Τετάρτη 8 Ιουλίου 2020

Η μητσοτακική μπαλάντα της δυστοπίας

«Λαέ της Αθήνας δείξε τη δύναμή σου. Κατέβα στον δρόμο. Καλούμε όλες τις αντιδικτατορικές – αντιστασιακές δυνάμεις να αγωνιστούν μαζί μας. Ή τώρα ή ποτέ» ακουγόταν από τον ραδιοφωνικό σταθμό του Πολυτεχνείου τον Νοέμβρη του ’73 μαζί με παροτρύνσεις να μην πιστεύουν ό,τι λένε τα «παπαγαλάκια» και οι γεωργαλάδες της χούντας. 
του Θανάση Καραμπάτσου
Είναι να μην το σκεφτεί και να μην το συνδυάσει κανείς με τα νομοσχέδια που περνάνε με χειρουργική ακρίβεια οι «άριστοι» του «επιτελικού κράτους»; Όπως και η χούντα ήρθε να δώσει «λύση», την πιο ακραία, στον λαό που είχε βγει στον δρόμο και διαδήλωνε για να ακουστεί, καθώς αποστάτες και πολιτικάντηδες αλλοίωναν την εντολή του που τους είχε δώσει μέσα από τις κάλπες. 
Είναι να μην το σκεφτεί κανείς όταν, όπως τότε, έτσι και τώρα, λέγονταν χονδροειδή ψέματα, κάνοντας το μαύρο άσπρο (τότε με την απειλή των όπλων, τώρα με τη σύμφωνη γνώμη των όπλων των ΜΜΕ επειδή έχουν κοινά συμφέροντα ή με την απειλή του οικονομικού αφανισμού) και η κοινωνία έχει μουδιάσει μη έχοντας αντιληφθεί τι συμβαίνει. 
Είναι να μην το σκεφτεί κανείς όταν η χούντα έκανε τόσες εξυπηρετήσεις σε φίλους, κολλητούς και στον εαυτό της (διαβάστε το κατατοπιστικό βιβλίο του Διονύση Ελευθεράτου «Λαμόγια στο χακί»), όπως ακριβώς αξιοποιούν τη θέση εξουσίας οι σημερινοί «επιτελικοί» προφέσορες των business as usual με τα συμφέροντα, εγχώρια και εξ εσπερίας;
Ο «μητσοτακισμός» δεν είναι κάτι καινούργιο, έχει βαθιές ρίζες στον χρόνο και στα ΜΜΕ. Οι κήρυκες και οι αυλοκόλακες του νεοσυντηρητισμού πήγαιναν χέρι χέρι με το «υπεύθυνο» κέντρο που όμνυε στον θατσερισμό, χέρι χέρι με τους καρατζαφέρηδες και τους καταφερτζήδες της λαϊκιστικής δεξιάς αλλά και της εθνικιστικής πώρωσης (εσχάτως έχουν στην παρέα τους τους «σοσιαλιστές» του νεοφιλελευθερισμού). Δεν είναι συγκυριακή η συνεύρεσή τους. Η γενιά του «Κλικ», η νέα δεξιά που δεν γνωρίζει για νεκρούς (μέσα) στο Πολυτεχνείο και οι ακροκεντρώοι που ξερνούν φασισμό και ρατσισμό έχουν το πάνω χέρι στον καθεστωτικό λόγο ακόμη και σήμερα. Οι μητσοτάκηδες ποτέ δεν έπαψαν να συνομιλούν τακτικότατα με τους ανθρώπους των ΜΜΕ στα ιδιωτικά γεύματα, δείπνα και καφέ στην πρυτανεία της Αραβαντινού με τον επίτιμο και την Ντόρα. Πόσοι δημοσιογράφοι δεν είχαν πει μια κουβέντα, δεν είχαν ανταλλάξει απόψεις (περνούσε ο επίτιμος τη γραμμή του δηλαδή) με την «αγία» οικογένεια. 
Ποιος θυμάται τι είχε πει ο επίτιμος στα ΜΑΤ (εν μέσω κοινωνικού αναβρασμού λόγω κλεισίματος και παράδοσης της ΕΑΣ στους «νοικοκυραίους»); «Το κράτος είστε εσείς» ήταν η ατάκα του που έμεινε στην ιστορία και ο γιος του (με τη σύμφωνη γνώμη της Ντόρας και της υπόλοιπης οικογένειας φυσικά) όχι μόνο εξοπλίζει τους πραιτωριανούς του αλλά τους παρέχει και τη νομική εξάρτυση για να δρουν ελεύθερα και αυτοβούλως. Μιλάμε για το σώμα των ψηφοφόρων της Χρυσής Αυγής, καθώς πάνω από τους μισούς στην Αθήνα είχαν ρίξει μαύρο στις κάλπες του 2012 (https://www.tovima.gr/2012/05/10/afieromata/enas-stoys-dyo-astynomikoys…), του 2014 (https://www.tovima.gr/2014/05/26/society/anw-toy-50-twn-astynomikwn-psi…) και του 2015 (https://www.kathimerini.gr/801049/article/epikairothta/politikh/megala-…), σύμφωνα με ρεπορτάζ του «Βήματος» και της «Καθημερινής».
Η «αγία» οικογένεια που έχει αλλεργία στην ελεύθερη έκφραση της λαϊκής αντίδρασης και στις διαδηλώσεις δεν θα στηρίζεται πλέον τόσο στην ΟΝΝΕΔ για να σπάει καταλήψεις και να ανοίγει κεφάλια καθηγητών (βλ. Τεμπονέρας) ώστε να περάσει τα σχέδιά της καθώς θα έχει κόψει και θα έχει ράψει νομικές διατάξεις και αποφάσεις. Τι κι αν αποσύρει το «ιδιώνυμο» από το κατάπτυστο νομοσχέδιο Χρυσοχοΐδη που αναμένεται να ψηφίσει στη Βουλή, πάντα θα βρίσκει εύκαιρα νομικά παράθυρα και ζαρντινιέρες. Με τον «κομάντο» της νύχτας των Εξαρχείων Θάνο Πλεύρη να πρωτοστατεί στα παράθυρα όπως και στην υπεράσπιση των κατηγορούμενων αστυνομικών και ένοπλων φρουρών που τον έχουν κάνει εικόνισμα.
Έχοντας μπροστά της θύελλα αντιδράσεων με τα επώδυνα και αντιλαϊκά μέτρα που πρόκειται να περάσει εν είδει «μεταρρυθμίσεων» και καθώς το αφήγημα του «Μωυσή» στην οικονομία δεν πρόκειται να βγει και η κυβέρνηση θα ετοιμάζεται για νέα μνημόνια, φροντίζει να απενεργοποιήσει οποιοδήποτε κίνημα πλατειών και αγανακτισμένων – φυσικά επιτίθεται με κασέτες και λοιπές μηχανορραφίες σε οτιδήποτε μπορεί να σταθεί ως δέος απέναντι στο μπλοκ εξουσίας (όχι ότι δεν υπάρχουν άμοιροι ευθυνών) με σκοπό να τσαλαπατήσει το περιβόητο ηθικό πλεονέκτημα της αριστεράς και να δείξει ότι δεν υπάρχει άλλη εναλλακτική (ΤΙΝΑ) καθώς «όλοι το ίδιο είναι» επομένως «γιατί να μην πάμε με τον Τσόρτσιλ, κι ας μας οδηγήσει στη σφαγή»; 
Με πρόσχημα την κατάσταση στην (πρώην) ΑΣΟΕΕ και μεμονωμένα περιστατικά στον ιστορικό χώρο του Πολυτεχνείου (αν δεν τα υποδαύλιζε κιόλας, τα άφηνε ανεξέλεγκτα ενώ είχε «εργαλεία» αντιμετώπισης) και σε κάποια άλλα ιδρύματα της Αθήνας διόγκωσε το θέμα του ασύλου με τη χρήσιμη βοήθεια των πιστών (και έμμισθων πλέον με την Πέτσινη λίστα) κονδυλοφόρων. Έτσι πέρασε αμέσως την κατάργησή του καθώς τα λεφτά για την ιδιωτικοποίηση και την πειθάρχηση της εκπαίδευσης είναι πάρα πολλά. Το ίδιο έκανε με τις καταλήψεις, φροντίζοντας να τις απαξιώσει στο επίπεδο του μπάχαλου, όπως έκανε και με τις διαδηλώσεις καθώς «χρήσιμοι» μηχανισμοί στήνουν παγίδες (είτε οι αστυνομικοί κλαίγονται στα πρόθυμα να τους προβάλουν ΜΜΕ ότι έχουν «τα χέρια δεμένα» είτε έμποροι «αγανακτούν» με τις πορείες που κλείνουν το κέντρο και δεν βλέπουν ότι οι μνημονιακές περικοπές έκοψαν την κίνηση στα καλούδια που πουλάνε στα μαγαζιά τους ή κάποιοι παίζουν με τον μηδενισμό των αγώνων).
Φαντάζεστε να γινόταν κάτι παρόμοιο με το Πολυτεχνείο του '73 με αφορμή τη διαρκώς ανεξέλεγκτη αστυνομική βία; Με ιδιώνυμο ή ό,τι νομικό επιχείρημα θα του έμοιαζε θα ήταν όλοι μέσα, αν δεν είχαμε και νεκρούς (Κουμής, Κανελλοπούλου, Καλτεζάς, Γρηγορόπουλος κ.ά. καθώς είναι μακρύς ο κατάλογος). Με τους κονδυλοφόρους να μιλούν για λαϊκισμό και υπευθυνότητα και καταδίκη της βίας όταν αυτοί που την ασκούν έχουν εσαεί το μονοπώλιό της; 
Ίδια κι απαράλλαχτη με το ’73 η αντιπαράθεση· από τη μία όσοι δείχνουν υποταγή απέναντι στα δικαιώματα που καταπατώνται πλέον με τον νόμο δίνοντας τα διαπιστευτήρια σε καθεστώς «έννομης» διαστρέβλωσης της πραγματικότητας, μιλώντας για υπεύθυνες στάσεις, υπεύθυνες αντιπολιτεύσεις – το μόνο που ίσως αλλάζει είναι ο «λαϊκισμός», το νέο σουξέ της «θεσμικής» αντιπαράθεσης· από την άλλη όσοι επιμένουν να αντιστέκονται με ή χωρίς σουσουδίστικο καθωσπρεπισμό. Όταν έχουν βγει τα μιντιακά τανκς στον δρόμο τσαλαπατώντας κάθε διαφορετική φωνή και αποσιωπώντας ό,τι δεν συμφέρει το σύστημα εξουσίας με το πρόσχημα πως δεν είναι αληθινό, δεν είναι πολιτικά ορθό να κουνάς το δάχτυλο για να υποδείξεις το πνεύμα και το γράμμα ενός νόμου που ερμηνεύεται α λα καρτ σε κάθε επιδίωξη των «νόμιμων ιδιοκτητών» της εξουσίας. Καταντάς άξιος της μοίρας σου περιμένοντας να… σαπίσει το φρούτο όταν μολύνει όλη την κοινωνία. Δεν μπορεί και δεν πρόκειται να δώσει λύση ο «Καμίνης» των δικαιωμάτων, ο συνήγορος του διαδηλωτή, της διαφορετικής άποψης, του αντιρρησία συνείδησης.
Η γενιά του Πολυτεχνείου άφησε μια βαριά παρακαταθήκη. Τη δημοκρατία και το δικαίωμα των πολλών, του λαού. Όσο κι αν κάποιοι έδρεψαν δάφνες και άλλαξαν ρότα στην προσωπική και πολιτική τους πορεία, εκείνο που μένει από την πλειοψηφία τους είναι ότι πάλεψαν για τρία βασικά ζητήματα: ψωμί, παιδεία, ελευθερία. Αρκετοί βρεθήκαμε στον δρόμο υπερασπιζόμενοι αυτά τα αυτονόητα (για κάποιους δεν είναι). Διαλαλούσαμε της γενιάς μας τα Πολυτεχνεία, τους μικρούς και μεγάλους καθημερινούς ή κομβικούς αγώνες στο δικαίωμα στη ζωή και όχι στην επιβίωση. Προσωπικά, ακολουθώ (θέλω τουλάχιστον) τα βήματα αυτής γενιάς, που μίλησε για μικρά μα τόσο μεγάλα δικαιώματα, που δεν χώρεσε στα κομματικά πλαίσια αλλά τα αναζήτησε χωρίς συμβιβασμούς και υποχωρήσεις. Τη γενιά –εκείνους αν θέλετε– που δεν πρόδωσε το ήθος της, έμεινε σταθερά απέναντι στη λαμογιά και στο ψέμα (από όπου κι αν προέρχεται, ποικίλων αποχρώσεων). Για το ψωμί στο οποίο έχουμε δικαίωμα όλοι ενώ η ανεργία καλπάζει· τα σπασμένα τα πληρώνουμε πάλι οι ίδιοι ως «υποζύγια» των φορολογικών και μνημονιακών βαρών από τα «λάθη» των ίδιων και των ίδιων πολιτικών οικογενειών. Για την παιδεία που την κάνουν εμπόρευμα με το πρόσχημα της δήθεν «αριστείας» και την αμερικανοποιούν φράζοντας τον δρόμο στην κοινωνική κινητικότητα των χαμηλών στρωμάτων. Για την ελευθερία που πνίγει η μιντιακή μονοφωνική διαστρέβλωση και η ανεξέλεγκτη αστυνομοκρατία, ενώ πληθαίνουν και «εργαλειοποιούνται» μυστικοί μηχανισμοί και μυστικά κονδύλια.
Η χούντα ήταν μία από τις επιλογές του συστήματος για το πολιτικό αδιέξοδο στο οποίο είχαν οδηγήσει τη χώρα τα τρία βασικά κέντρα εξουσίας (παλάτι, στρατός και πολιτικός κόσμος). Ενώ υπήρχαν δυνάμεις που αποζητούσαν ομαλοποίηση, σύνδεση με τις αναπτυγμένες χώρες της δύσης και είχαν αφυπνιστεί τα λαϊκά κεκτημένα, η χώρα σύρθηκε με τις ερπύστριες χρόνια πίσω. Είναι ακραίο και επικίνδυνα προκλητικό να πει κανείς ότι το ίδιο συμβαίνει και τώρα, ωστόσο οι συνθήκες στις βασικές τους κατευθύνσεις μοιάζουν: ο κόσμος πρέπει να ξεχάσει τις πλατείες και τα πεζοδρόμια, τα πολιτικά σχέδια για διέξοδο στα αδιέξοδα της πολιτικής και της οικονομίας να εγκλωβιστεί στο θατσερικό δόγμα της ΤΙΝΑ και ο λογαριασμός να έχει άλλη μία φορά τον ίδιο αποδέκτη. Ο δρόμος είναι στρωμένος από τις ερπύστριες και σπαρμένος με εκατομμύρια τηλεοπτικούς δέκτες.
Ο Μπρεχτ είναι πάντα επίκαιρος επειδή η ιστορία αυτή (οι γενικές γραμμές, που λέμε) επαναλαμβάνεται: 
«Αυτοί που βρίσκονται ψηλά
θεωρούνε ταπεινό να μιλάς για το φαΐ.
Ο λόγος; Έχουνε
κιόλας φάει. [...]
Αυτοί που τη χώρα σέρνουνε στην άβυσσο
λεν πως η τέχνη να κυβερνάς το λαό
είναι πάρα πολύ δύσκολη
για τους ανθρώπους του λαού [...]».
(«Γερμανικό Εγχειρίδιο Πολέμου», Ποιήματα, μετάφραση Μάριος Πλωρίτης, εκδ. Θεμέλιο)
Κι ο ποιητής Τάσος Λειβαδίτης είναι δηκτικός για τη στάση μας, για το τι θα κληροδοτήσουμε στα παιδιά μας:
«Αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος
δεν θα πάψεις ούτε στιγμή ν’ αγωνίζεσαι για την ειρήνη και για το δίκιο.
Θα βγεις στους δρόμους, θα φωνάξεις, τα χείλια σου θα ματώσουν απ’ τις φωνές
το πρόσωπό σου θα ματώσει από τις σφαίρες – μα ούτε βήμα πίσω.
Κάθε κραυγή σου μια πετριά στα τζάμια των πολεμοκάπηλων
Κάθε χειρονομία σου σα να γκρεμίζεις την αδικία [...]»
(«Αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος», Ποίηση, εκδ. Κέδρος).
κουτι πανδωρας

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου