απαιτηθεί από τη δράκα των «ιδιοκτητών» της Υγείας να μην κερδοφορήσουν πάνω στην ανθρώπινη δυστυχία για λίγους μήνες... Αλλά όχι, εκεί οι απειλές μεταμορφώνονται σε ενοίκια.
Το Πολυτεχνείο δεν είναι θρησκευτική γιορτή, ούτε δόγμα ούτε μουσειακού τύπου επέτειος. Η πορεία του Πολυτεχνείου μετασχηματίζεται κάθε χρόνο και αποκτά επίκαιρα αιτήματα και γι' αυτό κατορθώνει και είναι τόσο μαζική, ακόμη και ύστερα από 47 χρόνια. Συνεπώς εύκολα η πορεία αυτή θα προσαρμοζόταν στις σοβαρές υγειονομικές προκλήσεις που αντιμετωπίζουμε, χωρίς καν αυτό να απαιτηθεί από την κυβέρνηση εν είδει διαταγής. Άλλωστε, ποιος θα προστατέψει καλύτερα τον λαό, αν όχι ο ίδιος του ο εαυτός και το κίνημά του; Όμως η κυβέρνηση δε θέλησε να βγει προς τα έξω αυτή η εικόνα. Δεν ήθελε νέα συγχαρητήρια στους φορείς μετά το επικοινωνιακό στραπάτσο που βίωσε την Πρωτομαγιά. Και γι' αυτό αποφάσισε να το σαμποτάρει με μια προκλητική αντιδημοκρατική απόφαση χουντικού τύπου περί συναθροίσεων, γνωρίζοντας ότι έτσι θα προκαλέσει το χάος στο οποίο ευελπιστεί.
Αυτή η χάρη δεν πρέπει να της γίνει. Μια πορεία, δυναμική, συντεταγμένη και με αυστηρά μέτρα προστασίας τόσο από τον ιό, όσο και από τη λυσασμένη καταστολή που σκοπεύει να εξαπολύσει ο Χρυσοχοΐδης, θα δώσει την καλύτερη απάντηση, αλλά και θα σημάνει ότι το σημείο καμπής για το κοινωνικό σιωπητήριο που έχει επιβληθεί εδώ και 17 μήνες έφτασε.
Ας έχουμε επίσης μια εικόνα των μεγεθών. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη δεν είναι χούντα. Είναι όμως το κοντινότερο που έχουμε βιώσει σε αυτόν τον τόπο από το 1974 και μετά. Έχοντας πει αυτό όμως, αξίζει να θυμόμαστε και το εξής: το Πολυτεχνείο δεν ρίχνει χούντες. Τις ταρακουνάει όμως τόσο δυνατά που λίγο αργότερα καταρρέουν μόνες τους...
Έγραψα πολλά. Θα μπορούσα λιγότερα, θα μπορούσα και τίποτα. Τα έχει πει άλλωστε όλα ο Καμπανέλλης.
«Νιώθεις πατριώτη τι εχθρός,
ήταν ετούτος ο παλιολαός.
Θέλανε να μην περπατούν στα τέσσερα,
να σκέφτονται και να μιλούν ελεύθερα.
Να κυβερνάει αυτός που θα 'χουνε διαλέξει,
κανένας πια να μην τους κοροϊδέψει.
Θέλαν το νόμο φίλο κι όχι φύλακα,
να μη φοβούνται πια το χωροφύλακα.
Την περηφάνεια τους κανείς να μην πληγώνει,
ούτε την πόρτα τους να ξεκλειδώνει.
Νιώθεις πατριώτη τι εχθρός,
ήταν ετούτος ο παλιολαός».
Πηγή: facebook.com/tony.rig
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου