Τετάρτη 14 Σεπτεμβρίου 2016

Ο πόλεμος των καναλιών



"Στην Ελλάδα, η ιδεολογική σπουδαιότητα του «πολέμου των καναλιών» συνίσταται στο ότι οι –ήδη υπαρκτοί ή επίδοξοι- καναλάρχες φιλοδοξούν να συμβάλουν στην επικυριαρχία της (νεοφιλελεύθερης) «ενιαίας σκέψης» "
του Κύρκου Δοξιάδη
Την εποχή του διαδικτύου, η τηλεόραση εξακολουθεί να είναι το επικυρίαρχο Μέσο Μαζικής Επικοινωνίας.
Τόσο διότι ακόμη αποτελεί τη βασική πηγή πληροφόρησης και τον συνηθέστερο τρόπο καθημερινής ψυχαγωγίας για τα άτομα των μεσαίων και μεγαλύτερων ηλικιακών ομάδων (μια σχετικά πρόσφατη έρευνα φανέρωσε έναν απίστευτα υψηλό αριθμό ωρών καθημερινής τηλεθέασης και για τα δύο φύλα), όσο και επειδή το ίδιο το διαδίκτυο, σε εκτενέστατο βαθμό και με ποικίλες μορφές, αναπαράγει τα όσα δείχνονται και λέγονται στους τηλεοπτικούς σταθμούς.
Δεδομένου ότι, στην Ελλάδα τουλάχιστον, οι ιδιωτικές τηλεοπτικές επιχειρήσεις έχει αποδειχτεί και στην πράξη πως δύσκολα μπορούν από μόνες τους να αποβούν κερδοφόρες, η λυσσαλέα επιθυμία ορισμένων τουλάχιστον από τους εμπλεκόμενους μεγαλοεπιχειρηματίες είτε να παραμείνουν είτε να εισέλθουν για πρώτη φορά στο πεδίο της πανελλαδικής τηλεοπτικής μετάδοσης δεν μπορεί παρά να αποτελεί ένδειξη ενός πράγματος: η τηλεόραση και στις μέρες μας θεωρείται ένα εξαιρετικά ισχυρό μέσο ιδεολογικής και πολιτικής επιρροής.
Ως προς την πολιτική επιρροή, πρόκειται προφανώς για την περίφημη «διαπλοκή». Οι επιχειρηματίες έχουν (βάσιμες) ελπίδες πως έχοντας στην κατοχή τους κανάλια πανελλαδικής εμβέλειας θα είναι σε θέση να επηρεάζουν κόμματα και κυβερνήσεις προς την κατεύθυνση της εξυπηρέτησης δικών τους συμφερόντων.
Που σημαίνει πως τα πολιτικά κόμματα, με δεδομένη την ισχυρή συμβολή των καναλαρχών στη διαμόρφωση της κοινής γνώμης, θα το σκέφτονται δύο και τρεις φορές πριν υποστηρίξουν κάποιο νομοσχέδιο που μπορεί να θίγει τα συμφέροντα των εν λόγω επιχειρηματιών ή προτού αρνηθούν να προωθήσουν κάποια ρύθμιση που ενδεχομένως θα τους ωφελεί.
«Απλά» και γνωστά πράγματα. Ολοι/ες μας λίγο-πολύ γνωρίζουμε ότι αυτό είναι το βασικό διακύβευμα στον «πόλεμο» που έχουν «κηρύξει» τα κανάλια στην κυβέρνηση μετά την απόφαση της τελευταίας να προχωρήσει στον διαγωνισμό και στη δημοπρασία των τηλεοπτικών αδειών.
Και ότι τα επιχειρήματα περί αντισυνταγματικότητας και «μαύρου» στην ενημέρωση, αλλά και οι «φιλο-εργατικές» ανησυχίες για την τύχη των εργαζομένων στα κανάλια που θα κλείσουν, από ανθρώπους και πολιτικές δυνάμεις που επιδεικτικότατα και επί τόσα χρόνια έγραφαν στα παλιά τους τα παπούτσια τόσο τη συνταγματική νομιμότητα όσο και τα συμφέροντα των εργαζομένων, δεν είναι παρά απόπειρα αποπροσανατολισμού από την ουσία του ζητήματος.
Αυτή η τελευταία όμως δεν συνίσταται μόνο στη στενώς εννοούμενη «διαπλοκή». Δεν έχει δηλαδή να κάνει μόνο με «βασικούς μετόχους» και με τη δυνατότητα άσκησης πίεσης για εργολαβίες.
Σχετίζεται και με το γεγονός ότι από την έναρξη της κρίσης κι έπειτα, και ιδίως μετά την είσοδο της Αριστεράς στο πολιτικό προσκήνιο, το διακύβευμα ως προς την περίφημη «διαμόρφωση της κοινής γνώμης» δεν έχει να κάνει μόνο με την υποστήριξη του τάδε ή του δείνα κόμματος, αλλά, ίσως περισσότερο κιόλας, με την ιδεολογική και προπαγανδιστική στήριξη του ίδιου του ταξικού και ευρύτερα κοινωνικο-πολιτικού καθεστώτος.
Ο αντιπρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας Κωστής Χατζηδάκης, σε τηλεοπτικό πάνελ της ΕΡΤ τις προάλλες, διατύπωσε την ακόλουθη άποψη: «Αν [η κυβέρνηση] θέλει να είναι εναντίον της λιτότητας πρέπει να χαμηλώσει τους φόρους, να χαμηλώσει τις δαπάνες, να κάνει ένα άνοιγμα στην επιχειρηματικότητα για να ’ρθουν επενδύσεις, να ανοίξουν καινούργιες δουλειές και να μπει μεροκάματο στο σπίτι».
Ακριβώς την ίδια κριτική στην κυβέρνηση, ότι δηλαδή η λιτότητα αυξάνεται με παραπάνω φόρους, είχε εκφράσει την προηγούμενη μέρα, πάλι τηλεοπτικά, από τον ΣΚΑΪ αυτή τη φορά, ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του κόμματος Νίκος Δένδιας. Φαίνεται ότι πρόκειται για «γραμμή».
Αν ο Κ. Χατζηδάκης, στις ίδιες αυτές διατυπώσεις, δεν είχε αποσαφηνίσει τη σημασία της μείωσης των φόρων, δείχνοντας –ορθά– ότι ισοδυναμεί με μείωση των δαπανών, θα λέγαμε ότι τόσο ο ίδιος όσο και ο Ν. Δένδιας πιθανώς δεν γνωρίζουν τη σημασία του όρου «λιτότητα» και τον εξομοιώνουν με τη φτώχεια ή την οικονομική στέρηση γενικώς και αορίστως. Στην προκειμένη περίπτωση όμως πρόκειται για κάτι πολύ χειρότερο.
Το αληθινό νόημα των λεγομένων του αντιπροέδρου της αξιωματικής αντιπολίτευσης είναι πασιφανώς το εξής: «Αν [η κυβέρνηση] θέλει να είναι εναντίον της λιτότητας πρέπει να... είναι υπέρ της λιτότητας».
Την ίδια μέρα με τον Κ. Χατζηδάκη, ο πρόεδρος του Eurogroup Γερούν Ντάισελμπλουμ, ασκώντας με τη σειρά του κριτική στη Σύνοδο του Νότου, εξέφρασε την άποψη ότι η λέξη «λιτότητα» έχει «πολιτικοποιηθεί σε μεγάλο βαθμό» (κακώς, εννοείται).
Στην Ελλάδα, η ιδεολογική σπουδαιότητα του «πολέμου των καναλιών» συνίσταται στο ότι οι –ήδη υπαρκτοί ή επίδοξοι- καναλάρχες φιλοδοξούν να συμβάλουν στην επικυριαρχία της (νεοφιλελεύθερης) «ενιαίας σκέψης».
* καθηγητής της Κοινωνικής Θεωρίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών
efsyn

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου